Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2010
Απόσχιση και στα Δωδεκάνησα προωθεί ο Οικουμενικός Πατριάρχης
Μεθοδεύεται η δημιουργία ανεξάρτητης (νησιωτικής) αρχιεπισκοπής και απόσχιση από την Αθήνα με μητροπολίτες που έχουν ζητήσει τουρκική υπηκοότητα.
Η (ασταθής) στάση του Αρχιεπισκόπου, η ανησυχία και ο προβληματισμός κύκλων της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, οι φόβοι για εθνική ζημία, το νέο χτύπημα Βαρθολομαίου και η αναπόληση του Εθνάρχου Μακαριστού Χριστόδουλου της Μονής Πετράκη.
Ο χρόνος υλοποίησης των σχεδίων Βαρθολομαίου, τα πρώτα βήματα, τα σενάρια των υποστηρικτών του, το «παιχνίδι της διαδοχής» και η διεκδίκηση του Οικουμενικού Θρόνου.
Tον δικό του «Καλλικράτη» φαίνεται πως έχει κατά νου ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, καθώς εντείνονται παρασκηνιακά οι κινήσεις του Φαναριού για την απόσχιση μητροπόλεων από την Εκκλησία της Ελλάδος και την προσάρτηση τους στη σημερινή Μητρόπολη Ρόδου που υπάγεται απευθείας στο Πατριαρχείο με το καθεστώς της ημιαυτονομίας, όπως η Αρχιεπισκοπή Κρήτης
Την ίδιο στιγμή, πληθαίνουν το ερωτήματα για τη στάση που θα τηρήσει η Εκκλησία της Ελλάδος και η κυβέρνηση της χώρας, καθώς είναι ορατός ο κίνδυνος να προκληθεί εθνική ζημία από μεμονωμένες και ασυντόνιστες εκκλησιαστικές κινήσεις.
Η ασταθής στάση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος π. Ιερωνύμου απέναντι στις κατά καιρούς προκλήσεις του Οικουμενικού Πατριάρχη (μητροπολίτα του κλεινόν άστεως της πόλεως των Αθηνών, υπόθεση πρώην μητροπολίτη Αττικής Παντελεήμονος) εντείνουν την ανησυχία και τον προβληματισμό κύκλων της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος και οι ζυμώσεις και οι συζητήσεις είναι πολλές και ποικίλες στα αρχονταρίκια ιστορικών μονών και στα επίσκοπεία ανά τις μητροπόλεις της χώρας.
Όπως είναι αναμενόμενο, οι αναφορές στον δυναμικό και εθναρχικό χαρακτήρα του μακαριστού Χριστόδουλου είναι όλο και συχνότερες και αρκετοί ιεράρχες, που παλαιότερα είχαν πολεμήσει τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο, μετανιώνουν και τον αναπολούν...
Ανοίγει ο δρόμος
Από όσα ακούγονται στους διαδρόμους της Μονής Πέτρακη και από όσα συζητούνται σε εξαντλητικά απόδειπνα στις επαρχιακές μητροπόλεις, αλλά και με βάση τα όσα τεκταίνονται στην Αρχιεπισκοπή Κρήτης, ο χρόνος υλοποίησης των πατριαρχικών σχεδίων είναι κοντά.
Ούτε τα προβλήματα που ανέκυψαν από την πρόχειρα σχεδιασμένη και εσπευσμένη λειτουργία στον περίβολο της Παναγίας της Σουμελά στον Πόντο (ρωσικές και τουρκικές διεκδικήσεις), ούτε οι περιουσιακές απαιτήσεις που εγείρουν πλέον οι Τουρκοκρήτες στη μεγαλόνησο φαίνεται να θορυβούν τον Οικουμενικό Πατριάρχη και τους συμβούλους του, οι οποίοι προχωρούν ακάθεκτοι στον σχεδιασμό τους.
Έγκυρες εκκλησιαστικές πηγές αλλά και πατριωτικές επισκοπικές φωνές μέσα από την Ιεραρχία της Ελλάδος δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο, μετά τη συνένωση των Κυκλάδων με τα Δωδεκάνησα σε χωροταξικό – θεσμικό επίπεδο που θα δώσει τη νέα αιρετή περιφέρεια, να ανοίξει ο δρόμος και για ανάλογες εξελίξεις σε εκκλησιαστικό επίπεδο.
Παρά το γεγονός ότι οι Κυκλάδες υπάγονται στην Εκκλησία της Ελλάδος και τα Δωδεκάνησα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, τίποτε δεν αποκλείεται πλέον.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο έβλεπε από καιρό θετικά το ενδεχόμενο προσάρτησης μερίδας των λεγομένων Νέων Χωρών στην περιοχή ευθύνης του ώστε να υπάρχει περιθώριο δημιουργίας Αρχιεπισκοπής νησιωτικού χαρακτήρα (κάτι ανάλογο με την Αρχιεπισκοπή Κρήτης που είναι ημιαυτόνομη).
Σε αυτή την περίπτωση θα είχαμε από τη μια πλευρά τις Μητροπόλεις των Δωδεκανήσων και από την άλλη της Χίου, Λέσβου και Σάμου να συστήνουν μία ή δύο νησιωτικές Αρχιεπισκοπές.
Τα σενάρια αναθερμάνθηκαν πρόσφατα με αφορμή το γεγονός ότι οι ιεράρχες που ανήκουν στον Οικουμενικό θρόνο παρακολούθησαν με ιδιαίτερη ανησυχία τις εξελίξεις σε ό,τι αφορά τη διαδοχή του Πατριάρχη και η εύλογη –όπως και για όλον τον Ελληνισμό– ανησυχία τους για το μέλλον του Πατριαρχείου τους έκαμψε τις αναστολές.
Έτσι, όταν με μια κίνηση ο Πατριάρχης άνοιξε μόνος του το παιχνίδι της διαδοχής κατά την επίσημη επίσκεψη του στη Νέα Υόρκη, ανακοινώνοντας ότι η κυβέρνηση Ερντογάν δέχτηκε το αίτημα του ιδίου, να δοθεί τουρκική υπηκοότητα σε όσους επιθυμούν από τους ιεράρχες του Οικουμενικού Θρόνου, αρκετοί έσπευσαν να αιτηθούν τουρκικής υπηκοότητας.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι οι περισσότεροι μητροπολίτες από τα Δωδεκάνησα ήδη έχουν καταθέσει τα χαρτιά τους στο τουρκικό προξενείο με την αίτηση για να πάρουν υπηκοότητα, ενώ αναμένονται εξελίξεις από την τουρκική κυβέρνηση μέσα στο επόμενο διάστημα.
Τα σενάρια των υποστηρικτών Βαρθολομαίου
Το πρώτο βήμα για την υλοποίηση των σχεδίων του Πατριάρχη θα περιλαμβάνει την επανυπαγωγή των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών στο Φανάρι, προοπτική στην οποία είχε αντιταχθεί με εθναρχικό σθένος ο Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος προ ετών. Πώς θα γίνει αυτό.
Σύμφωνα με την πατριαρχική πράξη του 1928, οι Μητροπόλεις των Νέων Χωρών, Ηπείρου, Μακεδονίας, Θράκης και νήσων του αρχιπελάγους, δηλαδή Χίος, Σάμος, Μυτιλήνη και Λήμνος, υπάγονται μεν πνευματικό και έχουν την εκκλησιαστική τους αναφορά στο Πατριαρχείο, διοικητικά όμως υπάγονται στην Ελλαδική Εκκλησία.
Η τριμερής συμφωνία Πατριαρχείου, Ελλαδικής Εκκλησίας και ελληνικής Πολιτείας για το καθεστώς των Νέων Χωρών εφαρμόσθηκε ύστερα από τη Μικρασιατική Καταστροφή, γιατί δεν μπορούσαν να διαποιμανθούν οι μητροπόλεις αυτές από το Φανάρι.
Το Πατριαρχείο, βέβαια, παραχώρησε αυτές τις μητροπόλεις διοικητικά στην Ελλαδική Εκκλησία επιτροπικώς, δηλαδή άχρι καιρού, όπως υποστηρίζουν οι Φαναριώτες, για όσο χρονικό διάστημα κρίνει εκείνο ότι αδυνατεί να ασκήσει τη διοποίμανσή τους.
Σε εύθετο χρόνο (που αυτός κατά τους Φαναριώτες ήρθε) μπορεί να απαιτήσει όμως την επανυπαγωγή των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών στη δικαιοδοσία του.
Έτσι, αν ο Πατριάρχης επανυπαγάγει τις Μητροπόλεις των Νέων Χωρών στη δικαιοδοσία του μπορεί να προχωρήσει άμεσα στην υλοποίηση του σχεδιασμού του και με μόνο δική του εντολή να αλλάξει τον εκκλησιαστικό χάρτη της περιοχής, αγνοώντας την προκαλούμενη εθνική ζημία.
Οι υποστηρικτές των κινήσεων Βαρθολομαίου επισημαίνουν ότι, εάν δημιουργηθεί μία Αρχιεπισκοπή Δωδεκανήσου (έστω και χωρίς άλλες Μητροπόλεις, όπως οι προαναφερθείσες από τις Νέες Χώρες ή οι κυκλαδικές Σύρου, Τήνου, Άνδρου, Κέας και Μήλου, Παροναξίας και Θήρας, Αμοργού και Νήσων), οι ιεράρχες θα έχουν αυξημένο κύρος στις εξωεκκλησιαστικές σχέσεις τους.
Σύμφωνα με αυτούς τους κύκλους, οι Δωδεκανήσιοι θα μπορούσαν να προχωρήσουν σε σύγκλιση Συνόδου της οποίας θα ηγείται ένας από τους Μητροπολίτες – είθισται της μεγαλύτερης Μητροπόλεως.
Μια Σύνοδος μπορεί να γίνει και με τέσσερις (4) μητροπολίτες αν και κανονικά απαιτούνται έξι (6).
Το σενάριο αναφέρει ότι οι μητροπόλεις Ρόδου, Σύμης, Κω – Νισύρου, Κάσου – Κάρπαθου, Λέρου – Καλύμνου – Αστυπάλαιας μπορούν να συστήσουν μια Σύνοδο, ενώ, την ίδια ώρα, πληροφορίες προσκείμενες στους πατμιακούς κύκλους αναφέρουν ότι δυναμικά στο παιχνίδι είναι έτοιμος να μπει και ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής Πάτμου κ. Αντύπας Νικηταράς (εάν και εφόσον η Εξαρχία της Πάτμου γίνει Μητρόπολη κι εκείνος προαχθεί σε μητροπολίτη).
Άλλες εκτιμήσεις αναφέρουν ότι πολύ δυναμικά μπορεί να παίξει και η περίπτωση του δεσπότη Αλικαρνασσού και να ενταχθεί στη Σύνοδο.
Σε μια τέτοια περίπτωση, αναφέρουν πάντα οι υποστηρικτές των σχεδίων Βαρθολομαίου, η Αρχιεπισκοπή Δωδεκανήσου θα μπορούσε να διαδραματίσει δυναμικό ρόλο στα εκκλησιαστικά δρώμενα, ενώ οι μητροπολίτες θα έχουν την ευχέρεια να διεκδικήσουν δυναμικά και τον Οικουμενικό Θρόνο.
Η εκκλησιαστική ιστορία της Ρόδου και η Επαρχία των Νήσων
Μια συνεχής ιστορία προσαρτήσεων και αποσχίσεων
Το όνομα της Ρόδου αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη (Πραξ. κα΄1), κατά την επιστροφή του Παύλου στσ Ιεροσόλυμα, κατά την γ' αποστολική περιοδεία.
Ο Παύλος θεωρείται ως ο ιδρυτής της κατά Ρόδον Εκκλησίας. Πότε έγινε Επισκοπή η Ρόδος δεν είναι γνωστό. Κατά την παράδοση αναφέρεται πρώτος Επίσκοπος τον α΄ αιώνα ο Πρόχορος.
Κατά τον β΄ αιώνα αναφέρεται ο Επίσκοπος Ευφράνωρ και κατά το β' μισό του γ΄ αιώνα, στο μαρτύριο των Αγίων Μαρτύρων Κλήμεντος και Αγαθαγγέλου ο Επίσκοπος Φωτεινός.
Στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο πήρε μέρος ο Επίσκοπος Ευφρόσυνος.
Στην πολιτική γεωγραφία των Βυζαντινών η Ρόδος ήταν η μητρόπολις–πόλις της Επαρχίας
των Νήσων. Η Επαρχία των Νήσων περιλάμβανε τις εξής πόλεις: Ρόδος, Κως, Σάμος, Χίος, Μυτιλήνη, Μέθυμνα, Πέτελος, Τένεδος, Προσελήνη, Άνδρος, Τένος, Νάξος, Πάρος, Σίφνος, Μέλος, Ίος, Θήρα, Αμοργός και Αστυπάλαια.
Στην εκκλησιαστική γεωγραφία η Επισκοπή Ρόδου περί τα τέλη του δ' και τις αρχές του ε΄ αιώνα προήχθη σε Μητρόπολη, διότι στην αρχαιότερη γνωστή «τάξιν πρωτοκαθεδρίας» αναγράφεται ως 26η μεταξύ των Μητροπόλεων.
Ως προς τον αριθμό των υποκειμένων στον Μητροπολίτη Ρόδου Επισκοπών παρατηρούμε τα εξής στο πέρασμα των χρόνων: Από τις αρχές του ζ΄ αιώνα μέχρι τις αρχές του θ΄ ο Ρόδου είχε υπ’ αυτόν 11 Επισκοπές.
Γύρω στα μέσα του θ΄ αιώνα αυξάνονται σε 13 με την ίδρυση των Επισκοπών Νισύρου και Αστυπάλαιας. Κατά τις αρχές του ι΄ αιώνα ο αριθμός των επισκοπών ελαττώθηκε σε 10 με την κατάργηση των Επισκοπών Νισύρου και Αστυπάλαιας και την υπαγωγή της Επισκοπής Άνδρου υπό τον Μητροπολίτη Αθηνών.
Στα μέσα του ιδίου αιώνα αυξάνονται και πάλι σε 13, γιατί επανεμφανίζονται οι Επισκοπές Νισύρου και Αστυπάλαιας και προστίθεται η Επισκοπή Ικαρίας. Την περίοδο μέχρι της καταλήψεως της Ρόδου από τους Ιωαννίτες Ιππότες n Μητρόπολις Ρόδου ακμάζει.
Το 1522 η Ρόδος κατελήφθη από τους Τούρκους. Πρώτος Μητροπολίτης εγκαταστάθηκε ο Ευθύμιος, ο οποίος έναν χρόνο αργότερα απαγχονίστηκε ως πρωταίτιος επαναστατικού κινήματος.
Η εκκλησιαστική ζωή κατά την Τουρκοκρατία χαρακτηρίζεται από ομαλότητα αν και δεν απουσιάζουν τα προβλήματα που προκαλούσε η αυθαιρεσία των κατακτητών. Κατά τους χρόνους της Επανάστασης και στους επόμενους χρόνους η Εκκλησία υπέστη διώξεις και τα προνόμια καταργήθηκαν.
Το φιρμάνι του σουλτάνου Μαχμούτ του Β' το 1835 επανέφερε τα προνομία, τα οποία καταργήθηκαν εκ νέου κατά την εποχή τιις διακυβέρνησης των Νεότουρκων.
Το 1912 η Ρόδος, όπως και τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα, περιήλθε στην κατοχή των Ιταλών, οι οποίοι στην αρχή έδειξαν σεβασμό προς την Εκκλησία.
Αργότερα άλλαξαν διαθέσεις, κατήργησαν τα προνόμια, ακολούθησαν καταπιεστική πολιτική και δημιούργησαν το λεγόμενο ζήτημα του αυτοκέφαλου, το οποίο συντάραξε την τοπική κοινωνία. Το βάρος της διοποιμάνσεως της Μητροπόλεως Ρόδου καθ΄ όλη τη διάρκεια της Ιταλοκρατίας το βάσταξε ο Μητροπολίτης Απόστολος Τρύφωνος, ο οποίος αναγκάστηκε σε παραίτηση στις 8 Ιουνίου 1946.
Μετά την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου, η Μητρόπολη Ρόδου εισήλθε στη σύγχρονη περίοδο της ιστορίας της.
Το 2004 αποσπάστηκαν απ’ αυτήν τα νησιά Σύμη, Χάλκη, Τήλος και Καστελόριζο, τα οποία συγκρότησαν τη Μητρόπολη Σύμης, ενώ η Νίσυρος προσαρτήθηκε στη Μητρόπολη Κώου.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου