Δευτέρα 27 Μαρτίου 2023

Ζηζιούλας τοῖς οἰκείοις συντέθνηκε δόγμασι

Ιωάννης Περγάμου (Ζηζιούλας): Η μοναδική προσωπικότητα με το σπουδαίο έργο  | in.gr
Η συνέχεια απο εδώ

Τοῦ  Γεωργίου Καραλῆ, Πυρηνικοῦ ἰατροῦ, Διδάκτορος Πανεπιστημίου Γένοβα,Πολυκλινικὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ρώμης Tor Vergata. Τμῆμα Πυρηνικῆς ἰατρικῆς

ΑΛΛΟΙΩΣΙΣ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΡΙΑΔΟΛΟΓΙΑΣ

Μεταφέροντας ὅμως τὴν ἐλευθερία, τὴν θέληση καὶ κατ’ ἐπέκτασιν τὴν ἐνέργεια ἀπὸ τὴν φύση εἰς τὸ πρόσωπον[20] τότε καταφέρνει νὰ δημιουργήσει τεράστιες αἱρέσεις κατὰ πρῶτον στὴν θεολογία καὶ κατὰ δεύτερον στὴν χριστολογία.

Κατὰ πρῶτον, σύμφωνα μὲ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, εἰς τὸ κάθε πρόσωπο τῆς Παναγίας Τριάδος, τὰ ὑποστατικὰ ἰδιώματα, ἀνήκουν μόνα σὲ αὐτὸ καὶ ὄχι σὲ ἄλλα πρόσωπα. Δὲν ὑπάρχει ὑποστατικὴ κοινωνία προσώπων, γιατί τὰ πρόσωπα εἶναι ὑποστατικῶς ἀκοινώνητα.[21] Ἂν λοιπὸν ἡ ἐλευθερία εἶναι δεμένη μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Πατρὸς ἀνήκει μόνο σὲ αὐτὸ καὶ δὲν κοινωνεῖται σὲ κανένα ἄλλο πρόσωπο. Τίθεται λοιπὸν τὸ ἐρώτημα: ὑπάρχει ἐλευθερία στὸν Υἱὸ καὶ στὸ Πνεῦ­μα; Καὶ ἂν ὑπάρχει τί εἴδους ἐλευθερία εἶναι αὐτὴ κτιστὴ ἢ ἄκτιστη; Ἂν εἶναι ἄκτιστη ποία θὰ εἶναι ἡ διαφορὰ τῆς ἐλευθερίας τοῦ Υἱοῦ ἢ τῆς ἐλευθερίας τοῦ Πνεύματος ἀπὸ τὴν ἐλευθερία τοῦ Πατρός; Μήπως μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο σκέψεως προκύπτει ἡ ἀνάγκη νὰ διακριθοῦν τρεῖς ἐλευθερίες διαφορετικὲς στὰ τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος; Δὲν πέφτουμε ἔτσι στὸν κίνδυνο τῆς τριθεΐας; Καὶ μάλιστα ἂν κανεὶς ἰσχυρίζεται ὅτι τὸ ἑνιαῖον τοῦ Θεοῦ ὀφείλεται εἰς τὸ πρόσωπο τοῦ Πατρός, ἂν στὴν Τριάδα οἱ διακρίσεις προηγοῦνται τῶν ἑνώσεων, τότε ὁ ἕνας Θεὸς ἐξαφανίζεται. Καὶ δὲν σῴζεται ἡ κατάσταση, ἂν ἀποδοθεῖ μόνο στὸν Πατέρα ἡ αἰτία τῆς ὑπάρξεως τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Πνεύματος. Καὶ στὴν ἑλληνικὴ μυθολογία ὁ Δίας εἶναι ἡ αἰτία τῶν ἄλλων θεῶν, ἀλλὰ βέβαια οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες δὲν πίστευαν σ’ ἕνα Θεὸ ἀλλὰ σὲ δώδεκα. Καὶ ὁ Ἀδὰμ εἶναι ἡ αἰτία τῆς Εὔας, ἀλλὰ δὲν συναποτελεῖ μὲ τὴ Εὔα ἕναν ἄνθρωπο.

Κατὰ δεύτερον ἂν μεταφερθεῖ στὴν Χριστολογία[22] ὁ ἴδιος τρόπος σκέψεως, τότε πῶς κατὰ τοὺς Πατέρας καὶ Οἰκουμενικὰς Συνόδους προκύπτει ὅτι τὸ πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ ποὺ ἐσαρκώθη διαθέτει δύο φύσεις- θεϊκὴ καὶ ἀνθρωπίνη- καθὼς καὶ δύο φυσικὲς ἐλευθερίες, μία ἀνθρωπίνη καὶ μία Θεϊκή; Γιατί σύμφωνα μὲ τὸ σκεπτικὸ τοῦ ἐκλιπόντος Μητροπολίτου ἡ ἐλευθερία ἀνήκει στὸ πρόσωπο. Ἀλλὰ ἂν αὐτὸ ἀληθεύει, τότε καὶ ὁ Χριστὸς θὰ εἶχε μία μόνο ἐλευθερία, δηλαδὴ αὐτὴ τοῦ Λόγου ποὺ ἐσαρκώθη καὶ ὄχι δύο φυσικές, ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ Πατέρες καὶ οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι.

Βέβαια ὁ Σεβασμιώτατος Περγάμου δὲν σταματᾶ στὴν ἐλευθερία, ἀλλὰ ξεκινώντας ἀπὸ αὐτὴν φτάνει καὶ στὴν θέληση καὶ πιστεύει ὅτι ὑπάρχει προσωπικὴ θέληση τοῦ Πατρός: “ἡ ἐκκλησιολογία πρέπει νὰ τοποθετεῖται μέσα στὸ πλαίσιο τῆς τριαδικῆς θεολογίας. Πρέπει νὰ ἀρχίσουμε μὲ μία σαφῆ διάκριση τῶν προσώπων στὴν Ἁγία Τριάδα, ὅπως μὲ ἐπιμονὴ τόνιζαν οἱ Καππαδόκες Πατέρες. Ὁ Πατὴρ εἶναι ἄλλο πρόσωπο, διαφορετικὸ ἀπὸ τὸν Υἱό, τὸ ἴδιο καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει προπάντων, ἐπειδὴ ὁ Πατήρ, ὡς διακριτὸ πρόσωπο, θέλει τὴν ὕπαρξή της. Εἶναι ἡ πρωτοβουλία καὶ ἡ εὐδοκία τοῦ Πατρὸς ποὺ ὁδηγοῦν τὴν ὕπαρξή της. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ εἶναι στὸν Πατέρα, ὡς πρόσωπο ἄλλο ἀπὸ τὸν Υἱό, ποὺ θὰ ὁδηγηθεῖ τελικὰ ἡ Ἐκκλησία, ὅταν ὁ Χριστὸς θὰ ὑποτάξει τὰ πάντα σ’ αὐτόν. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ἄποψη τόσο τῆς προέλευσή της ὅσο καὶ τοῦ προορισμοῦ της εἶναι πάνω ἀπ’ ὅλα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ (γιὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ ὁ Θεὸς εἶναι ὁ Πατήρ), πρὶν νὰ εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἢ Ἐκκλησία αὐτοῦ ἢ ἐκείνου τοῦ τόπου. Ὅπως πολὺ σωστὰ ἔδειξε ὁ LCerfaux, ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια, ἡ πρώτη ἀρχικὴ εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας συσχετίζεται μὲ τὴν γενικὴ τοῦ Θεοῦ. Ἴσως μέχρι ἐδῶ ὅλοι συμφωνοῦμε σ’ αὐτὸ”[23].

Ὄντως ἕνας εἶναι ὁ Πατήρ, διακρίνεται ἀπὸ τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Πνεῦμα, ἀλλὰ ξεχνᾶ νὰ ἀναφέρει ὁ Σεβασμιώτατος Περγάμου ὅτι κατὰ τοὺς Καππαδόκες Πατέρες ἕνας εἶναι καὶ ὁ Θεός. Μία εἶναι ἡ φύση ἢ ἡ οὐσία. Ἑπομένως ἡ θέληση κατὰ τοὺς Ἁγίους Πατέρες δὲν εἶναι τοῦ προσώπου ἀλλὰ τῆς φύσεως. Ὁ Πατὴρ δὲν θέλει καθὸ Πατήρ, ἀλλὰ καθὸ Θεὸς (οὐσία) καὶ ἐπειδὴ Θεὸς εἶναι ὁ Υἱός, Θεὸς καὶ τὸ Πνεῦμα, ἡ θέληση εἶναι φυσικὴ καὶ μία, ὅπως πολὺ σωστὰ διακηρύσσει ὁ Ἰωάννης Δαμασκηνός. Ὁ Θεὸς τῶν ὅλων καὶ Πατέρας θέλει καθὸ Πατὴρ ἢ καθὸ Θεός. Ἀλλὰ ἂν θέλει καθὸ Πατήρ, ἄλλο θὰ εἶναι τὸ θέλημά του ἀπὸ τὸν Υἱό. Γιατί ὁ Υἱὸς δὲν εἶναι Πατέρας. Ἂν ὅμως θέλει καθὸ Θεός, Θεὸς εἶναι καὶ ὁ Υἱὸς Θεὸς καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Ἄρα τὸ θέλημα εἶναι χαρακτηριστικὸ φύσεως, δηλαδὴ φυσικὸ[24].

Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀποκάλυψη ἀπὸ ἐδῶ ξεκινοῦν οἱ Πατέρες, γιὰ νὰ θεολογήσουν καὶ ὄχι ἀπὸ ἀνθρώπινες κοινωνίες καὶ σχέσεις, γιὰ νὰ δημιουργήσουν νέους ὀντολογικοὺς στοχασμούς! Ἂν ὁ Πατὴρ εἶχε μία προσωπικὴ θέληση, τότε ἡ θέληση τοῦ Πατρὸς θὰ ἦταν διαφορετικὴ ἀπὸ αὐτὴν τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Πνεύματος, μὲ ἄλλα λόγια θὰ ὑπῆρχαν τρεῖς θεοὶ μὲ τρεῖς διαφορετικὲς θελήσεις στὴν θεολογία καὶ ὄχι εἷς τρισυπόστατος Θεός· εἰς δὲ τὴν χριστολογία, ἐπειδὴ ἡ θέληση κατὰ τὸν Ζ. εἶναι δεμένη μὲ τὸ πρόσωπο τότε ὁ Λόγος ποὺ ἐσαρκώθη δὲν θὰ διέθετε δύο φυσικὲς θελήσεις, μία ἀνθρωπίνη καὶ μία θεϊκή, ἀλλὰ μία μόνο θέληση αὐτὴ τοῦ προσώπου τοῦ Λόγου, ὅπως ἰσχυρίζοντο ὁ Σεβῆρος καὶ οἱ μονοθελῆτες[25].

ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ: ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΤΕΙΟΥ

Τὰ πρόσωπα σὰν ἐλεύθερα ποὺ εἶναι, καθὼς καὶ οἱ προσωπικὲς διαφορές τους, σύμφωνα μὲ τὸν ἐκλιπόντα Περγάμου προηγοῦνται τῆς δῆθεν ἀναγκαστικότητος τῆς φύσεώς τους. Μὲ ἄλλα λόγια καταργοῦν τὴ φύση ὁριστικά. Γιατί πλέον δὲν τὴν ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ μόνα τους μποροῦν νὰ βρεθοῦν σὲ σχέση καὶ νὰ κοινωνήσουν. Νὰ γιατί ὁ Ζηζιούλας ἀναφέρεται συνεχῶς σὲ προσωπικὴ κοινωνία καὶ σχέση. Φαντάζεται λοιπὸν τὴν Ἐκκλησία σὰν μία κοινωνία-πλέγμα σχέσεων διακριτῶν προσώπων τὸ καθένα μὲ τὸ δικό του γνωμικὸ θέλημα, τὰ ὁποῖα γιὰ νὰ κοινωνήσουν ἔχουν ἀνάγκη ἑνὸς πρώτου, εἰκονίζοντας ἔτσι τὴν Παναγία Τριάδα [26] πού, κατὰ τὸν ἴδιον, εἶναι προσωπικὴ σχέση καὶ κοινωνία ὑπὸ τοῦ πρώτου[27], ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Πατήρ. “Ἡ καινούργια ταυτότητα, ποὺ δινόταν ἐκ τοῦ Πνεύματος ἀποκτοῦσε ὑπόσταση μέσα ἀπὸ τὴν ἐνσωμάτωση στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ στὴν Ἐκκλησία, μέσα ἀπὸ ἕνα πλέγμα σχέσεων. Οἱ σχέσεις αὐτὲς ἦταν ταυτόσημες μὲ τὴν σχέση τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Πατέρα.[28] Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ τὸ βάπτισμα ἰσοδυναμοῦσε μὲ υἱοθεσία… Παρόμοια αὐτὴ ἡ ταυτότητα συνεπαγόταν κοινωνικὲς σχέσεις ποὺ ἀποκτοῦσαν μέσα στὴν κοινότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ δι’ αὐτῆς, καὶ ὄχι μέσῳ τῆς βιολογικῆς οἰκογένειας ἢ τοῦ κράτους. Μία ἀπὸ τὶς θεμελιώδεις συνέπειες τοῦ βαπτίσματος ἦταν ὅτι ὁ νέος ἄνθρωπος δὲν θὰ εἶχε τὸν Πατέρα του στὴ γῆ ἀλλὰ στοὺς οὐρανοὺς (Ματθ 23,9) καὶ ὅτι οἱ ἀδελφοί του θὰ ἦταν μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπίσης δὲν θὰ ἦταν πολίτης τῆς γῆς, ἀλλὰ τοῦ οὐρανοῦ (Φιλιπ 3,20) ἐφ’ ὅσον ἡ πόλις του θὰ ἦταν ἡ μέλλουσα Βασιλεία. (Ἑβρ 13,14). Ἔτσι θὰ ἦταν ξένος σὲ τούτη τὴν γῆ. Αὐτὸ ἦταν τὸ ὑπαρξιακὸ νόημα τοῦ βαπτίσματος ὡς θανάτου τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου καὶ ὡς γέννηση τοῦ νέου ἐσχατολογικοῦ ἀνθρώπου. Ἡ δικιμασία του ἦταν βασικὴ ἐκκλησιολογικὴ καὶ ὄχι ἠθικὴ ἢ ψυχολογική, ὅπως συχνὰ νομίζεται. Ἡ πνευματικότητα εἶχε νὰ κάνει μὲ τὴν ἀπόκτηση νέων σχέσεων καὶ μέσῳ αὐτῶν μιᾶς νέας ταυτότητας, ἐφ’ ὅσον οἱ ταυτότητες, εἴτε αὐτὲς εἶναι βιολογικές, εἴτε κοινωνικές, εἴτε πνευματικὲς πάντα πηγάζουν μέσα ἀπὸ σχέσεις.”[29] [30] Ἀπὸ αὐτὴν τὴν φιλοσοφικὴ ἀντιπατερικὴ ἀντίληψη, τὴν ὀντολογία τοῦ προσώπου, ἐκπηγάζει ἡ εὐχαριστιακὴ ἐκκλησιολογία: “Πρέπει νὰ ἔχουμε ὑπ’ ὄψη μας αὐτὸ τὸ ὑπόβαθρο, ὥστε νὰ καταλάβουμε τὴν σπουδαιότητα τῆς Εὐχαριστίας γιὰ τὴν χριστιανικὴ πνευματικότητα. Ἡ Εὐχαριστία κατανοήθηκε στοὺς πρώτους αἰῶνες ὡς τὸ γεγονὸς ποὺ συγκέντρωνε τὸν διασκορπισμένο λαὸ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τὸ αὐτό, προκειμένου ὄχι μόνο νὰ γιορτάσουν, ἀλλὰ ἐπίσης νὰ ἀποτελέσουν τὴν ἐσχατολικὴ μεσσιανικὴ κοινότητα ἐδῶ καὶ τώρα. Μ’ αὐτὴ τὴν ἔννοια, ἡ Εὐχαριστία ἦταν τὸ κατ’ ἐξοχὴν πνευματικὸ γεγονὸς , γιατί ἦταν ἡ ἐσχατολογικὴ πραγματικότητα φανερωμένη μέσα στὴν ἱστορία, ἡ πρόγευσή της μέσα στὴν ἱστορία. Οἱ βαπτισμένοι ὁδηγοῦνταν σ’ αὐτὴν τὴν κοινότητα, προκειμένου νὰ πάρουν τὴ θέση τους σ’ αὐτήν, πρᾶγμα ποὺ συνεπαγόταν τὸ προνόμιο νὰ μποροῦν νὰ ἀποκαλοῦν τὸν Θεὸ Πατέρα –ἀποκτώντας τὴν υἱότητα ποὺ ὁ Χριστὸς εἶχε ἀνέκαθεν-[31] καὶ ταυτόχρονα τὸ προνόμιο νὰ ἀποκαλοῦν τὰ ἄλλα μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἀδελφοὺς καὶ νὰ μοιράζονται μὲ αὐτοὺς τὸν αἰώνιο προορισμό. Ἡ Εὐχαριστία πρόσφερε θετικὰ ἐκεῖνο ποὺ τὸ βάπτισμα σήμαινε ἀρνητικά: ὁ θάνατος τῆς παλαιᾶς βιολογικῆς ταυτότητας ἀντικαθίστατο ἀπὸ τὴν γέννηση τῆς νέας ταυτότητας, ἡ ὁποία δινόταν στὴν εὐχαριστιακὴ κοινότητα. Ἐφ’ ὅσον ἡ παλαιὰ βιολογικὴ ταυτότητα βασίζεται στὴν φυσικὴ ἀναγκαιότητα, ὁδηγεῖ στὸν θάνατο. Ἐνῷ ἡ νέα ταυτότητα ποὺ δίνεται στὴν Εὐχαριστία – βασισμένη σὲ νέες καὶ ἀθάνατες σχέσεις, πάνω ἀπ’ ὅλα στὴν αἰώνια υἱικὴ σχέση ἀνάμεσα στὸν Πατέρα καὶ στὸν Υἱό, ἡ ὁποία δινόταν ὡς δάνειο στὸν χριστιανὸ κατὰ τὸ βάπτισμα, παρέχει αἰώνια ζωή. Ἡ Εὐχαριστία εἶναι αἰώνια ζωή, πρωτίστως ἐπειδὴ προσφέρει αὐτὸ τὸ πλέγμα τῶν σχέσεων, τὸ ὁποῖο συνάγεται μία αἰώνια ταυτότητα. Νὰ ἀνήκει κανεὶς στὴν κοινότητα τῆς εὐχαριστίας ἰσοδυναμεῖ ἑπομένως, μὲ τὴν ἀπόκτηση τῆς αἰώνιας ζωῆς.[32] Ἡ πνευματικότητα σ’ αὐτὴν τήν εὐχαριστιακὴ συνάφεια ἀποκτᾶ ὀντολογικὸ καὶ ὄχι ἁπλῶς ἠθικὸ ἢ ψυχολογικὸ περιεχόμενο. Δὲν πρόκειται ἁπλῶς γιὰ βελτίωση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως[33] ἢ γιὰ βελτίωση τοῦ τρόπου δράσης καὶ συμπεριφορᾶς της μέσῳ ἠθικῶν ἐπιτεύξεων καὶ ἀρετῆς· δὲν εἶναι ἁπλῶς μία ψυχολογικὴ ἐμπειρία τῶν καρπῶν τοῦ Πνεύματος, ὅπως τῆς εἰρήνης, τῆς χαρᾶς, τῆς ὑπομονῆς κ.λπ. Εἶναι πάνω ἀπ’ ὅλα ταυτόσημη μὲ τὴν ὑπέρβαση τοῦ θανάτου μέσα ἀπὸ τὴν ἀπόκτηση μιᾶς νέας ταυτότητας βασισμένη σὲ νέες σχέσεις, οἱ ὁποῖες εἶναι ταυτόσημες μὲ τὴν σχέση Πατέρα καὶ Υἱοῦ στὴν Ἁγία Τριάδα… Ἡ Πνευματικότητα ὡς ἡ κατοχὴ τοῦ Πνεύματος σημαίνει πάνω ἀπ’ ὅλα συμμετοχὴ στὴν ἴδια υἱότητα ποὺ ἔχει ὁ Ἰησοῦς Χριστός, μία σχέση μὲ τὸν Θεό, ἡ ὁποία προσφέρει μία ἀθάνατη αἰώνια ταυτότητα.[34] Ἡ ἰδιότητα τοῦ μέλους τῆς Ἐκκλησίας ὡς τοῦ σώματος ἐκείνων ποὺ μέσῳ τοῦ βαπτίσματος καὶ τῆς Εὐχαριστίας ἀπέκτησαν μία τέτοια ταυτότητα, ἦταν πηγὴ τῆς ἀληθινῆς πνευματικότητας. Ἡ Πνευματικότητα εἶναι ἐκκλησιαστικὴ καὶ ὄχι ἀτομικὴ ἐμπειρία. Ἡ Ἐκκλησία ὡς εἰκόνα ἢ τὸ σημεῖο τῆς ἐσχατολογικῆς κοινότητας πρόσφερε μέσῳ τῆς Εὐχαριστίας τὴν πρόγευση τῆς αἰώνιας ζωῆς , παρέχοντας στοὺς πιστοὺς ἕνα πλέγμα σχέσεων ποὺ θὰ τοὺς ἔδινε μία ἀθάνατη αἰώνια ταυτότητα, καθὼς ἐπίσης καὶ τὴν ἐμπειρία μιᾶς ζωῆς, στὴν ὁπoία ὅλες οἱ φυσικὲς καὶ κοινωνικὲς διαιρέσεις ποὺ συνεπάγονταν τὴν διάλυση καὶ τὸν θάνατο θὰ ὑπερβαίνονταν μέσα στὴν ἑνότητα τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ…”[35]

Σημειώσεις:

[1] Pontificio Ateneo AntonianumIstituto di Studi Ecumenici “SBernardino” Venezia. Σημειώσεις γιὰ τοὺς φοιτητάς. Βενετία 2000. [2] Pontificio Ateneo Antonianum. Istituto di Studi Ecumenici “S. Bernardino” Venezia. Σημειώσεις γιὰ τοὺς φοιτητάς. Κεφ. Εἰσαγωγὴ καὶ σύνθεση μαθημάτων. Βενετία 2000 σελίδα 50. Ἐδῶ ἕνας προσεκτικὸς ἀναγνώστης θὰ καταλάβει ὅτι αὐτὸ ποὺ ἰσχυρίζεται ὁ Ζ. δὲν τὸ ἀποδεικνύει, ὡς θὰ ἔπρεπε νὰ πράξει, ἀλλὰ τὸ θεωρεῖ αὐτονόητο. [3] Μία ἐκκλησιολογία ποὺ δὲν στηρίζεται στὴν ὁμολογία τῆς πίστεως, τότε θὰ πρέπει νὰ θεωρεῖ τὴν κάθε αἱρετικὴ σύναξη ὡς Ἐκκλησία Χριστοῦ. Γιὰ νὰ γίνει πιὸ κατανοητὸ αὐτὸ ποὺ ἰσχυρίζεται ὁ Περγάμου ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, οἱ Καππαδόκες Πατέρες καὶ οἱ λοιποὶ ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι θὰ ἔπρεπε νὰ θωροῦσαν τὴν εὐχαριστιακὴ σύναξη τῶν ἀρειανῶν καθὼς καὶ τοὺς ἐπισκόπους των ὡς Ἐκκλησία Χριστοῦ καὶ νὰ βρισκόντουσαν σὲ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μαζί τους. Ὅπως καταλαβαίνει κανεὶς αὐτὴ ἡ ἄποψις εἶναι βλάσφημος κατὰ τὴν ὀρθόδοξον Παράδοσιν καὶ τοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας. [4] Pontificio Ateneo Antonianum. Istituto di Studi Ecumenici “S. Bernardino” Venezia. Σημειώσεις γιὰ τοὺς φοιτητάς. Βενετία 2000. Σελὶς 51 κεφ. Εἰσαγωγὴ καὶ σύνθεση τῶν μαθημάτων. Σ’ αὐτὸ τὸ κεφάλαιο ὁ Ζ. ἐπαναλαμβάνει συνεχῶς αὐτὸ ποὺ θὰ θελήσει νὰ ἀποδείξει στὸ ἑπόμενα κεφάλαια. [5] Ἐδῶ ὁ Ζ. δείχνει νὰ μὴ ἔχει καταλάβει τί σημαίνει ἀσκητισμός. Ὁ ἀσκητὲς δὲν προσ­παθοῦν νὰ ἀποκτήσουν μία ἠθικὴ τελείωση. Προσπαθοῦν νὰ καταργήσουν τὸ γνωμικὸ θέλημα – τὸ θέλημα δηλαδὴ ποὺ ἀνήκει στὸ πρόσωπο, τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ τὴν παρὰ φύσιν φορὰ τοῦ φυσικοῦ θελήματος -. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ χριστιανός, ὁ μοναχὸς καταργεῖ οὐσιαστικὰ ὁριστικὰ καὶ ἀμετάκλητα τὸ γνωμικὸ θέλημα καὶ κινεῖται κατὰ τὸ φυσικὸ θέλημα, τὸ ὁποῖο εἶναι κοινὸ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ τονιστεῖ ὅτι καταργώντας τὸ γνωμικὸ θέλημα καὶ ἀκολουθώντας τὸ φυσικό, ὁ μοναχὸς ὅπως καὶ ὁ κάθε χριστιανὸς ποὺ ἀσκεῖται, ἀκολουθεῖ τὸν Χριστό, ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς προσέλαβε ἀνθρωπίνην φύσιν ἄνευ γνωμικοῦ θελήματος. Ἕνας ὁ Χριστός, δύο οἱ φύσεις,- θεϊκὴ καὶ ἀνθρωπίνη- δύο καὶ τὰ φυσικὰ θελήματα. [6] Καὶ σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο ὁ Ζ. ἀγνοεῖ παντελῶς τὴν ἱστορία τοῦ ἀσκητισμοῦ. Ἀνάγει τὸν ἀσκητισμὸ σὲ αἱρετικούς, ὅπως ὁ Ὠριγένης καὶ ὁ Εὐάγριος Ποντικός, χωρὶς νὰ τὸ ἀποδείξει. Συχνὰ ὁ Ζ. συμπεριφέρεται κατὰ τοιοῦτον τρόπον. Καὶ οἱ ὀπαδοί του τὸν ἀκολουθοῦν πιστεύοντας ὅτι, ἐπειδὴ τὸ εἶπε ὁ Σεβασμιώτατος Περγάμου, θὰ πρέπει καὶ νὰ ἀληθεύει. Εἶναι σὰν νὰ ἰσχυρίζεται κανεὶς ὅτι οἱ ἀρχαῖοι χριστιανοὶ ἦταν ὅλοι ἀρειανοὶ καὶ πίστευαν ὅτι ὁ Λόγος δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων καὶ ὁ Μ. Ἀθανάσιος καθὼς καὶ οἱ μετέπειτα Πατέρες προσπάθησαν νὰ διορθώσουν τὴν αἱρετικὴ διδασκαλία τῶν ἀρχαίων χριστιανῶν, γιὰ νὰ εἶναι πιὸ συνεπεῖς μὲ τὴν ἑρμηνεία ποὺ ἔδιναν στὴν Γραφή. [7] Τὴν κοινωνία οἱ Πατέρες δὲν τὴν ἔβλεπαν σὰν κοινωνία καὶ σχέσεις προσώπων, ἀλλὰ κοινωνία φύσεως. Κατὰ τοὺς Πατέρες στὴν Ἁγία Τριάδα τὰ πρόσωπα εἶναι ἀκοινώνητα καὶ ὑπάρχει μόνο κοινωνία φύσεως. Κατὰ συνέπεια δὲν ὑπάρχει στὴν Παναγία Τριάδα ὁ ἐρῶν καὶ ὁ ἐρώμενος, ἀλλὰ κοινὴ καὶ μία εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ. Ἐπειδὴ λοιπὸν εἶναι μία ἡ ἀγάπη, μία ἡ θέληση μὲ τὴν ἴδια ἀγάπη καὶ θέληση ποὺ ὁ Πατέρας ἀγαπᾶ καὶ θέλει τὸν Υἱὸν μὲ τὴν ἴδια θέληση καὶ ὁ Πατὴρ ἀγαπιέται καὶ θέλεται ἀπὸ τὸν Υἱόν. Ἡ ἀγάπη στὴν ὁποίαν ἀναφέρεται ὁ ἀββᾶς Μακάριος εἶναι ἡ φυσικὴ ἀγάπη καὶ ὄχι μία κοινωνικὴ ἀγάπη, ἡ ὁποία στηρίζεται σὲ μία ἀμοιβαιότητα. [8] Ἐδῶ ὁ Ζηζιούλας ξεχνᾶ τὸ χαρισματικὸ στοιχεῖο ποὺ ἑνώνει τὰ πάντα. Δὲν ἀρκεῖ μόνο ἡ σύναξη ἐπὶ τὸ αὐτό, γιὰ νὰ ἔχουμε τὴν Ἐκκλησία. Ἀλλὰ πρωτίστως ἡ ὀρθόδοξος Ἐκκλησία προϋποθέτει ὀρθοδοξία καὶ ὀρθοπραξία. Ὁ Γέρων καὶ ὁ ἐπίσκοπος θὰ πρέπει πρῶτον νὰ διαθέτουν τὴν ὀρθόδοξον πίστιν καὶ κατὰ δεύτερον θὰ πρέπει νὰ βρίσκονται ἢ στὸ στάδιον τῆς καθάρσεως, ἢ στὸ στάδιο τοῦ φωτισμοῦ, ἢ αὐτὸ τῆς θεώσεως. Ὅταν δὲν ἰσχύουν ὅλες αὐτὲς οἱ προϋποθέσεις τότε ὁ ἐπίσκοπος ὄχι μόνο δὲν εἶναι σημαντικός, ἀλλὰ εἶναι ψευδοπροφήτης καὶ θὰ πρέπει νὰ ἀποφεύγεται ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν πιστῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν. [9] Ἰωάννης Ζηζιούλας: Α. Ἐκκλησιολογικὰ μελετήματα. Ἐκδόσεις Δόμος, Ἀθήνα 2016. Ἄρθρο, Πρὸς τὴν μεσαιωνικὴ πνευματικότητα, σελὶς 170 -171. [10] Σεβασμιώτατος Περγάμου κ.κ.Ζηζιούλας. [11] Προφανῶς ζημιὰ στὴν ζηζιούλια εὐχαριστιακὴ ἐκκλησιολογία. Δηλαδὴ μὲ ἄλλα λόγια ὁ Γρηγόριος Παλαμᾶς δημιούργησε πολλὰ προβλήματα στὴν ἐκκλησιολογία τοῦ Ζ. καὶ ὁ Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς στὴν χριστολογία του, ὅπως θὰ δοῦμε. [12] Pontificio Ateneo Antonianum. Istituto di Studi Ecumenici “S. Bernardino” Venezia. Σημειώσεις γιὰ τοὺς φοιτητάς. Κεφ. Εἰσαγωγὴ καὶ σύνθεση τῶν Μαθημάτων. Βενετία 2000. Σελὶς 55. [13] Γεώργιος Ἰ. Καραλῆς, Ἡ μωρία τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ σοφία τοῦ ἀνθρώπου, ἐκδόσεις Ἁρμός, 2017, Κεφάλαιο 6: Φύση καὶ ἀναγκαιότητα, σελίδες 76-101. [14] Ἰωάννης Ζηζιούλας, Ἡ ἰδιοπροσωπεία τοῦ νέου ἑλληνισμοῦ, συλλογὴ κειμένων, Ἵδρυμα Γουλανδρῆ Χὸρν Ἀθήνα 1983. σελίδα 314. [15] Ἰωάννης Ζηζιούλας ὁ.π. σελίδα 310. [16] Χρῆστος Γιανναρᾶς, Ἀλφαβητάρι τῆς πίστης, Ἐκδόσεις Δόμος, Ἀθήνα 1983. Κεφ. Ἀσυγχύτως καὶ Ἀδιαιρέτως, σελίδα 145. [17] EPISTULA SYNODICA. Sophronius of Jerusalem and Seventh-Century Heresy. The Synodical Letter and Other Documents, Edited by Pauline Allen. Oxford Early Christian Texts. Σελίδα 82 παράγραφος 2.2.6. [18] Ἰωάννης Ζηζιούλας: «Ἡ ἰδιοπροσωπεία τοῦ νέου ἑλληνισμοῦ»: συλλογὴ κειμένων. Ἵδρυμα Γουλανδρῆ Χὸρν Ἀθήνα 1983. Σελίδα 318. [19] “Τῶν τριῶν τοιγαροῦν ἐστι καὶ ἐκ τῶν τριῶν Πατρὸς Υἱοῦ καὶ Πνεύματος αὕτη ἡ λαμπρότης ἡ δὲ φύσις τῶν τριῶν ἐστι ἀλλ’ οὐκ ἐκ τῶν τριῶν ἄπαγε τῆς δυσσεβείας” Λόγος 4, Κατὰ Γρηγορᾶ, 55. [20] Εἰ δὲ εἴποιεν ὅτι τῇ ἐνεργείᾳ πρόσωπον συνεισάγεται, ἐροῦμεν ὅτι, εἰ τῇ ἐνεργείᾳ πρόσωπον συνεισάγεται, κατὰ τὴν εὔλογον ἀντιστροφὴν καὶ τῷ προσώπῳ ἐνεργείᾳ συνεισαχθήσεται, καὶ ἔσονται, ὥσπερ τρία πρόσωπα ἤτοι ὑποστάσεις τῆς Ἁγίας Τριάδος, οὕτω καὶ τρεῖς ἐνέργειαι, ἢ ὥσπερ μία ἡ ἐνέργεια, οὕτω καὶ ἓν πρόσωπον καὶ μία ὑπόστασις. Οἱ δὲ Ἅγιοι Πατέρες συμφώνως εἰρήκασιν τὰ τῆς αὐτῆς οὐσίας καὶ τῆς αὐτῆς ἐνεργείας. Ἰωάννης Δαμασκηνός, Ἔκδοσις Ἀκριβὴς Ὀρθοδόξου πίστεως, Ἐκδόσεις Πουρναρᾶ Θεσσαλονίκη 1989 σελὶς 280. [21] “Τὸ γὰρ τῷ Υἱῷ καθ’ ὑπόστασιν ἰδικῶς ἐνθεωρούμενον, Πατρὶ καὶ Πνεύματι καθ’ ὑπόστασιν παντελῶς ἀκοινώνητον”. Μάξιμος Ὁμολογητής, Κεφάλαια Θεολογικὰ καὶ Πολεμικά, Πατερικαὶ Ἐκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμᾶς». Φιλοκαλία 15Α σελὶς 38. [22] “Εἰ δὲ λέγοιεν, ὡς περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος διαλεγόμενοι οἱ πατέρες οἱ ἅγιοι ἔφασαν· ὧν ἡ οὐσία μία, τούτων καὶ ἡ ἐνέργεια, καὶ ὧν διάφορος ἡ οὐσία, τούτων διάφορος καὶ ἡ ἐνέργεια, καὶ ὡς οὐ χρὴ τὰ τῆς θεολογίας ἐπὶ τὴν οἰκονομίαν μετάγειν, ἐροῦμεν’ εἰ ἐπὶ τῆς θεολογίας μόνον εἴρηται τοῖς πατράσιν, καὶ οὐκ ἔτι μετὰ τὴν σάρκωσιν τῆς αὐτῆς ἐνεργείας ὁ Υἱὸς τῷ Πατρὶ οὐδὲ τῆς αὐτῆς ἔσται οὐσίας”. Ἰωάννης Δαμασκηνός. Ἔκδοσις ἀκριβὴς ὀρθοδόξου πίστεως. Πατερικαὶ ἐκδόσεις Γρηγόριος Παλαμᾶς, ἔκδοσις Πουρναρᾶ 1989 σελὶς 278. [23] Ἰωάννης Ζηζιούλας. Α. Ἐκκλησιολογικὰ μελετήματα, Ἐκδόσεις Δόμος. Ἀθήνα 2016 κέφ. «Τὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας στὴν Ὀρθόδοξη παράδοση» σελίδα 83. [24] Ἰωάννης Δαμασκηνός. Ἔκδοσις ἀκριβὴς ὀρθοδόξου πίστεως. Πατερικαὶ ἐκδόσεις Γρηγόριος Παλαμᾶς ἔκδοσις Πουρναρᾶ 1989 σελ. 266. [25] “Θεὸς γὰρ ὑπάρχων, τέλειος καὶ ἄνθρωπος τέλειος ὁ αὐτὸς , καθ’ ἑκάτερον ὧν ὑπῆρχεν ὑπόστασις, φυσικῶς ἐνήργει μὴ διαιρούμενος. Εἰ δὲ καθ’ ἑκάτερον ὧν ὑπῆρχεν ὑπόστασις φυσικῶς ἐνήργει μὴ διαιρούμενος, δῆλον ὅτι μετὰ τῶν φύσεων, ὧν ὑπόστασις ἦν, καὶ τὰς οὐσιώδεις αὐτῶν καὶ συστατικὰς ἐνεργείας εἶχεν, ὧν αὐτὸς ἕνωσις ἦν, ἑαυτῷ προσφυῶς ἐνεργῶν, καὶ οἷς ἐνήργει πιστούμενος, τὴν τῶν ἐξ ὧν, ἐν οἷς τε καὶ ἄπαρ ὑπῆρχεν, ἀλήθειαν. Εἷς οὖν ἐκ δύο φύσεων ὁ Χριστός, θεότητός τε καὶ ἀνθρωπότητος, μονογενὴς Λόγος καὶ Υἱὸς καὶ Κύριος τῆς δόξης, ἐν αἷς γνωρίζεται καὶ αἷς ἀληθῶς ὑπάρχων πιστεύεται, δύο τε φυσικὰς καὶ γενικάς, καὶ τῶν ἐξ ὧν ἦν συστατικὰς κινήσεις, ἤγουν ἐνεργείας ἔχων, ὧν ἀποτελέσματα τὰ κατὰ μέρος ἦν ἐνεργήματα, ἐξ αὐτοῦ τε προβαλλόμενα καὶ ὑπ’ αὐτοῦ τελειούμενα, χωρὶς τομῆς τῶν ἐξ ὧν ὑπῆρχε καὶ οἱασοῦν δίχα συγχύσεως.” Μάξιμος Ὁμολογητής. Κεφάλαια Θεολογικὰ καὶ Πολεμικά, Πατερικαὶ Ἐκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμᾶς». Φιλοκαλία 15 Α σελὶς 44-46. [26] Εὐτυχῶς ποὺ οἱ εἰκονοκλάστες δὲν γνώριζαν τότε ἀπὸ τοὺς ὀρθοδόξους τῆς ἐποχῆς αὐτῶν, αὐτὸν τὸν εἰκονισμὸ ποὺ εἰκάζει ὁ Ζ., διαφορετικὰ δὲν θὰ εἶχαν ἐπιτεθεῖ ποτὲ κατὰ τῶν εἰκόνων (ὁ Χριστὸς κατ’ αὐτοὺς δὲν εἰκονίζεται), ἀλλὰ κατὰ τῶν ὀρθοδόξων, οἱ ὁποῖοι – σὰν γνήσιοι ὀπαδοὶ τοῦ Ζ. – θὰ πίστευαν ὅτι ἡ εὐχαριστιακὴ σύναξη εἰκονίζει τὶς Ἄκτιστες ὑποστάσεις τῆς Παναγίας Τριάδος! [27] Στὴν θεότητα δὲν μπορεῖ κατὰ τοὺς Πατέρας νὰ ὑπάρχει ἕνας πρῶτος. Ὅταν στὴν κτιστὴ γλῶσσα χρησιμοποιοῦμε τὴν λέξη πρῶτος, ἀμέσως συνακολουθεῖ ὁ δεύτερος καὶ ὁ τρίτος. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ὅμως ἡ Ἄκτιστος Παναγία Τριὰς ὑποβιβάζεται εἰς κτίσμα, ὅπως πολὺ σωστὰ παρατηρεῖ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: “Ἕνα μὲν Θεὸν εἰδώς, ἐν Τριάδι προσκυνούμενον, τρία δὲ εἰς μίαν θεότητα συναγόμενα· καὶ οὔτε τῷ ἑνὶ Σαβελλίζων, οὔτε τοῖς τρισὶν Ἀρειανίζων, ἢ τῷ κατατέμνειν ἀνίσοις ἀλλοτρότησιν, ἢ μεγέθους ἢ φύσεως. Οὗ γὰρ ἕκαστον ἀκατάληπτον καὶ ὑπὲρ τὴν ἡμετέραν ἐπίνοιαν, πῶς ἐνταῦθα τὸ ὑπεραῖρον ἢ νοηθήσεται ἢ δογματιθήσεται; Ποῦ δὲ μετρεῖται τὸ ἄπειρον, ἵν’ ὃ τῶν περατουμένων ἐστι, τοῦτο πάθῃ θεότης, βαθμοῖς μετρουμένη καὶ ὑποβάσεσιν” (PG 35 1005 ΙΣ΄Β). [28] Ἡ σχέση Πατρότητος καὶ υἱότητος στὸν Θεὸν εἶναι ἄρρητος καὶ ἀκατανόητος κατὰ τοὺς Πατέρας. [29] Ἡ σχέση δίνει μία ταυτότητα κατὰ τὸν Ζ., ὄχι ἡ φύση. (Ὅταν οἱ Πατέρες ἀναφέροντο εἰς φύσιν ἐννοοῦσαν ὅτι δὲν ὑπάρχει φύσις ἀνυπόστατος.) Δηδαδὴ τὸ ὅτι ὁ Γιῶργος εἶναι ἄνθρωπος, ἀνήκει στὴν ἀνθρωπίνη φύσιν, αὐτὸ κατὰ τὸν Ζ. δὲν τοῦ δίνει καμμία ταυτότητα. Ἡ σχέση ποὺ θὰ ἔχει ὁ Γιῶργος μὲ τὸν δεῖνα ἵππο γιὰ παράδειγμα ἢ μὲ ἄλλους ἀνθρώπους, αὐτὲς θὰ τοῦ δώσουν ταυτότητα κατὰ τὸν Ζ.. Ποία ὅμως; Τὸ ὅτι ὁ Γιῶργος δὲν εἶναι ἵππος σημαίνει ταυτότητα; Τὸ ὅτι ὁ Γιῶργος ἀγόρασε τὸν δεῖνα ἵππον σημαίνει καὶ αὐτὸ ταυτότητα; καθὼς καὶ τὸ ὅτι ὁ Γιῶργος εἶναι Ἕλληνας ἢ φίλος τοῦ Ἰωάννου καὶ σύζυγος τῆς Ἄννας; [30] Ἰωάννης Ζηζιούλας, Α. Ἐκκλησιολογικὰ μελετήματα, Ἐκδόσεις Δόμος. Ἀθήνα 2016. Ἄρθρο. «Ἡ Ἐκκλησία ὡς σῶμα Χριστοῦ» Κεφ. “Το βάπτισμα καὶ ἡ εὐχαριστία» σελὶς 153. [31] Ἂν ὁ κάθε πιστὸς ἀποκτήσει τὴν υἱότητα ποὺ εἶχε ἀνέκαθεν ὁ Υἱὸς τοῦτο σημαίνει ὅτι οὗτος δὲν εἶναι πλέον μονογενής. Τὸ κάθε πρόσωπον κατὰ τὸν Ζ. μπορεῖ στὴν εὐχαριστιακὴ κοινότητα νὰ ἀποκτήσει τὴν ὑποστατικὴ ἰδιότητα ποὺ ὁ Υἱὸς εἶχε ἀνέκαθεν! Πόσους Υἱοὺς λοιπὸν θὰ ἔχει ὁ Πατήρ; [32] Ἡ αἰώνια ζωὴ κατὰ τὸν Ζ. σημαίνει ὅτι τὸ κάθε ἀνθρώπινο κτιστὸ πρόσωπο ἀποκτᾶ τὶς ἀθάνατες σχέσεις πατρότητος καὶ Υἱότητος. Μήπως στὴν πραγματικότητα τὸ Ἅγιον Πνεῦμα δὲν ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρὸς μόνον ἀλλὰ καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ, ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ Λατῖνοι καὶ ἐκ κάθε ἀνθρωπίνου προσώπου ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ τὸ κάθε ἀνθρώπινο πρόσωπο εἰσῆλθε στὴν Πατρότητα καὶ Υἱότητα καί, ὅπως θὰ πεῖ παρακάτω, κατέχει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα; [33] Ἡ ἀνθρωπίνη φύση ποὺ χάρισε ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο καὶ ποὺ κατὰ τὸν Μάξιμο τὸν ὁμολογητὴ εἶναι γεμάτη ἀπὸ ἀρετές, χρειάζεται βελτίωση; Κάτι λοιπὸν ξέχασε νὰ μᾶς δωρίσει ὁ Θεός, κατὰ τὸν Σεβασμιώτατον Περγάμου, ποὺ θὰ χρειασθεῖ νὰ τὸ ἀποκτήσουμε διὰ τῆς ἀσκήσεως. [34] Κατοχὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τί νὰ σημαίνει ἆραγε; Ὅτι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ὡς πρόσωπον εἶναι ὑπὸ κατοχὴ τῶν προσώπων ποὺ βρίσκονται μέσα στὶς ἀθάνατες, -καὶ κατὰ τοὺς Πατέρας ἀκατανόητες, ἀμέθεκτες,- σχέσεις Πατρότητος καὶ Υἱότητος; Ἢ ἀκόμη χειρότερα κατέχεται ἐκ τοῦ πρώτου τῆς εὐχαριστιακῆς συνάξεως καὶ εἶναι ὑποχρεωμένο νὰ πεμφθεῖ, ὅπου ὁ πρῶτος ἐπιθυμεῖ ἀποφεύγοντας νὰ πνεύσει, ὅπου τὸ ἴδιον θέλει, δηλαδὴ μὲ τὴν κοινὴ καὶ μία θέληση τῆς Παναγίας Τριάδος; [35] Ἰωάννης Ζηζιούλας: “Α. Ἐκκλησιολογικὰ μελετήματα.» Ἐκδόσεις Δόμος. Ἀθήνα 2016. Ἄρθρο. Ἡ Ἐκκλησία ὡς σῶμα Χριστοῦ, Κεφ. “Τὸ βάπτισμα καὶ ἡ εὐχαριστία» σελὶς 153-155.

 συνεχιζεται.

1 σχόλιο:

amethystos είπε...

Θεολόγος καί ο Καραλης αδελφέ. Χωρίς νά μπορείς νά ελέγξεις τά άτοπα; Ελευθερία οι Υποστάσεις;