Η Δυτική Ρούμελη τράβηξε κοντά της από άλλους τόπους ασήμαντους και ταπεινούς ασκητές που στη συνέχεια αναδείχθηκαν Άγιοι του Νεοελληνικού Μαρτυρολογίου.
Ένας από αυτούς είναι ο Άγιος Βάρβαρος από την Πεντάπολη της Κυρηναϊκής από όπου πήρε και το προσωνύμιο Πενταπολίτης. Τέσσερες Αγιολογικές πηγές αναφέρουν τέσσερις Αγίους με το όνομα Βάρβαρος: ένας μάρτυρας επί Ιουλιανού (325 – 363), ένας Όσιος, επί Μιχαήλ του Β΄ στην περιοχή της Ηπειρωτικής Νικοπόλεως, άλλος ένας όσιος, από την περιοχή της Μακαδονικής Πελαγωνίας και τέλος ένας Άγιος αθλήσας στην περιοχή της Πρέβεζας και της Βόνιτσας μας λέει ο Κώνστας στα Άπαντα.
Ο Άγιος Βάρβαρος γεννήθηκε το 800 μ. Χ. στην Πεντάπολη της Αιγύπτου, την εποχή κατά την οποία η εκκλησία μας δοκιμαζόταν από την αίρεση της εικονομαχίας. Έζησε στα χρόνια της Βασιλείας του Μιχαήλ Τραυλού του Β΄ (820 – 829), ο οποίος ήταν βυζαντινός αξιωματούχος από το Αμάριο της Φρυγίας. Ο Μιχαήλ διακήρυξε την ελευθερία των βυζαντινών να εκφράζονται για την τιμή των ιερών κανόνων και ανακάλεσε από την εξορία τους φίλους των εικόνων.
Ο Άγιος Βάρβαρος ήταν Αιθίοπας και οι γονείς του μάλλον ήταν χριστιανοί. Την εποχή εκείνη βρέθηκε να είναι μέλος αραβικής πειρατικής συμμορίας με την οποία έφθασε στην Ακαρνανία σφάζοντας, λεηλατώντας και ερημώνοντας σχεδόν όλη την περιοχή του Ξηρομέρου.
Η συμμορία αυτή απειλούσε ακόμα και το Βυζάντιο. Κατόρθωσε, όμως, να περάσει από την Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Σικελία, την Κρήτη και έφθασε στην Ήπειρο. Από την Ήπειρο ήρθαν στο Άκτιο και μέσα από τον Αμβρακικό κόλπο προχώρησαν προς την επαρχία Ξηρομέρου. Στο πέρασμά τους λήστευαν και σκότωναν. Η πρώτη μάχη με τους πειρατές, που ήταν σκληρή και αιματηρή, έγινε στο χωριό Δραγαμεστό, το σημερινό Καραϊσκάκη, δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Αστακού. Οι Ακαρνάνες πολέμησαν με γενναιότητα και νίκησαν του πειρατές από του οποίους σώθηκε μόνο ένας, ο οποίος κρύφτηκε μέσα σε θάμνους ή όπως πολλοί λένε μέσα σε ένα αμπέλι. Στη συνέχεια ζούσε σε μέρη δύσβατα μακριά από ανθρώπους, σχεδόν, σαν αγρίμι, η τροφή του ήταν καρποί και ρίζες δέντρων, νερό δε έπινε από τις πηγές των Ακαρνανικών βουνών που ήταν κοντά στο χωριό Τρύφου.
Ο πειρατής Βάρβαρος έγινε ο φόβος και ο τρόμος στα χωριά της Ακαρνανίας και οι κάτοικοι νόμιζαν ότι η παρουσία του στην περιοχή τους θα ήταν καταστροφική. Προσπάθησαν πολλές φορές να τον συλλάβουν όμως δεν τα κατάφεραν.
Κάποια μέρα, ο Βάρβαρος, είδε από μακριά τον παπά του χωριού να μπαίνει στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου Τρύφου Ξηρομέρου της περιοχής Νύσσας λίγα χιλιόμετρα δυτικά της Αμφιλοχίας και χωρίς να χάσει καιρό προχώρησε με εχθρικές διαθέσεις προς τον π. Ιωάννη το Νικοπολίτη. Βρέθηκε, όμως, μπροστά σ΄ ένα μεγάλο θαύμα. Δύο νεαροί άνδρες που κρατούσαν τον π. Ιωάννη έλαμπαν καλύτερα και από τον ήλιο. «Ο Βάρβαρος θυμήθηκε όλη του τη ζωή, το αμαρτωλό παρελθόν του, κλαίει λες και είναι μικρό παιδί» μας λέει ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. ΚΟΣΜΑΣ στο Θείο κήρυγμά του στις23 Ιουνίου 2008, ημέρα Δευτέρα, μετά τη Θεία λειτουργία στην οποία ιερούργησε πλαισιωμένος από ιερείς της περιοχής.
Ο Βάρβαρος έντρομος από το θαύμα αυτό, συγκινήθηκε, ο νους του φωτίστηκε και τα άγρια ένστικτά του υποχώρησαν. Στη συνέχεια, αναγεννήθηκε, και δέχθηκε το μυστήριο του βαπτίσματος. Ακολούθως, εκάρη μοναχός και ζούσε με νηστεία και προσευχή, ενώ για σπίτι του είχε ένα σπήλαιο. Πολλοί χωριανοί μετά από το θαύμα αυτό του είπαν να πάει να μείνει στο χωριό. Όμως ο Βάρβαρος παρέμεινε στο σπήλαιο κάνοντας ασκητική ζωή.
Έζησε αλυσοδεμένος σ΄ όλη του τη ζωή στερούμενος τα πάντα και επί δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια σερνόταν στο χώμα. «Η άλυσις είναι ο χρυσός στολισμός μου, με αυτήν έδεσα την σάρκα και την υπέταξα στο πνεύμα» έλεγε ο Βάρβαρος τιμωρώντας έτσι τον εαυτό του. Κάποια μέρα βρέθηκαν κοντά στη σπηλιά κυνηγοί που ήρθαν από την Νικόπολη, τη σημερινή Πρέβεζα, οι οποίοι δεν γνώριζαν ότι μέσα στη σπηλιά ήταν άνθρωπος. Ο Βάρβαρος εκείνη τη στιγμή βγήκε για να βρει τροφή, ήταν απόγευμα ο ήλιος βασίλευε. Μέσα στην πυκνή βλάστηση οι κυνηγοί αντελήφθησαν κάποιο θήραμα, νόμισαν, δηλαδή, ότι ήταν κάποιο ζώο και άθελά τους το τραυμάτισαν. Δυστυχώς ο τραυματισμός ήταν θανάσιμος για το «θήραμα».
Ο Άγιος Βάρβαρος, με δυσκολία έλεγε τα τελευταία του λόγια. Συντετριμμένοι οι κυνηγοί παρακολουθούσαν τις τελευταίες στιγμές του. Με αυτόν τον τρόπο ο Θεός θέλησε να τον ελευθερώσει από τη σκληρή και επίπονη άσκηση. Όταν ο θάνατος του ασκητή Βαρβάρου, έγινε γνωστός στα γύρω μοναστήρια, μοναχοί πήγαν εκεί, ετοίμασαν το λείψανο και με τιμές το ενταφίασαν στις 23 Ιουνίου, όπου η εκκλησία μας τιμά και την μνήμη του. Από τον τάφο ανέβλυσε μύρο, γι΄ αυτό ονομάστηκε και Μυροβλύτης.
Δίπλα στον τάφο του Αγίου υπάρχουν ιαματικά λουτρά το δε νερό το ονόμασαν «Αγιονέρι». Τα ιερά λείψανα του Αγίου έμειναν στον Τρύφου επτακόσια χρόνια. Τρύφος είναι Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Μεδεώνος και βρίσκεται στην Επαρχία Ξηρομέρου σε υψόμετρο 520 μέτρα. Εδώ βρίσκεται και η ιαματική πηγή που πήρε το όνομα του Αγίου «Άγιος Βάρβαρος» και οι πηγές της είναι στην κορυφή των Ακαρνανικών βουνών. Μέσα από την πηγή, όπως λέγεται ο Άγιος κατέβαινε και έπαιρνε νερό. Ένας Βενετός Αξιωματικός ονόματι Σκλαβούνος το 1571, θεραπεύτηκε αφού προσκύνησε στον τάφο του Αγίου και ήπιε νερό.
Θέλοντας να τιμήσει περισσότερο τον Άγιο Βάρβαρο πήρε τα λείψανά του στην Ιταλία. Φήμες αναφέρουν ότι τα ιερά λείψανα βρίσκονται στο χωριό San Barbaro της Ιταλίας. Ναοί του Αγίου υπάρχουν στο χωριό Ποταμός της Κέρκυρας και στο χωριό Κατούνα της Λευκάδας.
Η εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του Αγίου στις 23 Ιουνίου στον Τρύφο Ξηρομέρου. Νεότερη ενημέρωση μας λέει ότι τα Ιερά λείψανα του Αγίου Βαρβάρου βρέθηκαν στη Πόλη Vodnjan της Κροατίας και την Κυριακή 9 Ιουνίου 2013 στο χωριό Ποταμός της Κέρκυρας έγινε η επίσημη υποδοχή και εγκατάσταση αποτμήματος της τιμίας κάρας του Αγίου Βαρβάρου του Πενταπολίτου και Μυροβλήτου. Το Ιερό λείψανο δωρήθηκε από την Εκκλησία της Κροατίας. Των Ιερών ακολουθιών προεξήρχε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων π. Νεκτάριος.Οι άγιοι νεομάρτυρες Κωνσταντίνος εκ Καππούας της Θεσσαλίας και Ματθαίος εκ Γερακαρίου Ρεθύμνης.
Τη 18η μηνός Αυγούστου η αγία μας Εκκλησία εορτάζει την αγία μνήμη των Νεομαρτύρων Κωνσταντίνου εκ Καππούας της Θεσσαλίας και Ματθαίου εκ Σφακίων.
Ο Άγιος Μάρκος γεννήθηκε στη Σμύρνη. Ο πατέρας του καταγόταν από τη Θεσσαλονίκη και ονομαζόταν Χατζή Κωνσταντής, ή δε μητέρα του από τη Σμύρνη και ονομαζόταν Μαρία. Ο ίδιος παντρεύτηκε το έτος 1788 μ.Χ. Μπλέχτηκε όμως στην Έφεσο με άλλη χριστιανή γυναίκα και κάποια ημέρα συνελήφθησασν επ’ αυτοφώρω. Ο άγιος και η ερωμένη του αρνήθηκαν την πίστη τους ενώπιον του κριτή.Ο Μάρκος, γρήγορα αισθάνθηκε τύψεις συνειδήσεως για την εξωμοσία του, πήγε με δάκρυα και εξομολογήθηκε σε κάποιο πνευματικό, ο όποιος τους διευκόλυνε να φύγουν στη Σμύρνη. Από εκεί, αφού επιβιβάστηκαν σε πλοίο που πήγαινε στην Τεργέστη, το 1792 μ.Χ., αποβιβάστηκαν στη Βενετία, όπου χρίστηκαν με Άγιο Μύρο, κοινώνησαν και παντρεύτηκαν. Αργότερα, ο Μάρκος, αφού περιπλανήθηκε σε διάφορους τόπους, αποφάσισε να μαρτυρήσει για τη χριστιανική πίστη και επέστρεψε στη Χίο και από εκεί στην Έφεσο.
Στην πόλη αυτή συνάντησε τον πνευματικό του και εξομολογήθηκε τον πόθο του, αλλά ο πνευματικός του τον απέτρεψε, λόγω ανοικοδομήσεως του νέου Ναού και του πρόσφατου τότε μαρτυρίου του Αγίου Νεομάρτυρα Γεωργίου, οι Τούρκοι ήταν πολύ εξαγριωμένοι και θα γκρέμιζαν τον Ναό αυτό. Όποτε ο μάρτυς αναγκάσθηκε να επιστρέψει στη Χίο.
Εκεί, αφού προσευχήθηκε και κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων, πήγε στο κριτήριο, όπου με θάρρος κήρυξε τη χριστιανική του πιστή. Παρά τις κολακείες του κριτή, ο μάρτυρας παρέμεινε αμετάπειστος. Τότε τον έκλεισαν στη φυλακή, όπου υπέστη σκληρά και ανελέητα βασανιστήρια. Όταν για δεύτερη φορά τον οδήγησαν στον κριτή, ο Μάρκος και πάλι ομολόγησε τον Χριστό. Οι Τούρκοι εξαγριωμένοι τον γκρέμισαν από τις σκάλες και τον έκλεισαν πάλι στη φυλακή, όπου αυτή τη φορά τον βασάνισαν ακόμα πιο φρικτά. Αλλά ο Μάρκος, αντί να γογγύζει, έψαλλε ευχαριστημένος.
Οι χριστιανοί της Χίου, όταν έμαθαν την υπομονή του μάρτυρα, άρχισαν να νηστεύουν και να προσεύχονται στον Θεό, για να τον ενισχύσει στον μαρτυρικό του αγώνα. Ο Μάρκος αφού κοινώνησε και πάλι των αχράντων μυστηρίων μέσα στη φυλακή, για τρίτη φορά ομολόγησε τον Χριστό μπροστά στον κριτή. Τελικά τον οδήγησαν στον τόπο της εκτέλεσης και τον αποκεφάλισαν στις 5 Ιουνίου 1801 μ.Χ., ημέρα Τετάρτη και ώρα 02.00 το πρωί στη Χίο. Τότε όλοι οι Χριστιανοί της Χίου, έψαλλαν ύμνους ευχαριστήριους στον Θεό για την λαμπρή μαρτυρία του Νεομάρτυρα Μάρκου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου