Στις ημέρες μας δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι η γλώσσα της κοινής προσευχής και λατρείας της εκκλησίας θα έπρεπε να ήταν ίδια με την καθομιλουμένη. Έτσι θα ήταν κατανοητά από όλους και θα προσέλκυε πολύ περισσότερους στην λειτουργική ζωή της Εκκλησίας.
Στο Θέμα αυτό πολύ διαφωτιστικές είναι οι επισημάνσεις του γνωστού αγίου και θεολογικοτάτου κληρικού των ημερών μας, του γέροντος Σωφρονίου.
Στο βιβλίο του «Οψόμεθα τον Θεόν καθώς έστι», κοντά στο κεφάλαιο που αναλύει το βασικότερο θέμα της διδασκαλίας του, την υποστατική αρχή, έχει τοποθετήσει ένα μικρό κεφάλαιο αναφερόμενο στη λειτουργική γλώσσα. Στο κεφάλαιο αυτό ο γέρων Σωφρόνιος είναι ξεκάθαρος και κατηγορηματικός. Η γλώσσα των λειτουργικών κειμένων της εκκλησίας, η οποία είναι η αρχαία ελληνική, δεν θα πρέπει ποτέ να μεταφραστεί. Την αλήθεια αυτή την στηρίζει σε πολύ σοβαρά επιχειρήματα και την επισφραγίζει με την έκδηλη χάρη που προπορεύεται των λόγων του.
Καταρχήν παρατηρεί ότι κάθε ανθρώπινη γλώσσα προορίζεται για την έκφραση πραγματικοτήτων διαφόρων επιπέδων για παράδειγμα του βιοτικού επιπέδου, των φυσικών αναγκών, της επιστημονικής γλώσσας, της φιλοσοφικής, της γλώσσας της ποιήσεως και τέλος του επιπέδου της υψηλότερης από όλες τις γλώσσες, της γλώσσας της Θειας Αποκαλύψεως, της προσευχής, της θεολογίας και των άλλων σχέσεων μεταξύ Θεού και ανθρώπων: της Λειτουργικής. Κάθε γλώσσα έχει ως σκοπό να οδηγήσει τον ακροατή ή τον αναγνώστη σε εκείνο τον χώρο στον οποίον ανήκει. Η Λειτουργική γλώσσα σκοπό έχει να γεννήσει στο νου και την καρδιά των προσευχομένων την αίσθηση άλλου κόσμου, του υψίστου. Αυτό επιτυγχάνεται με την παρουσία ονομάτων και εννοιών που ανήκουν αποκλειστικά στο θείο επίπεδο, καθώς επίσης και με την χρήση μικρού αριθμού ειδικών μορφών εκφράσεως.
Οι Έλληνες, σημειώνει ο πατήρ Σωφρόνιος, με τη φιλοσοφία έφθασαν στα υψηλότερα δυνατά όρια αναπτύξεως του ανθρωπίνου πνεύματος και με τη γλώσσα παρουσίασαν την τελειότερη δυνατή μορφή εκφράσεως του ανθρωπίνου λόγου. Τη μορφή αυτή της εκφράσεως προσέλαβε και χρησιμοποίησε κατά πρόνοια Θεού στη λατρεία για δύο χιλιετίες η Εκκλησία του Χριστού. Και τούτο διότι η Λειτουργία, ως το κορυφαίο μέσο αναφοράς του ανθρώπου προς το Θεό, είναι φυσικό να εχει ως εκφραστικό όργανο την κατά το δυνατό τελειότερη γλώσσα. Η χρήση του τελειότερου γλωσσικού οργάνου που υπάρχει στις λειτουργικές συνάξεις βοηθά τους πιστούς να διατηρούν την αίσθηση του τελείου και συμβάλλει στην πληρέστερη δυνατή κοινωνία με Τον Τέλειο.
Κατόπιν αυτών ο θεολόγος πατήρ καταλήγει στην εξής αποφθεγματική διατύπωση· «Η γλώσσα της Θείας Λειτουργίας που χρησιμοποιήθηκε τόσο πολύ χρόνο και καθαγιάσθηκε, η οποία μπορεί να χαρακτηρισθεί και ως κατηγόρημα της ορθοδόξου λατρείας, είναι αδύνατο να αντικατασταθεί, χωρίς να υποστεί ουσιώδη βλάβη αυτή η ίδια η λατρεία. Για τους λόγους αυτούς, είμαστε κατηγορηματικώς πεπεισμένοι οτι είναι αναγκαία η χρήση της παραδεδομένης Λειτουργικής γλώσσας στις εκκλησιαστικές ακολουθίες· δεν υπάρχει καθόλου ανάγκη να αντικατασταθεί αυτή με την γλώσσα της καθημερινής ζωής, πράγμα που αναπόφευκτα θα κατεβάσει το πνευματικό επίπεδο και θα προξενήσει έτσι ανυπολόγιστη ζημία».
Σε αυτούς που διατείνονται ότι δήθεν είναι ακατανόητη η λειτουργική γλώσσα ο γέρων Σωφρόνιος αποκρίνεται ότι οι ισχυρισμοί τους είναι άτοποι. Όλοι σήμερα ανεξαιρέτως καταβάλλουν τεράστιες προσπάθειες για την αφομοίωση του λεξιλογίου ξένων γλωσσών ή και πολύπλοκων ορολογιών διαφόρων τομέων της επιστήμης. Η εκμάθηση εντελώς μικρού αριθμού λέξεων που δεν είναι σε χρήση στην καθημερινή ζωή αποτελεί υπόθεση ολίγων ωρών. Γι αυτό είναι λάθος μέγα να αναγκάζουμε την Εκκλησία να απολέσει γλώσσα απαραίτητη για την έκφραση υψίστων μορφών της θεολογίας και των πνευματικών βιωμάτων.
Κοντά σε αυτά ο θεολόγος πατήρ προσθέτει ότι αν κατά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας χρησιμοποιούσαμε γλώσσα της καθημερινής ζωής, τότε αυτή θα γεννούσε στην ψυχή και τον νου των παρευρισκομένων αντιδράσεις κατώτερου επιπέδου, επιπέδου της καθημερινής μας υπάρξεως. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Αγγλικανική εκκλησία στην οποία η εισαγωγή απλούστερης λειτουργικής γλώσσας στην λατρεία της άμβλυνε την λατρευτική διάθεση των πιστών και ζημίωσε τις λατρευτικές συνάξεις. Αντίθετα οι Σλάβοι, οι οποίοι κατά Πρόνοια Θεού παρέλαβαν και χρησιμοποιούν επί αιώνες ευλογημένη γλώσσα για τη λατρεία, την Αγία Γραφή και τις προσευχές, ουδέποτε την μεταχειρίστηκαν για τις κατώτερες βιοτικές ανάγκες, ούτε ακόμη και για την εκκλησιαστική φιλολογία.
Προσωπικά φρονούμε ότι οι λόγοι αυτοί του γέροντος Σωφρονίου είναι καθ’ όλα αληθινοί και πειστικοί. Η αγιότητα του προσώπου του, η έντονη Χάρη που επισφραγίζει το λόγο του, το βάθος και η ακρίβεια της θεολογικής του διδασκαλίας και διατυπώσεως και η ενάργεια και (υπέρ)λογικότητα που διέπουν τα συγγράμματα του μαρτυρούν και πιστοποιούν ότι όλα όσα γράφει και διδάσκει δεν αποτελούν δημιούργημα ενός καλά ακονισμένου μυαλού, αλλά γέννημα του Λόγου του Θεού στο νου και την καρδιά του. Με ένα λόγο αποτελούν θείες διδασκαλίες και όχι ανθρώπινες.
Όντως δεδοξασμένος είναι ό Κύριος, ή Ενυπόστατος Σοφία του Θεού, ή οποία «κατά γενεάς εις ψυχάς όσιας μεταβαίνουσα φίλους Θεού και προφήτας κατασκευάζει» (Σοφ. Σολ. 7, 27). Στήυ ζωή και τον λόγο αυτών στηριζόμαστε με βεβαιότητα, διότι αποτελεί λύχνο που φωτίζει «εν αύχμηρώ τόπω» (Β’ Πέτρ. 1, 19).
π.Παντελεήμων Καραλάζος
Καταρχήν παρατηρεί ότι κάθε ανθρώπινη γλώσσα προορίζεται για την έκφραση πραγματικοτήτων διαφόρων επιπέδων για παράδειγμα του βιοτικού επιπέδου, των φυσικών αναγκών, της επιστημονικής γλώσσας, της φιλοσοφικής, της γλώσσας της ποιήσεως και τέλος του επιπέδου της υψηλότερης από όλες τις γλώσσες, της γλώσσας της Θειας Αποκαλύψεως, της προσευχής, της θεολογίας και των άλλων σχέσεων μεταξύ Θεού και ανθρώπων: της Λειτουργικής. Κάθε γλώσσα έχει ως σκοπό να οδηγήσει τον ακροατή ή τον αναγνώστη σε εκείνο τον χώρο στον οποίον ανήκει. Η Λειτουργική γλώσσα σκοπό έχει να γεννήσει στο νου και την καρδιά των προσευχομένων την αίσθηση άλλου κόσμου, του υψίστου. Αυτό επιτυγχάνεται με την παρουσία ονομάτων και εννοιών που ανήκουν αποκλειστικά στο θείο επίπεδο, καθώς επίσης και με την χρήση μικρού αριθμού ειδικών μορφών εκφράσεως.
Οι Έλληνες, σημειώνει ο πατήρ Σωφρόνιος, με τη φιλοσοφία έφθασαν στα υψηλότερα δυνατά όρια αναπτύξεως του ανθρωπίνου πνεύματος και με τη γλώσσα παρουσίασαν την τελειότερη δυνατή μορφή εκφράσεως του ανθρωπίνου λόγου. Τη μορφή αυτή της εκφράσεως προσέλαβε και χρησιμοποίησε κατά πρόνοια Θεού στη λατρεία για δύο χιλιετίες η Εκκλησία του Χριστού. Και τούτο διότι η Λειτουργία, ως το κορυφαίο μέσο αναφοράς του ανθρώπου προς το Θεό, είναι φυσικό να εχει ως εκφραστικό όργανο την κατά το δυνατό τελειότερη γλώσσα. Η χρήση του τελειότερου γλωσσικού οργάνου που υπάρχει στις λειτουργικές συνάξεις βοηθά τους πιστούς να διατηρούν την αίσθηση του τελείου και συμβάλλει στην πληρέστερη δυνατή κοινωνία με Τον Τέλειο.
Κατόπιν αυτών ο θεολόγος πατήρ καταλήγει στην εξής αποφθεγματική διατύπωση· «Η γλώσσα της Θείας Λειτουργίας που χρησιμοποιήθηκε τόσο πολύ χρόνο και καθαγιάσθηκε, η οποία μπορεί να χαρακτηρισθεί και ως κατηγόρημα της ορθοδόξου λατρείας, είναι αδύνατο να αντικατασταθεί, χωρίς να υποστεί ουσιώδη βλάβη αυτή η ίδια η λατρεία. Για τους λόγους αυτούς, είμαστε κατηγορηματικώς πεπεισμένοι οτι είναι αναγκαία η χρήση της παραδεδομένης Λειτουργικής γλώσσας στις εκκλησιαστικές ακολουθίες· δεν υπάρχει καθόλου ανάγκη να αντικατασταθεί αυτή με την γλώσσα της καθημερινής ζωής, πράγμα που αναπόφευκτα θα κατεβάσει το πνευματικό επίπεδο και θα προξενήσει έτσι ανυπολόγιστη ζημία».
Σε αυτούς που διατείνονται ότι δήθεν είναι ακατανόητη η λειτουργική γλώσσα ο γέρων Σωφρόνιος αποκρίνεται ότι οι ισχυρισμοί τους είναι άτοποι. Όλοι σήμερα ανεξαιρέτως καταβάλλουν τεράστιες προσπάθειες για την αφομοίωση του λεξιλογίου ξένων γλωσσών ή και πολύπλοκων ορολογιών διαφόρων τομέων της επιστήμης. Η εκμάθηση εντελώς μικρού αριθμού λέξεων που δεν είναι σε χρήση στην καθημερινή ζωή αποτελεί υπόθεση ολίγων ωρών. Γι αυτό είναι λάθος μέγα να αναγκάζουμε την Εκκλησία να απολέσει γλώσσα απαραίτητη για την έκφραση υψίστων μορφών της θεολογίας και των πνευματικών βιωμάτων.
Κοντά σε αυτά ο θεολόγος πατήρ προσθέτει ότι αν κατά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας χρησιμοποιούσαμε γλώσσα της καθημερινής ζωής, τότε αυτή θα γεννούσε στην ψυχή και τον νου των παρευρισκομένων αντιδράσεις κατώτερου επιπέδου, επιπέδου της καθημερινής μας υπάρξεως. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Αγγλικανική εκκλησία στην οποία η εισαγωγή απλούστερης λειτουργικής γλώσσας στην λατρεία της άμβλυνε την λατρευτική διάθεση των πιστών και ζημίωσε τις λατρευτικές συνάξεις. Αντίθετα οι Σλάβοι, οι οποίοι κατά Πρόνοια Θεού παρέλαβαν και χρησιμοποιούν επί αιώνες ευλογημένη γλώσσα για τη λατρεία, την Αγία Γραφή και τις προσευχές, ουδέποτε την μεταχειρίστηκαν για τις κατώτερες βιοτικές ανάγκες, ούτε ακόμη και για την εκκλησιαστική φιλολογία.
Προσωπικά φρονούμε ότι οι λόγοι αυτοί του γέροντος Σωφρονίου είναι καθ’ όλα αληθινοί και πειστικοί. Η αγιότητα του προσώπου του, η έντονη Χάρη που επισφραγίζει το λόγο του, το βάθος και η ακρίβεια της θεολογικής του διδασκαλίας και διατυπώσεως και η ενάργεια και (υπέρ)λογικότητα που διέπουν τα συγγράμματα του μαρτυρούν και πιστοποιούν ότι όλα όσα γράφει και διδάσκει δεν αποτελούν δημιούργημα ενός καλά ακονισμένου μυαλού, αλλά γέννημα του Λόγου του Θεού στο νου και την καρδιά του. Με ένα λόγο αποτελούν θείες διδασκαλίες και όχι ανθρώπινες.
Όντως δεδοξασμένος είναι ό Κύριος, ή Ενυπόστατος Σοφία του Θεού, ή οποία «κατά γενεάς εις ψυχάς όσιας μεταβαίνουσα φίλους Θεού και προφήτας κατασκευάζει» (Σοφ. Σολ. 7, 27). Στήυ ζωή και τον λόγο αυτών στηριζόμαστε με βεβαιότητα, διότι αποτελεί λύχνο που φωτίζει «εν αύχμηρώ τόπω» (Β’ Πέτρ. 1, 19).
π.Παντελεήμων Καραλάζος
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου