Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010

Τα έργα του Γιάννη Σπυρόπουλου στο Μουσείο Μπενάκη


του Γιάννη Ασδραχα

«Όταν είχα πρωτοδεί τα έργα που θα έστελνε στην Μπιενάλε της Βενετίας ο Γιάννης Σπυρόπουλος, του είχα πει ότι θα πάρει το πρώτο βραβείο. Δεν ήταν μάντεμα. Ήταν ακριβώς η ποιότητα ενός έργου με διαιώνιες αξίες που με έκανε να το πιστέψω», θυμόταν η τεχνοκριτικός και ιστορικός τέχνης Ελένη Βακαλό γι’ αυτή τη διαίσθησή της που εκπληρώθηκε με την βράβευση του Έλληνα εικαστικού «πρωταγωνιστή» της αφαιρετικής τέχνης στην 30η Μπιενάλε της Βενετίας, το 1960.

Από τότε πέρασαν ακριβώς πενήντα χρόνια. Συνάμα φέτος συμπληρώνεται μία εικοσαετία από τον θάνατο του καλλιτέχνη αλλά και από την ίδρυση της στέγης, κάτω από την οποία, το έργο του είναι προσβάσιμο σε κάθε πολίτη. Του «Ιδρύματος Γιάννη και Ζωής Σπυρόπουλου».

Ετούτες οι «στρογγυλές επέτειοι» αλλά και μία αναμενομένη μετακόμιση, η μεταφορά του μουσείου στον αστικό ιστό της Αθήνας, ήταν η αφορμή για την έκθεση με έργα του Γιάννη Σπυρόπουλου στους χώρους του Μουσείου Μπενάκη (Κτήριο Οδού Πειραιώς).

Τα «Στρώματα πυκνότητας και λάμψης», τα συστατικά που συνιστούν τη δραματικότητα στο έργο του ζωγράφου, όπως είχε πει η Ελένη Βακαλό, αναδύονται μέσα από περισσότερα από 120 έργα της συλλογής του Ιδρύματος που παρουσιάζονται στους χώρους του Μουσείου Μπενάκη. Μια επιλεγμένη αντιπροσωπευτική παρουσίαση της δουλειάς του εικαστικού έργου του Γιάννη Σπυρόπουλου καθ’ όλη τη διάρκεια της πενηντάχρονης καλλιτεχνικής του πορείας.

Η ζωή του Γιάννη Σπυρόπουλου
Ο Γιάννης Σπυρόπουλος γεννήθηκε στην Πύλο της Μεσσηνίας το 1912. Στερήθηκε τους γονείς του από την παιδική ηλικία. Ο πατέρας του μετανάστευσε για πάντα στην Αμερική πριν ακόμα γεννηθεί και η μητέρα του «έφυγε» από την ζωή όταν αυτός συμπλήρωσε τα 11 του χρόνια. Μεγάλωσε υπό την προστασία της οικογένειας της μητέρας του στο Διακοφτό.

Από το 1930 και για έξι χρόνια σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, με καθηγητές τον Ουμβέρτο Αργυρό, τον Σπυρίδωνα Βικάτο και τον Επαμεινώνδα Θωμόπουλο. Το 1938 τιμήθηκε με το Α΄ Βραβείο του Διαγωνισμού της Ακαδημίας Αθηνών (κληροδότημα Ουρανίας Κωνσταντινίδου) για τις υποτροφίες καλλιτεχνών Ευρώπης. Ταξιδεύει στο Παρίσι, όπου συνεχίζει τις σπουδές του στην Ecole Superieure des Beaux Arts με δάσκαλο τον Charles Guerin και στις Ελεύθερες Ακαδημίες Colarossi και Julian.

Τα «σύννεφα» του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου τον επαναφέρουν στην Ελλάδα όπου και περνά τα χρόνια της Κατοχής. Το καλλιτεχνικό του αποτύπωμα μέχρι την δεκαετία του ‘50 ακολουθεί τις επιταγές της ακαδημαϊκής ζωγραφικής. Το 1950 πραγματοποιεί την πρώτη ατομική του Έκθεση στην αίθουσα του «Παρνασσού». Παράλληλα στα χρόνια αυτής της δεκαετίας γίνεται εμφανής η μετάβασή του στην αφαίρεση της φόρμας. Συμμετέχει το 1955 στην Biennale Αλεξάνδρειας.

Το 1956 υπογράφει συμβόλαιο συνεργασίας με την World House Galleries και την επόμενη χρονιά παντρεύεται την γυναίκα της ζωής του, τη Ζωή Μαργαρίτη.

Με το έργο του «Αναφιώτικα» συμμετέχει, ανάμεσα στα πέντε έργα που εκπροσωπούν την Ελλάδα, στο διεθνή διαγωνισμό για το Βραβείο Guggenheim στη Νέα Υόρκη όπου και θα ανοίξει ο δρόμος για να παρουσιάσει την πρώτη ατομική έκθεσή του στην Αμερική. Το 1960 με άλλους καλλιτέχνες εκπροσωπεί την Ελλάδα στην 30η Biennale της Βενετίας, όπου αποσπά, από κοινού με τον Ιταλό, Antonio Music, το Βραβείο UNESCO.

Η αναγνώρισή του είναι διεθνής. Το έργο του παρουσιάζεται τα επόμενα χρόνια σε χώρους τέχνης σε όλον τον κόσμο (Λονδίνο, Μιλάνο, Μόναχο, Οστάνδη, Ιερουσαλήμ, αρκετές πολιτείες των ΗΠΑ κ.ά.).

Στα μέσα της δεκαετίας του ‘60 άρχισε να διαμορφώνεται η κλασσική Αφαίρεση στο έργο του με την εξέλιξη της χειρονομίας, συμβολικούς γραφισμούς και έμφαση στην επεξεργασία της ζωγραφικής επιφάνειας με διάφορα υλικά. Όπως τόνισε η Ελένη Βακαλό στην ομιλία της στα εγκαίνια του Μουσείου Σπυρόπουλου το Νοέμβριο του 1992, «μέσα στην περιοχή της αφαίρεσης έφερε μιαν αντίληψη που ανανεώνει με άλλα μέσα, κατασκευαστικά, τη ζωγραφική παράδοση των αιώνων της ευρωπαϊκής τέχνης. Το χρώμα, όχι ως επιφάνεια, αλλά ως αποτέλεσμα πλασμού της ύλης. Η διείσδυση στο εσωτερικό αυτής της ύλης αποτελεί το πλαστικό και εκφραστικό ιδίωμα των πινάκων του Σπυρόπουλου».

Το 1976, με την εγκατάσταση του στο σπίτι του στην Εκάλη, μπαίνει ο πρώτος λίθος για την πραγματοποίηση του ονείρου του: τη δημιουργία ενός χώρου που να λειτουργεί σαν σπίτι – εργαστήριο και Μουσείο ταυτόχρονα. Το 1978 του απονεμήθηκε από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης το βραβείο Gottfried von Herder.

Η τελευταία του έκθεση γίνεται στην Γκαλερί «Νέες Μορφές» το 1987. Το «ταξίδι» της ζωής του σταμάτησε στις 18 Μαΐου του 1990.

Η κληρονομιά ενός Ιδρύματος
Μισό χρόνο μετά συστήθηκε το Ίδρυμα Γιάννη και Ζωής Σπυροπούλου. Σκοποί του είναι η συγκέντρωση, μελέτη, παρουσίαση και αξιοποίηση του ζωγραφικού έργου του Γιάννη Σπυρόπουλου, η ενίσχυση ταλαντούχων νέων ζωγράφων με τη θέσπιση ετήσιου διαγωνισμού στη μνήμη του καλλιτέχνη και την προβολή του έργου του με κάθε πολιτιστικό μέσον. Το Μουσείο Σπυρόπουλου άνοιξε για το κοινό το 1992, αφού πρώτα διαμορφώθηκε το κτίριο και ταξινομήθηκε το πλουσιότατο αρχείο και καλλιτεχνικό του υλικό. Η υλική του «περιουσία» είναι 300 έργα, αλλά και αρχεία όπου το Ίδρυμα έχει καταλογογραφήσει 1.700 έργα από τα 2.500 του Γιάννη Σπυρόπουλου που ανήκουν σε συλλογές της Ελλάδας και του εξωτερικού.

Από τον πρώτο κιόλας χρόνο λειτουργίας του θεσπίστηκε η ετήσια βράβευση νέων Ελλήνων καλλιτεχνών με το «Έπαθλο Σπυροπούλου». Πρόκειται για ένα ετήσιο χρηματικό Βραβείο το οποίο δίνεται σε δύο νέους καλλιτέχνες κάτω των τριάντα ετών έπειτα από διαγωνισμό. Μία συλλογή με έργα των βραβευμένων καλλιτεχνών έχει δημιουργηθεί στο Μουσείο, ικανή, όπως σημειώνεται να «αντιπροσωπεύει την ελληνική τέχνη της δεκαετίας του ενενήντα με καλλιτέχνες που στο μεταξύ έγιναν σημαντικοί αντιπρόσωποι της γενιάς τους».

Σήμερα προετοιμάζεται ο νέος χώρος που θα φιλοξενήσει το μουσείο σε ένα ιδιόκτητο τριώροφο νεοκλασικό κτήριο πίσω από το «Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο», στη συμβολή των οδών Τοσίτσα και Ζαΐμη. Και με αυτή την ευκαιρία, τα έργα του μουσείου πριν πάρουν τις θέσεις τους στο νέο του σπίτι παρουσιάζονται στους χώρους του «Μπενάκη».

Το έργο του καλλιτέχνη στο Μουσείο Μπενάκη
Με αφορμή την έκθεση , θα παρουσιαστεί η τρίτη μονογραφία για τον ζωγράφο, βασισμένη στη διδακτορική διατριβή που εκπόνησε ο αρχιτέκτονας Γιάννης Παπαϊωάννου, στο ΕΜΠ, η οποία βασίζεται στη σχετική διδακτορική διατριβή του Γιάννη Χ. Παπαϊωάννου, ενημερωμένη από τον ίδιο και συνοδευμένη από φωτογραφικό υλικό 900 περίπου εικόνων. Όπως σημειώνει ο συγγραφέας, κατά την εργασία του βρέθηκε «ενώπιος ενωπίω με ένα έργο τεράστιας εσωτερικής συνοχής και συνέπειας, το οποίο πίστεψα πως θα έπρεπε σιγά-σιγά να φωτισθεί, έτσι που να φανεί ο τρόπος με τον οποίο κάθε πίνακας προέκυπτε από τον προηγούμενό του». Στις σελίδες του παρουσιάζεται μία χρονική διαδρομή που συμβατικά ξεκινά από την αποφοίτηση του καλλιτέχνη. Όπως σημειώνει ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο μεγάλος αριθμός των πινάκων του Γιάννη Σπυρόπουλου ήταν εύκολα «διακριτός σε ενότητες που ξεκινούσαν από την παραστατική ζωγραφική, φθάνοντας μέχρι την Αφαίρεση».

Για το έργο του Γιάννη Σπυρόπουλου, το βράδυ των εγκαινίων μίλησαν οι Γιώργος Σορτίκος (πρόεδρος του ΔΣ του Ιδρύματος Σπυροπούλου), Όλγα Δανιηλοπούλου (κριτικός τέχνης), Τζούλια Δημακοπούλου (διευθύντρια του Ινστιτούτου Μελετών Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης), Γιάννης Χ. Παπαϊωάννου (διδάκτωρ της Ιστορίας της Τέχνης), Μάνος Στεφανίδης (επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών) και η Έφη Στρούζα (κριτικός/ιστορικός τέχνης).

Παράλληλα, ο καλλιτέχνης και υπότροφος του Ιδρύματος Γιάννης και Ζωής Σπυροπούλου, Ανδρέας Σάββας, τιμώντας τη γιορτή του Μουσείου θα συμμετάσχει στην έκθεση «Γιάννης Σπυρόπουλος» παρουσιάζοντας τα έργα «Μαυσωλείο» και «Επ' ώμου», αφιέρωμα στη μνήμη του Σπυροπούλου και στο Μουσείο του. Στην έκθεση θα προβάλλεται επίσης βίντεο με το έργο όλων των καλλιτεχνών που τιμήθηκαν τα 20 χρόνια με το Έπαθλο Γιάννη Σπυροπούλου.


Πού: «Μουσείο Μπενάκη», Κτήριο Οδου Πειραιώς Πειραιώς 138 & Ανδρονίκου .
Διάρκεια: 10-28 Νοεμβρίου.
Τετάρτη, Πέμπτη, Κυριακή: 10.00 - 18.00
Παρασκευή, Σάββατο: 10.00 - 22.00
Είσοδος: 6 ευρώ, 4 ευρώ
Πληροφορίες: 210- 345 3111

Δεν υπάρχουν σχόλια: