Πέμπτη 20 Ιουνίου 2024

«Μή φέρεις παπά στό σπίτι μας, γιατί θά σάς αμολήσω από τό μπαλκόνι, εσένα, τόν παπά καί τά λιβανιστήρια σας...»

Ή μετάνοια τού κυρ-Αλέκου τήν εσχάτη ώρα…Μπορεί να είναι εικαστικό 1 άτομο και κείμενο 
Ανδρόγυνο ό κυρ-Αλέκος καί ή κυρά-Καίτη,
παντρεμένοι τό 1920 περίπου.
Κατοχή,
εμφύλιος,
φτώχεια κάργα καί τών γονέων.
Ή κυρά-Καίτη ευλαβέστατη,
προσευχή,
εξομολόγηση,
θεία κοινωνία κλπ.
Ό κυρ-Αλέκος φανατικός άθεος,
κομμουνιστής
αλλά πολύ δίκαιος,
ελεήμων,
φιλάνθρωπος.
Ήξερε από φτώχεια,
στέρηση,
κατατρεγμό.
Συμπονούσε καί βοήθαγε όσους μπόραγε.
Φθάσανε καί οί δυο,
τ’ αντρόγυνο γύρω στά 1995.
Ό κυρ-Αλέκος βαριά αρρώστια,
κατάκοιτος,
ετοιμοθάνατος.
Ή κυρά-Καίτη λαμπάδα δίπλα του,
διακονούσε,
έκλαιγε,
προσευχότανε.
Παιδιά καί εγγόνια
είχανε στή ζωή τους τίς μέριμνές τους,
σπουργιτάκια περνάγανε αστραπή από τούς γέρους
καί φεύγανε.
Ή κυρά-Καίτη παρακάλαγε τόν άνδρα της:
- «Νά φέρουμε άνδρα μου τόν παπά τής ενορίας
νά εξομολογηθείς,
νά κοινωνήσεις,
μή φύγεις σάν άψυχο ζώο γιά τήν άλλη ζωή
καί κολασθείς».
Τίποτε ό μπάρμπας,
τήν σιχτήραγε καί τήν απειλούσε:
- «Μη φέρεις παπά στο σπίτι μας
γιατί θά σάς αμολήσω από τό μπαλκόνι,
εσένα,
τόν παπά
καί τά λιβανιστήρια σας».
Μιά νύχτα ανοιξιάτικη
ψιθύριζε κατατρομαγμένος ό μπάρμπας τήν κυρά του.
- Τρέχα Καίτη, φοβάμαι.
-Τί θέλεις άντρα μου, τ’ αποκρίθηκε αλαφιασμένη εκείνη.
-Νά μωρή, τής απάντησε αυτός πανικόβλητος.
Δέν βλέπεις αυτόν τόν αγριεμένο αράπη,
τόν δίμετρο πού μέ κοιτάει άγρια καί γελάει;
Ποιός είναι;
Πώς μπήκε στό σπίτι μας;
Τί θέλει;
Ή γυναίκα δέν είδε κανέναν άλλο, σταυροκοπήθηκε φωτίστηκε, κατάλαβε:
- «Άντρα μου στό ορκίζομαι όπου θές,
δέν βλέπω κανένα άλλο.
Είμαι σίγουρη ότι είναι ό διάβολος
καί ήλθε ό κακούργος νά σ’ αρπάξει,
νά σέ κολάσει».
Αστραπιαία ό κυρ-Αλέκος συνήλθε,
κατάλαβε καί τής είπε:
- Σέ πιστεύω!
Άμανες υπάρχει ό διάβολος,
υπάρχει καί ό Χριστός
καί παράδεισος
καί κόλαση.
Πήγαινε γρήγορα μόλις ξημερώσει
καί φέρε τόν παπά,
όποιον βρείς στήν ενορία,
νά μέ ξομολογήσει
καί νά μέ κοινωνήσει.
‘’Κατουρήθηκε’’ από φόβο
καί χαρά ή Γριά.
Μόλις ξημέρωσε πήγε στήν ενορία,
βρήκε κάποιον παπά Δημήτρη,
τό καί τό παπά μου καί έλα γρήγορα.
Έτσι καί γίνανε όλα.
Μόλις ξομολογήθηκε
καί κοινώνησε ό μπάρμπα Αλέκος γαλήνεψε,
έλαμψε τό προσωπάκι του
καί πέθανε συγχωρεμένος μέ Θεό
καί ανθρώπους.
«Ή ζωή διδάσκει τόν Χριστό»

2 σχόλια:

Νεκτάριος είπε...

«Ή ζωή διδάσκει τόν Χριστό»
Τον Ύψιστο Αληθινό Φίλο

Παραμυθοπαρμένη είπε...

Η μαμά μου μου έλεγε πως ο παππούς στα τελευταία του τους έλεγε ,καθώς ήταν στο κρεβάτι ,πως "δεν μ' αφήνουν να περάσω ,δεν μ αφήνουν να περάσω..." Ο παπάς που τον κήδεψε είπε πως δεν έχω δει πιο ήρεμο νεκρό .Μακάρι να συγχωρέθηκε από τον Θεό μας.