Και ο δρόμος καθώς φτάνεις μοιάζει σαν μία είσοδος σε έναν άλλο κόσμο.
Ντυμένο στην ομίχλη...περνάς την πύλη και θαρρείς ότι ντύθηκες και εσύ την σιωπή.
Το μοναστήρι. Ντυμένο στην ιερότητα της ησυχίας.
Και τα γυμνά κλαδιά της βελανιδιάς σαν ρίζες απλωμένες στον ουρανό, σαν άγκυρες που πιάστηκαν στα σύννεφα...
Και η ομίχλη σύμμαχος σ’αυτό το βίωμα, το καθάριο, ότι εδώ υπάρχει πόλεμος και όχι ειρήνη.
Πίσω από αυτά τα παράθυρα, πίσω από αυτούς τους τοίχους. Πόλεμος. Με δάκρυα χαράς, με την χαρά των δακρύων. Πόλεμος. Μάχονται σιωπηλά. Με γόνατα λυγισμένα αντιστέκονται. Με ύμνους πλάγιους βυζαντινούς νοσταλγούν την πατρίδα, τον Πατέρα τους. Κανείς δεν τους βλέπει, δεν τους αντιλαμβάνεται.
Μοναχοί...
Τα αρνούνται όλα...Κάθε ηδονική φυλακή, κάθε κοσμική προσμονή...
Τα αγκαλιάζουν όλα, κάθε πόνο, κάθε πληγή...κάθε δοκιμασία
Το μοναστήρι.. αυτός ο χώρος που σκεπάζει και αγκαλιάζει κορμιά γενναίων, ψυχές διψασμένες, ανθρώπους που ντύθηκαν τα μαύρα, φόρεσαν το πένθος, αναβλύζουν χαρά,
Είναι μαζί μέχρι να πούνε αντίο...μέχρι το αντίο τους γίνει αγκαλιά αιώνια, φλόγα ακοίμητη μεσα στα βαθιά του ουρανού...
Και εμείς προσκυνητές του μυστηρίου, διαβάτες, παρατηρητές, ενός κόσμου αλλιώτικου, ενός τόπου ιερού...
Ντυμένο στην ομίχλη...περνάς την πύλη και θαρρείς ότι ντύθηκες και εσύ την σιωπή.
Το μοναστήρι. Ντυμένο στην ιερότητα της ησυχίας.
Και τα γυμνά κλαδιά της βελανιδιάς σαν ρίζες απλωμένες στον ουρανό, σαν άγκυρες που πιάστηκαν στα σύννεφα...
Και η ομίχλη σύμμαχος σ’αυτό το βίωμα, το καθάριο, ότι εδώ υπάρχει πόλεμος και όχι ειρήνη.
Πίσω από αυτά τα παράθυρα, πίσω από αυτούς τους τοίχους. Πόλεμος. Με δάκρυα χαράς, με την χαρά των δακρύων. Πόλεμος. Μάχονται σιωπηλά. Με γόνατα λυγισμένα αντιστέκονται. Με ύμνους πλάγιους βυζαντινούς νοσταλγούν την πατρίδα, τον Πατέρα τους. Κανείς δεν τους βλέπει, δεν τους αντιλαμβάνεται.
Μοναχοί...
Τα αρνούνται όλα...Κάθε ηδονική φυλακή, κάθε κοσμική προσμονή...
Τα αγκαλιάζουν όλα, κάθε πόνο, κάθε πληγή...κάθε δοκιμασία
Το μοναστήρι.. αυτός ο χώρος που σκεπάζει και αγκαλιάζει κορμιά γενναίων, ψυχές διψασμένες, ανθρώπους που ντύθηκαν τα μαύρα, φόρεσαν το πένθος, αναβλύζουν χαρά,
Είναι μαζί μέχρι να πούνε αντίο...μέχρι το αντίο τους γίνει αγκαλιά αιώνια, φλόγα ακοίμητη μεσα στα βαθιά του ουρανού...
Και εμείς προσκυνητές του μυστηρίου, διαβάτες, παρατηρητές, ενός κόσμου αλλιώτικου, ενός τόπου ιερού...
μας το εστειλε το mail
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου