Εκοιμήθει εν Χριστώ στις 26 Ιουλίου +1958
Ο νέος μάρτυρας του Ιησού Κωνσταντίν Οπρισάν έζησε σε αυτή τη κοιλάδα του κλαυθμώνος 37 χρόνια. Γεννήθηκε το 1921 στο Ονέστι – Μπακάου. Ήταν προικισμένος με ένα μεγάλο φιλοσοφικό και ποιητικό ταλέντο και μαθήτευσε στο Φράιμπουργκ κοντά στο μεγαλύτερο φιλόσοφο του 20ου αιώνα Μάρτιν Χάιντεγκερ. Συνελήφθη στο Κλούζ το 1948 μαζί με το άνθος της ρουμανικής νεολαίας, επειδή αγαπούσε το Χριστό και επιθυμούσε η πατρίδα του να είναι χριστιανική.
Άφησε την καριέρα του, τα νιάτα του, τη γυναίκα του, την οικογένεια και ό,τι σημαίνει εγκόσμια χαρά, για να ενδυθεί την αιώνια δόξα του σταυρού στις κουμμουνιστικές φυλακές.
Εκοιμήθει εν Χριστώ στις 26 Ιουλίου 1958 στα μπουντρούμια της Ζιλάβα.
Το όνομα του είναι σύμβολο της χριστιανικής και ανθρώπινης αξιοπρέπειας για τη γενιά του, γι’ αυτό ο εχθρός της σωτηρίας τον πολέμησε δυνατά θέλοντας να χαθούν όσο πιο πολλές ψυχές. Στο Πιτέστι, στη Γκέρλα, στη Ζιλάβα, ο Κωνσταντίν Οπρισάν υπέφερε φρικτά βασανιστήρια, αληθινές σελίδες του ρουμανικού μαρτυρολογίου.
***
π. Γεώργιος Κάλτσιου και Κωνσταντίνος Οπρισάν
Ο π. Γεώργιος… φυλακίζεται και βασανίζεται σε κάποιες από τις χειρότερες φυλακές της Ρουμανίας. Σε μία από αυτές, στην Jilava, όπου τα κελλιά ήταν επτά μέτρα κάτω από τη γη, γνώρισε έναν ετοιμοθάνατο συγκρατούμενο, τον Κωνσταντίνο Oprisan. Η βαθειά πίστι και χριστιανική ταυτότητα του Κωνσταντίνου βοήθησε να αναστηθούν οι ψυχές του Γεωργίου και των συγκρατουμένων του, οι οποίοι, πέρα από το ασθενικό αδυνατισμένο σώμα του Κωνσταντίνου, είδαν έναν άνθρωπο μεταμορφωμένο καθ’ ομοίωσιν του Χριστού. Αργότερα μας λέει ο π. Γεώργιος:
Φυλακισμένοι άγιοι Ρουμανίας_Martyr of Romania's Communist Prisons_icoana-noilor-mart
Στο κελλί μας είχαμε τον Κωνσταντίνο Oprisan, που τα πνευμόνια του ήταν αδυνατισμένα πλήρη από φυματίωσι. Δύο φορές την ημέρα ο Κωνσταντίνος έβγαζε φλέγματα και αίμα από το στόμα του. Ήταν φοβερό θέαμα. Την πρώτη φορά αηδίασα. Το παρατήρησε ο Κωνσταντίνος και μου είπε- «Συγχώρεσέ με». Ντράπηκα τόσο πολύ! Γιατί ήμουν και φοιτητής της ιατρικής. Έτσι ανέλαβα να τον φροντίζω. Δεν μπορούσε να κουνηθή και έκανα τα πάντα γι’ αυτόν. Τον τάιζα και τον καθάριζα.
Αυτός ήταν σαν άγιος. Ήταν πρώτη φορά που γνώριζα έναν τέτοιον άνθρωπο. Δεν μιλούσε πολύ. Μας μιλούσε κάθε μέρα, μία ή δύο ώρες, αλλά κάθε λόγος που έβγαινε από το στόμα του ήταν άγιος – μόνο για το Χριστό, για την αγάπη, για τη συγχώρησι. Προσευχόταν δυνατά κι αυτό είχε μια μεγάλη επιρροή επάνω μας, γιατί ξέραμε πόσο υποφέρει.
Εκτός από την ψυχική του ευγένεια, ο Κωνσταντίνος πάντοτε προσπαθούσε να μας φυλάξει, να μην βήχει πολύ, για να μη σκορπίσει βακίλους στην ατμόσφαιρα. Ήταν σαν ένας άγιος μαζί μας στο κελλί. Αισθανόμασταν το άγιο Πνεύμα να τον περιβάλλη. Ήταν ευγενικός ακόμα και τις τελευταίες μέρες της ζωής του. Διαβάζαμε στα μάτια του την εσωτερική φώτιση και την αγάπη. Το πρόσωπό του ήταν σαν ένα ξεχείλισμα αγάπης. Προσευχόταν αδιαλείπτως. Μας μιλούσε για το πώς εργαζόταν με τη νεολαία στον κόσμο ως πρόεδρος της αδελφότητος «Σταυρός».
Δεν ήταν εύκολο να είσαι στο ίδιο κελλί με τα ίδια άτομα συνέχεια. Όποτε ξεκινούσε μια παρεξήγησι μεταξύ των τριών μας, αυτός προσευχόταν και η προσευχή του ήταν πολύ αποτελεσματική. Δεν προσευχόταν δυνατά, αλλά η μορφή του άλλαζε εντελώς. Εμείς ντρεπόμασταν και σταματούσαμε να μαλώνουμε.
Η κατάστασί του ήταν τέτοια, γιατί είχε βασανιστή στις φυλακές της Pitesti για τρία χρόνια. Τον είχαν χτυπήσει στο στήθος, στην πλάτη, και είχαν καταστρέψει τα πνευμόνια του. Αλλά εκείνος προσευχόταν όλη μέρα. Δεν είπε ποτέ τίποτε εναντίον των βασανιστών του, μόνο μας μιλούσε για το Χριστό. Τότε δεν κατάλαβα πόσο σημαντικός ήταν ο Κωνσταντίνος Οπρισάν για μας. Αυτός ήταν η αιτία για την οποία ήμασταν ακόμη στην ζωή σ’εκείνο το κελλί.
Η αγιότητα αυτής της ψυχής ήταν το φως που διέλυε το σκοτάδι και τη μιζέρια της φυλακής. Μου έμαθε να είμαι καλός, να συγχωρώ, να μην καταριέμαι αυτόν που με βασανίζει, και να μη θεωρώ θησαυρό τίποτα στον κόσμο τούτο. Αυτός ζούσε σε άλλο επίπεδο. Το φαντάζεσαι; Ζούσαμε σε ένα κελλί χωρίς παράθυρα, χωρίς αέρα, υγρό, λερωμένο, κι όμως ζούσαμε τέτοιες στιγμές χαράς, που δεν ζήσαμε ποτέ ως ελεύθεροι. Δεν μπορώ να το εξηγήσω».
Μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου ο Γεώργιος και οι δύο συγκρατούμενοί του μεταφέρθηκαν στη φυλακή της Aiud, στο τέλος της δεκαετίας του 1950. Εκεί γνώρισε ιερείς που είχαν κι αυτοί συλληφθή. «Ήρθαν ως παρηγοριά για τις καρδιές μας. Μας έφεραν τη συγχώρησι. Με τον τρόπο αυτό, σιγά – σιγά, οι καρδιές και οι ψυχές μας θεραπεύτηκαν και η πίστι μας επέστρεψε». (π.Γκεόργκε Κάλτσιου-Ντουμιτρεάσα)Φυλα
Δε μιλούσε πολύ. Κάθε λέξη που έβγαινε από το στόμα του ήταν μια λέξη αγιασμένη – μόνο για το Χριστό, την αγάπη, τη συγχώρεση.
«Ενστικτωδώς όλοι μαζεύτηκαν γύρω από τον Οπρισάν σαν να ήταν η τελευταία σανίδα σωτηρίας που έπρεπε να σωθεί. Ο Τσουρκάνου πλησίασε τον Οπρισάν θέλοντας να τον διαλύσει. Πλησιάζοντάς τον τα δόντια του έτριζαν. Ο Οπρισάν τον κοίταζε χωρίς να ανοιγοκλείσει τα μάτια του. Από το μυαλό μου σαν αστραπή πέρασαν τα λόγια του Αρχάγγελου Μιχαήλ [Ιούδα 9 (εκεί ο άγιος απόστολος Ιούδας ο Θαδδαίος τονίζει πως ο αρχάγγελος Μιχαήλ, στη διαμάχη του με το σατανά για το σώμα του Μωυσή, δεν τον έβρισε, αλλά είπε “ο Κύριος να σε μαλώσει”)].
Κωνσταντίνος Ὀπριζάν Ρουμανίας_Constantin Oprisan, New Martyr of Romania's Communist Prisons_Costache Oprişan_3Ο Τσουρκάνου έκανε σήμα στους συνεργάτες του, οι οποίοι πλησίασαν. Έπειτα είπε στον Οπρισάν: «Ξάπλωσε». Πολλοί έσκυψαν το κεφάλι τους, άλλοι έκλεισαν τα μάτια. Ο Πουσκάσου και ο Λιβίνσκι πέρασαν από τη μια και την άλλη πλευρά του Οπρισάν. Ο Τσουρκάνου στηρίχθηκε στους ώμους του και αφέθηκε με όλο το βάρος στο θώρακα του, μέχρι που έβγαλε όλο τον αέρα και μετά στο λαιμό του. Το θύμα φαινόταν να πεθαίνει από ασφυξία. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι που άρχισε να τρέχει αίμα από τη άκρη του στόματός του, που έβγαινε από τα πνευμόνια. Έπειτα ο Τσουρκάνου τον πάτησε άλλη μια φορά δυνατά στο στήθος και με τα δυο πόδια και με δαιμονική ικανοποίηση του είπε: «Σήκω! Έτσι θα πεθάνεις σιγά – σιγά, σταγόνα – σταγόνα». (Virgil Maxim “Im pentru crucea purtata”).
…Τον Κωνσταντίν Οπρισάν τον βασάνισαν σαν το Χριστό, εβδομάδες ολόκληρες, υποχρεώνοντας (με φριχτά βασανιστήρια, σ.σ) όλους όσους συνεργάστηκαν μαζί του στις ορθόδοξες αδελφότητες και οι οποίοι τον θαύμαζαν απεριόριστα, να τον χτυπήσουν, να τον φτύσουν, να τον βασανίσουν και να πουν γι’ αυτόν ψέματα.
Μια φορά που μας είχαν βγάλει έξω, βγάζοντας το πουκάμισό του είδα ότι η πλάτη του ήταν γεμάτη ρίγες, σαν μια ζέβρα, σαν να τον είχαν γδάρει, κάψει ή μαστιγώσει, ο Θεός ξέρει (Εουτζέν Ματζιρέσκου – Moara Dracilor, Edit Fronde).
Άγιοι Νέοι Μάρτυρες του Χριστού, πρεσβεύσατε υπερ ημών!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου