Παρασκευή 2 Απριλίου 2010

Πάσχα με τους Ρωμηούς στις άγνωστες ενορίες της Πόλης


Για άλλη μία φορά, με έχει τρομάξει και φέτος η προαναγγελθείσα εισβολή των Ελλήνων στην Πόλη για το Πάσχα. Των λεωφορείων του μαζικού τουρισμού που κουβαλούν κόσμο σαν πρόβατα από το Πατριαρχείο στην Αγία Σοφία και την Πρίγκηπο, εξαντλώντας τυπικά και μηχανικά ένα δρομολόγιο στάσεων.

Των κοπαδιών που θα κατακλύσουν αλαλάζοντα τη Μεγάλη Οδό του Πέραν, φωνάζοντας οι μεν στους δε τιμές και νοστιμιές που εντοπίζουν στις βιτρίνες. Όλων όσων θα έρθουν και θα φύγουν χωρίς να έχουν δει, νιώσει η αφομοιώσει τίποτε από την Πόλη.

Κουβαλώντας πίσω, στη βαλίτσα της ημιμάθειας και των προκαταλήψεών τους, κάποιες ελάχιστες προσθήκες στις εικόνες των καρτ-ποστάλ που ήδη γνώριζαν, μαζί με κάποιες γευστικές εμπειρίες και μερικές – όχι πια τόσο φθηνές! – αγορές.

Για όλους αυτούς που, ας μου επιτραπεί η κακεντρέχεια, θα δυσκολεύονταν να ξεχωρίσουν μία φωτογραφία της Αγίας Σοφίας από μία του τεμένους Σουλτάναχμετ (του Μπλε Τζαμιού), που νομίζουν ότι το Φανάρι είναι ακόμη ελληνική γειτονιά και πως στην Τουρκία κυβερνά ο στρατός, λυπάμαι, αλλά δεν έχω τίποτε να προτείνω. Ίσως κάποιους μήνες εντατικής επιμόρφωσης... Για τους υπόλοιπους, που δεν ταξιδεύουν με γκρουπ και δε φορούν παρωπίδες, που δεν ήλθαν ψάχνοντας δερμάτινα ή «μπουζούκια» (δεν έχουμε από αυτά στην Πόλη, λυπάμαι) αλλά το χρώμα της Κωνσταντινούπολης, θα τους πρότεινα να συνεορτάσουν το Πάσχα με τους Ρωμηούς και τους Ελλαδίτες που μετοικήσαμε εδώ, κατά τα τοπικά έθιμα.


Οι περίπου 5000 Ελληνορθόδοξοι της Πόλης (Ελληνικής και Αραβικής καταγωγής σε ίσα περίπου μέρη) και οι διακόσιοι νέοι Ελλαδίτες που ζούμε εδώ μόνιμα θα εορτάσουμε το Πάσχα μαζί με τους Τούρκους και αλλοδαπούς φίλους μας στις άγνωστες για τους πολλούς ενορίες της Πόλης. Μακριά από όλο αυτό το συρφετό, μακριά από τον αποκαρδιωτικό συνωστισμό στο Πατριαρχείο – λες και δεν υπάρχει άλλη ενορία που να εορτάζει την Ανάσταση! Οι άγνωστες αυτές ενορίες, συχνά κρυμμένες μέσα στα δάση της ειδυλλιακής Πολίτικης περιφέρειας, θα γεμίζουν αυτές τις εορτάσιμες ημέρες για μόνη φορά μέσα στο χρόνο. Ελλείψει πιστών, πολλές από τις 83 Ελληνικές εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης παραμένουν τον υπόλοιπο χρόνο αδειανές, με μόνη εξαίρεση την ημέρα που τιμάται ο Άγιός τους.


«Δεν υπάρχουν πια τα έθιμά μας. Εκείνοι που φύγανε τα πήρανε μαζί τους» παραπονείται ο Μιχάλης Βασιλειάδης, διευθυντής της «Απογευματινής», μίας εκ των δύο Ελληνικών εφημερίδων της Πόλης. «Τα έθιμα τηρούνταν όταν οι Έλληνες ζούσαν συλλογικά, κοντά ο ένας με τον άλλο, σε ένα είδος γκέτο. Όσοι απομένουν σήμερα είναι σταγόνα στον ωκεανό. Έθιμα σε μια κοινότητα της οποίας τα μέλη ζουν μεμονωμένα δε νοούνται.» Κάποιες ωστόσο από τις ιδιόμορφες πασχαλινές συνήθειες της άλλοτε ακμάζουσας Ομογένειας επιβιώνουν, αν και πρέπει να σημειωθεί πως το Πάσχα των Πολιτών δεν είχε έθιμα τόσο κραυγαλέα διαφορετικά από εκείνα στην Ελλάδα, όπως το Μπακλαχοράνι – το καρναβάλι της Καθαράς Δευτέρας. Τα έθιμα που αξίζει να αναφερθούν και οι αντίστοιχες ενορίες που προτείνουμε είναι οι εξής:

Μεγάλη Τρίτη στον Πατριαρχικό ναό

Η πνευματική ακτινοβολία του Οικουμενικού Πατριαρχείου ξεπερνά κατά πολύ τον υλικό κόσμο των ενδιαιτημάτων του. Το Πατριαρχείο εντυπωσιάζει με την απλότητα των κτιρίων του, ενώ η μεγαλοπρέπεια και η επιβλητικότητα της Μεγάλης του Γένους Σχολής στο διπλανό λόφο το κάνει να μοιάζει χωρικά ακόμη πιο ασήμαντο. Η στενότητα του χώρου μετατρέπει το Πατριαρχείο σε κόλαση όταν ξεβράζονται ομαδικά τα γκρουπ των εκδρομέων.


Η καλύτερη στιγμή για να το επισκεφθεί κανείς μεσούσης της Μεγάλης Εβδομάδας, εφόσον βέβαια το θεωρήσει απαραίτητο παρά το γεγονός ότι η εποχή δεν προσφέρεται για μία τέτοια επίσκεψη, είναι η Μεγάλη Τρίτη. Δεν επικρατεί ο αποκαρδιωτικός συνωστισμός του τέλους της εβδομάδας, ενώ η καλλίφωνη χορωδία του Πατριαρχικού Ναού του Αγίου Γεωργίου ψάλλει το Τροπάριο της Κασσιανής κατά το Βυζαντινό τυπικό. Προτού αποτραβηχθεί στην εκκλησία, επιβάλλεται να περιδιαβεί κανείς την κάποτε αμιγώς Ελληνική συνοικία του Φαναρίου. Να θαυμάσει τις ανηφοριές με τα όμορφα Ελληνικά τρίπατα σπίτια (1880-1920) και να ξετρυπώσει τις μικρές ενορίες κρυμμένες πίσω από τους μαντρότοιχούς τους. Έλληνες δεν απομένουν εδώ, τα κτίρια όμως διασώουν τη μνήμη της κοινότητας. Η Μεγάλη Σχολή με την αίθουσα τελετών της στολισμένη με τοιχογραφίες σε αττικό ρυθμό είναι ιδιαίτερα αξιεπίσκεπτη (είναι ανοικτή το πρωί καθώς λειτουργεί με τριάντα περίπου μαθητές). Αξιεπίσκεπτη και η Παναγία των Μογγόλων (Μουχλιώτισσα), μόνη Βυζαντινή εκκλησία που παραμένει σε χέρια Ελληνικά.


Μεγάλη Παρασκευή πρωί: Οι Επτά Επιτάφιοι και η Ζουλόπετρα


Καθαρά Πολίτικο έθιμο αποτελεί το Προσκύνημα των Επτά Επιταφίων, το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής. Αποτελεί μάλιστα έθιμο κοινό σε όλες τις Χριστιανικές κοινότητες της Πόλης. «Δεν είναι κάτι το θεσμοθετημένο, όποιος θέλει το κάνει» εξηγεί ο Πρόεδρος του Συλλόγου Αποφοίτων Ζωγραφείου και της Ρωμαίικης Κοινότητας Νεοχωρίου Λάκης Βίγκας. «Το είχαν και οι Καθολικοί και οι Αρμεναίοι. Η μητέρα μου, που ήταν Λεβαντίνα, το τηρούσε κι εκείνη».


Οι πιστοί επισκέπτονται επτά εκκλησίες και περνούν κάτω από τους επιταφίους τους. «Μέσα στις επτά συμπεριλαμβάνουν και εκείνη του νεκροταφείου, όπου κείνται οι συγγενείς τους» εξηγεί ο Βασιλειάδης. «Τελούν τρισάγια στους τάφους και μοιράζουν κόλλυβα. Αυτές τις μέρες παραδοσιακά μαζεύονταν και οι επαίτες έξω από τα Ρωμαίικα κοιμητήρια, στο Σισλί και το Μπαλουκλί». Πολλές φορές Πολίτικοι σύλλογοι οργανώνουν προσκυνήματα με λεωφορεία, που εκκινούν από την όπερα στην πλατεία Τάξιμ. Λεπτομέρειες μπορεί να βρει κανείς στις δύο Ελληνικές εφημερίδες της Πόλης, την Απογευματινή και την Ηχώ, αλλά και ανηρτημένες στις εκκλησίες.


Στην καρδιά του άλλοτε Εβραϊκού γκέτο του Μπαλατά (Balat), συνοικίας που εκτείνεται μεταξύ του Φαναρίου και των Βλαχερνών, βρίσκεται ο ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών, γνωστός και ως Αη-Στράτης. Εδώ προσέρχονται οι Ρωμηοί τη Μεγάλη Παρασκευή για να περάσουν τη Ζουλόπετρα, μια στενή οπή στη βάση ενός τοίχου του ναού που βγάζει σε ένα μικρό δωμάτιο. Κατά την παράδοση, οι πιστοί διέρχονται το μάλλον τρομακτικό αυτό πέρασμα τρεις φορές – αρχέγονη πράξη επίκλησης της καλής τύχης.


Η περιφορά του Επιταφίου στην Πρίγκηπο

Η συγκινητικότερη στιγμή του Πολίτικου Πάσχα είναι η περιφορά του Επιταφίου στους δρόμους της Πριγκήπου. Η Παναγία της Πριγκήπου είναι η μόνη ρωμαίικη ενορία που πραγματοποιεί περιφορά έξω στους δρόμους. Το έθιμο αναβίωσε για πρώτη φορά το 2004. Η ακολουθία ξεκινά πολύ νωρίς, λίγο μετά τις πέντε, και ο Επιτάφιος βγαίνει κατά τις εξίμισυ. Τα πλοία για τα Πριγκηπόνησα εκκινούν από το Καμπάτας, στο στόμιο του Βοσπόρου, και η διαδρομή προς την Πρίγκηπο διαρκεί περίπου μιάμιση ώρα. Υπάρχουν πολλά δρομολόγια από νωρίς το πρωί ως αργά το βράδυ.

Θυμάμαι έντονα την πρώτη εκείνη περιφορά του 2004, μετά δεκαετίες απαγορεύσεων. Πίσω από την εντυπωσιακή Αρ Νουβώ Σκάλα της Πριγκήπου υποδεχόταν τους προσκυνητές ένα μεγάλο πανό: «Καλό Πάσχα στους Ρωμιούς συμπατριώτες μας. Δημαρχία Πριγκηποννήσων». Στη μικρή πλατειούλα όπου σταθμεύουν οι άμαξες για το γύρο του νησιού, βρίσκεται η εκκλησία της Παναγίας. Οι ψαλμωδίες ακούγονταν έξω στην πλατεία, γεμάτη από αστυνομικούς και αμαξάδες. Οι τελευταίοι κουβέντιαζαν αμέριμνα. Πελάτες για τον γύρο δε βρίσκονταν.

Ο δήμαρχος Πριγκηποννήσων υποδεχόταν τους πιστούς στον εξωνάρθηκα. Η Κατερίνα, μεσήλικη Ελληνοαμερικανίδα που γεννήθηκε και μεγάλωσε στο νησί, δάκρυζε συνεχώς. «Είμαι τόσο συγκινημένη». Εκείνη και ο επίσης Πριγκηπινός άνδρας της δεν είχαν επισκεφθεί τη γενέτειρά τους για πάνω από τριάντα χρόνια. «Με κακές μνήμες φύγαμε». «Συγκινήθηκα που ήρθε ο δήμαρχος. Που μας δείχνουν πώς τους αρέσει η παρουσία μας και η γιορτή μας», μας είχε πει η Στέλλα, Πριγκηπινή που τώρα ζει στη Θεσσαλονίκη.

Η περιφορά έκτοτε γεμίζει την εκκλησία με κόσμο. Πριγκηπινοί που επιστρέφουν στη γενέτειρά τους, αλλά και Πολίτες από όλη την Κωνσταντινούπολη. «Κάθε χρόνο ερχόμαστε, από τότε που επιτρέψανε την περιφορά», λέει η Ελλη, που έφθασε με τον σύζυγο, τα παιδιά και τους γέρους γονείς της από το Μέγα Ρεύμα του Βοσπόρου. «Οταν ήμασταν νέοι, γεμάτες ήταν οι εκκλησίες. Σήμερα, κινδυνεύεις να βρεθείς μόνη με τον παπά» παραπονείται η ηλικιωμένη μητέρα της.


Καθώς η πομπή βγαίνει, οι αμαξάδες παρατάσσονται σοβαροί και αμίλητοι. Προπορεύονται τα παιδιά με τις λαμπάδες, ακολουθεί η χορωδία –νέες Ρωμιές από όλη την Πόλη– ο εσταυρωμένος και οι ιερείς, ενώ ακολουθούν πενήντα περίπου πιστοί με αναμμένα κεριά. Ανάμεσά τους, ξένοι και Τούρκοι δημοσιογράφοι, αλλά και οι Τούρκοι και αλλοδαποί φίλοι που μας συνοδεύουν. Μεγάλο εκκλησίασμα για μια ελληνική ενορία της Πόλης στο σημείο που έχουμε φθάσει σήμερα.


Οι αστυνόμοι κυκλώνουν την πομπή, της ανοίγουν δρόμο και μιλούν ενίοτε στους ασυρμάτους. Οι καταστηματάρχες βγαίνουν στις πόρτες και στέκονται αμίλητοι. Πολλοί Τούρκοι περιεργάζονται ένα θέαμα που, στους περισσότερους, μοιάζει όσο «εξωτικό», όσο θα ήταν μία πομπή βουδιστών μοναχών σε μία συνοικία της Αθήνας. Οι περισσότεροι έχουν έλθει από την Ανατολία, δεν πρόλαβαν τους Δε θυμούνται τους Έλληνες και δεν τους θυμούνται. «Ακου, τραγουδούν!» Μια κυρία βγαίνει στο παράθυρο με το κινητό ανοιχτό, για να ακούσει ο συνομιλητής.

Μία άλλη, στο δικό της, έχει υψώσει τα χέρια κατά το Μουσουλμανικό τυπικό δέησης. «Ο Θεός να δεχθεί τις προσευχές σας» φωνάζει και μας χαμογελά. Αν οι Τούρκοι νιώθουν καλοπροαίρετη περιέργεια, για τους Ρωμιούς κυριαρχεί η συγκίνηση. Πολλοί από τους γηραιότερους κλαίνε. Ο Επιτάφιος συμβολίζει το θάνατο της δικής τους κοινότητας, που έχει αποδεκατισθεί. Η Ανάσταση της Ομογένειας δεν είναι καθόλου βέβαιη, και σίγουρα δε θα πάρει τρεις ημέρες.


Η πομπή κάνει το γύρω της πόλης και επιστρέφει στην Παναγία. Ένας μεσήλικος κύριος στέκεται στην πόρτα του ναού και εύχεται στους πιστούς: «Αλλάχ καμπούλ ετσίν» (Να δεχθεί ο Θεός τις προσευχές σας). Δεν είναι εκπρόσωπος καμιάς αρχής και κανείς δεν τον παρότρυνε να το κάνει. «Πολύ χαίρομαι που ξανατελείται η εορτή», λέει. Ονομάζεται Ρεφίκ και είναι καταστηματάρχης. «Πρόλαβα να δω την Πρίγκηπο μια μικρή Ελλάδα. Τότε πολύ λίγοι Τούρκοι μέναμε εδώ», λέει. «Θυμάμαι τις γιορτές του Πάσχα και τα Θεοφάνια. Τότε κάθε εκκλησία έβγαζε δικό της Επιτάφιο, και οι πομπές συναντιούνταν στο λιμάνι. Εκεί έριχνε ο παπάς και τον σταυρό των Θεοφανίων. Μετά όλα σταμάτησαν και το γιατί νομίζω το γνωρίζετε καλύτερα από μένα».

Για όσους το ταξίδι με το πλοίο στην Πρίγκηπο πέφτει μακριά, μπορούν να παρακολουθήσουν την ακολουθία του Επιταφίου στην Παναγία του Πέραν, που μόλις φέτος άνοιξε μετά από πολυετή ανακαίνιση, ή την Ευαγγελίστρια Προπόδων Ταταούλων στο Ντολάπντερε. Η Αγία Τριάδα Σταυροδρομίου είναι πολύ κεντρικότερη, δίπλα στην πλατεία Τάξιμ, ενώ ειδυλλιακό είναι το περιβάλλον στον Άγιο Γεώργιο στο Τσενγκέλκιοϊ. Η τελευταία αυτή εκκλησία έχει το ωραιότερο ίσως ξυλόγλυπτο τέμπλο ναού της Πόλης, ενώ η περιφορά του Επιταφίου λαμβάνει χώρα στον τεράστιο κήπο της.

Ανάσταση στο Νιχώρι

Η αναστάσιμη ακολουθία γεμίζει κάθε χρόνο τις εκκλησίες του Νεοχωρίου, της πιο δυναμικής σήμερα από τις Ρωμαίικες κοινότητες του Βοσπόρου. Το άλλοτε μεγάλο ελληνικό χωριό έχει υμνήσει και ο Καβάφης, που έζησε κάποια χρόνια εδώ, αφιερώνοντας ένα ποίημα στη φυσική καλλονή του. «Την πρασινάδα που θα ’δης εκεί να μην ελπίσης που σ’ άλλο μέρος θα την βρης.» Ψηλά στο λόφο, η εκκλησία του Αγίου Νικολάου, που κτίσθηκε το 1772, χάνεται μέσα στα δένδρα. Αυτή της Παναγίας Κουμαριώτισσας δεσπόζει στον κεντρικό δρόμο. Μία από τις δύο γίνεται το επίκεντρο του ενδιαφέροντος το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου κάθε χρόνο. Φέτος, μας πληροφορεί η Μαρίνα Δρυμαλίτου που συντονίζει τις πολιτιστικές δραστηριότητες της ομογένειας, είναι η σειρά του Αγίου Νικολάου, με το αριστουργηματικό επίχρυσο εικονοστάσιο.


Το εκκλησίασμα είναι πάντοτε ένα εθνικό και κοινωνικό ψηφιδωτό. Οι λίγοι – ηλικιωμένοι ως επί το πλείστον – Νιχωρίτες υποδέχονται τους Ρωμηούς συμπολίτες τους, πολλοί από τους οποίους καταφθάνουν με Τούρκους και Αρμένιους φίλους, Ρώσους, Σέρβους και άλλους Ορθοδόξους της Πόλης, ντόπιους ή μετανάστες.

Στο Νιχώρι μαζευόμαστε και όλοι οι Ελλαδίτες και Ελληνοκύπριοι πάροικοι της Πόλης, πάντα σχεδόν με Τούρκους κοντινούς φίλους, τους οποίους διακατέχει η περιέργεια για τα υπό εξαφάνιση έθιμα των γηγενών της Πόλης. Η λιτανεία είναι κάτι σαν προσκλητήριο για μεγάλο μέρος της φιλελεύθερης διανόησης της Πόλης. Τούρκοι στορικοί, πανεπιστημιακοί, εθνολόγοι, φωτογράφοι, δικηγόροι και όλοι όσοι στηρίζουν και στέκονται πλάι στην Πολίτικη Ρωμηοσύνη καταφθάνουν στο ναό για την ακολουθία, και συμμετέχουν στο γεύμα που παρέχεται στον κήπο της εκκλησίας στη συνέχεια.

Στο Νιχώρι έρχονται ανελλιπώς εδώ και χρόνια και ο Αχμέτ και η Νέτζλα Όζγκιουνες, που ασπάσθηκαν πρόσφατα την Ορθοδοξία, και οι κόρες τους Νεσλιχάν και Μέριτς, η τελευταία παντρεμένη με τον Έλληνα ιστορικό Κώστα Τσιτσελίκη και κάτοικος Θεσσαλονίκης.

Και οι δύο κόρες δηλώνουν ότι δεν τις απασχολεί καθόλου το θέμα της θρησκείας, ενώ τις προσελκύουν τα έθιμα. Η Ιντίλ, παντρεμένη με Ελληνα, ζει και αυτή στην Ελλάδα. «Μου αρέσει η αισθητική της Ορθοδοξίας. Αλλά ούτε εγώ ούτε ο άνδρας μου είμαστε θρήσκοι» εξηγεί. «Είμαι παντελώς άθεος, αλλά μου άρεσε. Είναι μια όμορφη παράδοση», λέει ο Κενάν, φωτογράφος, που έχει συνθλίψει τα αυγά όλης της παρέας. «Σιγά παιδί μου, δεν τα τσουγκρίζουμε με τόση φόρα. Δεν είσαι ο Ομέρ Βρυώνης που πάει να πάρει την Τριπολιτσά», γελάει η Ελληνίδα φίλη του, φοιτήτρια στην Πόλη. Οι Τούρκοι διασκεδάζουν αφάνταστα με το τσούγκρισμα των αυγών.

Οι πιστοί αποχωρούν με τα κεριά αναμμένα και τα κόκκινα αυγά στο χέρι. Πολλοί κατευθύνονται προς το απέναντι καφενείο, όπου σερβίρεται μαγειρίτσα και άλλα καλά και επικρατεί πανδαιμόνιο.

Ένα νέο ζευγάρι πλησιάζει δειλά δειλά. «Συγγνώμη... σας είδαμε με τα κεριά... Τι γιορτάζετε; Συγχαρητήρια!» Τους εξηγούν. «Μείναμε τόσοι λίγοι που καταντήσαμε αντικείμενο περιεργείας» λέει μια γηραιά Ρωμιά. «Στο τέλος μόνο λέξεις, όπως το paskalya, που χρησιμοποιούν στα τουρκικά για το τσουρέκι, θα τους θυμίζουν ότι υπήρξαμε, ζήσαμε εδώ».

Πασχαλινό τραπέζι

Την Κυριακή του Πάσχα Ρωμηοί και Ελλαδίτες, μαζί με τους συγγενείς και τους φίλους που τους επισκέπτονται και Τούρκους φίλους, μαζεύονται σε κάποιες ενορίες που στήνουν πασχαλινά τραπέζια. Προς το μεσημέρι, εορτάζεται η Δεύτερη Ανάσταση, και μετά σερβίρονται στους πιστούς εδέσματα Πασχαλινά.

Μία από τις κεντρικότερες ενορίες της Πόλης όπου προσέρχονται πλήθη για τη Δεύτερη Ανάσταση και το τραπέζι του Πάσχα είναι η Κοίμηση της Θεοτόκου Διπλοκιονίου, δίπλα στην αγορά του Μπεσίκτας. Είναι μια εξαιρετικά συντηρημένη εκκλησία με εντυπωσιακά σκαλισμένο επίχρυσο τέμπλο.

Εδώ το Ευαγγέλιο διαβάζεται σε διάφορες γλώσσες και οι πιστοί μαζεύονται στην αίθουσα τελετών, όπου μοιράζονται σοκολατένια αυγά και παιγνίδια στα παιδιά. Πολλοί από τους Ρωμηούς, που είτε παραμένουν εδώ είτε επιστρέφουν από την Ελλάδα, εορτάζουν το Πάσχα στην εξοχή του Polonezköy, χαμένη στα δάση της Ασίας.

Στις ταβέρνες του άλλοτε πολωνικού αυτού χωριού σερβίρεται χοιρινό και τοπικό κρασί, ενώ οι Ρωμηοί ετοιμάζουν ειδικά μενού για το Πάσχα. Έτσι κλείνει ο κύκλος της λαμπρότερης εορτής της Ορθοδοξίας, σε μία πόλη βαριά με τις μνήμες ενός ευτυχέστερου, για την ελληνική κοινότητά της, παρελθόντος.


πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια: