Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2010

Δευτερολογία προς τον σιωπώντα Μητροπολίτη Ναυπάκτου π. Ιερόθεο: Αρνείται να απαντήσει για τον Οικουμενισμό και να κατονομάσει τους ηγέτες του;



Όπως είναι γνωστό η άλωση της Ορθοδοξίας προχωρεί σιγά-σιγά, μα σταθερά. Οι αντιδράσεις μηδαμινές. Οι τραγικά μοναχικές φωνές, αδύνατες να ξυπνήσουν τις κοιμισμένες συνειδήσεις. «Φως ουδαμού».

Οι Ποιμένες απόντες από την κύρια μάχη με την παναίρεση του Οικουμενισμού. Ασχολούνται με επιτροπές, σεμινάρια, οικονομικές διεκδικήσεις, απόκτηση διδακτορικών διπλωμάτων σε Πανεπιστημιακά τμήματα, τελετή αφής της φλόγας των Special Olympics, φιέστες και φανταχτερές παρουσίες σε γιορτές, πανηγύρεις και επαιτίους, συνεντεύξεις και εκδοτικές ενασχολήσεις, αναλύσεις της κατάρρευσης του ελληνικού κράτους και «γενναία» στήριξη δι’ ενός μηνιαίου μισθού τους της κυβέρνησης που ξεπουλά τα υλικά, εθνικά και πνευματικά δικαιώματα του λαού μας και λοιπές δευτερεύουσες υποθέσεις.

Απευθυνθήκαμε, με Ανοικτή Επιστολή (30 Ιουνίου 2010), στον χαρακτηριζόμενο ως λόγιο θεολόγο, Επίσκοπο Ναυπάκτου κ. Ιερόθεο, και του θέσαμε το καίριο ερώτημα της αιρέσεως του Οικουμενισμού, που άνευ αντιστάσεως έχει αδρανοποιήσει την γνήσια εκκλησιαστική μας ζωή, κατατρώγει τις σάρκες του σώματος της Εκκλησίας, συνεργεί στην εγκαθίδρυση των προδρομικών δομών και προοδοποιεί την έλευση της πανθρησκείας και του Αντιχρίστου.

Του επισημάναμε, πως είναι η πρώτη φορά στη δισχιλιετή ζωή της Εκκλησίας, που ενώ από πολλούς πνευματικούς και Αγίους Πατέρες έχει επισημανθεί μια καινούργια αίρεση, η οποία μάλιστα χαρακτηρίστηκε ως παναίρεση από τον Άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς, ενώ αυτή η αίρεση έχει «ζωή» δεκαετιών, κανείς δεν μας ενημερώνει επίσημα για το που υπάρχει αυτή η αίρεση, ποιοι είναι οι φορείς και οι ηγέτες της, ποια πρέπει να είναι η αντιμετώπιση της αιρέσεως• κανείς δεν κατονομάζει επίσημα τους «ορθόδοξους» ηγέτες αυτής της παναιρέσεως.

Είναι εις γνώσιν του κ. Ιερόθεου, ότι λαϊκά μέλη της Εκκλησίας έχουν ζητήσει από την Ι. Σύνοδο να συγκληθεί και να πάρει Συνοδικά αποφάσεις ―όμοιες με εκείνες που ελάμβαναν σε παρόμοιες περιπτώσεις οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, ακόμα και επί υποψία αιρέσεως― και η Ιερά Σύνοδος κωφεύει. Και ο Σεβασμιώτατος, αν και κατέχει άριστα το θέμα σε θεωρητικό επίπεδο και έχει συγγράψει θεολογικά κείμενα περί του Οικουμενισμού, συντάσσεται όχι με τη διαχρονική Εκκλησία, αλλά με τους αδρανούντες ή οικουμενίζοντες Επισκόπους και απαξιοί να ασχοληθεί με το θέμα, απαξιοί να απαντήσει, να πάρει θέση επίσημα, αρνείται να προχωρήσει από την θεωρία στην πράξη: να υποδείξει ποιοί διακινούν την αίρεση, από ποιά κείμενα θεολόγων και Αρχιερέων τεκμηριώνεται ότι υπάρχει αίρεση, ποιά είναι τα ονόματα των αιρετικών.

Η ίδια, βέβαια, στάση τηρείται σχεδόν από όλους τους Επισκόπους.

Απαντά όμως, ο κ. Ιερόθεος, σε πολλά άλλα θέματα, όπως αυτό της μεταφράσεως των Λειτουργικών κειμένων, σημαντικότατο αλλά μικρότερης σημασίας, το οποίο, αν η αίρεση του Οικουμενισμού δεν είχε απλωθεί ως καρκίνωμα στη ζωή της Εκκλησίας και δεν είχε ναρκώσει τα αντανακλαστικά των Ορθοδόξων, θα είχε ήδη αντιμετωπισθεί εγκαίρως και επιτυχώς.

Στην δημόσια επιστολή του δε, περί των Λειτουργικών θεμάτων, ανακοινώνει ότι δεν πρόκειται να απαντήσει σε όλους όσους ασχολούνται με τα κείμενά του, «επειδή δεν ασκείται σοβαρή κριτική», εννοώντας πιθανώς και την ανοικτή επιστολή που του απευθύναμε.

Αν εννοεί, ότι δεν έχουμε τις δικές του θεολογικές γνώσεις, την πνευματική και ασκητική ζωή, όχι μόνο το δεχόμαστε, αλλά και έχουμε δημόσια γράψει, ότι τα βιβλία του πολλοί έχουμε διαβάσει και έχουμε απ’ αυτά αντλήσει πολλές πληροφορίες και ωφέλεια, παρά τις επιφυλάξεις για κάποια σημεία που θα μπορούσαν να συζητηθούν. Όμως, είναι αυτός λόγος να μην απαντήσει;

Αποτελούν, άραγε, «μη σοβαρή κριτική» προς το πρόσωπό του, οι ερωτήσεις που του απευθύναμε δια της επιστολής μας (με τον τρόπο μας, βέβαια), και είναι σοβαρή στάση η άρνησή του να τηρήσει προς την αίρεση του Οικουμενισμού, όσα οι Πατέρες εφήρμοσαν και εντέλλονται να εφαρμόζουμε εναντίον κάθε αιρέσεως; Δεν αποτελεί η σιωπή του άρνηση μέρους του λειτούργηματός του, ως Επισκόπου-φρουρού της Πίστεως;
Όταν αποδέχεται ότι υπάρχουν αιρετικές παρεκκλίσεις από τη μεριά των Οικουμενιστών, αλλά αρνείται να τους κατονομάσει για λόγους που δεν μας εξηγεί, δεν μας ωθεί άραγε, να ερμηνεύσουμε τη σιωπή του, ως στάση σκοπιμότητας, προσπάθεια δηλ. να μη τα χαλάσει με τους υπερέχοντες, αφού από αυτούς εξαρτώνται οι προαγωγές σε εκκλησιαστικό επίπεδο;

Ή μήπως σιωπά, επειδή κάλεσε και υποδέχτηκε πανηγυρικώς στην Μητρόπολή του τον από πολλούς θεωρούμενο ως υπ’ αριθμό ένα ηγέτη του Οικουμενισμού, τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο;

Αλλά κι αν ο λόγος μας δεν είναι τόσο ελαστικός, όπως θα ήθελε, γιατί δεν ευαισθητοποιείται να απαντήσει, αγνοώντας μεν εμάς, κατονομάζοντας όμως τους Οικουμενιστές, όπως οι Πατέρες έκαναν και μας άφησαν Εντολή να κάνουμε, ώστε να γνωρίζουν και να προφυλάσσονται οι πιστοί;

Ακόμα, γιατί δεν μας νουθετεί, έστω, επισημαίνοντας τις αστοχίες μας; Έχουμε κι εμείς πνευματική σχέση μαζί του, με την ευρύτερη έννοια, ως μέλη του Σώματος του Χριστού, αλλά και μελετητές χιλιάδων σελίδων από τα βιβλία του.

Γιατί αυτή η περιφρόνηση ποιμένων προς ποιμαινομένους;

Έχουμε μέχρι τώρα, έστω και σε μια περίπτωση αρνηθεί να λάβουμε υπ’ όψιν μας τον ορθόδοξο θεολογικό ή πνευματικό λόγο που κάποιος μας απηύθυνε; Καταδέχτηκαν, έστω και μία λέξη να μας απευθύνουν, οι Ποιμένες μας και δεν την εξετάσαμε καλόπιστα; Ουδεμία.

Εμείς ουδέποτε αρνηθήκαμε τους πνευματικούς μας Πατέρες. Αυτοί μας αρνούνται. Εκείνο που αρνηθήκαμε είναι την νόθευση της Πίστεως που αυτοί επιτρέπουν.

Σκανδαλιστήκαμε και αντιδράσαμε βλέποντας την αδιαφορία τους και την ανοχή τους στην συνύπαρξη με την αίρεση• την εξουσιαστική νοοτροπία που εκπέμπουν, την «κακή» υπακοή που απαιτούν, μια υπακοή αντι-ευαγγελική. Κι αυτή η στάση μας, στηρίζεται στους Πατέρες, όσο μπορέσαμε να τους καταλάβουμε.

Δυστυχώς, ανέχονται ή είναι όλοι σχεδόν οι Επίσκοποι υπέρ του Διαλόγου με τους αιρετικούς, και παρότι 1000 χρόνια τώρα διαστρέφουν οι παπικοί την Πίστη, παρότι δεν έχουν δείξει καμία διάθεση να επιστρέψουν εν μετανοία στην Μία Εκκλησία ―όπως οι Πατέρες έχουν αυστηρά νομοθετήσει―, συνεχίζουν να διαλέγονται ή να ανέχονται διαλόγους διανθισμένους με αντι-ευαγγελικές συμπροσευχὲς και άλλες αντι-πατερικές πράξεις.

Και εμάς, όχι για κάποια αίρεση, αλλά επειδή είμαστε ―μετά λόγου γνώσεως δημοσίως εκπεφρασμένου― αντίθετοι με ενέργειές τους μας αγνοούν, χωρίς να θελήσουν ως Ποιμένες και Πατέρες να μας προσεγγίσουν, να συζητήσουν και να αφουγκρασθούν τις θέσεις μας και, αν κάπου σφάλλουμε, να μας διορθώσουν ή, αντιθέτως, να προβληματισθούν για τη δική τους τακτική.

Εμείς, θα συνεχίσουμε, να εκφράζουμε τις θέσεις εκείνες που μας έχουν παραδοθεί από τους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας, πάντα ευήκοοι προς κάθε ορθόδοξη θέση, πάντα έτοιμοι για διόρθωση όσων οι αμαρτίες μας δεν μας αφήνουν να καταλάβουμε ορθά, ώσπου η δικτατορία της Νέας Τάξης Πραγμάτων ―πολιτική και θρησκευτική― που συνεχώς επεκτείνεται και ρίχνει τις σκιές της σε όλο και μεγαλύτερο χώρο, να μας φιμώσει.

Εσείς, Σεβασμιώτατε, μετά και από αυτές τις εξηγήσεις, θα θελήσετε να ασχοληθείτε, έστω αγνοώντας μας, με το τεράστιο θέμα της αιρέσεως του Οικουμενισμού, ασκώντας σοβαρή θεολογική κριτική προς τους αιρετίζοντας συνεπισκόπους σας, που διδάσκουν αυτήν την αίρεση; Αναντιρρήτως δεν μπορούμε εμείς, με τον ίδιο τρόπο να ασκήσουμε κριτική, αφού δεν έχουμε τις δικές σας γνώσεις και εμπειρίες, το δικό σας κύρος και την εξουσία.

Όταν όμως, εσείς οι Επίσκοποι σιωπάτε, αναγκαζόμαστε εκ λόγων συνειδήσεως να μιλάμε. Και σ’ αυτό, μας ωθείτε εσείς, αδιαφορώντας για τον σκανδαλισμό των ψυχών και την αγωνία που μας συνέχει, καθώς νιώθουμε ότι κολυμπάμε μέσα στην αίρεση. Θα συνεχίσουμε λοιπόν, με τον τρόπο που εσείς θεωρείτε αδόκιμο, τον μικρό αγώνα μας κατά της παναιρέσεως του αιώνα μας. Κι ο καθένας ας αναλάβει τις ευθύνες του.

Θεσσαλονίκη, 15 Σεπτεμβρίου 2010
Γιά την «Φιλορθόδοξο Ένωσι “Κοσµάς Φλαµιάτος”»
Ο Πρόεδρος Λαυρέντιος Ντετζιόρτζιο
Ο Γραµµατέας Παναγιώτης Σηµάτης

Δεν υπάρχουν σχόλια: