Παρασκευή 16 Αυγούστου 2024

π. Ηλίε Κλεόπα, Ρουμάνος ησυχαστής

 Μπορεί να είναι εικόνα κείμενο


Ευρισκόμουν στο Άγιο Βήμα. Είχα έλθει στην Εκκλησία από τις 4 το πρωί και διάβαζα την Θεία Μετάληψη μπροστά στην Αγία Τράπεζα γονατιστός. Μετά από λίγη ώρα μπήκε μέσα μία γυναίκα να προσευχηθεί, η οποία είχε έλθει από το βράδυ στο μοναστήρι. Δεν την γνώριζα.
Προσκυνούσε όλες τις εικόνες και έκανε παντού μετάνοιες. Δεν γνώριζε ότι κάποιος ήταν στην εκκλησία. Ήταν σκοτάδι διότι ήταν τότε χειμώνας. Βλέποντας εγώ να προσεύχεται έτσι επίμονα την κοίταζα από την Ωραία Πύλη καί αυτή επήγε και γονάτισε στο μέσον της εκκλησίας με τα χέρια υψωμένα ψηλά και έλεγε από την καρδιά της αυτά τα λόγια: «Κύριε, μη με εγκαταλείπεις. Κύριε, μη με εγκαταλείπεις!».
Είδα ένα κίτρινο φως τριγύρω της και τρόμαξα. Κατόπιν η γυναίκα έπεσε με το πρόσωπο στην γη και προσευχόταν σιωπηλά. Η φωτεινή ακτίνα πού την περιέλουζε μεγάλωσε περισσότερο και μετά εξαφανίσθηκε. Κατόπιν, αφού έσβησε το θείο εκείνο φως, η γυναίκα σηκώθηκε στα πόδια της και βγήκε έξω από την εκκλησία. Ήταν μία απλή γυναίκα από τα χωριά μας.
Ιδού λοιπόν, ποιος έχει το δώρο της προσευχής. Να πού και οι λαϊκοί ξεπερνούν τους μοναχούς. Εγώ έκανα προσκομιδή και από την μεγάλη μου συγκινήσει άρχισα να κλαίω και έτρεμα με τα χαρτιά στο χέρι. Μόνο ο Θεός γνωρίζει πόσοι εκλεκτοί υπάρχουν σ’ αυτό τον κόσμο!
Πνευματικοί Διάλογοι με τον Ρουμάνο ησυχαστή π. Ηλίε Κλεόπα. Δέκατη συνομιλία (ερωτ. 283 -284), Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη 1980.