Πολλές
φορές συλλαμβάνω τον μυαλό μου να περπατά νοερά στο ίδιο δρόμο που
περπατούσα μαθητής του Δημοτικού από την «μακρινή» γειτονιά μου στην
ενορία της Αγίας Παρασκευής προς τα Δημοτικά σχολεία μας στην περιοχή
του Αη Μάμα, της Μητρόπολης του Αστυνομικού σταθμού και των Κυβερνητικών
γραφείων. Μια διαδρομή, ανακάλυψη της ζωής, πρώτο άκουσμα της
Μορφίτικης ζωής, πρώτες μυρωδιές, πρώτες χαρές, φόβοι, γνωριμίες.
Βγαίνοντας από την Τρικούπη μου, στο δρόμο της Αγίας Παρασκευής, ακριβώς
απέναντι ήταν ένα μαγαζάκι του Λεαντζή. Γνώριμο στη γειτονιά. Εκεί
αγοράζαμε τις κουφέττες , τα πασατέμπο, τις καρτούδες με τους
ποδοσφαιριστές της εποχής, τα ππιριλιά, τα «αφροζούδες» και τις «Τύχες»
με τα «έκτακτα δώρα». Θυμούμαι ακόμα να με στέλνει ο γείτονας ο Χάρης ο
Γιασεμίδης να του φέρνω τσιγάρα.
Ήταν τα χρόνια του πεντοσέλινου, του σελινιού, του γροσιού.
Προχωρώντας
μπρος τον πενταδρόμο, θα συναντούσα την κατάξανθη και γαλανομάτα
συμμαθήτρια μου και ακόμα φίλη μου, Νίκη Ταλιώτη, κόρη του οδοντογιατρού
συγχωρεμένου Τάκη Ταλιώτη, που μας είχε έρθει από τη Πάφο.
Οδοντογιατρός και κυνηγός και έχοντας και συλλογή με ταριχευμένα ζώα.
Αυτό που με εντυπωσίαζε η αλεπού.
Δίπλα
ο Κατωκοπίτης Φώτος Λιασίδης, που μας έφερε το ΠΡΟΠΟ. Και περνώ από
τον Πεντάδρομο με τους τρείς καφενέδες, στα δεξιά το κατάστημα του
Κουντούρη που δούλευε ο αδελφός μου Νίκος κάποια καλοκαίρια, στα
αριστερά ο Ποδηλατάς, όπου πηγαίναμε τα εγγλέζικα Ρόλεϋ ποδήλατα μας.
Λίγο πιο κάτω αριστερά το ταβερνάκι του πολυτάλαντου Θεοτόκη, δίπλα
του το κατάστημα του Ιεροδιακόνου- Καρπασίτης αν θυμούμαι καλά- και
απέναντι του Φιλήτα και των Α/φων Ευσταθίου. Παρκαρισμένο έξω ένα
εντυπωσιακό κατάλευκο Jaguar του ήρωα μας Άντη.
Λίγα
μέτρα πιο κάτω πριν του Γερούδη το κατάστημα με δώρα και οικιακά, ένα
εντoιχισμένο γραμματοκιβώτιο, το οποίο είναι ακόμα εκεί , που όταν με
έστελνε ο γιαγιά Παναγιώτα να ρίξω το αερογράφημα (Air-letter) είχα την
παιδική φαντασία πως πίσω από τον τοίχο του γραμματοκιβωτίου, ήταν η
θάλασσα που θα μετέφερε το γράμμα. Ακόμα το θυμούμαι και γελώ.
Μετά
του Γερούδη, μια μικρή υπεραγορά του κου Σάββα και δίπλα ο Κηπουρικός, η
λέσχη των Περβολάρηδων. Στα Δεξιά στην γωνία, το φωτογραφείο του
Φτυμή και απέναντι του Καβαλάρη το κατάστημα παπουτσιών.Και
προχωρώντας με ζαλίζει μια έντονη μυρωδιά φρεσκοκαβουρδισμένου καφέ από
το καφεκοπτείο του Λευκάτη , Τουρκόπληκτου( Έτσι λέγαμε τους τότε
πρόσφυγες από την Λεύκα) Κου Μάρκου ΧΙωάννου. Με τέσσερις υιούς. Ο ένας
συμμαθητής μας που μας έφυγε γρήγορα. Ο Μάρκος, που πήρε το όνομα του
από τον γείτονα τους στη Λεύκα, ήρωα της ΕΟΚΑ , Μάρκο Δράκο.
Συνεχίζω
και στα αριστερά , άλλες μυρωδιές, από το δύο σουβλητζιήτικα του
Κοκονέτση και του Ραγιά, δίπλα από τον φούρνο του Πατέρα Φρύγκα. Και
μετά από αυτές τις μυρωδιές, έρχονται άλλες , του βιβλίου, του
τετραδίου, από το βιβλιοπωλείο του Κ. Σιδερά. Εγώ το θυμούμαι δεξιά,
δίπλα από τον κουρείο το Σίμου και απέναντι καφενείο. Όμως σε
προηγούμενα χρόνια ήταν αντίθετα. Μετά στα δεξιά στην γωνία ήταν τα
γραφεία του Θρασυβούλου, όπου με έπαιρνε η μάνα μου Ελένη να πάρουμε το
λεωφορείο για την Λευκωσία. Θυμούμαι ακριβώς εκεί να παραγγέλλει ο μάνα
μου , μισή πίττα σουβλάκια από καροτσάκι με φοκού , παρακαλώ. Μισό
σελίνι η μισή πίττα.
Michael Georgiades
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου