Γράφει ο π.Στυλιανός Ἐμμ. Καρπαθίου, Πρωτοπρεσβύτερος
Ἐν ὄψει τῶν ἐκλογῶν τῆς 21ης Μαΐου 2023 κυκλοφορεῖ στὸ διαδίκτυο ἠχητικὸ μήνυμα μὲ τὸ ὁποῖο διαφημίζεται τὸ πρωτοεμφανιζόμενο στὴν πολιτικὴ σκηνὴ κόμμα «ΝΙΚΗ.» Ὡς ὑποστηρικτὴς τοῦ συγκεκριμένου κόμματος, ἀναφέρεται μεταξὺ ἄλλων καὶ πρόσωπο, μὲ τὸ ὄνομα Καρπαθίου, χωρὶς τὴν ἰδιότητα, ἀλλὰ καὶ τὸ κύριον ὄνομά του.
Προσωπικὰ δηλώνω, ὅτι εἰς ἥν περίπτωσιν, ὑπὸ τὸ ἐπίθετον Καρπαθίου, ἐννοεῖται ὁ ὑπογραφόμενος, πρόκειται περὶ αὐθαιρέτου ἐνέργειας καθ’ ὅσον οὐδέποτε ἐρωτήθηκα καὶ οὐδέποτε ἔδωκα, οὐδὲ κατ’ἐλάχιστον, τὴν συγκατάθεσή μου.
Μὲ ἀφορμὴ τὸ γεγονὸς αὐτό, θὰ ἤθελα νὰ τονίσω τίς ἄβολες πλευρὲς τῆς ἀλήθειας, ποὺ σκοπίμως ἀποκρύπτονται ἢ ἀπωθοῦνται στὸ περιθώριο.
Τὴν περασμένη τριετία βρεθήκαμε στὸ μέτωπο μιᾶς ἀπρόσμενης πολεμικῆς σύρραξης, στὰ ἀποκαΐδια τῆς ὁποίας μετροῦμε:
α. ἀπροσδιόριστους ἀριθμητικὰ θανάτους, καὶ καταρράκτες, κυρίως, αὐτοάνοσων νοσημάτων, καὶ ὄχι μόνον.
β. προσβολὴ τῆς Χριστόμορφης εἰκόνος τοῦ Θεοῦ στὸ μολὼχ τῆς θεοποιημένης ἐπιστήμης, ποὺ θυσιάζει τὰ δίκην ἀγγέλων ἔμβρυα, καὶ ἀτιμάζει περιφρονητικὰ τὸ ἀπαραβίαστο δῶρο τοῦ αὐτεξουσίου μὲ τὸν φυσικὸ καὶ ψυχολογικό βιασμὸ ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι ἀναγκάσθηκαν μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τρόπο νὰ φθάσουν στά «ἐμβολιαστικά» κέντρα, ἐρχόμενοι σὲ πλήρη ἀντίθεση μὲ τὴ βούλησή τους καὶ φυσικὰ τὴ συνείδησή τους.
Στὴ σύρραξη αὐτὴ βρέθηκαν ἀντιμέτωποι οἱ κόρακες τῆς Μεγάλης Ἐπανεκκίνησης, μὲ τὸν Ἀνθρωπο. Ὅπλο τῶν ἐπιτιθέμενων, ὁ φόβος καὶ τῶν ἀμυνομένων ἡ πίστη στὸν Χριστό.
Μηχανὴ τῶν ἐπιτιθεμένων, ἡ σατανικὴ διασπορὰ τοῦ νοσηροῦ φόβου, αὐτοῦ, ποὺ ἀκυρώνει τὴ μνήμη καὶ καθιστᾶ ἀνώφελη τὴ γνώση, γιατί ἀποκαθηλώνει τὸ θάρρος. «Φόβος μνήμην ἐκπλήσσει, τέχνη δὲ ἄνευ ἄλκης οὐδὲν ὠφελεῖ» (Θουκυδίδης, Ἱστορίαι 2.87.4)
Θώρακας τῶν ἀπρόκλητα βαλλομένων, ἡ μία καὶ μοναδικὴ σοφία κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρες˙ Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. «Ἐγὼ μίαν σοφίαν οἶδα, τὸ φοβεῖσθαι τὸν Θεόν. Ἀρχή τε γὰρ σοφίας, φόβος Κυρίου. Καὶ τέλος λόγου τὸ πᾶν ἄκουε, τὸν Θεὸν φοβοῦ, καὶ τὰς ἐντολὰς φύλασσε» ( P.G.136,933c)
Σ’αὐτὸ τὸν πόλεμο, πολλοὶ ὑπέκυψαν θεληματικά, ἄλλοι στανικά, ἢ ἀκόμη καὶ ψευδεπίγραφα, μὲ ἀντάλλαγμα θέσεις, λιπαρὸ πλουτισμό, δημοσιότητα και «κοινωνικὴ καταξίωση.» Κάποιοι ἄλλοι ὅμως ἀντιστάθηκαν, καὶ μάλιστα πρωταγωνίσθηκαν στὸ συνεχὲς τῆς ἀδόκητης ἐπίθεσης ποὺ δέχθηκαν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τιμωρηθοῦν, νὰ διωχθοῦν ἀπεινῶς, νὰ ἀντιμετωπίσουν πενία, περιφρόνηση, συκοφαντίες, χλευασμό, ἐπιθέσεις, πρόστιμα, μηνύσεις, καταδίκες. «Ἐγεννήθησαν ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου, πάντων ὡς περίψημα ἕως ἄρτι» (Α’Κορινθ. 4,13) δηλαδή, ἀντιμετωπίσθηκαν σὰν τὰ σκουπίδια τοῦ κόσμου, σὰν καθάρματα (ἀποδιοπομπαῖοι τράγοι) ἀκόμη καὶ μέχρι τὴ στιγμὴ αὐτή. Ἀλλὰ στέκονται ὄρθιοι.
Εἶναι ὅμως καὶ αὐτοί, ποὺ θέλησαν νὰ μείνουν ἀτσαλάκωτοι, γι’αὐτὸ καὶ προτίμησαν τὴ φυγή, γιὰ νὰ μὴν ἔλθουν σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἐξουσία, ἢ συμβιβάσθηκαν, καταλαγιάζοντας τὴ συνείδησή τους, μὲ τὸ ἰδεολόγημα, ὅτι ὁ ἐμβολιασμὸς εἶναι μία ἰατρικὴ πράξη, παρ’ὅτι καὶ αὐτὸς ποὺ μόνον ἀνάγνωση γνωρίζει, μποροῦσε νὰ ἀντιληφθεῖ, ὅτι πρόκειται γιὰ ἀνθρωποφαγία καὶ ὄχι γιὰ θεραπευτικὴ παρέμβαση.
Ἐξ αἰτίας αὐτῶν, ποὺ δυστυχῶς μήδισαν ἀπὸ τὴν ἀλήθεια, ἡ πατρίδα μας συγκαταλέγεται μεταξὺ τῶν χωρῶν μὲ τὸ μεγαλύτερο ποσοστὸ ἐμβολιασμοῦ. Τώρα βέβαια εἰσπράττουμε τὰ ὀδυνηρὰ ἐπίχειρα. Καὶ τὴν ἴδια στιγμή, ἐκεῖνοι, ποὺ κρύφθηκαν ἢ συμβιβάσθηκαν, δηλαδὴ συνετέλεσαν στὸ ἔγκλημα, δῆθεν «νὰ μὴ διχάσουν», τὸν λαό, ζητοῦν τὴν ψῆφο μας. Ἀγνόησαν, ὅτι ὁ Χριστὸς ἦλθε νὰ διχάσει (Ματθ. 10,35) καὶ κεῖται μέσα στὴν ἱστορία «εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν….. καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον» (Λουκ. 2,34).
Δὲν μπορῶ νὰ κατανοήσω, πῶς οἱ ἐκλεκτικά «τυφλοί», «κωφοί» καί «ἄλαλοι», δὲν ἀφουγκράστηκαν τὸν γογγυσμὸ τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας, οὔτε καὶ συγκλονίσθηκαν ἀπὸ τὴν σιωπηλὴ κραυγὴ τῶν σφαγιαζομένων ἀμνῶν˙ πῶς, ἆρά γε, μποροῦν νὰ ἀγνοοῦν, μέχρι καὶ σήμερα, τὸ γεγονός, ὅτι οἱ γενετικοὶ τροποποιητὲς (τὰ δῆθεν ἐμβόλια) βρίσκονται στὴν ἀφετηρία τοῦ δαιμονικοῦ μετανθρωπισμοῦ, καὶ πριμοδοτοῦν πλέον τὴν στρεβλὴ «δημοκρατία» τῶν ὀλιγαρχῶν, μὲ μιὰ πολιτική, ἄπληστου ἀμοραλισμοῦ, ἄνομης ἰσχύος καὶ ἀπάνθρωπης κερδοφορίας;
Συμφώνως πρὸς τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ Χριστιανοί «… τοῖς ἰδίοις βίοις νικῶσι τοὺς νόμους˙ ἀγαπῶσι πάντας, καὶ ὑπὸ πάντων διώκονται. Ἀγνοοῦνται, καὶ κατακρίνονται· θανατοῦνται, καὶ ζωοποιοῦνται. Πτωχεύουσι, καὶ πλουτίζουσι πολλούς· πάντων ὑστεροῦνται, καὶ ἐν πᾶσι περισσεύουσιν. Ἀτιμοῦνται, καὶ ἐν ταῖς ἀτιμίαις δοξάζονται·…» (ΒΕΠΕΣ, Τόμ. 2ος V, σελ. 253) δηλαδή, ἀλλάζουν τὴν ἱστορία τοῦ κόσμου, μόνον μὲ τὴν ἐν Χριστῷ ἀνακαίνιση τῆς προσωπικῆς τους ζωῆς.
Ἡ ἁγιότητα δὲν μεταδίδεται κληρονομικά, οὔτε ἀποκτᾷται κατ’ ἐπίδραση, ἐκ τῶν ὁσίως ἀγωνιζομένων πνευματικών Πατέρων, καθ’ ὅσον τὸ πλήρωμα τῆς ἐν Χριστῷ τελειώσεώς μας, ἀπαιτεῖ, ἀνυπερθέτως, τὸ πλήρωμα τῆς προσωπικῆς μας καὶ μόνον κενώσεως. (Πρβλ. Ἀρχιμ. Σωφρονίου, Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθὼς ἐστι, Ἔκδ.Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου, 52010, σ. 71). Ὡς ἐκ τούτου ἡ ἐκμετάλλευση τοῦ ὀνόματος τῶν Ἁγίων, ὡς οἰκουμενικῶν διδασκάλων, γιὰ τὴν προώθηση κομματικῶν μηχανισμῶν καὶ μάλιστα χωρὶς ἴχνος, μόλις προσφάτου ἱστορικῆς μνήμης, ἀποτελεῖ ὄχι μόνον ἀτελέσφορον ἀλλὰ καὶ ἀλυσιτελή, πνευματικῶς, στρατηγική, ἡ ὁποία τὸ μόνον ποὺ κατορθώνει, εἶναι νὰ διεγείρει ἱερὴ ἀγανάκτηση στὶς συνειδήσεις μας, ἀπὸ τὴν ἐπιχειρούμενη παραφθορὰ τῆς πίστεώς μας.
Ἀδελφοί, «Στῶμεν καλῶς» Τὸ χρυσάφι τῆς πίστεως, δὲν θὰ τὸ εὐτελίσουμε σὲ ἐφήμερο «χαλκὸ ἠχοῦντα ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον» (Α’Κορινθ.13,1), κοινῶς, σὲ «ντενεκὲ ἀγάνωτο».