Το κλητήριο θέσπισμα της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, που εστάλη προς τον π. Θεόδωρο Ζήση, για να απολογηθεί σε δίκη παρωδία, στο επισκοπικό δικαστήριο, είναι κυριολεκτικά διάτρητο και από κανονικής και από νομικής άποψης.
Δημοσιεύουμε, επίσης, την θαρραλέα και ομολογιακή επιστολή του π. Θεόδωρου με την οποία -ως εικός- αρνείται να παραστεί στη δίκη παρωδία, επειδή, αν παραστεί, θα την νομιμοποιήσει με την παρουσία του.
Η στάση του π. Θεόδωρου να μην παραστεί στη δίκη είναι απολύτως ορθή.
Όταν ο Ιερός Χρυσόστομος κλήθηκε από το συνέδριο της ανομίας -την Σύνοδο παρά την Δρυν- να παραστεί για να δικαστεί διαμήνυσε στους συνέδρους: “Ει δε βούλεσθέ με παραγενέσθαι τους προδήλους μου εχθρούς βάλετε τούτους έξω του υμετέρου συλλόγου. Εισί δε ους παραιτούμαι, Θεόφιλος ον ελέγχω ειρηκότα απέρχομαι εις το κομιτάτον Ιωάννην καθελείν (δηλαδή είχε εκδώσει καταδικαστική απόφαση πριν την δίκη). Έστι δε αληθές ότι παραγενόμενος ούτε συνέτυχέ μοι, ούτε κοινώνησέν μοι. Ός ουν προ της ακροάσεως των εχθρών επιτέλεσε τι αν ποιήση μετά την δίκην; Ομοίως δε και τον Ακάκιον διαλέγχω εφ’ είπεν: Εγώ τω Χρυσοστόμω αρτύω χύτραν. Περί δε Σευηριανού και του Αντιόχου, ους τάχιον μετελεύσεται η θεία δίκη, τι δει και λέγειν, ων τας νεωτεροποίας και τα κοσμικά άδουσι θέατρα; Ουκούν παρεκέκλησθε, ει κατ’ αλήθειαν βούλεσθέ με ελθείν, τούτους τους τέσσαρας, ει μεν ως δικαστές εκβάλετε τούτους του συνεδρίου, ει δε ως κατηγόρους στήσατε εις την κρίσιν, ίνα γνω όπως κονίζομαι, πότερον ως προς αντιδίκους ή ως προς δικαστάς, και πάντως ελεύσομαι ου μόνον προς την υμετέραν αγάπην, αλλά και προς πάσαν την Οικουμένην σύνοδον. Ώστε ουν γνώτε, εάν μυριάκις αποστείλητε προς με, ουδέν πλέον ακούσεσθε παρ’ εμού” (Παλλαδίου “Διάλογοι”, κεφ. VIII).
Φυσικά οι Οικουμενιστές ούτε τους Κανόνες υπολογίζουν, ούτε τον Ιερό Χρυσόστομο ευλαβούνται. Έχουν δικούς τους “πατέρες” για να στηρίζουν τις οικουμενιστικές τους πλάνες. Τον Μεταξάκη, τον Αθηναγόρα, τον Κουκούζη, τον Μελίτωνα Χατζή, τον Θυατείρων Αθηναγόρα, τον Αυστραλίας Στυλιανό, τον Αδριανουπόλεως Δαμασκηνό Παπανδρέου, τους Αντιοχειανούς, τον Μεσσηνίας Σαββάτο, τον Ζηζιούλα, τον Τιργοβιστίου Νήφωνα, τον Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνα, τον Μπάτσκας Ειρηναίο κτλ..
Οι Κανόνες χρησιμεύουν στους Οικουμενιστές μόνον σαν κανόνια εναντίον των ομολογητών κληρικών που έκαναν χρήση του αναφαίρετου κανονικού τους δικαιώματος να διακόψουν το μνημόσυνο των αιρετιζόντων επισκόπων.
Ναι!
Αλλά υπάρχει ΚΑΙ Θεός ΚΑΙ ημέρα της Κρίσεως.
Σε κάθε περίπτωση οι Οικουμενιστές πρέπει να γνωρίζουν ότι, αν καθαιρέσουν τον π. Θεόδωρο, θα δημιουργηθεί πανορθόδοξη δυσφορία και αναταραχή και φυσικά ο ίδιος δεν θα αναγνωρίσει την καθαίρεσή του από ένα δικαστήριο που αρνείται, έστω και να παραστεί, για να το νομιμοποιήσει με την παρουσία του.
Άρα, γιατί θα τον καθαιρέσουν;
Για να εκδηλώσουν τη μοχθηρία τους και το πλανεμένο τους φρόνημα ή για να εξωθήσουν τους αποτειχισμένους σε πανορθόδοξο σχίσμα;
Ας προσέξουν οι Οικουμενιστές επειδή, ως προαγωγοί σχίσματος, θα βρεθούν αντιμέτωποι με τη Θεία Δίκη.
Ούτε το αίμα του μαρτυρίου, μας διαβεβαιώνει ο Ιερός Χρυσόστομος, δεν ξεπλένει την αμαρτία της δημιουργίας σχίσματος.
πηγή
Η στάση του π. Θεόδωρου να μην παραστεί στη δίκη είναι απολύτως ορθή.
Όταν ο Ιερός Χρυσόστομος κλήθηκε από το συνέδριο της ανομίας -την Σύνοδο παρά την Δρυν- να παραστεί για να δικαστεί διαμήνυσε στους συνέδρους: “Ει δε βούλεσθέ με παραγενέσθαι τους προδήλους μου εχθρούς βάλετε τούτους έξω του υμετέρου συλλόγου. Εισί δε ους παραιτούμαι, Θεόφιλος ον ελέγχω ειρηκότα απέρχομαι εις το κομιτάτον Ιωάννην καθελείν (δηλαδή είχε εκδώσει καταδικαστική απόφαση πριν την δίκη). Έστι δε αληθές ότι παραγενόμενος ούτε συνέτυχέ μοι, ούτε κοινώνησέν μοι. Ός ουν προ της ακροάσεως των εχθρών επιτέλεσε τι αν ποιήση μετά την δίκην; Ομοίως δε και τον Ακάκιον διαλέγχω εφ’ είπεν: Εγώ τω Χρυσοστόμω αρτύω χύτραν. Περί δε Σευηριανού και του Αντιόχου, ους τάχιον μετελεύσεται η θεία δίκη, τι δει και λέγειν, ων τας νεωτεροποίας και τα κοσμικά άδουσι θέατρα; Ουκούν παρεκέκλησθε, ει κατ’ αλήθειαν βούλεσθέ με ελθείν, τούτους τους τέσσαρας, ει μεν ως δικαστές εκβάλετε τούτους του συνεδρίου, ει δε ως κατηγόρους στήσατε εις την κρίσιν, ίνα γνω όπως κονίζομαι, πότερον ως προς αντιδίκους ή ως προς δικαστάς, και πάντως ελεύσομαι ου μόνον προς την υμετέραν αγάπην, αλλά και προς πάσαν την Οικουμένην σύνοδον. Ώστε ουν γνώτε, εάν μυριάκις αποστείλητε προς με, ουδέν πλέον ακούσεσθε παρ’ εμού” (Παλλαδίου “Διάλογοι”, κεφ. VIII).
Φυσικά οι Οικουμενιστές ούτε τους Κανόνες υπολογίζουν, ούτε τον Ιερό Χρυσόστομο ευλαβούνται. Έχουν δικούς τους “πατέρες” για να στηρίζουν τις οικουμενιστικές τους πλάνες. Τον Μεταξάκη, τον Αθηναγόρα, τον Κουκούζη, τον Μελίτωνα Χατζή, τον Θυατείρων Αθηναγόρα, τον Αυστραλίας Στυλιανό, τον Αδριανουπόλεως Δαμασκηνό Παπανδρέου, τους Αντιοχειανούς, τον Μεσσηνίας Σαββάτο, τον Ζηζιούλα, τον Τιργοβιστίου Νήφωνα, τον Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνα, τον Μπάτσκας Ειρηναίο κτλ..
Οι Κανόνες χρησιμεύουν στους Οικουμενιστές μόνον σαν κανόνια εναντίον των ομολογητών κληρικών που έκαναν χρήση του αναφαίρετου κανονικού τους δικαιώματος να διακόψουν το μνημόσυνο των αιρετιζόντων επισκόπων.
Ναι!
Αλλά υπάρχει ΚΑΙ Θεός ΚΑΙ ημέρα της Κρίσεως.
Σε κάθε περίπτωση οι Οικουμενιστές πρέπει να γνωρίζουν ότι, αν καθαιρέσουν τον π. Θεόδωρο, θα δημιουργηθεί πανορθόδοξη δυσφορία και αναταραχή και φυσικά ο ίδιος δεν θα αναγνωρίσει την καθαίρεσή του από ένα δικαστήριο που αρνείται, έστω και να παραστεί, για να το νομιμοποιήσει με την παρουσία του.
Άρα, γιατί θα τον καθαιρέσουν;
Για να εκδηλώσουν τη μοχθηρία τους και το πλανεμένο τους φρόνημα ή για να εξωθήσουν τους αποτειχισμένους σε πανορθόδοξο σχίσμα;
Ας προσέξουν οι Οικουμενιστές επειδή, ως προαγωγοί σχίσματος, θα βρεθούν αντιμέτωποι με τη Θεία Δίκη.
Ούτε το αίμα του μαρτυρίου, μας διαβεβαιώνει ο Ιερός Χρυσόστομος, δεν ξεπλένει την αμαρτία της δημιουργίας σχίσματος.
πηγή
Πρωτοπρεσβύτερος
Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς
Θεολογικῆς Σχολῆς
Α.Π.Θ.
18ο χλμ.
Θεσσαλονίκης-Περαίας
570 19 Ν. Ἐπιβάται
ΤΗΛ.: 23920.24865 FAX:
23920.27402
Ἐν Θεσσαλονίκῃ τῇ 26ῃ Σεπτεμβρίου 2017
Πανοσιολογιώτατον
Ἀρχιμανδρίτην
π. Στέφανον Τόλιον
Ἀναπληρωτὴν
Πρόεδρον
τοῦ Ἐπισκοπικοῦ
Δικαστηρίου
τῆς
Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης
Ἐνταῦθα
Πανοσιολογιώτατε
π. Στέφανε,
Ἔλαβα χθές (25.09.2017) τὸ συνταχθὲν πρὸ δέκα ἡμερῶν (15.09.2017), μὲ ἀριθμὸ πρωτοκόλλου 2, δικαστικὸ διωκτικὸ ἔγγραφο, ποὺ ὑπογράφετε σεῖς ὡς ἀναπληρωτὴς πρόεδρος τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Δικαστηρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, διὰ τοῦ ὁποίου μὲ καλεῖτε νὰ παραστῶ «ἐνώπιον τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Δικαστηρίου τὴν Πέμπτην 28ην Σεπτεμβρίου 2017, περὶ ὥραν 12.00 μ. ἐν τοῖς Γραφείοις τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Βογατσικοῦ 7 καὶ ἐν τῷ Γραφείῳ τῆς Πρωτοσυγκελλίας, ὄροφος 1ος, γραφεῖον ἀριθμ. 6, ἵνα δικασθῶ διὰ τὰ εἰς ἃ ὑπέπεσα κανονικὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ
παραπτώματα τὰ ὑπὸ τῶν θείων καὶ ἱερῶν κανόνων καὶ τῶν κειμένων νόμων
προβλεπόμενα».
Ὅπως εἶχα
σημειώσει στὴν ἀπὸ 14-03-2017 ἀπάντησή μου στὰ διωκτικὰ δικαστικὰ ἔγγραφα τῆς
Μητροπόλεως «ἡ παραπομπή μου στὸ ἐπισκοπικὸ δικαστήριο εἶναι παντελῶς μετέωρη
καὶ ἀδικαιολόγητη καὶ ἀπὸ τὸ θεῖο καὶ ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο δίκαιο, οἱ δὲ κατηγορίες
καὶ τὰ ἐκκλησιαστικὰ παραπτώματα τὰ ὁποῖα μοῦ προσάπτονται βρίσκονται μόνο στὴν
ἐμπαθῆ φαντασία καὶ στὴν θεολογικὴ ἀγραμματοσύνη τῶν διωκτῶν μου, κατάλληλο
περιτύλιγμα τοῦ μοναδικοῦ τους στόχου, νὰ φιμώσουν τὸν λόγο μου καὶ νὰ
διαλύσουν τὴν παράταξη τῶν Ὀρθοδόξων». Στὴν ἴδια ἀπάντηση ἀναιροῦσα λεπτομερῶς ὅλες
τὶς εἰς βάρος μου κατηγορίες, α) τοῦ σχίσματος β) τῆς ἀπείθειας καὶ
καταφρόνησης τῆς οἰκείας ἐκκλησιαστικῆς ἀρχῆς γ) τοῦ σκανδαλισμοῦ τῶν πιστῶν δ)
τῆς ἐξύβρισης καὶ συκοφαντίας καί ε) τῆς Φατρίας, καὶ ἀπεδείκνυα ὅτι ὁ μόνος
λόγος τῆς δίωξής μου εἶναι ἡ διακοπὴ μνημονεύσεως τοῦ ὀνόματος τοῦ μητροπολίτου
γιὰ βασικὸ θέμα πίστεως, γιὰ τὴν ἀποδοχὴ δηλαδὴ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ
μέσῳ τῆς ἀποδοχῆς τῶν ἀποφάσεων τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης. Γι᾽ αὐτὸ ἄλλωστε
καὶ ἡ δίωξή μου ἀσκήθηκε μετὰ τὴν διακοπὴ μνημοσύνου.
Σύμφωνα ὅμως μὲ τὸν
15ο κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου (861), ἐπὶ Μ. Φωτίου, ἡ διακοπὴ μνημοσύνου
τοῦ ἐπισκόπου δὲν εἶναι κανονικὸ παράπτωμα, ἀλλὰ ἐπαινετὴ ἐνέργεια καὶ πράξη: «Οὐ
μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑπόκεινται, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς Ὀρθοδόξοις
ἀξιωθήσονται».
Ὁ μητροπολίτης
Θεσσαλονίκης, καὶ σεῖς οἱ περὶ αὐτόν, ἀντὶ νὰ κατανοήσετε τὸ ἄδικο καὶ παντελῶς
ἀθεμελίωτο τῆς δίωξής μου καὶ νὰ ἀναπαύσετε τὶς συνειδήσεις χιλιάδων Ὀρθοδόξων
πιστῶν ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τῆς Θεσσαλονίκης, ἐμμένετε στὴν ἀδικία καὶ στὴν
καταφρόνηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῶν Ἱερῶν Δογμάτων τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ
μὲ καλεῖτε νὰ παραστῶ ὡς κατηγορούμενος σὲ μία παρῳδία δίκης, ὅπου δικαστὲς καὶ
κατήγοροι εἶναι τὰ ἴδια πρόσωπα, μὲ προειλημμένη τὴν καταδικαστικὴ ἀπόφαση, τὴν
ὁποία θὰ νομιμοποιήσω μὲ τὴν παρουσία μου.
Μὴν περιμένετε
λοιπὸν νὰ ἐμφανισθῶ ὡς κατηγορούμενος μπροστὰ στὸ ἐπισκοπικό σας «δικαστήριο»,
διότι δὲν θὰ εἶναι δίκαιο καὶ ἀμερόληπτο δικαστήριο ἀλλὰ ἐχθρικὸ
καταδικαστήριο, ποὺ ἐνεργεῖ ἀντίθετα πρὸς τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ μὲ βάση ἕνα ἀπηρχαιωμένο,
ἀντισυνταγματικὸ καὶ μεσαιωνικὸ νόμο (5383/1932), ποὺ εὐνοεῖ τὴν δεσποτοκρατία
καὶ τὴν τυραννία τῶν ἐπισκόπων εἰς βάρος τῶν ἄλλων κληρικῶν, διότι κατὰ
παγκόσμια δικαστικὴ πρωτοτυπία ὁ πρόεδρος τοῦ δικαστηρίου, ὁ ἐπίσκοπος, ἢ ὁ ἀναπληρωτής
του, ὅπως ἐσεῖς, εἶναι συγχρόνως καὶ κατήγορος, τὰ δὲ λοιπὰ μέλη, ὁριζόμενα ἀπὸ
τὸν ἐπίσκοπο, στεροῦνται ψήφου. Ἐπαναλαμβάνω αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Χρυσόστομος, ποὺ ἀρνήθηκε νὰ παραστεῖ ὡς κατηγορούμενος στὴν διαβόητη «Ἐπὶ δρῦν»
σύνοδο: «συνειδότες ὅτι οὐ πρὸς δικαστὴν ἀφικνούμεθα (ἦ γὰρ μυριάκις ἂν
παρεγενόμεθα), ἀλλὰ πρὸς ἐχθρὸν καὶ πολέμιον»
(PG 47, 9).
Προχωρῆστε λοιπὸν
σὲ ἐρημοδικία καὶ ἀνακοινῶστε γρήγορα τὴν καταδικαστική σας ἀπόφαση, ἡ ὁποία θὰ
σκανδαλίσει καὶ θὰ πικράνει μεγάλο μέρος τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Εὔχομαι, ἔστω καὶ
τὴν τελευταία στιγμή, νὰ σᾶς φωτίσει ὁ Θεὸς νὰ δεῖτε τὴν ἀλήθεια.
Γι᾽ αὐτὸ
συμπληρωματικὰ πρὸς ὅσες μαρτυρίες κάποιων προσώπων συμπεριέλαβα στὸ βιβλίο μου
«Ἡ διακονία μου στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Ἀντωνίου Θεσσαλονίκης», τὸ ὁποῖο σᾶς ἀπέστειλα
ἤδη, συναποστέλλω συνημμένως ἐπιστολὲς δύο διακεκριμένων ἐπιστημόνων, ἑνὸς ἀνωτάτου
δικαστικοῦ μὲ ἐντελῶς διαφορετικὴ ἀπὸ τὴν δική σας γνώμη, καὶ ἑνὸς ἀνωτάτου ἰατροῦ,
καθηγητοῦ τῆς Ἰατρικῆς, μὲ θεραπευτικὴ διάγνωση γιὰ τὴν ἀσθένεια τῆς «πνευματικῆς
ἀποπτώσεως».
Μὲ τὴν πρσήκουσα χαρὰ καὶ λύπη
Πρωτοπρεσβύτερος
Θεόδωρος Ζήσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου