Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς για τη Β´ Βατικανὴ Σύνοδο


Ἀφιεροῦνται εἰς τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην
ΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ ΔΙΑ ΤΗΝ Β´ ΒΑΤΙΚΑΝΗΝ ΣΥΝΟΔΟΝ, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑΝ ΕΤΙΜΗΣΕΝ ΠΑΝΤΟΙΟΤΡΟΠΩΣ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ


Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ἔσπευσεν εἰς τὸ Βατικανὸν καὶ συμπροσευχήθη μετὰ τοῦ Πάπα Βενεδίκτου διὰ τὰ πεντήκοντα ἔτη ἀπὸ τὴν Β´ Βατικανὴν Σύνοδον. Αὕτη ἔθεσε τὰ θεμέλια διὰ τὴν ἕνωσιν τῶν «Ἐκκλησιῶν» μέσῳ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἡ Β´ Βατικανὴ Σύνοδος συνέπεσε μὲ τὴν πνευματικὴν πτῶσιν τοῦ μακαριστοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, ὁ ὁποῖος ἔθεσεν εἰς τὸ περιθώριον τὰ δόγματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, προεχώρησεν εἰς τὴν ἄρσιν τῶν ἀναθεμάτων καὶ ἤρχισε τὸν διάλογον μετὰ τῶν Παπικῶν διὰ τὴν ἕνωσιν τῶν «Ἐκκλησιῶν».
Ἔκτοτε εὑρισκόμεθα ἀντιμέτωποι μὲ τὴν προδοσίαν τῆς Πίστεως. «Ἐκκλησίαι», αἱ ὁποῖαι δὲν ἀνεγνωρίζοντο ὡς κανονικαί, διότι ἀνῆκον εἰς χριστιανικὰς αἱρέσεις, ἀναγνωρίζονται πλέον ὡς κανονικαί. Ἐφρόντισαν περὶ αὐτοῦ οἱ διάδοχοι τοῦ μακαριστοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, ὁ μακαριστὸς Δημήτριος καὶ ὁ σημερινὸς Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος. Ὁ τελευταῖος δὲν ὑπολογίζει τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, προχωρεῖ ἰσοπεδωτικῶς εἰς τὰ σχέδιά του, συλλειτουργεῖ καὶ συμπροσεύχεται μὲ τὸν αἱρεσιάρχην Πάπαν.

Θεωρεῖ τὸ «Βάπτισμα» τῶν Παπικῶν ὡς κανονικὸν καὶ διὰ αὐτὸ προστάζει πώς, ὅταν κάποιος παπικὸς προσχωρῆ εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν, δὲν χρειάζεται νὰ ξαναβαπτισθῆ. Τὴν 10ην Ὀκτωβρίου μετέβη εἰς τὸ Βατικανόν,διὰ νὰ συμπροσευχηθῆ μετὰ τοῦ Πάπα, ἐπὶ τῇ συμπληρώσει τῶν πεντήκοντα ἐτῶν ἀπὸ τὴν Β´ Βατικανὴν Σύνοδον.
Ἡ Β´ Βατικανὴ Σύνοδος προέβη εἰς τὴν ἀναγέννησιν τῶν οὑμανισμῶν – πτωμάτων
Τί ἦτο ὅμως ἡ Β´ Βατικανὴ Σύνοδος, ἡ ὁποία ἔθεσε τὰ θεμέλια διὰ τὴν ἕνωσιν τοῦ Παπισμοῦ ἰδιαιτέρως μετὰ τῶν Ὀρθοδόξων, μὲ ἐμπροσθοφυλακὴν τὸν Οἰκουμενισμόν, θὰ ἀφήσωμεν νὰ τὸ περιγράψη ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς μὲσα ἀπό τά κείμενά του, τά ὁποῖα συμπεριέλαβε ὁ μακαριστὸς Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ἀρχιμανδρίτης Ἰγνάτιος Πουλουπάτης εἰς ἀφιέρωμα διά αὐτόν μὲ θέμα: «Εὐρώπη καὶ Ὀρθοδοξία», τὸ ὁποῖον εἶχε δημοσιευθῆ εἰς τὸ περιοδικὸν «Παράδοση» (τεῦχος 15-17 τοῦ ἔτους 1979), τὸ ὁποῖον ἐξέδιδεν ὁ ἀείμνηστος Ἰωάννης Χατζηφώτης (Γραφεῖον Τύπου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐπὶ μακρὸν χρονικὸν διάστημα). Εἰς αὐτό ἔγραφε τὰ ἑξῆς:
«Θὰ μᾶς ὁμιλήση λοιπὸν ὁ πολυσέβαστος καὶ πολύκλαυστος π. Ἰουστῖνος ὄχι ἀπὸ τοῦ τάφου του, ὅπως συνηθίζουμε νὰ λέμε. Θὰ μᾶς ὁμιλήση ὁ ἴδιος, ὁ ζῶν εἰς τὸν αἰῶνα π. Ἰουστῖνος, ὁ ὅποιος τώρα προγεύεται τῆς μελλούσης δόξης καὶ προλάμπτεται ἀπὸ μερικὲς ἀκτῖνες τοῦ θείου φωτός, περιμένοντας κι ἐμᾶς νὰ τελειώσωμε τὸν δρόμον τῆς αὐταπαρνήσεως καὶ τῆς θυσίας, ποὺ ἐπορεύθη ἐκεῖνος.
Καὶ θὰ μᾶς ὁμιλήση μέσα ἀπὸ μερικὰ κείμενά του, ποὺ ἐκδόθηκαν στὸ πολύτιμο βιβλίο “Ἄνθρωπος καὶ Θεάνθρωπος”, ἀπὸ τὸν ἐκδοτικὸ οἶκο “Ἀστήρ”, εἰδικώτερα δὲ ἀπὸ τὰ δοκίμια του: “Ἡ ὑψίστη ἀξία καὶ τὸ ἔσχατον κριτήριον ἐν τῇ Ὀρθοδοξίᾳ”, “Ἀπὸ τὸν ἀρεια νισμὸν τοῦ Ἀρείου ἕως τὸν νεώτερον εὐρωπαϊκὸν ἀρειανισμὸν” καὶ “Σκέψεις περὶ τοῦ "ἀλαθήτου" τοῦ εὐρωπαίου ἀνθρώπου”. Τί ἔχει, λοιπόν, νὰ μᾶς πῆ ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος πάνω στὸ θέμα τοῦ συνοικεσίου μας μὲ τὴν Εὐρώπη; Νὰ ἐπιμείνουμε στὴν ἐκλογὴ ἢ νὰ ἀναθεωρήσουμε τὶς ἀπόψεις μας καὶ νὰ ἀκυρώσουμε τὸ συμβόλαιο καὶ τὸ συν οικέσιο αὐτό;
Ἐδῶ, λέει ὁ ἀοίδιμος, πρόκειται γιὰ ἀποφασιστικὸ δίλημμα καὶ ἐκλογή: ἢ ὁ Θεάνθρωπος ἢ ὁ ἄνθρωπος! Ἀπέναντί μας ἔχουμε ἕνα γέννημα τοῦ διαβόλου, ποὺ λέγεται εὐρωπαϊκὸς οὑμανισμός. Κορύφωμα τοῦ διαβολοποιημένου οὑμανισμοῦ, εἶναι τὸ νὰ θέλη κανεὶς νὰ γίνη καλὸς διὰ τοῦ κακοῦ, νὰ γίνη Θεὸς διὰ τοῦ διαβόλου. Ἡ Β´ Σύνοδος τοῦ Βατικανοῦ ἀποτελεῖ ἀναγέννησι ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν οὑμανισμῶν, ἀναγέννησι πτωμάτων. Διότι ἀπὸ τότε, ποὺ ὁ Θεάνθρωπος Χριστὸς εἶναι παρὼν στὸν γήϊνο κόσμο, ὁ κάθε οὑμανισμὸς εἶναι πτῶμα. Τὸ ἴδιο τὸ δόγμα τοῦ ἀλαθήτου τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ἡ ἀνατριχιαστικὴ κηδεία τοῦ κάθε οὑμανισμοῦ, ἀπὸ τοῦ Βατικανοῦ, ποὺ ἀνυψώθηκε σὲ δόγμα, μέχρι τοῦ σατανικοῦ οὑμανισμοῦ τοῦ Σάρτρ. Μέσα στὸ οὑμανιστικὸ πάνθεο τῆς Εὐρώπης, ὅλοι οἱ θεοὶ εἶναι νεκροί, μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν εὐρωπαϊκὸ Δία (τὸν πάπα).
Θεμέλιο κάθε οὑμανισμοῦ, ἀκόμη καὶ τοῦ Βατικανοῦ, εἶναι ἡ ὑψηλοφροσύνη, ἡ πίστις στὸν λόγο τοῦ ἀνθρώπου, στὸ νοῦ καὶ τὴ λογική του. Ὅλοι οἱ οὑμανισμοὶ ἐπαναφέρουν τὸν ἄνθρωπο στὴν εἰδωλολατρία, στὸν διπλὸ θάνατο, πνευματικὸ καὶ φυσικό. Καθὼς ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο, ὁ κάθε οὑμανισμὸς μετατρέπεται σιγὰ-σι γὰ σὲ μηδενισμό. Ἔτσι στὴν εὐρωπαϊκὴ Δύσι ὁ Χριστιανισμὸς μετεβλήθη βαθμιαίως σὲ οὑμανισμό.
Μακρόχρονα καὶ ἐπίμονα στένευαν τὸν Θεάνθρωπο καὶ στὸ τέλος τὸν ἐμίκρυναν σὲ ἄνθρωπο, στὸν ἀλάθητο ἄνθρωπο τῆς Ρώμης καὶ τὸν ὄχι λιγώτερο ἀλάθητο ἄν θρωπο τοῦ Βερολίνου. Μὲ τὴν μετατροπὴ αὐτή, ἐμφανίσθηκε ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος ὁ δυτικὸς χριστιανο–οὑμανιστικὸς μαξιμαλισμὸς (ὁ παπισμὸς) καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο ὁ δυτικὸς χριστιανο–οὑμανιστικὸς μινιμαλι σμὸς (ὁ προτεσταντισμός), ὁ ὁποῖος ἀπὸ τὸν Χριστὸ ζητεῖ τὸ ἐλάχιστο, συχνὰ δὲ καὶ τίποτε. Καὶ στοὺς δύο σὰν ὕψιστη ἀξία καὶ ἔσχατο κριτήριο τοποθετεῖται ὁ ἄνθρωπος στὴν θέσι τοῦ Θεανθρώπου, μὲ συνέπεια, ὁ δυτικὸς Χριστιανισμὸς νὰ μεταβληθῆ σὲ οὑμανισμό. Αὐτὴ ἡ ἀντικατάστασι τοῦ Θεανθρώπου ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ἐξεδηλώθη πρακτικὰ στὴν προφανῆ ἀντικατάστασι τῆς χριστιανικῆς θεανθρωπίνης μεθοδολογίας ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη μεθοδολογία.
Ἀπὸ ἐδῶ ἐκπηγάζουν τὸ ἀριστοτελικὸ φιλοσοφικὸ πρωτεῖο στὸν σχολαστικισμό, ἡ καζουϊστικὴ μέθοδοςκαὶ ἡ ἱερὰ ἐξέτασις στὴν ἠθική,  παπικὴ διπλωματία στὶς διεθνεῖς σχέσεις, τὸ παπικὸ κρά τος κ.λπ. Ἡ φυσικὴ συνέχεια εἶναι νὰ σκέπτωνται σήμερα στὴν Εὐρώπη νὰ ἀντικαταστήσουν τὸν οὑμανιστικὸ χριστιανισμὸ μὲ τὴν παλαιὰ πολυθεϊστικὴ θρησκεία, πρά γμα ποὺ ἔχει ἀρχίσει ἤδη νὰ γίνεται.
Σὲ μία εὐρεῖα ἱστορικὴ προοπτική, τὸ δυτικὸ δόγμα τοῦ ἀλαθήτου δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ μία προσπάθεια νὰ ἀναζωογονηθῆ καὶ διαιωνισθῆ ὁ θνήσκων εὐρωπαϊκὸς οὑμανισμὸς — καὶ κατ᾽ ἐπέκτασιν ὁ πολιτισμός. Κάθε προσπάθεια καὶ ἀπόπειρα νὰ ἐξισωθῆ ὁ Χριστιανισμὸς μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ παρόντος αἰῶνος, μὲ τὶς φευγαλέες κινήσεις κάποιων ἱστορικῶν ἐποχῶν, καὶ ἐπὶ πλέον μὲ πολιτικὰ κόμματα ἢ καθεστῶτα, ἀφαιρεῖ ἀπὸ τὸν Χριστιανισμὸ ἐκείνη τὴν εἰδοποιὸ ἀξία, ποὺτὸν καθιστᾶ μοναδικὴ θεανθρωπίνη θρησκεία μέσα στὸν κόσμο.
Διὰ μέσου πολλῶν καὶ διαφόρων ἀνθρώπων μάχεται ὁ Σατανᾶς κατὰ τοῦ Χριστοῦ: διὰ τοῦ Ἡρώδου, καὶ τοῦ Νέρωνος, ἀλλὰ πολὺ φοβερώτερα ἀπὸ τὸν Νέρωνα διὰ τοῦ Ἀρείου. Βγαίνοντας ἀπὸ τὸν θεοκτόνο καὶ αὐτοκτόνο Ἰούδα ὁ Σατανᾶς εἰσῆλθε στὸν Ἄρειο! Τί εἶναι στὴν πραγματικότητα ὁ Ἀρειανισμός; Ἀπὸ ποῦ κατάγεται; Μὲ τὸ μεταφυσικὸ εἶναι του ριζώνει στὸν σατανισμὸ καὶ μὲ τὴν ψυχολογική του πλευρὰ στὸν ὀρθολογισμό. Εἶναι μία ἀπόπειρα νὰ ἀντικαταστήσουν οἱ ὀρθολογιστικοὶ νόμοι (οἱ κατηγορίες) τῆς λογικῆς τοῦ Ἀριστοτέλους τοὺς χριστιανικοὺς νόμους τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ NEWMAN ἔχει δίκιο, ὅταν λέγη: “Ὁ Ἀριστοτέλης εἶναι ὁ ἐπίσκοπος τῶν Ἀρειανῶν”! (ΤΗΕ ARIANS OF THE FOURTH CENTURY, σ. 31). Κάθε αἵρεσις εἶναι γέννημα τοῦ διαβόλου. Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος τὸ ὑπογραμμίζει ἐμφαντικά; “Δημιουργὸς τῶν αἱρέ- σεων εἶναι ὁ διάβολος”.
Ὁ Ἀρειανισμὸς δὲν ἐτάφη ἀκόμη. Σήμερα εἶναι περισσότερο τῆς μόδας παρὰ ποτὲ ἄλλοτε καὶ ἔχει διαδοθῆ περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη ἐποχή. Ἔχει διαδοθῆ ὡς ψυχὴ στὸ σῶμα τῆς συγχρόνου Εὐρώπης. Ἐὰν κοιτάξετε στὴν κουλτούρα τῆς Εὐρώπης, στὸ βάθος της θὰ δῆτε κρυμμένο τὸν ἀρειανισμό.
 Μὲ τὴ ζύμη τοῦ ἀρειανισμοῦ ἔχει ζυμωθῆ καὶ ἡ φιλοσοφία τῆς Εὐρώπης, καὶ ἡ ἐπιστήμη της καὶ ὁ πολιτισμός της καί, ἐν μέρει, καὶ ἡ θρησκεία της. Τόσο ὁ Παπισμός, ὅσο καὶ ὁ Προτεσταντι σμὸς κατώρθωσαν νὰ δηλητηριάσουν μὲ τὸν χυδαῖο ἀρειανισμὸ τὶς μεγάλες μάζες τῆς Εὐρώπης. Μπορεῖ νὰ ἀλλάζη ἐξωτερικὰ ὁ ἀρειανισμός, ὅπως ὁ χαμαιλέων, στὴν οὐσία ὅμως· εἶναι πάντοτε ὁ ἴδιος.
Καὶ μὲ ὅλους τοὺς πόνους καὶ τὰ μαρτύριά του τὸ ἀνθρώπινο γένος ἐσφυρηλάτησε γιὰ τὸν ἑαυτό του μία ὑπέρτατη θεότητα, τὴν ὁποία ἐλάτρευσε ὡς ὑψίστη ἀξία καὶ τὸ ὕψιστο κριτήριο τῶν πάντων. Ἡ ὑπέρτατη αὐτὴ θεότης εἶναι: “μέτρον πάντων ἄνθρωπος”. Ὅλοι οἱ εὐρωπαϊκοὶ ἀνθρωπισμοί, ἀπὸ τὸν πλέον πρωτόγονο μέχρι τὸν πιὸ ἐξευγενισμένο, ἀπὸ τοῦ φετιχιστικοῦ μέχρι τοῦ παπικοῦ, ὅλοι βασίζονται πάνω στὴν πίστι πρὸς τὸν ἄνθρωπο, ὅπως εἶναι αὐτὸς μέσα στὴν δεδομένη ψυχοφυσική του ἐμπειρικὴ κατάστασι καὶ ἱστορικότητα. Ἔτσι ἀνυψώθηκε σὲ δόγμα ὁ εἰδωλολατρικὸς οὑμανισμὸς καὶ πρωτίστως ὁ ἑλληνικός. Ἀνυψώθηκε σὲ δόγμα ἡ παναξία, τὸ παγκριτήριο τῆς ἑλληνικῆς κουλτούρας, τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, τῆς ποιήσεως, τῆς φιλοσοφίας, τῆς τέχνης, τῆς πολιτικῆς  ἐπιστήμης: “μέ    τρον πάντων ἄνθρωπος”! Καὶ τι εἶναι ὅλα αὐτά; Ἀνύψωσι τῆς εἰδωλολατρίας σὲ δόγμα! Γιὰ τοῦτο καὶ ὅλοι οἱ οὑμανισμοί, σὲ τελευταία ἀνάλυσι, ἔχουν εἰδωλολατρική, πολυθεϊστικὴ προέλευσι. Ὅλοι οἱ οὑμανισμοὶ τοῦ εὐρωπαίου ἀνθρώπου στὴν οὐσία δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ μία ἀδιάκοπη ἐπανάστασι κατὰ τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ.
Παντοῦ ὁ Θεάνθρωπος ἀντικαθίσταται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Σ᾽ ὅλους τοὺς εὐρωπαϊκοὺς θρόνους ἐνθρονίζεται ὁ ἄνθρωπος τοῦ εὐρωπαϊκοῦ οὑμανισμοῦ.
Ἔξω ὅμως ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος, ἄλλα πάντοτε ὑπάνθρωπος ἢ ἡμιάνθρωπος ἢ μὴ ἄνθρωπος. Χωρὶς τὸν Θεάνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος κινδυνεύει νὰ καταντήσει διαβολοειδής, διότι ἡ ἁμαρτία εἶναι συγχρόνως καὶ δύναμις καὶ εἰκόνα τοῦ διαβόλου. Ὁ οὑμανιστικὸς ἀνθρωποκεντρισμὸς εἶναι στὴν οὐσία του διαβολοκεντρισμός, διότι καὶ οἱ δύο ἕνα πρᾶγμα ἐπιδιώκουν: νὰ ἀνήκουν μόνο στὸν ἑαυτό τους, γιὰ τὸν ἑαυτό τους.
Εἶναι λοιπόν πολὺ φυσικὸ καὶ λογικό μεταξὺ ἑνὸς τέτοιου κόσμου, ὁ ὁποῖος “ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται”, καὶ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἀκολουθεῖ τὸν Θεάνθρωπο Χριστό, νὰ μὴ ὑπάρχη κανενὸς εἴδους συμβιβασμός! Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας δὲν ἀλλάζει τὴν πίστι της καὶ τὰ μέσα τοῦ ἀγῶνος της ἐναντίον τοῦ κάθε εἴδους ἀρειανισμοῦ. Ὅπως δὲ ἐνίκησε τὸν παλαιὸ ἀρειανισμό, ἔτσνικᾶ καὶ κάθε ἀρειανισμό, καὶ τὸν σύγχρονο εὐρωπαϊκὸ ἀρειανισμό.
Ναί, πολυσέβαστε καὶ ἀξιομακάριστε. Γέροντα Ἰουστῖνε. Πιστεύω ὅτι καταλάβαμε ἀρκετὰ τὸ μάθημα, ποὺ μᾶς ἔδωσες: Μεταξὺ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς Εὐρώπης (μὲ τὸ σύγχρονο πνεῦμα καὶ τὴν εἰδωλολατρία της) δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξη κανενὸς εἴδους συμβιβασμός.
Οὔτε ἑνότης, οὔτε πολὺ περισσότερο ἕνωσις. Ἐμεῖς λατρεύομε τὸν Θεάνθρωπον, ἐνῶ ἐκεῖνοι λατρεύ ουν τὸν ἄνθρωπο, ποὺ θεοποίησαν, καὶ τελικὰ τοὺς ψευδοθεοὺς τῆς εἰδωλολατρίας. Οἱ πραγματικοὶ καὶ συνεπεῖς Ὀρθόδοξοι σὲ καμμία περίπτωσι καὶ μὲ κανένα ἀντάλλαγμα δὲν κάνουν μικτοὺς γάμους, δὲν συμπεθεριάζουν μὲ αἱρετικοὺς καὶ ἀπίστους. Τὸ τέρμα καὶ ὁ σκοπός, ποὺ ἐπιδιώκουμε ἐμεῖς, εἶναι ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ αἰώνια μακαριότης, ἐνῶ γι᾽ αὐτοὺς εἶναι ἡ γῆ καὶ ἡ εὐδαιμονία πάνω σ᾽ αὐτήν.
Προκειμένου νὰ ἐπιτύχη τὸ συνοικέσιο, σ᾽ ἕνα μικτὸ γάμο, εἶναι ἀνάγκη κάποιος νὰ ἀρνηθῆ τὸ πιστεύω καὶ τὶς ἀρχές του, νὰ ἀρνηθῆ τὸν ἑαυτό του. Καὶ αὐτὸς γιὰ κανένα λόγο δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ εἴμαστε ἐμεῖς.
Πειθαρχοῦμε στὴν θεόπνευστη παραγγελία τοῦ Ἀπ. Παύλου: “Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις... τίς κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; Τις δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ; ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπί- στου; τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων;... ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε καὶ ἀκαθάρτου  μὴ ἅπτεσθε” (Β´ Κορ. ς´ 14-17)».

Δεν υπάρχουν σχόλια: