Στὸ μαγαζὶ εἶχαν βάλει τὸ περιλάλητο δίσκο τοῦ Τσιτσάνη Συννεφιασμένη Κυριακή. Εἶχε πεῖ νὰ τὸν ἀλλάξουν λέγοντας ὅτι ἡ Κυριακὴ δὲ γίνεται νά 'ναι συννεφιασμένη, ἀλλὰ πάντα στὸ κύλισμα τῶν ἡμερῶν ἡλιόχαρη καὶ δοξαστικὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ἕνας ἄλλος ἥλιος τρανότερος ἀπ'αὐτὸν ποὺ βλέπουμε νὰ μᾶς φωτᾶ καὶ πότε-πότε, συχνὰ πυκνά, νὰ κρύβεται. Αὐτοῦ τοῦ Ἥλιου τὸ φῶς ἅμα ἅπαξ τὸ καταλάβεις δὲ σβήνει καμιὰ φορά.
"Δὀξα σοι, Θέ μου", πρόσθεσε, στὴ συζήτηση ποὺ εἶχε ἀνάψει προτοῦ νὰ σηκωθοῦν ὅλοι μαζὶ νὰ πιαστοῦν στὸ χορό.
"Τί
μὲ θέλετε καλόπαιδα;" ἀποτάνθηκε στοὺς νεκρούς, διακόπτοντας τὸ χορό.
Κι ἅμα ἐκεῖνοι ἀποκρίθηκαν ἔχοντας τὸ στόμα κλειστό, συνέχισε: "Μὴν
ἀνησυχεῖτε. Σύντομα θὰ ἔχει τελειώσει ἡ δουλειά. Θὰ δώσω τόσες μυριάδες
καὶ χιλιάδες ζεστὰ φιλιά, στὶς ἄκρες τοῦ χωρισμένου κορμιοῦ καὶ τοῦ
κεφαλιοῦ, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει ἀλλιῶς, θὰ μαλακώσει ἡ ὕλη καὶ τὰ
διεστῶτα θὰ ἐπανασυγκολληθοῦν. Μ' ἀρέζει κιόλας σᾶς λέω τὸ κεφάλι. Θὰ
ἤθελα νὰ τὸ βάνω πάνω στὴν καρδιά μου. Νὰ τὸ παντρευτῶ. Νὰ ζήσουμε ὅσο
καιρὸ μᾶς ἐιτρέψει ὁ Κύριος, προετοιμαζόμενοι γιὰ τὴν πυκνὴ καὶ συνεχὴ
ἀνταλλαγὴ ἀσπασμῶν στὸν τάφο μετέπειτα".
Οἱ νεκροὶ τότε πῆραν μέρος στὸ χορὸ καὶ κανεὶς πιὰ δὲ μποροῦσε νὰ ξεχωρίσει τοὺς πεθαμένους ἀπ΄ τοὺς ζωντανοὺς. "Δόξα τῷ Θεῷ", άναφώνησαν οἱ πάντες μὲ φωνὴ στεντόρεια.
Ν.Γ.Πεντζίκης,ΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΝΟΜΟΥ ΔΡΑΜΑΣ ΠΑΡΑΜΥΘΊΑ,ΑΓΡΑ 1999
1 σχόλιο:
Άς μήν ξημερώνει καμμία Κυριακή συννεφιασμένη .....
Δημοσίευση σχολίου