Μέχρι και ο μεγάλος ποιητής μας Κωνσταντίνος Καβάφης δεν έμεινε ασυγκίνητος από την γενναιότητα των Αγίων Παιδιών και το 1925 τους έγραψε ποίημα.
Επτά παιδιά, σύμφωνα με τον Συναξαριστή, κατηγορήθηκαν επί αυτοκράτορα Δεκίου (251) για τη χριστιανική τους πίστη. Προκειμένου να αποφύγουν το διωγμό, μοίρασαν όλα τα υπάρχοντά τους στους φτωχούς και αποσύρθηκαν σε σπήλαιο της Εφέσου, κοιμήθηκαν και ξύπνησαν έπειτα από σχεδόν 200 χρόνια, επί βασιλείας του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Β' του Μικρού (445).
Μάλιστα, το «ξύπνημά» τους ήταν απτό δείγμα της ανάστασης των νεκρών, που την εποχή εκείνη αμφισβητούσε μια αίρεση.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά 2 φορές τον χρόνο την μνήμη των Αγίων 7 παίδων των εν Εφέσω, στις 4 Αυγούστου και στις 22 Οκτωβρίου τιμάται η Αφύπνιση (Ανάσταση) των Αγίων. Οι νέοι κλείσθηκαν επί Δεκίου σε σπήλαιο της Εφέσου. Αναστήθηκαν μετά από 194 χρόνια επειδή...
Ο μέγιστος Κωνσταντίνος Καβάφης, ο οποίος ήξερε και μελετούσε πολλά και ...απίθανα, εμπνεόμενος, προφανώς, από το Συναξάρι της ημέρας έγραψε ένα ποίημα για τους Αγίους Επτά Παίδες, τον Ιανουάριο του 1925.
Ποιον Συναξαριστή, άραγε, είχε υπ' όψιν του ο Καβάφης; Στην Βιβλιοθήκη του βρίσκουμε και τους τρεις τόμους του Συναξαριστή του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, σε μία έκδοση του 1868 στη Ζάκυνθο. Άρα, δεν μπορεί να είναι άλλη η πηγή του.
Tω αυτώ μηνί Δ', μνήμη των Aγίων επτά Παίδων των εν Eφέσω, Mαξιμιλιανού, Eξακουστωδιανού, Iαμβλίχου, Mαρτινιανού, Διονυσίου, Aντωνίνου, και Kωνσταντίνου.
Tον επτάριθμον τιμώ χορόν Mαρτύρων, Δείξαντα ανάστασιν νεκρών τω κόσμω. Tη δε τετάρτη νεκροέγερτοι ξύνθανον επτά.
Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού μεταφρασθείς δε
αμέσως εκ του ελληνικού χειρογράφου συναξαριστού και μεθ’ όσης πλείστης
επιμελείας ανακαθαρθείς, διορθωθείς, πλατυνθείς, αναπληρωθείς,
σαφηνισθείς, υποσημειώσεσι διαφόροις καταγλαϊσθείς και εις τρεις τόμους
διαιρεθείς υπό του αοιδίμου μοναχού Nικοδήμου Aγιορείτου. Eν Zακύνθω, Eκ
του τυπογραφείου «O Παρνασσός» Σεργίου X. Pαφτάνη, 1868.
Το παρακάτω ποίημα, περιλαμβάνεται στον τόμο K. Π. Καβάφης, Ατελή ποιήματα 1918-1932, που εκδόθηκε με φιλολογική επιμέλεια και σχόλια της Renata Lavagnini (εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 1994).
Ιδού, λοιπόν, το Καβαφικό ποίημα - συναξάρι:
Oι Άγιοι Επτά Παίδες
Ιανουάριος 1925
εικ.: Χειρόγραφο του Κων. Καβάφη. Επεξηγήσεις του
ψηφιακού αντιγράφου του ποιήματος βλ. στην βιβλιογραφία.
Έμορφα που εκφράζεται το συναξάριον:
«ενώ δε συνωμίλει ο βασιλεύς» με τους αγίους
«κ' οι επίσκοποι και άλλοι πολλοί άρχοντες,
«ενύσταξαν ολίγο οι άγιοι»
και τες ψυχές των στον θεό παρέδωσαν.
Οι Άγιοι Επτά Παίδες της Εφέσου που
κατέφυγον εις σπήλαιον να κρυφθούν
από τον διωγμόν των εθνικών, κ' εκεί εκοιμήθησαν -
και την επαύριον εξύπνησαν. επαύριον γι' αυτούς.
μα εν τω μεταξύ, είχαν παρέλθει σχεδόν δύο αιώνες.
ξύπνησε την επαύριον και πήγε
ένας των, ο Ιάμβλιχος, γιά ν' αγοράσει άρτον,
κ' είδεν εμπρός του άλλην Έφεσον,
όλην καθηγιασμένη μ' εκκλησίες, και σταυρούς.
κ' εχάρηκαν οι Άγιοι Επτά Παίδες,
και τους ετίμησαν και τους προσκύνησαν οι χριστιανοί -
κ' ήλθε κι απ' την Κωνσταντινούπολιν ο βασιλεύς,
ο Θεοδόσιος, ο γιός του Αρκαδίου,
και τους προσκύνησεν κι αυτός,
ως πρέπον, ο ευλαβέστατος.
και χαίρονταν οι Άγιοι Επτά Παίδες
σ' αυτό τον κόσμο τον ωραίο, και τον χριστιανικόν,
τον αγιασμένο μ' εκκλησίες, και σταυρούς.
μα έλα που ήσαν όλα τόσο διαφορετικά,
και τόσα είχαν να μάθουν και να πουν,
(και τέτοια δυνατή χαρά ίσως εξαντλεί κι αυτή)
που γρήγορα κουράσθηκαν οι Άγιοι Επτά Παίδες,
από άλλον κόσμο φθάσαντες,
από σχεδόν δυό αιώνες πριν,
και νύσταξαν μες στην συνομιλία -
και τους αγίους οφθαλμούς των έκλεισαν.
Η Ανάλυση του ποιήματος
Σε σχετικό άρθρο του ο Παντελής Μπουκάλας σχολιάζει: Tο ποίημα αυτό, «Oι Άγιοι Επτά Παίδες», περιλαμβάνεται στον τόμο «K. Π. Καβάφης, Aτελή ποιήματα 1918-1932», που εκδόθηκε με φιλολογική επιμέλεια και σχόλια της Renata Lavagnini* (Ίκαρος, 1994). H γραφή του ανάγεται στο 1925, έτος κατά το οποίο ο Καβάφης έγραψε έξι από «κανονικά» ποιήματά του.
Οι άγιοι επτά παίδες εν Εφέσω. Ρωσική εικόνα του 19ου αιώνα.
Θρησκευτικό το θέμα του ατελούς ποιήματος και μάλιστα χριστιανολογικό, όπως προσημαίνει ο τίτλος του κατά συνέπεια, από τα συνομήλικά του με το μόνο με το οποίο θα μπορούσε να συσχετιστεί είναι το «Απολλώνιος ο Tυανεύς εν Pόδω», και όχι για το καθαυτό περιεχόμενο του «Απολλωνίου» όσο επειδή μας παραπέμπει αυτόματα στο «Eίγε ετελεύτα» του 1920, στους στίχους του οποίου «ένας από τους λίγους εθνικούς, / τους πολύ λίγους που είχαν μείνει» σε μια εποχή που «η Αλεξάνδρεια, πόλις θεοσεβής», τους «αθλίους ειδωλολάτρας αποστρέφονταν», διαβάζει «Tα εις Tυανέα Απολλώνιον» του Φιλοστράτου και αναρωτιέται «πού απεσύρθηκε, πού εχάθηκε ο Σοφός;», ο θαυματοποιός Απολλώνιος ο Τυανέας που έδρασε τον 1ο αιώνα μ.X., ένα αντίπαλο δέος των Εθνικών στον Ιησού των Χριστιανών.
Για παρόμοιους, θρησκειολογικής τάξεως λόγους, για να δούμε δηλαδή τις εκάστοτε καβαφικές «εφαρμογές» του θέματος «χριστιανισμός-παγανισμός», οι «Άγιοι Επτά Παίδες» μπορεί να συσχετιστούν, χωρίς να απομακρυνθούμε από το χρονικό (άρα και πνευματικό) περιβάλλον της γέννησής τους, με το «O Ιουλιανός εν Νικομηδεία» του 1924, και με το «O Ιουλιανός ορών ολιγωρίαν» του 1923 (ας θυμηθούμε και το «ανέκδοτο» «O Ιουλιανός εν τοις μυστηρίοις» του 1896, όπου «ο ανόητος» Ιουλιανός «επείσθη με των Ελλήνων τα άθεα τα λόγια»), καθώς και το «Ιερεύς του Σεραπίου» του 1926).
Και, σαν αγιολογικό που είναι, δεν μπορεί να μην αντικριστεί το ποίημα αυτό με το ποίημα «Συμεών», ένα «εγκώμιο» του Στυλίτη αγίου, και μάλιστα από τη σκοπιά ενός εθνικού που ομολογεί: «Χώθηκα ανάμεσα στους Χριστιανούς / που σιωπηλοί προσεύχονταν κ’ ελάτρευαν, / και προσκυνούσαν· πλην μη όντας Χριστιανός / την ψυχική γαλήνη των δεν είχα / κι έτρεμε ολόκληρος και υπόφερνα· / κ’ έφριττα και ταράττομουν, και παθαινόμουν».
«Tο ενδιαφέρον για τους χριστιανούς αγίους ανήκει στον θρησκευτικό προβληματισμό, ειδικά έντονο στον πρώτο Καβάφη», σημειώνει η Λαβανίνι, παραπέμποντας και στις σκέψεις που διατυπώνει η Diana Haas στο κείμενό της «“Aι αρχαί του χριστιανισμού”: ένα θεματικό κεφάλαιο του Καβάφη» (βλ. «Εισαγωγή στην ποίηση του Καβάφη. Επιλογή κριτικών κειμένων», επιμ. Μιχάλης Πιερής, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 1994).
«Oι Άγιοι Επτά Παίδες» αποτελούν ένα επιπλέον μαρτύριο της διαρκούς θεολογίας του Καβάφη, η οποία του επέτρεψε να σκεφτεί βαθύτερα την ιστορία και, διά της ταλαντεύσεώς του ανάμεσα σε δύο πόλους, να αποφύγει την ευθύγραμμη ευκολία.
Στο συγκεκριμένο ποίημα φαίνεται ότι ο Καβάφης, που αντιγράφει προσεκτικά και σχεδόν καταλογάδην τον Συναξαριστή, προσυπογράφει την ιδέα της αναστάσεως των νεκρών, και ότι ο δαίμων της αμφιβολίας αυτοτιθασσεύεται, από κοινού όμως με την ευρετική φωνή της ποιήσεως. Ίσως γι’ αυτό ακριβώς να έκρινε και ο ίδιος το ποίημά του ανάξιο δημοσίευσης, μη εμπιστευόμενος την αντιγραφική του αμεσότητα και την «αφελή» προφάνειά του (μια προφάνεια, εν τούτοις, που σε πολλά άλλα ποιήματά του συνιστά το μείζον δέλεαρ, την κυριολεκτικώς ειπείν σαγήνη).
Ο Παντελής Μπουκάλας παραθέτει στο σημείο αυτό το Καβαφικό ποίημα και σχολιάζει:
Από τον ύπνο στον ύπνο, από την «κοίμηση» στον θάνατο. Σχεδόν αδιάφοροι για τα εγκόσμια οι άγιοι και, παραδόξως, αδιάφοροι για τον θριαμβεύοντα χριστιανισμό. Δεν μπορούμε να ξέρουμε προς τα πού θα οδηγούσε το ποίημα ο Καβάφης αν συνέχιζε να παλεύει μαζί του για να το τελειώσει. Άριστος αρχαιογνώστης όπως ήταν, ίσως έβρισκε τρόπο να συσχετίσει (ειρωνικά;) τον μακρότατο ύπνο των Παίδων με τον μακρό ύπνο του Επιμενίδη από την Κνωσσό, σοφού και προφήτη που κατά τον θρύλο κοιμήθηκε κι αυτός επί πενήντα επτά χρόνια, σε σπήλαιο επίσης («ούτός ποτε πεμφθείς παρά του πατρός εις αγρόν επί πρόβατον, της οδού κατά μεσημβρίαν εκκλίνας υπ’ άντρω τινί κατεκοιμήθη επτά και πεντήκοντα έτη. Διαναστάς δε μετά ταύτα εζήτει το πρόβατον, νομίζων επ’ ολίγον κεκοιμήσθαι», γράφει ο Διογένης Λαέρτιος στο δικό του συναξάρι).
Ειρωνεία της ιστορίας
Kι αν δεν συσχέτιζε τον άγιο Ιάμβλιχο με τον ομώνυμο μυθιστοριογράφο του 2ου αιώνα μ.X., στα «Βαβυλωνιακά» τού οποίου δεν λείπουν οι σχέσεις με τον Κάτω Κόσμο μέσα σε σπηλιές, δεν θα μπορούσε να μη θαυμάσει, είρων αυτός, την ειρωνεία της ιστορίας, φέρνοντας στον νου του έναν άλλον Ιάμβλιχο, πολύ διασημότερο, τον «αποκρυφιστή» φιλόσοφο του 3ου/4ου αι. μ.X., ενθουσιώδης οπαδός του οποίου υπήρξε ο σημαδιακός εκείνος Ιουλιανός.
Ίσως πάλι, για να συνεχίσουμε να αυθαιρετούμε, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την άριστη ευκαιρία για να παρουσιάσει (διά χειρός των «αυτοπτών» αναστηθέντων) ένα σκαρίφημα του άλλου κόσμου, για το «μετέπειτα»· οπότε πώς θα το εικόνιζε; Χριστιανικό ή «παγανιστικό», όπως οι αρχαίοι κι όπως το δημοτικό τραγούδι, που πολύ το αγαπούσε;
Εδώ ακριβώς είναι ο κόμπος, στην ακοίμητη σύγκρουση της πίστης με την επιφύλαξη, της αποδοχής με τη μελαγχολική αμφιβολία, στον νου ενός ποιητή που, όπως και ο Σύρος σπουδαστής Μυρτίας του ποιήματός του «Tα επικίνδυνα», υπήρξε «εν μέρει εθνικός, κ’ εν μέρει χριστιανίζων».»
Η χρήση της ιστορίας στην ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη
Η προοπτική του μέλλοντος παραμένει άρρηκτα δεμένη με το παρελθόν, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Οι ματιές στο παρελθόν μας μέσα από ερωτήματα νέα αλλά και παλαιότερα, ερωτήματα επίκαιρα ή επίμονα, τα οποία το παρόν επιβάλλει να επαναδιατυπωθούν προκειμένου να τα συζητήσουμε εκ νέου, έρχονται να φωτίσουν από απροσδόκητες οπτικές γωνίες πρόσωπα, γεγονότα, ερμηνείες, κάνοντας έτσι τη σχέση μας με την Ιστορία πιο ζωντανή, δημιουργική και γόνιμη.
Ορισμένοι ανάγουν τη σημερινή μεγάλη δημοτικότητα της ποίησης του Κωνσταντίνου Καβάφη στο γεγονός ή στην υπόθεση ότι ζούμε και σήμερα μια εποχή παρακμής, από αυτές που ταιριάζουν στον ποιητικό κόσμο του Αλεξανδρινού ποιητή. Είναι έτσι; Γιατί έχει πάθος με την ιστορία και με ποιον στόχο την εντάσσει στην ποιητική του; Γιατί προτιμά συνήθως την ελληνιστική περίοδο –ή και την ελληνορωμαϊκή, ενδεχομένως και τη βυζαντινή- αλλά όχι τη σύγχρονή του;
Βιβλιογραφία:
• Πρόλογος και σχόλια από Σοφία Ντρέκου / www.Sophia-Ntrekou.gr• Το ποίημα από ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΟΔΟΣ / panagiotisandriopoulos.blogspot.com
• Η χρήση της ιστορίας στην ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη – Κύκλος Γ' Η Ιστορία με το φακό του παρόντος. Μνήμες και πάθη – Ίδρυμα Ωνάση www.onassis.org
• ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΨΗΦΙΑΚΟΥ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΥ: Καταγράφεται ο μοναδικός κωδικός που έχει αποδοθεί στο επίπεδο περιγραφής ώστε να διευκολύνεται η ανταλλαγή πληροφοριών σε διεθνές επίπεδο. GR-OF CA CA-SF01-S01-F01-SF001-0016 (178)
ΤΙΤΛΟΣ: «Οι άγιοι επτά παίδες» Καβάφης, Κ. Π. Ιανουάριος 1925
ΠΑΛΑΙΑ
ΕΝΔΕΙΞΗ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ: Καταγράφεται η προηγούμενη αναφορά αναζήτησης του
τεκμηρίου όπως εμφανίζεται στον Ιστορικό Κατάλογο Γ. Π. Σαββίδη.
Χειρόγραφο του ποιήματος «Οι Άγιοι Επτά Παίδες», με διαγραφές και
διορθώσεις, στις δύο όψεις φύλλου και στο recto δεύτερου φύλλου.
Αυτοσχέδιος φάκελος με χειρόγραφο τίτλο και χρονολογική ένδειξη.
ΣΧΕΤΙΚΑ
ΕΡΓΑ ΤΟΥ Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗ: Συσχετισμός του αρχειακού τεκμηρίου με ένα ή
περισσότερα έργα του Κ. Π. Καβάφη (ποιήματα, πεζά, δοκίμια), με
παραπομπή στη Βιβλιογραφία Κ. Π. Καβάφη (επιμ. Δ. Δασκαλόπουλου).
cavafy.onassis.org
1 σχόλιο:
Να τον εκλείνανε λέει τον Καβάφη
σε μία μπουκάλα...
παντελώς... καλοθρεμμένη...
και... γενναία επιχορηγούμενη...
...
τι ιδέα παράξενη κι ετούτη...
μην και κινδυνεύει λες...
ο ποιητης,
να τούς τονε κλέψουνε
οι Χριστιανοί...!
Δημοσίευση σχολίου