Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2025

Ἅγιος Ἱλαρίων ὁ νέος καὶ Βενέδικτος ὁ πνευματικός.

 

 Μοναχός Θεολόγος Ιβηρίτης


Δύο Γεωργιανοὶ ἁγιορεῖτες, ἡ εμπλοκὴ τοῦ πρώτου στὰ μετεπαναστατικὰ γεγονότα
τοῦ 1821–1822 καὶ οἱ δραστηριότητες ἀμφοτέρων στὴν ἰβηριτικὴ βιβλιοθήκη
Ἡ Μονὴ Ἰβήρων εἶναι γνωστὴ γιὰ τὴν «ἀσκητικοφιλολογικὴ σχολή» της, δηλαδὴ τὴν πλούσια
μεταφραστικὴ καὶ καλλιγραφικὴ δραστηριότητα ποὺ ἐγκαινίασαν οἱ Γεωργιανοὶ κτίτορές της
ἅγιοι Ἰωάννης καὶ Εὐθύμιος γύρω στὸ 980 καὶ ἄνθισε ἐδῶ μέχρι τὰ τέλη τοῦ 12ου αἰώνα. Ἐλά-
χιστα γνωστή, ὅμως, εἶναι ἡ ἐνασχόληση κάποιων ἄλλων Γεωργιανῶν μὲ τὰ γεωργιανὰ χειρό-
γραφά της στὰ χρόνια τῆς Ἐπαναστάσεως καὶ τὰ ἀμέσως ἑπόμενα.
Μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ σημαντικὲς μορφὲς τοῦ Ἄθω στὰ χρόνια αὐτὰ εἶναι ὁ ὅσιος Ἱλαρίων ὁ νέος
(1776–1864). Ἔχοντας παιδευτεῖ στὴ Γεωργία ἀπὸ σημαντικοὺς ἀσκητὲς καὶ δασκάλους, δια-
τελέσει πνευματικὸς τοῦ τελευταίου βασιλικοῦ ζεύγους τῆς Ἱμερέτης καὶ συντροφεύσει γιὰ
ἑφτὰ χρόνια τὸν βασιλιὰ Σολομώντα στὴν αὐτοεξορία του στὴν Τουρκία καὶ γιὰ τριάμιση χρό-
νια τὴ βασίλισσα Μαρία στὴ Μόσχα, ὁ τότε Ἰεσσαὶ ἔρχεται στὸ Ἅγιον Ὄρος τὸ 1819. Μὴ
βρίσκοντας Γεωργιανοὺς μοναχοὺς στὴν Ἰβήρων, ἐγκαταβιώνει στὴ Μονὴ Διονυσίου.
Μὲ τὴν καταστολὴ τῆς Ἐπαναστάσεως στὰ τέλη τοῦ 1821, ἀποτελεῖ μέλος τῆς τριμελοῦς ἀντι-
προσωπείας τῆς Μονῆς πρὸς τὸν συμπατριώτη του Μεχμὲτ Ἐμὶν πασᾶ στὴν Κομίτσα. Τὸ 1822,
μετὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Νάουσας, πηγαίνει στὴ Θεσσαλονίκη, γιὰ νὰ μεσολαβήσει στὸν
πασᾶ, συνδέεται μὲ τὸν ἐπίτροπο τοῦ Ἁγίου Ὄρους Σπανδωνῆ καὶ καταλήγει νὰ περιθάλπει καὶ
νὰ τροφοδοτεῖ τοὺς ἑκατοντάδες φυλακισμένους (πολλοὶ ἀπὸ αὐτούς, Ἁγιορεῖτες) γιὰ ἕνα ἑξά-
μηνο. Ἐπιστρέφει στὴ Διονυσίου, μένει ἐκεῖ γιὰ λίγο καὶ στὴ συνέχεια ἀσκητεύει στὴν ἔρημο
τοῦ Ἁγίου Ὄρους γιὰ λίγα χρόνια. Ἕνα ἢ δύο χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν ἀπαλλαγὴ τοῦ Ὄρους ἀπὸ
τὸν τουρκικὸ στρατό (1830), ἔρχεται στὴ Μονὴ Ἰβήρων, ὅπου βρίσκει τὸν συμπατριώτη καὶ
πρώην συμμοναστή του Βενέδικτο τὸν πνευματικό.
Ὁ Βενέδικτος εἶχε κι αὐτὸς σχέση μὲ τὸν βασιλιὰ Σολομώντα τὸν ὁποῖο καὶ ἀκολούθησε στὴν
Τουρκία. Τὸ 1816 ἔρχεται στὸ Ὄρος καὶ ἐγκαταβιώνει στὸ Ρωσικό. Σύντομα, ὅμως,
ἐγκαταστάθηκε στὴ Μονὴ Διονυσίου. Ἐκεῖ ἔλαβε τὸ Μέγα Σχῆμα τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ
τοῦ 1821 ἀπὸ τὸν ἡγούμενο Στέφανο, τὴν ἴδια μέρα μὲ τὸν ὅσιο Ἱλαρίωνα. Τὸ 1822 ἔρχεται
στὴν Ἰβήρων καὶ ἀναλαμβάνει προσμονάριος τοῦ ναοῦ τῆς Πορταΐτισσας μέχρι τὸ 1834.
Στὸ διάστημα 1819–1822 ποὺ οἱ δύο Γεωργιανοὶ μόναζαν στὴ Διονυσίου ἔρχονταν στὴ Μονὴ
Ἰβήρων καὶ δανείζονταν γεωργιανὰ χειρόγραφα πρὸς μελέτην, μιὰ καὶ τὰ ἑλληνικά τους δὲν
ἦταν καλά. Ὅταν ἔρχεται ἐδῶ ὁ ὅσιος Ἱλαρίων μετὰ τὴν ἔρημο, παραμένει γιὰ ἕνα ἑξάμηνο,
συχνάζοντας στὴ βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς, μαζὶ μὲ τὸν Βενέδικτο. Συντάσσει τὸν πρῶτο ὑποτυ-
πώδη κατάλογο (μᾶλλον εὑρετήριο 295 βιβλικῶν, ἁγιοπατερικῶν, λειτουργικῶν καὶ ἁγιολογι-
κῶν κειμένων ποὺ περιέχονταν στὰ γεωργιανά μας χειρόγραφα), ποὺ ὁλοκληρώνεται γύρω στὸ
1836, καταγράφοντας τὰ περιεχόμενα 32 κωδίκων ποὺ φυλάσσονται μέχρι σήμερα στὴ βι-
βλιοθήκη μας καὶ κάποιων ἄλλων ποὺ ἔχουν μεταφερθεῖ στὴν Τιφλίδα. Ἐπίσης, ἀντιγράφει
ἀριθμὸ χειρογράφων (τέσσερα ἀπὸ αὐτὰ ἔχουν ἐντοπισθεῖ στὴν Τιφλίδα).
8
Σχεδὸν ὅλοι οἱ γεωργιανοὶ κώδικες τῆς συλλογῆς μας φέρουν σημειώματα τοῦ ὁσίου Ἱλαρίωνα,
ἐνῶ ὁ Βενέδικτος κι ὁ ὑποτακτικός του Βησσαρίων ἄφησαν σημειώματά τους στοὺς περισ-
σότερους ἀπὸ αὐτούς. Ὁ Βενέδικτος ἔχει σταχώσει καὶ τέσσερα χειρόγραφα.
Ὁ ὅσιος Ἱλαρίων, μετὰ τοὺς ἕξι μῆνες στὴ Μονή, ἐγκαταβίωσε στὴν ἰβηρίτικη Σκήτη τοῦ
Τιμίου Προδρόμου μέχρι τὸ 1843, ὅταν ἔφυγε γιὰ τὴ νοτιοδυτικὴ πλευρὰ τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὁ
Βενέδικτος ἀσκήτευσε ἔξω ἀπὸ τὴ Μονή, στὸ Κάθισμα τοῦ Προφήτου Ἠλιού, ὡς Γέροντας
μιᾶς μικρῆς συνοδείας, ἀπὸ τὸ 1834 μέχρι τὸν θάνατό του τὸ 1862.
Ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὰ σημειώματα ποὺ ἄφησαν στα ἰβηρίτικα χειρόγραφα ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς
βίους τους, οἱ δύο ἀσκητὲς συνεργάζονταν στὴ βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς καὶ συμβουλεύονταν ὁ
ἕνας τὸν ἄλλο γιὰ πνευματικὰ θέματα. Μὲ τὴν ἀναχώρηση τοῦ ὁσίου Ἱλαρίωνα ἀπὸ τὴ Σκήτη
Ἰβήρων σταματᾶ καὶ ἡ ενασχόληση τοῦ Βενέδικτου μὲ τὰ χειρόγραφα τῆς βιβλιοθήκης μας. Ὁ
δὲ κατάλογος ποὺ συνέταξε ὁ πρῶτος δημοσιεύθηκε σὲ γαλλικὴ μετάφραση τὸ 1867 καὶ στὸ
πρωτότυπο τὸ 1886.
Μποροῦμε νὰ δοῦμε τὶς παραπάνω δημοσιεύσεις στὸ πλαίσιο τοῦ ἐνδιαφέροντος γιὰ τὰ ἁγιο-
ρείτικα χειρόγραφα καὶ τὰ περιεχόμενά τους ποὺ ἐκδηλώθηκε ἀνὰ τὴν Εὐρώπη στὸ δεύτερο
μισὸ τοῦ 19ου αἰώνα. Ἡ ἐνασχόληση τῶν δύο Γεωργιανῶν ἀσκητῶν μὲ τὰ γεωργιανὰ χειρόγρα-φα τῆς Μονῆς Ἰβήρων, ποὺ ξεκίνησε ἀπὸ μιὰ προσπάθεια γιὰ τὴν προσωπικὴ πνευματική τουςκατάρτιση καὶ κατέληξε σὲ μιὰ συμβολὴ στὴ συντήρησή τους καὶ στὴν ἀντιγραφὴ καὶ διάδοσητῶν θησαυρῶν τῆς ἐκκλησιαστικῆς γραμματείας στοὺς συμπατριῶτες τους, ἀποτέλεσε τὸἔναυσμα γιὰ τὴν πληρέστερη καταγραφὴ ἀλλὰ καὶ τὴν ἐπιστημονικὴ ἔρευνα καὶ μελέτη τουςἀπὸ τοὺς λογίους ποὺ ἀκολούθησαν

πηγή ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1821
11ο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο