Σάββατο 9 Αυγούστου 2025

Στη μνήμη όλων των παιδιών που δεν πρόλαβαν να γεράσουν, και όλων των μανάδων και πατεράδων που στέκονται κάτω από τον Σταυρό χωρίς φωνή.

 Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.

Όταν πεθαίνει το παιδί σου ή σχόλιο για την άρση του νοήματος και τη διάνοιξη του τάφου εντός
Όταν πεθαίνει το παιδί σου, δεν είναι μόνο ο τάφος του που ανοίγει. Είναι ο δικός σου τάφος που μένει πια διάπλατα ανοιχτός, διάφανος σαν ρωγμή του κόσμου, ένα εσωτερικό ρήγμα που δεν θα κλείσει ποτέ. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, όλα τα νοήματα περνούν μέσα από αυτή τη ρωγμή. Η ανάσα, η ανάμνηση, η πίστη, ακόμα και ο Θεός. Διότι ο θάνατος του παιδιού δεν είναι απλώς ένα γεγονός. Είναι θεολογικό τραύμα, η ριζική εμπειρία της θεοδικίας, η οποία δεν λύνεται ούτε με φιλοσοφικά επιχειρήματα ούτε με ηθικές εξηγήσεις.
Η Εκκλησία δεν προσφέρει ψευδή παρηγορία. Δεν έρχεται να καλύψει το κενό, αλλά να το αγκαλιάσει, να του επιτρέψει να υπάρχει, να το κοινωνήσει. Το μνημόσυνο δεν είναι τιμή στους νεκρούς, αλλά άθλημα μνήμης του Θεού. Όταν το παιδί πεθαίνει, δεν υπάρχει τρόπος να συνεχιστεί η ζωή, παρά μόνο να μεταμορφωθεί. Κάθε λέξη που λέγεται για τον πόνο είναι ανεπαρκής, γι’ αυτό και οι Πατέρες δεν γράφουν «για» τον πόνο, αλλά «μέσα» στον πόνο.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, θρηνώντας τον θάνατο του αδελφού του Καισαρίου, αλλά κυρίως της μικρής του αδελφής Γοργονίας, γράφει:
«Ἀλλ’ οὐκ ἂν οὕτως εἶχεν, εἰ μὴ τὴν βιοτὴν ἡμῖν ἡνέχθη περιελθεῖν οὕτω, καὶ τὴν τοῦ βίου περιφοράν, ἵνα, διὰ τούτων ὧν ἕνεκεν ἡ μὴ γενομένη, ἀπὸ τῶν γεγενημένων βραβευθῶμεν» (PG 35, 900).
Ο θάνατος του παιδιού δεν εξηγείται. Είναι «μὴ γενομένη» οντολογία, ένα παράλογο που αρνείται να ενταχθεί σε οποιοδήποτε σχέδιο σωτηριολογικής συμμετρίας. Η μόνη απάντηση που η Εκκλησία τολμά να ψελλίσει είναι η Ανάσταση – όχι ως μεταφορά, αλλά ως τραύμα κι αυτή, ως πληγή φωτός στο απόλυτο σκοτάδι.
Η εικόνα της Παναγίας κάτω από τον Σταυρό είναι η μόνη θεολογική απάντηση σε αυτή την κατάσταση: η Μητέρα που βλέπει τον Υιό της να πεθαίνει όχι από ασθένεια ή ατύχημα, αλλά από τον παραλογισμό του κόσμου. Και δεν καταρρέει, αλλά μεταμορφώνει την άβυσσο σε μήτρα ελπίδας. «Σταυρός καθίσταται Μήτηρ, και ἀντὶ κολπίου λαμβάνει Σταυρὸν». Και στέκει. Η Παναγία «ἱστάμενη». Η λέξη είναι θεολογικά σημαντική. Δεν γονατίζει. Δεν φωνάζει. Δεν βλαστημά. Στέκεται — με τον ίδιο τρόπο που στέκονται σήμερα οι γονείς που πενθούν, μέσα σε ένα σπίτι άδειο, αλλά μυστικώς γεμάτο.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει με ελάχιστες λέξεις την ουσία της οντολογίας του πένθους:
«Ὅτε ἂν τὸν ἄνθρωπον ἀφείλῃται ὁ θάνατος, ἄλλος αὐτὸν οὐδὲ βλέψει· μόνον ὁ Θεός οἶδεν ὅπου ἔστιν» (PG 63, 712).
Δεν γνωρίζουμε πού είναι το παιδί μας, ξέρουμε όμως ότι είναι κοντά στον Θεό. Ή μάλλον, πως ο Θεός είναι κοντά του. Αυτή είναι η μόνη δυνατότητα παρηγορίας: όχι η κατάργηση του θανάτου, αλλά η γεφύρωση της απουσίας. Η απόσταση που εγκαινιάζει ο θάνατος δεν είναι οριστική. Είναι Χριστοκεντρική. Είναι «μεθόριον», όχι όριο. Είναι έσχατο, αλλά όχι τελεσίδικο. Αυτό που πενθούμε είναι το σώμα, η φωνή, το παιχνίδι, το «μαμά» και το «μπαμπά» που δεν θα ξανακουστεί — αλλά αυτό που ελπίζουμε είναι η επανένωση, όχι ως αναμνηστική επιθυμία, αλλά ως οντολογική προοπτική.
Η απώλεια του παιδιού δεν παρηγορείται. Δεν ξεχνιέται. Δεν μεταβολίζεται. Όμως μπορεί, κάποτε, να μεταστοιχειωθεί. Να γίνει τρόπος θέασης του κόσμου από την άκρη του, εκεί που κάθε έννοια δύναμης, αυτονομίας και εγωιστικής ζωής ακυρώνεται. Το βλέμμα του γονέα που έχει χάσει παιδί είναι το πιο θεολογικό βλέμμα του κόσμου: βλέπει από τον πάτο της ανθρώπινης δυνατότητας. Και από εκεί, αν είναι να υπάρξει φως, θα είναι φως που δεν το παράγει ο άνθρωπος.
Όταν πεθαίνει το παιδί σου, δεν χάνεις μόνο το παιδί. Χάνεις το μέλλον σου, το όνομά σου, την αναφορά σου στον κόσμο. Κάθε στιγμή μετά φέρει το αποτύπωμά του, κάθε γέλιο είναι μισό, κάθε Χριστούγεννα είναι κρύα, κάθε φωτογραφία έχει πάντα έναν λειψό χώρο. Μα ακριβώς σ’ αυτή τη λειψότητα μπορεί να κατοικήσει ο Θεός. Όχι γιατί το θέλησε, αλλά γιατί την ελευθερία μας δεν την καταργεί, ούτε την πτώση μας την αρνείται.
Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέει:
«Ὅλον ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος, ἵνα ὅλον ἄνθρωπον θεώσῃ· καὶ ἐπὶ τὸ τοιοῦτον κατελθὼν ἔσχατον, οὐδὲ τὸν θάνατον αὐτοῦ φεύγει» (PG 91, 1088C).
Αυτό σημαίνει ότι ούτε ο θάνατος του παιδιού σου είναι εκτός του βλέμματος του Χριστού. Είναι μέσα στο Σώμα Του, στο αίμα Του, στον θρήνο Του. Και η ελπίδα δεν είναι ότι «θα ξανασμίξετε», η ελπίδα είναι ότι ποτέ δεν χωρίσατε στην αλήθεια Του. Ζείτε ήδη μέσα Του, αλλιώς. Αόρατα. Μυστικά. Οντολογικά.
Όταν πεθαίνει το παιδί σου, ξέρεις ότι δεν υπάρχει επιστροφή στην παλιά ζωή. Υπάρχει όμως δυνατότητα να υπάρξεις σε άλλη διάσταση. Με άλλο βλέμμα. Και κάποτε —σε αυτό το φως που δεν δύει— να ξαναπείς «παιδί μου» και να απαντηθείς.

 Μάνος Λαμπράκης
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: