μία σε βλέπω στη φωτια
και δύο που σε χάνω
το καναβάτσο σκίστηκε
και το πανι λειψο
ο ήλιος φτάνει στο ζενιθ
μετριέμαι μα δε φτάνω
νύχτα που πέφτω να σε βρω
και φτάνω στο βυθο
μια που χτυπάνε το καρφι
στο πέταλο χιλιάδες
η κουπαστη αυτομόλησε
δεν έχω να πιαστω
κι όπως στ αμπάρι ασφυκτιουν
Σάτυροι και Μαινάδες
μοιάζει φανάρι τ'όνειρο
πιασμένο στον ιστο
γοργόνα του ακρόπρωρου
βούτηξες κι εξεχάστης
κι έμεινε η πλώρη ορφανη
χτυπάει ο καιρος
αν σ'έκλεψε η θάλασσα
χαλάλι και χαρα της
το κύμα αν βαρέθηκες
άντρας σου ο ωκεανος
κλείνω στη χούφτα
μια ουγγια αζτέκικο χρυσάφι
του Ποσειδώνα τάξιμο
λάφυρο, φυλαχτο
ταξίδι στερνοτάξιδο
στη μακρυνη μου Ιθάκη
πορεία τυφλη και σίγουρη
αν βρω, ν αξιωθω...
τό'χα αρχίσει καιρο
το τελείωσα το Σάββατο το βράδυ
δίπλα στη θάλασσα
σε ένα μώλο του Κορινθιακου...
Ενυδρείον
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου