Τόν έβλεπα κάθε βράδυ από τό κελί μου που άναβε το καντηλάκι του με τό καντηλοκέρι τη νύχτα, θεοσκότεινα, αλλά φαινόταν τό κερί του, πήγα να του πάρω τρόφιμα.
Μόνος του, γεροντάκι, πανέρημος ό τόπος, τό καλύβι του μισογκρεμισμένο, πήγα νά τού πάρω τρόφιμα.
Του λέω, «γέροντα, μ’ έστειλε ό γέροντας ό δικός μου να σου φέρω αυτά τά πράγματα». Ήταν μια σακούλα μέ πολλά πράγματα.
«Άχ, ευχαριστώ πάρα πολύ»! Λέει, «νά πάρω ό,τι μου χρειάζεται…». Επήρε λίγο ψωμί, ένα μαρούλι, δυο-τρία πράματα, μού λέει, «φτάνουν αυτά για σήμερα»!
Τού λέω, «πάρε καί τά υπόλοιπα. Γιά σένα τα’ φερα!». «Όχι, δεν τα θέλω, δεν μου χρειάζονται! Φτάνουν αυτά για σήμερα!»
Τού λέω, «πάρε νά’ χεις καί γιά αύριο»!
Μού λέει, «αύριο έχει ό Θεός!»
Λέω, «πάρε γέροντα, έχει ό Θεός, αλλά αφού ό Θεός σού τα’ στειλε!»
«Ναί», λέει, «αλλά ό Θεός είπε τόν άρτον ημών τόν επιούσιον• δέν είπε καί τόν αυριανόν! Μού φτάνει ό σημερινός άρτος. Αύριο έχει ό Θεός».
Τού λέω, «πόσα χρόνια έχεις εδώ;»
Μού λέει, «πενήντα έξι».
Πενήντα έξι (56) χρόνια ζούσε σ’ αυτό τό καλυβάκι, έχοντας μόνο τόν άρτον τόν επιούσιον. Κι ό Θεός είχε γι’ αυτόν πάντοτε τόν αυριανόν άρτον! Ουδέποτε αισθάνθηκε ό άνθρωπος αυτός αυτή τήν αγωνία. Μά τί μού λές τώρα, μέσα σ’ αυτή τήν έρημο, πώς θά βρεθεί ό αυριανός άρτος; Καμιά μέριμνα περί τούτου!
Βλέπει κανείς πώς ό Θεός προνοεί τόν ταπεινό άνθρωπο, ό οποίος έμαθε αυτό τό μεγάλο πράγμα, νά τ’ αφήνει στά χέρια του Θεού• όλα!
Αλλά έμαθε ότι όποιος τ’ αφήνει στα χέρια του Θεού, ο Θεός δεν μένει αδρανής, ο Θεός αναλαμβάνει την ευθύνη πλέον. Και τα έργα του Θεού είναι πολύ σημαντικότερα και πολύ σπουδαιότερα από τα δικά μας έργα.
Εσύ κάμε αυτό που μπορείς• έλεγε κάμε ό,τι μπορείς, χωρίς ν’ αγχώνεσαι, χωρίς ν’ αγωνιάς, χωρίς να ταλαιπωρείσαι. Αφού κάνεις αυτό που μπορείς και η συνείδησή σου σού καταμαρτυρεί ότι «έκανα ότι μπορούσα, μέχρις εδώ! Τότε παραδίδεις το θέμα, το πρόβλημα, το παιδί σου, την υγεία σου, τα οικονομικά σου, ό,τι έχεις που σε βαραίνει το παραδίδεις στα χέρια του Θεού. Και τότε πράγματι, εκεί ο Θεός εμφανίζεται
Κι αν ακόμα αργήσουν να γίνουν τα πράγματα, όπως πιθανόν πρέπει να γίνουν, κι αν ακόμα φανεί ότι ο Θεός σιωπά και δεν ενεργεί και παραμείνει ο άνθρωπος μέσα στην εμπιστοσύνη του Θεού, τότε ο Θεός αποκαλύπτει πράγματι με θαυμαστό τρόπο τον εαυτό Του.
Λέει ο Δαβίδ ένα ωραίο λόγο: «Εμβλέψετε, κοιτάξετε στις αρχαίες γενεές, βρέστε μου ένα άνθρωπο ο οποίος ήλπισε επί Κύριον και εντράπηκε. Ένας άνθρωπος να βρεθεί που να πει ότι εγώ, είχα την ελπίδα μου στον Χριστό κι ο Χριστός δεν ανταποκρίθηκε. Δεν με βοήθησε. Μ’ εγκατέλειψε!» Κανένας!
Βέβαια θα μου πεις ότι μπορεί να μην έγινε αυτό που ήθελα, μπορεί να μην έγινε αυτό που εγώ ζητούσα… Εάν όμως έχεις εμπιστοσύνη στον Θεό, θα δεις πως τελικά αυτό που έγινε, αυτό ήταν το καλύτερο.
1 σχόλιο:
Σ(τ)έργιες κουβέντες...
Δημοσίευση σχολίου