Κυριακή 20 Ιουλίου 2025

Οι γράδες

Μπορεί να είναι εικόνα 3 άτομα, άτομα που στέκονται και εξωτερικοί χώροιΡιζίτικο
Μια γρά μ’ ανακολλήθηκε κ’ ήρθε να με φιλήση
Κ’ εθάρρεψα, μα το χυλό, πως θα με καταλύση.
Κ’ εστάθηκ’ ανατολικά κ’ ήκαμα το σταυρό μου,
Θέ μου και έπαρ΄πε τηνε τούτην τη γρά
ευθύς από τα 'μπρός μου.
Κι’ ο Θιός και μ’ ελυπήθηκεν κ’ είδε τον τόσο φόβο
Και μού 'στειλε το Χάροντα, κ’ έφταξε το ντελόγκο.
Κ’ οι γράδες ως τ’ ακούσανε επιάσαν τσή καρφίχταις
Μπαίνουν λουγοχτενίζουνται και σιάζουν τσή χωρίστραις.
Κι’ ο Χάροντας επέρασε ‘ς τ’ άλογο καβαλάρης,
Χάρος:
-Κεράδες ασπροκούτελαις, είδατε ποθές γράδες;
Γρά:
-Χόρευγε μωρή 'συ καλά
Κι απού ‘χει γράδες ας ρωτά.
Μα πά ‘ς έ τούτον το χορό όποιος είνε χορεύγει.
Κι’ απού ‘χασε τσή γράδες του ας πά να τσή γυρεύγη.
Χάρος:
-Κερά, σαν είσαι κοπελιά γιάντα μου φαφουτίζεις,
Και πιτυλάς τα σάλια σου και μου τα λαντουρίζεις;
Γρά:
-Χαμομηλιάς κλαδιά ‘κοβγα ογιά να βάψω φάδια
Κ’ εβγήκανε τ’ αντόδια μου και δε μιλώ καθάρια.
Χάρος:
-Κερά, σαν είσαι κοπελιά γιάντα μου καμπουρίζεις;
Γρά:
-Καμπούρα ‘τον η μάνα μου καμπούρης 'τον κι ο κύρης.
Χάρος:
-Σαν είσαι, γρά μου, κοπελιά γιάντα ΄χεις τσή ψαράδες;
Γρά:
-Ο άντρας μου ‘το μυλωνάς και μου 'φερνε πασπάλαις,
Κ’ εγώ του τσοι κοσκίνιζα κ’ εγέμισα ψαράδες.
Χάρος:
-Σώπαινε, γρά, τα λόγια σου και πάψε το θυμό σου,
Μη βγάλω το κοντάρι μου να κόψω το λαιμό σου. Γρά:
-Δε με λυπάσαι, Χάροντα, που ‘μαι κοπελοπούλα
Απού αθώ κάθε ταχύ σαν τη νεραντζοπούλα;
Δε με λυπάσαι, Χάροντα, απού φορώ και χάντραις
Κ’ έχω ορπίδες ‘ς το Θεό να πάρω κι’ άλλους άντρες;
Εκεί φωνή ακούστηκε απού τσ’απάνω μπάνταις «Κεράδες, πού ‘στε ‘ς το χορό, ήρθαν μιάν καραβιά άντρες».
Όσαις γράδες κι’ αν τ’ ακούσαν
‘Σ το λιμάνι εγλακούσαν.
Μια γρά ‘τονε πολύ κακά
Και δεν εμπόριε να γλακά
Κ’ εφώνιαζε τω μπροστινώ:
«Ά δε μπροφτάξω να ’ρθω γώ
Πάρετε και για 'μένα δυό,
Να ’χω τον ένα γι’ αγκαλιά
να 'χω τον άλλο γι’ αγγαρειά!»

Δεν υπάρχουν σχόλια: