Αυτός φέρνει, μαθές, τα σταφύλια
και τα σύκα, τα πεπόνια'
τον ονομάτισα Άγιον Αύγουστο,
αυτός ο προστάτης μου, έλεγα,
σε αυτόν θα κάνω την προσευκή μου,
όταν θέλω τίποτα
από αυτόν θα το ζητώ
κι αυτός θα το ζητήσει από το Θεό
και ο Θεός θα μου το δώσει.
Και μια φορά πήρα νερομπογιές
και τον ζωγράφισα:
Έμοιαζε πολύ του παππού μου
του χωριάτη.
Τα ίδια κόκκινα μάγουλα,
το ίδιο φαρδύ χαμόγελο,
μα ήταν ξυπόλητος μέσα σ' ένα
πατητήρι και πατούσε σταφύλια,
και τα πόδια του ως τα γόνατα τα 'χα
ζωγραφίσει κόκκινα από το μούστο
και είχα στεφανώσει το κεφάλι του
με κληματόφυλλα.
Όμως κάτι του 'λειπε, μα τί;
Τον κοίταξα καλά καλά
και του 'βαλα δυο κέρατα στο κεφάλι,
ανάμεσα στα κληματόφυλλα,
γιατί το μαντήλι
που φορούσε ο παππούς μου,
έκανε δεξά και ζερβά
δυο μεγάλους κόμπους σαν κέρατα.
Από τη στιγμή που τον ζωγράφισα
και στερέωσα το πρόσωπό του,
στερεώθηκε και μέσα μου
η εμπιστοσύνη μου σε αυτόν,
και κάθε χρόνο τον περίμενα να έρθει,
να τρυγήσει τ' αμπέλια της Κρήτης,
να πατήσει τα σταφύλια
και να κάμει το θάμα του,
να βγάλει από τα σταφύλια κρασί.
Γιατί, θυμούμαι,
το μυστήριο τούτο με τυράννησε πολύ -
πώς μπορεί να γίνει το σταφύλι κρασί'
μονάχα ο Άγιος Αύγουστος μπορούσε
να κάμει ένα τέτοιο θάμα' κι έλεγα:
Αχ, να τύχαινε να τον συναντήσω
μια μέρα στο αμπέλι που είχαμε και
να τον ρωτήσω να μου πει το μυστικό.
Τί 'ναι το θάμα τούτο
δεν καταλάβαινα.
Η αγουρίδα γίνεται σταφύλι,
το σταφύλι γίνεται κρασί,
το κρασί το πίνουν οι αθρώποι
και μεθούνε' γιατί μεθούνε;
Όλα αυτά μού φαίνονταν
μυστήρια φοβερά,
και μια φορά
που ρώτησα τον πατέρα μου,
αυτός μάζεψε τα φρύδια:
- Μη φυτρώνεις
εκεί που δε σε σπέρνουν!
μου αποκρίθηκε...
Νίκος Καζαντζάκης
........................................................................
Απόσπασμα από το βιβλίο:
ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ