Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2011

Ο Τάκιτος




Του Πάνου Θεοδωρίδη

Με το παλιό στην πλάτη δισάκι του/μου θύμιζε Γαλάτη του Τάκιτου, γράφει ο αξέχαστος Νίκος Γκάτσος. Καθώς ο Τάκιτος έγραψε περί το έτος 98 μ.Χ. ενδιαφέρουσα πραγματεία και περί Γερμανών, σκέφτηκα ότι η γερμανογαλλική προσέγγιση έπρεπε να έχει ηλικία τουλάχιστον είκοσι αιώνων και απόρησα. Τι να συνέβη άραγε και οι λαοί αυτοί έφαγαν ο ένας τα συκώτια του αλλουνού αλλεπαλλήλως, αντί να προχωρήσουν εις ευρυτέραν συναντίληψιν του σύμπαντος κόσμου; Μεγάλοι, πολυπληθείς λαοί, δενδρόβιοι και καλυβίτες. Εστεψεν ο Πάπας τον Καρλομάγνον και πήγε και έσφαξεν το μισόν Ααχεν. Ητο δηλαδή και γρήγοροι – δεν είχανε του Σόιμπλε την ραθυμίαν και του Σαρκοζιξ την ευειδή κυρίαν.

«Οι Ρέβδιγνοι έπειτα και οι Αβίονες και οι Αγγλιοι και οι Βάρινοι και οι Εβδόσιοι και οι Σουάρδονες και οι Νουίτονες με ποτάμια ή με δάση προστατεύονται», γράφει ο Τάκιτος. Ωραίον ύφος, πληκτικόν άχρι θανάτου. Ο,τι έπρεπε για να προκόψουνε. Χωρίς πλήξιν, σε πιάνει ζαβλαμάς και σκοτώνεσαι με τους Βίκινγκς. Οπότε, ζήτησα βοήθεια από τευτονικό πανεπιστήμιο και βρήκα απόκρυφον επιστολήν του ιερέως Βαρανούλφου, όστις, γράφων περί το έτος 767 μ.Χ., εξηγεί τινά ακατανόητα της εποχής.

«Ητο», γράφει ο Βαράνουλφος, «η ημέρα του φαιού λύκου και αντάμωσαν, σμίγοντος απόγευμα λαμπρόν του ποταμού Μοζέλα, ότε έστριβεν ίνα ξεχυθεί εις τον Ρήνον, απίκου εις την πόλιν Κονφουλέντας που λέγεται Κόμπλενζ, ότε η αποστολή του Δρυίδου Σαρκοζίξ οδεύουσα προς Κλαυδίαν Κολωνίαν, εσυναντήθη μετά της Ιεράς Παρθένου Μερικέλλης, ηγεμονίδος των αρειμανίων Καραγερμαναράδων. Αφού αντάλλαξαν σβέρκους Δανών και τινάς Ουκρανικάς εκφράσεις, κάθισαν να γευματίσωσιν. Η Μερικέλλα πρόσεξεν ότι οι Γαλάται έφεραν μαζί των ανδράποδα ίνα τα ελευθερώσουν εις τας εκβολάς του Ρήνου, όπως είχον αρχαίον το έθος. Σαρκοζίξ, τον ερωτά, τι φυλής είναι οι καημένοι, που θα υποστούν το άγος της ελευθερίας, δηλαδή θα πεθάνουν εκ πείνης; Είναι έθνη Γραίκων, της εξηγεί. Δύσκολαι και άχρηστοι τεχνολογίαι. Εβγαλα διαταγήν να φύγωσι από το αδρόν βασίλειόν μου άπαντες οι πολυτελείς. Σκηνοθέται, σιδεράδες που ανακατεύουν πλαστικά κουμπιά, στο μίγμα, πολιτευτές, οικονομολόγοι, τρομοκράται σεισμολόγοι, παπανδρέοι…

Παπανδρέοι, τι δηλοί; Ρωτάει η Μερικέλλα. Α, είναι περίπτωσις, λέγει ο Σαρκοζίξ. Άλλα τους λέγεις, άλλα ακούνε. Ο μυστακοφόρος απέναντι (δείχνει), τρίτης γενεάς παπανδρέο, κόντεψε να με χωρίσει από την Καρελαμπουρούνα, την σύζυξ μου, διότι υπεστήριζεν πως είμαι κοντός και ανάξιός της. Και μια μέρα με έζμπρωξεν και έπεσα από τους κοθόρνους μου.

Και ινατί τους σώζεις; Για να έρθωσι στα μέρη μου και να μετατρέπουν τα μάρκα σε λέβια, ψάχνοντες την λυδίαν λίθον του ελληνισμού, λεγομένην και μαρκαλέβια και σαλταδόρεν και μαβραγόρειον. Πτου σου, δις και τρις Σαρκοζίξ εξωνημένε. Εξωνημένη είσαι και φαίνεσαι, μαύρη παρθένε, την αντικόφτει ο Δρυίδης, σιάχνων την κοθορνέαν του. Ακολούθησε η σφαγή του Μοζέλα και αντί αιωνίου ειρήνης, εμβήκασιν, χάριν του παπανδρέο, εις αιώνιον πόλεμον»


πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια: