Μάθετε για το ιστορικό και τιμημένο όργανο απαγωγής των δύσοσμων αερίων εκτός δωματίου!
Η ιστορία μας αρχίζει (και τελειώνει φυσικά) στα Επτάνησα του περασμένου
αιώνα, όπου οι ευγενείς σκαρφίστηκαν έναν ομολογουμένως ιδιαίτερο τρόπο
για να απαλλαχθούν από τις δυσάρεστες αναθυμιάσεις κατά τη διάρκεια της
νύχτας.
Ναι, καλά καταλάβατε, η κλανιόλα ήταν απαραίτητο οικιακό σκεύος στα σπιτικά της υψηλής κοινωνίας των Επτανήσων, σαφώς ορισμένη στα προικοσύμφωνα της εποχής για το νυφικό κρεβάτι!
Η ιδιόρρυθμη συσκευή με την απλούστατη λειτουργία αποτελούταν από ένα χωνί και ένα μακρύ λάστιχο, το οποίο δεν χρησίμευε σε τίποτα άλλο από το να διοχετεύει τις ενοχλητικές οσμές της πορδής, που εγκλωβίζονται συνήθως κάτω από τα σκεπάσματα, μακριά από το κρεβάτι του αντρόγυνου.
Όσο κι αν ο όρος εγείρει σήμερα υποτιμητικές συνδηλώσεις, η ξακουστή κλανιόλα έζησε και βασίλεψε επί μακρόν στα Επτάνησα, με τον όρο να αντλεί την καταγωγή του από την κερκυραϊκή διάλεκτο, αν και οι ρίζες της χάνονται στα βάθη των ετών.
Το εργαλείο που κρατούσε τα πράγματα στην κρεβατοκάμαρα καθαρά και ευωδιαστά έφτανε μέχρι το παράθυρο, για να βρίσκουν τη λυτρωτική διέξοδό τους οι δυσώδεις αναθυμιάσεις της νύχτας. Συνήθως ήταν υφασμάτινο ή δερμάτινο, υπήρχαν ωστόσο και ασημένιες εκδοχές του.
Το καινοτόμο σύστημα εξαερισμού του κρεβατιού αποτελούσε μάλιστα απαραίτητο συμπλήρωμα της νυφιάτικης επτανησιακής προίκας, που όριζε ρητά την κλανιόλα στα απαραίτητα αξεσουάρ του κρεβατιού για το νιόπαντρο ζευγάρι: κοκετίνα με ντεστιέρες και μπαλντακί (κρεβάτι με κάγκελα και ουρανό δηλαδή), μαξιλάρια με ντεμέλες ρικαμάδες (μαξιλάρια με κεντημένες μαξιλαροθήκες), τσαγκούλι (δοχείο νυκτός), αναπαψόλια, σκαλνταλέτο και φυσικά η κλανιόλα (ή κλανιόρα), ο σωλήνας που κρέμεται πίσω από το κρεβάτι για την απομάκρυνση των δυσάρεστων οσμών.
Η κλανιόλα εισήχθη στην τάξη των επτανήσιων ευγενών από τους αριστοκράτες της Ευρώπης, κυρίως μέσω Ιταλίας («piritera»), όπου το οικιακό σκεύος χρησιμοποιούταν κατά κόρον. Ήταν μάλιστα η συχνή βρώση οσπρίων που επέβαλε τη χρήση της κλανιόλας στα σπιτικά των επτανήσιων ευγενών!
Εκδοχή της επτανησιακής κλανιόλας συναντούμε και στην Κύπρο, με το ένδυμα (που έμοιαζε με σκελέα) να φοριέται από τον άντρα και να δένεται σφιχτά στη μέση και τους αστραγάλους για να φυλακίζει εντός του τα δύσοσμα αέρια, τα οποία έβρισκαν διέξοδο από ελαστικό αγωγό εκτός δωματίου.
Ο θρύλος θέλει μάλιστα βασιλική κλανιόλα να βγαίνει σε δημοπρασία στον οίκο Sotheby's του Λονδίνου, απ' όπου και το κάτωθι απόσπασμα: «Το επόμενο αντικείμενο της συλλογής Γλύξμπουργκ, νούμερο 324 στους καταλόγους σας, είναι η χειροποίητη ασημένια κλανιόλα του Βασιλέως Γεωργίου του Β', κατασκευασμένη από τον οίκο Bochler του Αμβούργου το 1894. Τιμή εκκίνησης 75.000 στερλίνες. Ακούω 75.000;»...
Ναι, καλά καταλάβατε, η κλανιόλα ήταν απαραίτητο οικιακό σκεύος στα σπιτικά της υψηλής κοινωνίας των Επτανήσων, σαφώς ορισμένη στα προικοσύμφωνα της εποχής για το νυφικό κρεβάτι!
Η ιδιόρρυθμη συσκευή με την απλούστατη λειτουργία αποτελούταν από ένα χωνί και ένα μακρύ λάστιχο, το οποίο δεν χρησίμευε σε τίποτα άλλο από το να διοχετεύει τις ενοχλητικές οσμές της πορδής, που εγκλωβίζονται συνήθως κάτω από τα σκεπάσματα, μακριά από το κρεβάτι του αντρόγυνου.
Όσο κι αν ο όρος εγείρει σήμερα υποτιμητικές συνδηλώσεις, η ξακουστή κλανιόλα έζησε και βασίλεψε επί μακρόν στα Επτάνησα, με τον όρο να αντλεί την καταγωγή του από την κερκυραϊκή διάλεκτο, αν και οι ρίζες της χάνονται στα βάθη των ετών.
Το εργαλείο που κρατούσε τα πράγματα στην κρεβατοκάμαρα καθαρά και ευωδιαστά έφτανε μέχρι το παράθυρο, για να βρίσκουν τη λυτρωτική διέξοδό τους οι δυσώδεις αναθυμιάσεις της νύχτας. Συνήθως ήταν υφασμάτινο ή δερμάτινο, υπήρχαν ωστόσο και ασημένιες εκδοχές του.
Το καινοτόμο σύστημα εξαερισμού του κρεβατιού αποτελούσε μάλιστα απαραίτητο συμπλήρωμα της νυφιάτικης επτανησιακής προίκας, που όριζε ρητά την κλανιόλα στα απαραίτητα αξεσουάρ του κρεβατιού για το νιόπαντρο ζευγάρι: κοκετίνα με ντεστιέρες και μπαλντακί (κρεβάτι με κάγκελα και ουρανό δηλαδή), μαξιλάρια με ντεμέλες ρικαμάδες (μαξιλάρια με κεντημένες μαξιλαροθήκες), τσαγκούλι (δοχείο νυκτός), αναπαψόλια, σκαλνταλέτο και φυσικά η κλανιόλα (ή κλανιόρα), ο σωλήνας που κρέμεται πίσω από το κρεβάτι για την απομάκρυνση των δυσάρεστων οσμών.
Η κλανιόλα εισήχθη στην τάξη των επτανήσιων ευγενών από τους αριστοκράτες της Ευρώπης, κυρίως μέσω Ιταλίας («piritera»), όπου το οικιακό σκεύος χρησιμοποιούταν κατά κόρον. Ήταν μάλιστα η συχνή βρώση οσπρίων που επέβαλε τη χρήση της κλανιόλας στα σπιτικά των επτανήσιων ευγενών!
Εκδοχή της επτανησιακής κλανιόλας συναντούμε και στην Κύπρο, με το ένδυμα (που έμοιαζε με σκελέα) να φοριέται από τον άντρα και να δένεται σφιχτά στη μέση και τους αστραγάλους για να φυλακίζει εντός του τα δύσοσμα αέρια, τα οποία έβρισκαν διέξοδο από ελαστικό αγωγό εκτός δωματίου.
Ο θρύλος θέλει μάλιστα βασιλική κλανιόλα να βγαίνει σε δημοπρασία στον οίκο Sotheby's του Λονδίνου, απ' όπου και το κάτωθι απόσπασμα: «Το επόμενο αντικείμενο της συλλογής Γλύξμπουργκ, νούμερο 324 στους καταλόγους σας, είναι η χειροποίητη ασημένια κλανιόλα του Βασιλέως Γεωργίου του Β', κατασκευασμένη από τον οίκο Bochler του Αμβούργου το 1894. Τιμή εκκίνησης 75.000 στερλίνες. Ακούω 75.000;»...
1 σχόλιο:
ελεοσσσσσσσσσσσ
Δημοσίευση σχολίου