Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2021

Η κρυψώνα της οργής

 
Πως με μετράς ρε αταξίδευτο χαζοπούλι; Πες μου πως ;
 Ως πενηντάρη ποιητάρη που γεννήθηκε χοντρός; 
Η ως βολεμένο καλλιτέχνη στο συνάφι του,
 που χωρίς να σπείρει τρώει απ’ το χωράφι του; 
Η ως χορτασμένο που στέκει απλά ημιφλεγής; 
«Το χαμόγελο ίσως να ‘ναι η κρυψώνα της οργής». 
Ακούω χρόνια, τους μουστερήδες που περάσαν από δίπλα μας,
 να διηγούνται τη κατρακύλα μας. 
Απ’ τις κατάρες τους θα ‘πρεπε να ‘χα ψοφήσει, 
μα έλα που όλοι τους μ’ έχουν κρυφαγαπήσει. 
Αγάπη τρίτης διαλογής, για υποταγείς.
 Κοντολογίς, χίλια ρημάδια καταγής. 
Πως τ’ αντέχουν ρε, χρόνια ζούνε δανεικά, 
ακόμα τους φεύγουν στίχοι μου, 
έστω και μηχανικά κι οι πονηροί που θέλουν ίσως να μας βλάψουνε,
 δεν είναι αργά, μια λαμπάδα ας παν’ ν’ ανάψουνε. 
Λύση τους έχω, δια της ατόπου επαγωγής.
 Η υπομονή, υλικό, βασικό της συνταγής. 
Το τραγικότερο όμως είναι, του φλώρου την ανάταση, 
να τη συναντάς λαικισμό κι επανάσταση, 
η τον καημό του τυχερού πρεζάκια να τον κάνουν μπούσουλα τα πελατάκια.
 Γι’ αυτο σου λέω, να θυμάσαι όσο σπερμολογείς, 
«το χαμόγελο ίσως να ‘ναι η κρυψώνα της οργής».

Πως με μετράς ρε; Πικραμένο χαζοπούλι, άκου πως, 

Πως με μετράς ρε; ο ίδιος είμαι, στη λάσπη και στο φως. 
Πως με μετράς ρε; Ρε βολικέ,
«το χαμόγελο ίσως να ‘ναι η κρυψώνα της οργής». 
Πως με μετράς ρε; Μουστερή φαρμακωμένε,
άκου πως, Πως με μετράς ρε; 
Θα ‘μαι εφιάλτης σου ακόμα και νεκρός. 
Πως με μετράς ρε; Ήρωα φτηνέ, 
«το χαμόγελο ίσως να ‘ναι η κρυψώνα της οργής».

Σ’ αυτό το τόπο που η οργή απλά ξεχειμωνιάζει, 
υπάρχει ένα θεριό που στα κρυφά αλαλιάζει. 
Εκείνο που ολημερίς σκιάζονται οι βαστάζοι, 
που τους γλεντάει όπου τους βρει, τους ξετινάζει 
κι αν έχεις μάθει των κούφιων τα γένια να ευλογείς, 
υπάρχουν σαν και σένα εκεί έξω, λογής – λογής. 
Σ’ αυτή τη κοινωνία, 
που δε ξεμένει από πρέπει 
που απ’ το τρελό και το άφοβο αποτρέπει 
τα φρόνιμα τέκνα της που μετανοιώνουν για τα λάθη τους 
κι ήρωες φτηνοί γεμίζουν το καλάθι τους.
 Καθορισμένη αντίδραση, λούμπεν αγωγής, 
μα τα σαπάκια, δεν έχουν τρόπο διαφυγής. 
Πως με μετράς λοιπόν; Και με ποιούς με τσουβαλιάζεις; 
Παλιά με την ιδέα μου άρχιζες να μυρμηγκιάζεις. 
Τώρα ότι “γέρασα” φτάσαν στ’ αυτιά σου φήμες 
από τις τσούπρες του hiphop που με λαβώνουνε με ρίμες.
 Αλήτης ίδιος είμαι από το τόπο της φυγής 
και το χαμόγελο μου είναι «η κρυψώνα της οργής».

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: