Ἀλλὰ πρὸς τί νὰ προσφέρω λαμπάδας καὶ μοσχολίβανον ; πρὸς τί νὰ περιζώσω μὲ κηρία τὸν ναὸν ; Ἡ Ἁγία ἠδύνατο ἴσως νὰ μὲ θεραπεύση, ἀλλ’ ἐγὼ δὲν ἐπεθύμουν νὰ θεραπευθῶ. Θὰ ἐπροτίμων νὰ καίωμαι εἰς τὴν φλόγαν τὴν βραδείαν… Ὑπάρχουν
εἰς τὸν Παράδεισον Ἅγιοι δεχόμενοι τὰς εὐχὰς τῶν ἐρώντων; … Τάχα ἐκεῖ,
δίπλα εἰς τὸ παρεκκλήσιον τῆς Φαρμακολυτρίας, εἰς τὸ παλαιὸν ἐκεῖνο
μεγαλομάρμαρον κτήριον, τὸ αἰνιγματῶδες, νὰ ὑπήρχε τὸ πάλαι ἱερὸν τῆς
Ἀφροδίτης, νὰ ὑπῆρχε βωμὸς τοῦ Ἔρωτος ;
Ω ! καὶ ὄμως ἐτηκόμην… ὥρας–ὥρας επεθύμουν, εἰ δυνατόν, νὰ ἰατρευθώ. Βοήθει, Ἁγία Ἀναστασία…
Ἐπανήλθον
εἰς τὸν ναὸν και ἐκαμα τὸν σταυρόν μου. Ἐκάθισα πάλιν εἰς τὸ στασίδιον.
Ἡ μορφή ἥτις μοῦ ἐφαίνετο παρεστῶσα ἐκεῖ ἤ φέρουσα τὴν ἀγνότητα εἰς τὰ
ὅμματα τὰ κάτω νεύοντα καὶ τὸν γλυκασμὸν περὶ τὰ χείλη τὰ αὐρὰ καὶ
μελιχρὰ, μοῦ ἐφάνη ὄτι ἀντήλλασσε νεύματα μὲ τὴν εἰκόνα τῆς Ἁγίας. Μοῦ
ἐφάνη ότι τὰ χείλη της ἐψιθύριζον ἰκεσίαν καὶ τὸ βλέμμα τῆς εἰκόνος
ἔνευε συγκατάθεσιν.
Ὕπνος
τότε μέ κατέλαβε εἰς τὸ στασίδιον ὅπου ἐκαθήμην ὁ ὑπνος ἤτο ἄνευ
ὀνείρων ὅλα τὰ ὄνειρα τοῦ τὰ εἶχεν ἀφαιρέσει ἡ ἐγρηγορσις, μόνον
ἐνδομύχως εἰς τὸ βάθος τῆς συνειδήσεως μου μία φωνὴ ἤτις ὁμοίαζε μὲ
χρησμὸν ἡκούσθη ἀμυδρώς νὰ ψιθυρίζει - ὕπαγε ἀνίατε ὁ πόνος θὰ εἶναι ἡ ζωή σου. Ἐξύπνησα ἐσηκώθηκα καὶ ἔφυγα.
Ἠσθανόμην ἀγρίαν χαρὰν διότι ἡ Ἁγία δὲν εἶχε εἰσακούση τὴν δέησίν μου.
Α.Παπαδιαμάντη Ἡ Φαρμακολύτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου