Ποτέ δεν έστεκε η μάνα ήσυχη:
Έβαζε μπουγάδα, έπλενε τις λάμπες, γυάλιζε τα πόμολα,
ξεχορτάριαζε το παρτέρι, έκοβε χαμομήλια με λεπτούς μίσχους κι έφτιαχνε στεφάνια.
Πότε αναπαυόταν δεν ξέραμε...
Άυπνη έμενε η μάνα, άυπνη και πάντα ενεργή σαν μελισσούλα.
Τα απογεύματα ασβέστωνε την αυλή με χωνεμένο ασβέστη.
Τάιζε τα σπουργίτια με τα ψίχουλα του μεσημεριανού μας τραπεζιού.
Αχ μάνα ώρα σου καλή....πόσο ομόρφαινες τη ψυχή μας!
Κ.Λ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου