
Την αγαπώ την χριστουγεννιάτικη νύχτα.
Μεγάλη Νύχτα! Νύχτα συντριβής και Νύχτα σιωπηλής προσδοκίας!Αδειάζοντας από επιθυμίες, εαυτόν και μεγάλες ιδέες. Άναυδοι και συνετοί μπροστά στην φάτνη, επιδιώκοντας και εμείς την ευλογημένη και θεραπευτική παράκληση της λαθότητας στην Βαβυλώνα του κόσμου. Η ψυχή έχοντας νοσταλγίες αρχαίου παρελθόντος επιθυμεί να μεταμορφωθεί σε ασήμαντη σπιθαμή μέσα στο Θεοδέγμον Σπήλαιο. Να ζήσει εκ του σύννεγυς το θαύμα, τρόμω και χαρά!
Μοναδική Νύχτα!Δεν ξέρω αν άλλοι νιώθουν κάτι το μαγευτικό ή το ιδιαίτερο ή το νοσταλγικό. Σε όποια κατάσταση και αν βρεθώ, σε όποιους καιρούς και αν παραδέρνω, πάντα ένα και μόνιμο είναι το συναίσθημα τούτη την Νύχτα. Ένας βαθύς συγκλονισμός κατάπληξης και ευγνωμοσύνης. Ο Θεός να πτωχαίνει σε ένα παχνί, άσημος και άγνωστος από τον πολύ κόσμο, σε έναν υπόγειο χώρο, μια νύχτα που για τον ανυποψίαστο κόσμο είναι μια από τις άλλες. Αυτή η κένωση σε εξουθενώνει και σε κάνει να αισθάνεσαι πολυτιμότερος και ό,τι έχεις κάποιο σκοπό.
Ο Θεός ΑΔΕΙΑΣΕ ΣΕ ΣΕΝΑ και έγινε άνθρωπος για να γίνεις όχι καλύτερος ηθικά ή πνευματικά ή κοινωνικά, αλλά να γίνεις θεός. Τότε ο άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του, τότε η ψυχή ζυγιάζει το πολύτιμο μέταλλο της, πού είναι θεού κατασκεύασμα και εις Θεόν κατάληξη και φρικιά. Η σιωπή είναι αυτή πού περικλείει σαν στολίδι αμίμητο ολη αυτή την αίσθηση και την κατάπληξη.
Πραγματικά, όσο βλέπεις τον εαυτό σου πιό ταπεινό και πιό μικρό μέσα στους αιώνες και τις μυριάδες των ανθρώπων, μικρό και ταπεινό, μπροστά στο μεγαλείο του ταπεινωμένου Θεού, τόσο υψώνεσαι και ολοκληρώνεσαι και φιλοτιμείσαι να μην φανείς ανάξιος της μεγάλης κλήσης σου.
Τί μάτην κοπιώμεν και μάτην ταραττόμεθα άνθρωποι! Ιδού η σοφία σε πτώχεια εκούσια και το μυστήριον των αιώνων σε αποκάλυψη Ταπείνωσης άχραντης!Πώς να συλλάβεις μία τέτοια εκδήλωση δοσίματος, εσύ πού έχεις μάθει να παίρνεις; Να σου προσφέρουν και όχι να προσφέρεσαι; Να φαίνεσαι και όχι να κρύβεσαι; Να αγαπιέσαι, χωρίς να δίνεις ανταλλάγματα, και εκ της αγάπης περισσήν και αζήτητη αγάπη;
Σε λίγη ώρα θα χτυπήσουν οι χριστουγεννιάτικες καμπάνες. Και δεν θα είναι μόνο πρόσκληση-πρόκληση για τον κόσμο- στην λειτουργική χαρά. Θα είναι διακήρυξη! Διακήρυξη ότι μετά από αυτή την μεγάλη και σπουδαία νύχτα, κατά την οποία έλαμψε φως ανέσπερο, θα ανατείλει μια ημέρα καινή. Καινή γιατί ανακαινισμένοι θα είναι όλοι αυτοί οι μοναδικοί που θα μπορέσουν να δουν το φως και τα αιώνα μηνύματα Της.
Ο Θεός να μας αξιώνει όλους να μάθουμε το μεγαλείο της μοναδικότητας μας σε αυτόν τον κόσμο. Ο Θεός πού μας περιβάλλει με την ανεπανάληπτη και μοναδική αγάπη Του.
5 σχόλια:
Υπέροχο κείμενο.
΄΄Σήμερον η Παρθένος τίκτει τον Δεσπότην ένδον εν τω σπηλαίω ΄΄
΄΄Χρόνια πολλά ΄΄
μέ υγεία και φώτιση !
Εξαιρετικο...
Χρόνια πολλά κι ευλογημένα.
Έξω η ομίχλη πύκνωνε όλο και περισσότερο. Θαμπές οι φιγούρες των περαστικών στον δρόμο χάνονταν μέσα στην καταχνιά. Ο μπαρμπα-Πανώφ, ο τσαγκάρης, κοιμόταν ήσυχα στην πολυθρόνα του, ροχαλίζοντας ελαφρά...
"Μπαρμπα-Πανώφ"! ακούστηκε πάλι η φωνή. Εκδήλωσες την επιθυμία να με δεις. Θέλεις να έρθω στο μαγαζάκι σου και να μου προσφέρεις κάποιο δώρο. Αύριο, λοιπόν, από την αυγή ως το σούρουπο, να κοιτάζεις έξω στον δρόμο και θα με δεις να έρχομαι. Πρόσεξε να με αναγνωρίσεις εσύ, γιατί εγώ δεν θα σου πω ποιος είμαι...
"Αυτός ήταν", μουρμούρισε ευτυχισμένος ο γερο-τσαγκάρης. "Αυτός ήταν. Ναι, ήταν ο Χριστός!..Αλλά πώς θα Τον αναγνωρίσω; Φυσικά, δεν ήταν πάντα ένα μωρό στη φάτνη. Έγινε μεγάλος άνδρας, έγινε Βασιλιάς, αφού όπως λέει το βιβλίο είναι Θεός.. Ωραία λοιπόν, θα σταθώ στο παράθυρο και θα κοιτάζω πολύ προσεκτικά ώσπου να Τον αναγνωρίσω".
Έτσι ο μπαρμπα-Πανώφ περίμενε...[...]
Σουρούπωνε. Η γκρίζα Δεκεμβριανή καταχνιά άρχισε να πέφτει πάλι και σιγά-σιγά να τα σκεπάζει όλα γύρω.
"Ε λοιπόν, ύστερα απ' όλα αυτά, δεν ήταν παρά μόνο ένα όνειρο!"μουρμούρισε λυπημένος. Δυο χοντρά δάκρυα φάνηκαν πίσω από τα μικρά στρόγγυλα γυαλιά. Γέμισαν τα γέρικα μάτια του τόσο που δεν μπορούσε να δει τίποτε γύρω του...
Τότε, ξανάκουσε τη φωνή εκείνη:
"Εγώ είμαι που πεινούσα και μου έδωσες να φάω. Διψούσα και μου έδωσες να πιω. Κρύωνα και με πήρες μέσα και με ζέστανες. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που βοήθησες σήμερα ήμουνα Εγώ που βοηθούσες! Εμένα βοήθησες! Εμένα δέχτηκες σήμερα, μπαρμπα-Πανώφ!"
Τα δάκρυα στέγνωσαν στα μάτια του γερο-τσαγκάρη. Τα χείλη του πλάτυναν σ' ένα γλυκό χαμόγελο.
"Ω Θεέ μου!" σιγομουρμούρισε ο μπαρμπα-Πανώφ χαιδεύοντας το μακρύ γκρίζο μουστάκι του. "Ήρθε τελικά! Ήταν εδώ, λοιπόν, όλη τη μέρα!"
Δημοσίευση σχολίου