Ἡ Παναγία εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα. Δὲν ὑπάρχει ἄλλη γιὰ τοὺς πολλοὺς ἀπελπισμένους. Μονάκριβη μάνα. Εἶχε ἀπελπιστεῖ ἀπὸ τὶς ἱκανότητες της. Δὲν στεκόταν στὰ δεκανίκια τῶν λόγων τῶν ἄλλων. Στηριζόταν στὸν σταυρὸ τοῦ Υἱοῦ της. Ὁ πόνος τὴν ὀμόρφαινε πιὸ πολύ. Στὸν κίνδυνο βρῆκε τὴ λύτρωση. Ἐπέλεξε τὴ σιωπή. Κυνηγήθηκε. Ἀγάπησε τὰ δύσκολα. Ἄντεξε στὸν πόνο. Ἄντεξε καὶ στὴν εὐτυχία τῶν μαθητῶν τοῦ Υἱοῦ της, δίχως λάθη στὶς ἐξετάσεις. Ἤξερε ν’ ἀναμένει.
Ἔπαθε λοιπὸν κι ἔμαθε. Κέρδισε κι ἔχει νὰ δώσει. Ὅ,τι ἔχει εἶναι δικό μας. Ὁ πλοῦτος ἀκένωτος, ζωοδόχος πηγή, ζωηφόρος ἀγάπη, ἐπιτάφιος τῆς ἀπόγνωσης. Νὰ μὴ τὴν καταδέχονται καὶ νά ‘ναι τόσο καταδεκτική. Ἡ ἔκφρασή της μιὰ μεγάλη σιωπή, εὔλαλη. Σκουπιδοντενεκέδες περιττῶν λόγων καθημερινὰ στὶς ἐξώθυρες, γεμᾶτοι οἱ λάκκοι. Τὸ πέμπτο εὐαγγέλιο τῆς Παναγίας εἶναι ὅλο λευκὲς σελίδες, εἶναι γραμμένο ἀπὸ θωπευτικὴ σιωπή, ἀπὸ μελάνι παραμυθίας. Εἶναι μιὰ ἀνοιχτὴ ἀγκαλιά, μιὰ σεμνὴ παρουσία, ἕνα μαντήλι, ἕνα ρόδο, ἕνα κουκὶ θυμίαμα στὸ λιβανιστήρι τῆς γιαγιᾶς, μιὰ ἀχτίδα ἥλιου στὴν κλειστὴ κάμαρη, ἡ μόνη γυναικεία μορφὴ στὸ κελλὶ τοῦ ἀσκητῆ, ἡ διακόνισσα τοῦ Ἄθω, ἡ ἀρχόντισσα τοῦ Πρωτάτου, ἡ θαυματουργὸς Γερόντισσα.
Ἡ Παναγία, ἡ θάλασσα τοῦ Πεντζίκη, τὸ λιμάνι τῆς σωτηρίας, τὸ μαφόρι τῆς σκέπαστρο παρηγοριᾶς, ἡ ἀρετή της τροφή μας, ὅλων τῶν πεινασμένων, τῶν φτωχῶν ἄφωτων, ἡ φίλη τῶν ἀθώων, τῶν μαυρισμένων στὸ δάκρυ πονεμένων γιάτρισσα, ὁ ἥλιος τοῦ χιονιοῦ μας.
Ἡ Παναγία δὲν εἶναι διόλου δυσνόητη, δὲν εἶναι σύμβολο, δὲν εἶναι οὔτε γριὰ οὔτε παιδούλα, ξέρει πόσο αἰσιόδοξη νὰ εἶναι, ν’ ἀπομακρύνεται ξέρει ἀπὸ τὸ προσκήνιο, ἐκεῖ ποὺ δὲν θέλουν νὰ τὴν ἐπικαλοῦνται. Δὲν θέλει νὰ δυσκολεύει κανένα, οὔτε μὲ τὴν ἀγάπη της. Ὅσοι ἐπέλεξαν τὴ χαζομάρα τοὺς ἀφήνει νὰ φᾶνε τὰ μοῦτρα τους.
Ἐπί τέλους, ἂς νοιώσουμε πὼς ἡ μοναξιά μας πρέπει νὰ μάθει νὰ στρώνει μόνη τραπέζι. Δὲν γίνεται συνέχεια νὰ ξεγλυστράμε καὶ νὰ θέλουμε κι ἕτοιμο φαγητὸ καὶ στρωμένο τραπέζι κι ἄμισθο καὶ χαμογελαστὸ ὑποτακτικό. Καλούμεθα νά ‘μαστε εὐγνώμονες μ’ αὐτὸ ποὺ μᾶς δόθηκε, ἡ ἀνδρεία νὰ μᾶς στολίσει, ἡ ὡραιότητα τῆς παιδικῆς ἁγνότητας νὰ καλύψει τὴ γύμνια μας, σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ ἡ κακομοιριὰ δέρνει τοὺς καλλιτέχνες, τοὺς ἐπιστήμονες καὶ μερικοὺς ἀκόμη ἱερεῖς.
Εὐχαριστῶ, Παναγία μου, γιὰ τὸν ἐνθουσιασμὸ ποὺ μοῦ δίνεις ἀπόψε, ποὺ εἶμαι ἀπελπισμένος καὶ ἡ ἐλπίδα μου εἶσαι Ἐσύ. Ἂς ἀφήσουμε λίγο καὶ τοὺς ἄλλους, ἂς δοῦμε καὶ τὸ σκαρί μας, δὲν εἶναι ἐγωιστικό, εἶναι ἀπαραίτητο.
Ἐλπίδα στὸ μέλλον, ἀπελπισία καλὴ στὸ παρελθόν, χαρὰ στὸ νῦν, μακαριότητα στὸ ἀεί. Πάντα ἡ θυσία, θυσιάζεται ὁ Υἱὸς στὸν Σταυρό. Θυσιάζεται ἡ μητέρα Του στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ ἄφατου πόνου. Ὁ πόνος μὲ πόνο νικιέται. Ἡ ἀγάπη κερδίζεται μὲ πόλεμο. Πότε θὰ μᾶς διδάξει κι ἐμᾶς ἡ ἁγία Παράδοση;
Μονάκριβη ἐλπίδα τοῦ κόσμου, Ὑπεραγία Θεοτόκε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου