Καλυμνιάδα
(μέρος II)
πες το μισοφέγγαρο μισοφέγγαρο από βράχο
ένα νησί στραμμένο ανατολικά σε μια θάλασσα όλη τσακίσματα
τους ασημένιους του θόλους
τα πολλά του
χρωματιστά
μέτωπα
ένας βράχος:
τι φυτρώνει πάνω του;
λίγο πράσινο το χειμώνα
οι άντρες με τα γαλάζια δίχτυα τους
γρι γρι
έξω κάθε νύχτα
και μπαλώνοντας τα δίχτυα
το πρωί
οι άλλοι που
πάνε έξω για μήνες κάθε φορά
και βουτάνε (για
σφουγγάρια) οι γυναίκες που υφαίνουν
οι γυναίκες που δένουν τους γάντζους
στα μακριά
άσπρα νήματα
μτφ: Σωκράτης Σκαρτσής
O Ρόμπερτ Λαξ φθάνει στην Κάλυμνο το 1964, αν και θα ήταν ακριβέστερο να πούμε "αποσύρεται", γιατί, στην πραγματικότητα, αυτή είναι η πρόθεση του στοχαστικού ερημίτη ποιητή όταν επιλέγει να έρθει στην Ελλάδα. Ήθελε έναν τόπο ήσυχο, να μείνει για λίγο για να γράψει μερικά ποιήματα. Να διαλογιστεί, να ακούσει τη φωνή του Θεού, ν' ακούσει καλύτερα τη σκέψη του. Έναν τόπο «ήσυχο και φθηνό» όπως έλεγε - κι αν έβρισκε και κάποιο μέρος ακατοίκητο για να μείνει, ακόμα καλύτερα. Τον χρειαζόταν, «όπως ένας φωτογράφος χρειάζεται τον σκοτεινό θάλαμο», συμπλήρωνε χαρακτηριστικά. Αλλά διαπιστώνει πως «στην Ελλάδα δεν είσαι ποτέ μόνος. Οπουδήποτε κι αν ζεις, οτιδήποτε κι αν κάνεις, οπουδήποτε κι αν κοιμάσαι, το κάνεις σε μια ολόφωτη σκηνή. Κάθε μέρα, είναι μέρα κρίσης».
Ο «μέγιστος άγνωστος» της αμερικανικής λογοτεχνίας, έζησε χιλιάδες τέτοιες μέρες κρίσης, αφού έμεινε στην Ελλάδα 35 χρόνια. Επέστρεψε στην Αμερική λίγο πριν πεθάνει και τον περισσότερο καιρό έζησε στην Πάτμο όπου εγκαταστάθηκε αμέσως μετά το σύντομο διάστημα παραμονής του στην Κάλυμνο. Έμαθε ελληνικά, για να μπορεί να κουβεντιάζει με ανθρώπους κάθε κοινωνικού επιπέδου, και πιο πολύ μ' αυτούς που τον ενδιέφεραν περισσότερο: τους ψαράδες και τους σφουγγαράδες, που έβρισκε πως, αν και πολυταξιδεμένοι, είχαν νοοτροπία αρχαίων Δωριέων. Χωρίς ποτέ να επιδιώξει δημοσιότητα και λογοτεχνική καριέρα ή φήμη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου