Στίχοι
Ἀσκήσει Ἀρσένιε Χριστὸν δοξάσας,
δόξης κατηξίωσαι τῆς ὑπὲρ λόγον.
Δεκάτῃ Ἀρσενίοιο νόες γῆθεν ἄειραν ἦτορ.
Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης
Μια ημέρα ο Βλάσιος παρακίνησε τον μικρότερο Θεόδωρο και πήγαν στο πατρικό τους χωράφι που ήταν κοντά στον χείμαρρο Εβκάση. Ενώ περνούσαν τον χείμαρρο, το νερό παρέσυρε τον Θεόδωρο και ο Βλάσιος με κλάματα παρακαλούσε τον Άη-Γιώργη, που ήταν κοντά Παρεκκλήσι του. Ενώ έκλαιγε ο Βλάσιος και παρακαλούσε τον Άγιο να βοηθήση, διότι τον έτυπτε και η συνείδηση του, που αιτία ήταν αυτός να κινδυνέψη ο αδελφός του, ξαφνικά βλέπει τον Θεόδωρο δίπλα του, ο οποίος χαρούμενος του διηγείται πώς ένας καβαλλάρης σαν καλόγηρος τον άρπαξε από τον χείμαρρο και τον πήρε στο άλογό του και τον έβγαλε έξω. Από τότε και μετά ο Θεόδωρος έλεγε ότι θα γίνη και αυτός καλόγηρος. Οικονόμησε κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Θεός να πάρη από μικρός την καλή στροφή. Το γεγονός αυτό είχε επιδράσει ακόμη και στον Βλάσιο, ο οποίος δόθηκε και αυτός με τον δικό του τρόπο στον Θεό, να Τον δοξολογή σαν δάσκαλος της Βυζαντινής Μουσικής, και κατέληξε αργότερα στην Κωνσταντινούπολη.
Αυτό δε που βοηθούσε περισσότερο και ενίσχυε τους φοβισμένους Χριστιανούς για να μένουν σταθεροί στην πίστη τους, δεν ήταν τα ενισχυτικά του λόγια μόνο, αλλά τα θαυμαστά έργα, που έβλεπαν να κάνει ο Πατήρ Αρσένιος, διότι είχε άφθονη την θεία Χάρη και θεράπευε τις ψυχές και τα σώματα των πονεμένων ανθρώπων. Οι Χριστιανοί, όταν τα έβλεπαν, γίνονταν πιο πιστοί, διότι έβλεπαν την μεγάλη δύναμη της πίστεως μας. Οι δε Τούρκοι, που τα έβλεπαν και αυτοί, και Χριστιανοί να μη γίνονταν, έπαυαν κάπως να δαγκώνουν τους Χριστιανούς.
Είχαν ληστέψει μια φορά πάλι οι Τούρκοι Ιερά Σκεύη της Εκκλησίας. Οι Φαρασιώτες ανησυχούσαν και προσπαθούσαν να βρουν τους κλέφτες. Ο Χατζεφεντής όμως ατάραχος τους λέγει: «Μην ανησυχήτε· θα δήτε τον Άη-Γιώργη να τα φέρνη ξωπίσω». Όταν οι ληστές έφθασαν στο Κοζάν-Ταγή, ενώ ήταν μέρα και ο ουρανός καθαρός, έπεσε απότομα μια παράξενη μαυρίλα μπροστά τους, που ήταν αδύνατο να προχωρήσουν, ούτε και τον ποταμό Φεραχτίν ήταν δυνατόν να περάσουν, που είχαν μπροστά τους. (Την παράξενη αυτή μαυρίλα την είδε και ο Αντώνιος Σταυρίδης από το Ζίλε της Καππαδοκίας). Κατάλαβαν τότε οι ληστές ότι ήταν από τον Θεό αυτό το παράξενο φαινόμενο, και γύρισαν προς τα Φάρασα, για να επιστρέψουν τα Ιερά Σκεύη. Όταν όμως προχώρησαν λίγο τον δρόμο προς τα Φάρασα και η μαυρίλα είχε φύγει, το θεώρησαν για τυχαίο γεγονός και γύρισαν ξανά με τα φορτωμένα ζώα για το χωριό τους (για του Κοζάν-Ταγή την κατεύθυνση). Με το γύρισμα όμως για το χωριό τους ένιωσαν κάποιον να τους δέρνη αοράτως και να τους φέρνη έτσι καταπόδι μέχρι τα Φάρασα. Έφθασαν με τα κλεμμένα Ιερά Σκεύη στα Φάρασα και φώναζαν τους Φαρασιώτες οι κλέφτες να τα ξεφορτώσουν γρήγορα, γιατί αυτοί με τα χέρια τους προστάτευαν τα κεφάλια τους από τις ξυλιές που ένιωθαν αοράτως να τρώνε.
***
Τους αρρώστους τους πήγαιναν στο σπίτι του συνήθως, το οποίο ήταν ετοιμόρροπο.
Δίπλα είχε και ένα άλλο μικρό ατομικό του κελλί, το οποίο δεν είχε σανιδένιο πάτωμα, αλλά χώμα. Σε
μία άκρη του κελλιού είχε δυο διπλωμένα σκεπάσματα, τα οποία ξεδίπλωνε,
όταν ήθελε να αναπαυθή λιγάκι, και άπλωνε το ένα στο χώμα και το άλλο
επάνω του. (Το πώς κοιμόταν και πόσο κοιμόταν για την αγάπη του Χριστού,
ο Θεός το γνωρίζει, ο Οποίος και θα τον ανταμείψη).
Στο ανατολικό μέρος του κελλιού του είχε ένα ράφι κι επάνω εικονοστάσι με αρκετές εικόνες, όπου έκαιγε ακοίμητο κανδήλι.
Κάτω δε από το εικονοστάσι είχε ένα δέρμα που γονάτιζε, όταν προσευχόταν, ή καθόταν γονατιστός, όταν μελετούσε.
Είχε άλλο ένα ράφι επίσης με βιβλία, Καινή
και Παλαιά Διαθήκη, Βίους Αγίων και διάφορα Πατερικά, καθώς και τα
θαύματα της Παναγίας, την οποία είχε σε πολλή ευλάβεια. Παρόλο που το κελλί του βρισκόταν μέσα στον κόσμο, κατόρθωνε να ζη και εκτός τους κόσμου.
Σ’ αυτό, καθώς και για τα θεία του κατορθώματα, πολύ τον βοηθούσαν οι δύο ημέρες που έμενε έγκλειστος στο κελλί του προσευχόμενος, οι οποίες καρποφορούσαν περισσότερο πνευματικά τότε, διότι αγίαζαν και την εργασία των άλλων ημερών και τρέφουν στην συνέχεια κι εμάς οι θείοι καρποί του Πατρός. Είχε τυπικό, εκτός από τους άλλους πνευματικούς του αγώνας, την Τετάρτη και την Παρασκευή να μένη έγκλειστος στο κελλί του και να κάνη άσκηση και να προσεύχεται. Αυτές τις δύο ημέρες τον αντικαταστούσε το κατώφλι του κελλιού του.
Όταν τύχαινε κανένας άρρωστος από μακριά, ο οποίος δεν ήξερε το τυπικό του αυτό και χτυπούσε την πόρτα του, άνοιγε μεν ο Πατήρ Αρσένιος, αλλά και πάλι δεν μιλούσε. Με νοήματα μάθαινε την πάθηση του αρρώστου, εύρισκε την ανάλογη ευχή,την διάβαζε και γινόταν καλά. Άλλοτε δε χτυπούσαν, αλλά δεν άνοιγε· ασφαλώς θα βρισκόταν σε πνευματική θεωρία. Όπως δείχνουν τα πράγματα, αυτές τις ημέρες που έμενε έγκλειστος, δεν τραβούσε μόνον αυτός θείες ουράνιες δυνάμεις, όταν προσευχόταν, αλλά τον τραβούσαν και αυτόν στους ουρανούς Αγγελικές δυνάμεις.
Μια Φαρασιώτισσα που είχε αλείψει με χώμα από το κατώφλι του Χατζεφεντή το αγκυλωμένο της χέρι και θεραπεύθηκε, έλεγε τα εξής: «Στην Πατρίδα μας, τι θα πη γιατρός, δεν ξέραμε· στον Χατζεφεντή θα τρέχαμε. Στην Ελλάδα μάθαμε από γιατρούς, αλλ’ αν τα πούμε στους εντόπιους, τους φαίνονται παράξενα».
Στο χωριό Παλαιοχώρι Παγγαίου ο Σολομών Κοσκερίδης, που ήταν νέος από τους τρεις συνοδούς του στην Ανταλλαγή, είπε τα εξής:
«Όταν πήγαιναν τον Χατζεφεντή άρρωστο, για να τον διαβάση, ο άρρωστος θα γινόταν καλά διακόσια τοις εκατό, μόλις τον διάβαζε. Στα Φάρασα γιατρούς δεν είχαμε. Ο Χατζεφεντής ήταν ο γιατρός μας και μας θεράπευε με μια ευχή που μας διάβαζε.
Εκτός από τους Φαρασιώτες έρχονταν και από τα γύρω χωριά και πόλεις,
αφού έρχονταν άρρωστοι και από το Νέφσεχιρ (Νεάπολις), από το Ιρκούπ
(Προκόπι), Σινασό και άλλα μέρη».
***
Ο Πατήρ Αρσένιος κάποτε πήγε μαζί με άλλους συγχωριανούς του για να λειτουργήσει στον «Άγιο» (στον Ταξιάρχη Μιχαήλ).
Το Εξωκκλήσι αυτό ήταν μακρυά από το χωρίο περίπου μιάμιση ώρα. Εκεί δε
κοντά είχαν κτήματα πολλοί Φαρασιώτες και παρέμεναν μάλιστα και όλη την
θερινή περίοδο, μέχρι την συγκομιδή των προϊόντων. Αφού λοιπόν τελείωσε
την Θεία Λειτουργία ο Πατήρ, πήρε μετά Αγιασμό και ράντιζε στους
αγρούς. Άλλοι προσκυνηταί τον ακολουθούσαν και άλλοι κάθονταν έξω από το
Εκκλησάκι κάτω από την σκιά ενός δένδρου.
Το δένδρο αυτό, περισσότερο από φύλλα, είχε
κλωστές και κουρελάκια δεμένα στα κλωνάρια του από τους πονεμένους
ανθρώπους. Όταν δηλαδή αρρώσταιναν οι άνθρωποι που έμεναν εκεί στα
κτήματα, επειδή δεν ήταν εύκολο να πάνε στον Χατζεφεντή, στα Φάρασα,
γιατί ήταν μακρυά, και επειδή το Εκκλησάκι δεν ήταν πάντα ανοιχτό, γιατί
ήταν ιδιόκτητο και το κλείδωναν για να μη το βεβηλώσουν οι Τούρκοι, πήγαιναν και προσεύχονταν έξω από το Εκκλησάκι του Αρχαγγέλου Μιχαήλ· έκοβαν
μια κλωστή από το ρούχο που ακουμπούσε στο πονεμένο μέρος του σώματος ή
ένα κουρελάκι, και το έδεναν στο δένδρο και έλεγαν «Άγιε, πάρε μου τον πόνο· εσύ είσαι Άγιος και μπορείς». Και ο Αρχάγγελος Μιχαήλ αμέσως θεράπευε τους πονεμένους πιστούς.
Μεταξύ λοιπόν των προσκυνητών που
κάθονταν, όπως ανέφερα, κάτω από την σκιά αυτού του δένδρου, ήταν και
ένας πλούσιος Φαρασιώτης, ο οποίος έμενε στο Βατούμ και είχε επισκεφθεί
την πατρίδα του μετά από πολλά χρόνια. Η μακροχρόνια απομάκρυνσή του από
την πατρίδα του τον είχε απομακρύνει δυστυχώς και από τον Θεό και
εκφραζόταν με αναίδεια κατά του Χριστού και της Εκκλησίας μας. Εκτός από
τις ανόητες θεωρίες του, με τις οποίες έβλαπτε τους απλούς συμπατριώτες
του, είπε και σ’ έναν νεαρό να κόψει και το δένδρο που ανέφερα, και
τους έλεγε καθυστερημένους κ. α. Ο νέος δεν έχασε καιρό, άρχισε να το
κόβει, αλλά τον εμπόδισαν οι άλλοι.
Εν τω μεταξύ, επέστρεψε και ο Πατήρ Αρσένιος από τον Αγιασμό και πολύ λυπήθηκε για το κακό που έκανε στις ψυχές των πιστών αυτός ο άθεος άνθρωπος, και του λέει αυστηρά.
– Θα σε στείλω από εκεί που ήρθες, Αναστάση. Και απομακρύνθηκε ο Χατζεφεντής και έκανε προσευχή.
Ξαφνικά σηκώνεται ένας δυνατός ανεμοστρόβιλος, που τύλιξε τον Αναστάση και εξαφανίστηκε. Οι συγγενείς του ανησυχούσαν και στενοχωριόνταν, αλλ’ ο Πατήρ Αρσένιος τους καθησύχαζε.
– Μη στενοχωρείσθε, ο Ανάστασης είναι καλά στο εμπορικό του κατάστημα.
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε, χωρίς να
έχουν καμμιά είδηση, γιατί και ο ίδιος ντρεπόταν να έρθει σε επαφή με
τους συγχωριανούς του. Κάποτε, όλως τυχαίως, περνώντας από την Τοκάτη
(κοντά στην Σεβάστεια) δυο Φαρασιώτες, είδαν στην πινακίδα ενός
καταστήματος το όνομά του «Αναστάσιος Βαρτόπουλος». Έμειναν έκπληκτοι,
γιατί θυμήθηκαν τα λόγια του Χατζεφεντή. Μετά από την συνάντηση αυτή ο
ανεψιός του Ανάσταση Βαρτοπούλου, ο Παναγιώτης, επεθύμησε τα Φάρασα και
ακολούθησε τους συμπατριώτες του. Δυστυχώς όμως και αυτός ήταν
επηρεασμένος από τον θείο του και δεν πίστευε. Άρχισε και αυτός να κάνει
κακό με τις αθεϊστικές του θεωρίες.
Κάποτε μάλιστα, ενώ περνούσε ο Πατήρ
Αρσένιος από το μεσοχώρι και όλοι είχαν σηκωθεί με ευλάβεια να πάρουν
την ευχή του, εκείνος όχι μόνον δεν σηκώθηκε, αλλά ειρωνευόταν τους
άλλους και έλεγε ότι κάνουν σαν τις γριούλες που τρέχουν πίσω από τους
παπάδες κ. α. Ο Πατήρ του έριξε μια ματιά με πόνο και πήγε να κάνει
προσευχή, για να ενεργήσει ο Θεός για το συμφέρον της ψυχής του.
Μετά από λίγο ο Παναγιώτης άρχισε να
κυλιέται στο χώμα. Οι συγχωριανοί του στην αρχή δεν κατάλαβαν νόμιζαν
ότι κοροϊδεύει αυτούς που κάνουν μετάνοιες, και του λένε· «σήκω επάνω,
Παναγιώτη, τί είναι αυτές οι αταξίες που κάνεις σαν μικρό παιδί και
λερώνεις τα ρούχα σου;» Ύστερα όμως κατάλαβαν ότι τον είχε εγκαταλείψει η
θεία Χάρις για την αναιδή συμπεριφορά του και δαιμονίστηκε. Πήγαν
αμέσως στον Χατζεφεντή και το ανέφεραν, ο οποίος τους είπε.
– Να μου φέρετε τα ρούχα του να τα διαβάσω,
για να μη σας ξεσκίσει. Στο εξής, να ξέρετε, θα είναι μισότρελος, χωρίς
όμως να κάνει κακό και αταξίες. Αργότερα θα πάει στο χωράφι του να
οργώσει, και θα κοιμηθεί εκεί με σκοπό να οργώσει περισσότερο. Την νύχτα
εκείνη θα περάσουν Τσέτες και θα τον σφάξουν και μ’ αυτόν τον τρόπο θα
σωθεί η ψυχή του.
Πράγματι, μετά από λίγα χρόνια έγινε όπως ακριβώς το είπε ο Χατζεφεντής.
(Μοναχού Παϊσίου Αγιορείτου, «Ο Άγιος
Αρσένιος ο Καππαδόκης», εκδ. Ι.Ησυχαστηρίου Ευαγγελιστής Ιωάννης ο
Θεολόγος, Σουρωτή, Θεσ/νίκης 1991, σ.114-121)
***
– Ο Ανέστης Καραούσογλου διηγήθηκε ότι από τα Άδανα ένας μεγάλος εργοστασιάρχης, ονόματι Κοσμάς Συμεωνίδης, είχε τη γυναίκα του στείρα και έστειλε στον Χατζεφεντή ένα φόρεμα της, για να το διαβάσει, ο οποίος το διάβασε και της το έστειλε και, αφού το φόρεσε η γυναίκα του, στο χρόνο απέκτησε παιδί.
– O
Κυριάκος Σεφερίδης, ο Αναγνώστης του Πατρός Αρσενίου, διηγήθηκε ότι
είχαν φέρει μια φορά μια δαιμονισμένη Τουρκάλα από τους Τελέληδες
αλυσοδεμένη, με φοβερό δαιμόνιο, που την έλεγαν Τετέβη, την οποία
διάβασε ο Χατζεφεντής με το Ευαγγέλιο και έδιωξε τον δαίμονα από την
γυναίκα και έγινε αμέσως καλά.
…στράφηκε προς τους επισκέπτες του και είπε: «Την ψυχή, την ψυχή να τη φροντίζετε περισσότερο από τη σάρκα που θα πάει στο χώμα και θα τη φάνε τα σκουλήκια!» Ήταν η τελευταία του νουθεσία και διαθήκη.
***
Η Κρυπτοχριστιανη Ελευθερία
Μια
από τις γυναίκες του Μουσουλμάνου που έμενε στα Φάρασα, εξέφρασε την
επιθυμία της να βαπτισθή στην μητέρα της κ. Αγάθης που μου έδωσε τα
στοιχεία αυτά. Εκείνη το ανέφερε στον Πατέρα Αρσένιο και ο Πατήρ της
είπε να την φέρνη κρυφά στο σπίτι της να την κατηχήση, και να γίνη η
Νουνά της. Μετά από την κατήχηση την βάπτισε και την ονόμασε Ελευθερία.
Είχε δε κοινωνήσει εν όλω τρεις-τέσσερις φορές μόνον, και αυτές κρυφά,
και ζούσε όπως οι κρυφοί Χριστιανοί.
Από την στιγμή που βαπτίσθηκε η Ελευθερία,
έκανε την αδιάθετη και έτσι δεν μόλυνε το Άγιο Βάπτισμα με τον Τούρκο
άνδρα της. Επειδή δυσκολευόταν στο άπιστο περιβάλλον του σπιτιού της, ο
καλός Θεός γρήγορα την ελευθέρωσε και την πήρε κοντά Του. Αρρώστησε
ξαφνικά και έμεινε λίγες μέρες κατάκοιτη. Ζήτησε η καημένη να κοινωνήση,
αλλά ήταν δύσκολο γι’ αυτήν να πάη στον Χατζεφεντή, όπως πιο δύσκολο
ήταν να πάη ο Χατζεφεντής στο σπίτι της, για να την κοινωνήση σαν κρυφή
Χριστιανή. Δεν την άφησε όμως ακοινώνητη ο καλός Πατέρας. Πήρε
ένα πολύ μικρό μήλο, άνοιξε μια τρυπούλα, έβαλε μέσα λίγο Άγιο Άρτο και
πάλι το έκλεισε το μήλο. Είπε μετά στην Νουνά της να πάη να την
επισκεφθή και με τρόπο να της το δώση, για να κοινωνήση. Η Νουνά της το
πήρε με ευλάβεια και χαρά στα χέρια τη και με σταυρωμένα τα χέρια στο
στήθος πήγε και την επισκέφθηκε. Η Ελευθερία, σαν νεοφώτιστη που ήταν,
το διαισθάνθηκε και με αλλοιωμένο πρόσωπο της είπε: «Ο Χριστός, η ψυχή μου»,
ενώ δεν περνούσε από τον νου της ότι μπορούσε η Νουνά της να της πάη
Άγιον Άρτο. Εκείνη έβγαλε μετά το μήλο και της το έδωσε, και έτσι
κοινώνησε η ευλογημένη ψυχή.
Μετά από την Θεία Κοινωνία άρχισε να
παραδίδη και την ψυχή της στον Χριστό. Έτρεξε ανήσυχη η Νουνά της στον
Πατέρα Αρσένιο και του λέει:
– Την ευχή σου να έχω, Χατζεφεντή, η Ελευθερία πέθανε. Τι θα γίνη τώρα; Θα την πλύνουν οι Τουρκάλες!
– Μην ανησυχής, της απάντησε.
Εκείνη πάλι τα ίδια:
– Τι θα γίνη, Χατζεφεντή;
Ο Πατήρ της λέει:
– Άσε, θα θεωρηθή ένα μπάνιο.
Η Νουνά της όμως ανησυχούσε γι’ αυτό, γιατί
οι Μουσουλμάνοι το μπάνιο που κάνουν στον πεθαμένο το θεωρούν βάπτισμα
και πιστεύουν ότι συγχωρούνται όλες οι αμαρτίες του νεκρού, που έκανε
ζωντανός! Πλάνη φυσικά και μάλιστα χονδρή! Επειδή λοιπόν συνέχεια
ενοχλούσε τον Πατέρα Αρσένιο η Νουνά της γι’ αυτό το θέμα, αναγκάσθηκε
τότε ο Πατήρ να της πη: «Ε, τι νομίζεις; Θα αφήσω τις Τουρκάλες να λούσουν αυτήν που βάπτισα;», και έκανε συνέχεια προσευχή για την Ελευθερία. Τι συνέβη λοιπόν; Όλες αυτές τις ημέρες, όσες
Τουρκάλες άπλωναν τα χέρια, για να πλύνουν το σώμα της νεκρής
Χριστιανής, τα χέρια τους έμεναν ακίνητα. Έτσι αναγκάσθηκαν να την
θάψουν, χωρίς να την πλύνουν, στο Τούρκικο κοιμητήρι. Ο Χατζεφεντής της διάβασε από μακριά την νεκρώσιμη ακολουθία και εξακολουθούσε να προσεύχεται.
Και να, επακολουθεί και άλλο γεγονός:
Άρχισε κάθε βράδυ να παρουσιάζεται η Ελευθερία στο σπίτι της και να τους
κάνη άνω-κάτω, και τα πράγματα του σπιτιού να τα πετάη αγανακτισμένη
και να τους λέη: «Γιατί με βασανίζετε εδώ στην κόλαση, στο κοιμητήρι
σας; Γρήγορα να με βγάλετε από εδώ και να με πάτε στο σπίτι μου, στο
Κοιμητήρι των Χριστιανών». Αυτό δε γινόταν μέρες συνέχεια, μέχρι που δεν
άντεξε πια η τουρκική οικογένεια και πήγαν στον Πατέρα Αρσένιο και του
είπαν:
– Χατζεφεντή, την ευχή σου να έχουμε, πολύ
υποφέρουμε στο σπίτι μας από την πεθαμένη γυναίκα. Βοήθησε μας! Μόνον
εσύ θα βρης την άκρη. Συνέχεια κάθε βράδυ μας βασανίζει και μας κάνει το
σπίτι άνω-κάτω και μας λέει να την θάψουμε στο δικό σας το Κοιμητήρι.
Φαίνεται, αυτή αγαπούσε την δική σας θρησκεία.
Ο Πατήρ απάντησε στον Τούρκο άνδρα της:
– Τι με ρωτάς εμένα; Εγώ είμαι Έλληνας και εσύ Τούρκος· ό,τι θέλεις κάνεις.
Εκείνος απάντησε:
– Όχι, Χατζεφεντή, δεν θέλω να κάνω τίποτε χωρίς την ευλογία σου.
Τότε ο Πατήρ Αρσένιος του είπε:
– Θα σου κάνουμε μια οικονομία. Ξεθάψτε την εσείς και φέρτε την να την θάψουμε σε μιαν άκρη του δικού μας Κοιμητηρίου.
Όπως και έγινε.
Μετά εμφανίστηκε χαρούμενη η Ελευθερία στο τούρκικο σπίτι και τους έδωσε ευχές: «Να ζήσετε χίλια χρόνια! Τώρα βρίσκομαι στον Παράδεισο, στο φως και στα καλά του Θεού».
Μ’ αυτόν τον τρόπο, τον θεϊκό, που
ενεργούσε ο Χατζεφεντής, ημέρευε τους βαρβάρους Τούρκους και τους
προβλημάτιζε με την ολοφάνερη ενέργεια της ορθής πίστεως των Χριστιανών,
και έτσι προφύλαγε τους πιστούς από τους απίστους εκείνα τα δύσκολα χρόνια, για να μη δημιουργούν προβλήματα στους Χριστιανούς.
Την ευχή του να έχουμε.
[…] Επανειλημμένως
του έκαναν προτάσεις για Επίσκοπο, αλλά πάντα αρνιόταν προφασιζόμενος
ότι δεν πρέπει να γίνει, επειδή είναι θυμώδης. Σ’ αυτούς πάλι, που τον
είχαν καταλάβει πως είναι πράος, έλεγε· «δεν γίνομαι, γιατί φοβάμαι την
υπερηφάνεια· όσο ψηλά είναι τα βουνά, τόσο περισσότερη αντάρα μαζεύουν».
Και ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων ήθελε να τον κάνει Επίσκοπο και είχε βάλει
και τον αδελφό του Πατρός, τον Βλάσιο, να τον παρακαλέσει να δεχθεί,
αλλά ο Πατήρ Αρσένιος πάλι δεν δέχθηκε. Προτίμησε του φτωχού το
σακί στις πλάτες, το οποίο και έκρυβε συνέχεια την Βασιλεία του Θεού,
που κατοικούσε μέσα στην ταπεινή ψυχή του, από τον πολύτιμο Αρχιερατικά
σάκο, τον βασιλικό. Επειδή όμως δεν θέλησε να λυπήση τον
Πατριάρχη, δέχθηκε να γίνη Έξαρχος του Παναγίου Τάφου, για να βοηθάη
τους προσκυνητάς, και Έξαρχος της Περιφέρειας του, για να μη λυπήση τον
Άγιο Καισαρείας, ο οποίος πολύ τον εκτιμούσε και τον αγαπούσε.
Η αρετή, βλέπετε, δεν κρύβεται, όσο
και να θέλη κανείς, όπως ο ήλιος δεν κρύβεται με το κόσκινο, διότι από
τις τρυπούλες θα περάσουν ακτίνες αρκετές. Το ίδιο γινόταν και με τον Άγιο Πατέρα· όσο και να κρυβόταν, είχαν περάσει αρκετές αρετές του στην αντίληψη των ανθρώπων..
***
Η Αμαλία Ελευθεριάδου (Ιεχωβίτισσα τώρα) διηγείται πως ο Χατζεφεντής έλεγε από πριν ότι θα πάμε στην Ελλάδα και ότι αυτός θα ζήση μόνο σαράντα ημέρες εκεί. Κάποιος Φαρασιώτης, όταν τον άκουσε τον Χατζεφεντή, του είπε:
– Τι είσαι συ που τα ξέρεις αυτά; Θεός;
Ο Χατζεφεντής τότε απάντησε:
– Είμαι πιστός δούλος του Θεού και το ξέρω.
Μετά
από πολλές ταλαιπωρίες έφθασε το καράβι σε Ελληνική σκάλα, στον Άγιο
Γεώργιο Πειραιώς, και εκεί που πλησίασαν το χώμα το Ελληνικό, χαρούμενοι
γιόρτασαν και την μεγάλη εκείνη ημέρα, που ήταν η Ύψωση του Τιμίου
Σταυρού, 14 Σεπτεμβρίου του 1924 (με το εορτολόγιο της Πατρίδος τους).
Παρέμειναν τρεις εβδομάδες στα σύρματα, στον Άη-Γιώργη, και εν συνεχεία
πήγαν στην Κέρκυρα, όπου και ταχτοποιήθηκαν προσωρινά στο Κάστρο της
Κερκύρας.
Εκεί όμως ο καλός Χατζεφεντής αδιαθέτησε
και οι Φαρασιώτες πολύ ανησύχησαν γι’ αυτό. Χωρίς να θέλη, τον πήγαν στο
Αστικό Νοσοκομείο, για να μην ταλαιπωρήται μέσα στο Κάστρο και αυτός. Ο
Πατέρας δεν ήθελε να τους αποχωρισθή με κανέναν τρόπο και τους
παρακαλούσε με κλάματα: «Αφήστε με να πεθάνω κοντά σας».
Εκείνοι πάλι από αγάπη δεν τον άκουσαν, γιατί νόμιζαν ότι θα συνέλθη
στο Νοσοκομείο με την περιποίηση και θα τον έχουν και στην συνέχεια
κοντά τους, παρόλο που τους είχε πει πολλές φορές από πριν: «Στην Ελλάδα θα ζήσω μόνο σαράντα ημέρες».
Αφού λοιπόν πλησίασαν οι ημέρες, έπρεπε φυσικά να φύγη στον Ουρανό και να τους βοηθάη πια από ‘κει περισσότερο, εφόσον είχε παρρησία στον Θεό. Έζησε εν όλω δύο εβδομάδες στο Κάστρο της Κερκύρας και λειτούργησε δύο φορές εκεί, στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου. Άλλη μία εβδομάδα έζησε στο Νοσοκομείο, όπου και τον επισκέπτονταν οι Φαρασιώτες με αγωνία.
Η Χάρις του Θεού δεν είναι στέρνα που τελειώνει το νερό της και μετά στερεύει, αλλά ανεξάντλητη πηγή.
Είναι φυσικό, νομίζω, να βοηθά
περισσότερο τώρα, απ’ ό,τι βοηθούσε όταν ζούσε στην γη, διότι τώρα πια
βρίσκεται κοντά στον Ουράνιο Πατέρα και σαν παιδί Του με παρρησία, που
είχε αποκτήσει από πριν, μπορεί να παίρνει άφθονη Χάρι και να καταφθάνει
αμέσως στους πονεμένους ανθρώπους, για να τους βοηθάει δίνοντας την
ανάλογη θεραπεία.
Η προηγούμενη μεγάλη άσκησή του για την αγάπη του Χριστού, μαζί με την
μεγάλη του αγάπη και ταπείνωση, του έφερε και αυτή την μεγάλη πνευματική
εξέλιξη, να πετάει τώρα Αγγελικά και να αγάλλεται, γιατί βοηθάει
περισσότερους πονεμένους ανθρώπους και για το ότι δοξάζεται περισσότερο
και το όνομα του Θεού.
Τώρα πια ο Χατζεφεντής (πατήρ Αρσένιος)
δεν τρέχει με τα πόδια και δεν λαχανιάζει, για να προλαβαίνει τους
άρρωστους, να τους διαβάζει την ανάλογη ευχή και να τους θεραπεύει, αλλά
πετάει άνετα σαν Άγγελος από την μια άκρη του κόσμου στην άλλη
και μπορεί να προλαβαίνει όλους τους πιστούς, που τον επικαλούνται με
ευλάβεια.
Ο Πατήρ Αρσένιος (Χατζεφεντής) κήρυττε την Ορθοδοξία ορθά με τον ορθόδοξο βίο του. Έλειωνε στην άσκηση την σάρκα του από την θερμή του αγάπη προς τον Θεό και αλλοίωνε τις ψυχές με την Θεία του Χάρι.
Πίστευε πολύ και θεράπευε πολλούς, πιστούς και απίστους.
Λίγα λόγια, πολλά θαύματα. Ζούσε πολλά και έκρυβε πολλά. Μέσα από τον σκληρό του φλοιό, έκρυβε τον πνευματικό του γλυκό καρπό.
Πολύ αυστηρός Πατέρας στον εαυτό του, αλλά
και πολύ στοργικός Πατέρας στα παιδιά του. Δεν τα χτυπούσε με τον νόμο,
αλλά με το φιλότιμο, με το νόημα του νόμου.
Για να κρύψει τις αρετές του από τα μάτια των ανθρώπων και να αποφύγει έτσι τους επαίνους, κατάφευγε σ’ ορισμένες «ιδιοτροπίες»
Πολλοί που έτυχαν να δούν τον Χατζεφεντή να υψώνει τα χέρια του και να παρακαλεί το Θεό και να φωνάζει προσευχόμενος «Θεέ μου, Θεέ μου!»
έλεγαν• «λες και ξεκοβόταν η καρδιά του εκείνη την ώρα, και θαρρείς
έπιανε τον Χριστό από τα πόδια και δεν τον άφηνε, εάν δεν του έκανε το
αίτημά του»…
Ως Λειτουργός του Υψίστου δεν πατούσε στην γη, και ως Συλλειτουργός άστραφτε στον κόσμο.
Τον δόξασε ο Θεός, γιατί συνέχεια με την
αγία του ζωή δοξαζόταν το όνομα του Θεού, εις τον οποίον ανήκει πάσα
δόξα εις τους αιώνας. Αμήν.
Μοναχού Παϊσίου Αγιορείτου, «Ο Άγιος
Αρσένιος ο Καππαδόκης», εκδ. Ι.Ησυχαστηρίου Ευαγγελιστής Ιωάννης ο
Θεολόγος, Σουρωτή, Θεσ/νίκης 1991
Η αγία του μορφή συνέχεια σκορπούσε Χάρη και παρηγοριά… Έφυγε στις 10 Νοεμβρίου το 1924.
***
Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου
Προφητείες του Αγίου Αρσενίου του Χατζηεφεντή του Καππαδόκη
Την Πατρίδα μας θα την χάσουμε, αλλά πάλι θα την βρούμε!
έλεγε πριν από την ανταλλαγή o Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης.
«Γέροντα,
πώς βλέπετε τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας»; «Έ, καλό θα βγει για την
Ελλάδα». «Τι γίνεται με το “μουσουλμανικό τόξο”; Υπάρχει κίνδυνος για
μας;».
«Καλό και απ’ αυτό θα βγει». Επειδή προβληματίσθηκα και δεν κατάλαβα το νόημα των λόγων του, μου εξήγησε στη συνέχεια ότι: «Ο διάβολος επιθυμεί την καταστροφή του ανθρώπου. Πάντα, όμως, ο Θεός δεν επιτρέπει να γίνει έτσι, όπως το θέλει ο διάβολος.
Άλλα τι κάνει; Παραχωρεί στο διάβολο το δικαίωμα να κάνη κακό μέχρις
ενός σημείου, γιατί από το κακό αυτό θα προκύψει κάτι καλό.
Είπε πώς ό,τι έπαθε το Ιράκ, το ίδιο θα πάθει και η Τουρκία από μία συμμαχική δύναμη και κυρίως από τους Αμερικανούς. Θα χάσει ακόμη και τους πατροπαράδοτους φίλους της, τους Γερμανούς».
Είπε, επίσης, ότι: «Στην Ιταλία θα
παρουσιασθεί ένας νέος Μουσολίνι, στη Γερμανία ένας νέος Χίτλερ και η
ΕΟΚ (τώρα Ε.Ε.) θα διαλυθεί».
H ΕΟΚ, είπε, δεν έχει καμμία σχέση με την
Αμερική. Η Αμερική μοιάζει μ’ έναν αργαλειό, που αφομοιώνει όλα τα
κουρέλια, ενώ στην ΕΟΚ υπάρχουν αντιτιθέμενα και διαπλεκόμενα
συμφέροντα. «Πήγατε, Γέροντα, στην Τουρκία»;
«Ναι, πήγα, ο πατέρας μου πολέμησε τους Τσέτες».
«Άραγε, Γέροντα, θα ξαναπάμε πίσω»;
Μετά την ερώτηση μου αυτή, ο Γέροντας πήγε
αμέσως μέσα στο κελλί και έφερε ένα μικρό τετραδιάκι, γραμμένο στα
φαρασιώτικα ή στα τούρκικα, με προφητείες του αγίου Αρσενίου (του Καππαδόκη) από το 1901 έως το 1923.
Το τετραδιάκι εκείνο περιελάμβανε γεγονότα
που συνέβησαν την εποχή εκείνη, καθώς και προφητείες μελλοντικές. Ο
Γέροντας μου έδειξε τι έγραφε για το 1922: «Φέτος η πατρίδα μας θα χαθεί και θα μας διώξουν, αλλά θα πάμε πάλι».
Καραφείζης Βασίλειος, ταξίαρχος ε.α., Διδυμότειχο, Έβρου, η συνομιλία έλαβε χώρα την 10η Ιανουαρίου 1992.
Στο βιβλίο «Ο Γέρων Παΐσιος», Εκδόσεις «ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ» 1994
***
Ο γέροντας Παΐσιος είχε τις χειρόγραφες σημειώσεις του Αγίου Αρσενίου του Χατζηεφεντή.
Μας έφερε ο γέροντας ένα τετράδιο που
είχε γραμμένες κάτι προφητείες του Αγίου Αρσενίου του Χατζηεφεντή. Εκεί
μέσα ο Άγιος προφήτευε τα γεγονότα του 1923 και έλεγε ότι θα
ξαναγυρίσουν εκεί στην πατρίδα πάλι οι Έλληνες.
Ο Γέροντας είπε ότι εκτός που θα
κάνουν κράτος οι Κούρδοι και οι Αρμένιοι, θα πέσει και χολέρα στην
Τουρκία και θα αποδεκατισθούν από την αρρώστια οι Τούρκοι. (Ο Πατήρ Παΐσιος μου είπε του Αθανάσιου Ρακοβαλή , Σελ: 79)
Και την Κωνσταντινούπολη θα την πάρουμε. Θα μας την δώσουν δηλαδή.
Όχι από καλοσύνη ή από δικαιοσύνη. ΟΧΙ. Αλλά θα οικονομήσει ο Θεός
νάρθουν έτσι τα συμφέροντα των μεγάλων, ώστε να τους βολεύει ναχουμε
εμείς την Πόλη .
Και την Καππαδοκία θα την πάρουμε
Τον κοίταξα με απορία.
Και την Καππαδοκία γέροντα; ρώτησα .
Έ!…Θα είναι τόσο χαλαρά τα πράγματα εκεί που θα μπορεί να πηγαίνει όποιος θέλει, οπότε θα είναι σαν να την έχουμε.
Ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι σηκώνουν πάλι κεφάλι. Οι Αμερικάνοι σου λέει, τι γίνεται εδώ; Θα μας βοηθήσουν οι Άγγλοι και οι Αμερικάνοι.
Καλά Γέροντα, οι Τούρκοι είναι δέκα εκατομμύρια στην Πόλη…. και θα μας τηνδώσουν, πως θα μπορέσουμε να τους ελέγξουμε;
Θα τους περάσουν απέναντι , από την άλλη μεριά. Ο λογισμός μου λέει (το τόνισε ο «λογισμός») ότι θα τον κάνουν έτσι για τα νερά…. Να είναι διεθνή…. Μετά θα πέσει και χολέρα στην Τουρκία και θα γίνει μεγάλο κακό. Θα πεθάνουν πάρα πολλοί . Το έχει πει και ο Άγιος Αρσένιος αυτό . Είχε γράψει ένα τετράδιο με προφητείες … σου το έχω δείξει;
Ναι, γέροντα .
…μετά είναι και το ένα τρίτο που θα γίνουν χριστιανοί .
Ο Πατήρ Παΐσιος μου είπε , Σελ: 77
***
Δεκαετία του 80, ούτε καταλαβαίναμε τίποτε από αυτά που ζούμε. Ένας Ασκητής Αγιορείτης μας έδειξε τις χειρόγραφες σημειώσεις που είχε από τον γέροντα του.
Όταν τις αναγνώσαμε όλα αυτά μας φαινόταν πολύ μακρινά.
Έγγραφε πολλά αλλά αναφέρουμε αυτά που μας έκαναν εντύπωση καθότι δεν μας επέτρεψε να έχουμε κάποιο αντίγραφο.
« στις αρχές της νέας χιλιετίας θα κάνουν πρόβα για να σας βουλώσουν με τον δυσώνυμο αριθμό»
« θα τους προλάβει μεγάλος πόλεμος που θα ανάψει στην περιοχή της Βαβυλώνας και ο απόηχος του θα φτάσει στην νέα Βαβυλώνα»
« η Ρωσία θα σαρώσει μέχρι το Σουεζ αλλά μετά θα γυρίσει πίσω»
« Μέχρι τότε μην συγκοινωνείτε με τα έργα του σκότους για να σωθείτε από το παγκόσμιο κακό»
Αυτός ήταν ο Πατήρ Αρσένιος! Μόνος, μικρός, με μόνη του Θεού την προστασίαiconandlight
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου