Αυτή η μικρή εκκλησία, που σήμερα περικλείεται από το Μουσείο Σύγχρονου Λαϊκού Πολιτισμού, δεν ανήκει στον χρόνο, ανήκει στην επιμονή. Ανήκει στη σιωπηλή επιμονή του ελληνικού τρόπου να θυμάται όχι με το βλέμμα της Αρχής, αλλά με το δάκρυ της απουσίας. Και σήμερα, που η Εκκλησία εορτάζει τον Προφήτη Ελισσαίο, τον μαθητή του Ηλιού και διάδοχο του πνεύματος, αυτός ο τόπος μοιάζει να κρατά ένα ρήγμα ανοικτό, όχι στον ουρανό, αλλά μέσα στη λήθη μας.
Αυτόν τον τύπο ανθρώπου τίμησε η Αθήνα, όχι στις λεωφόρους, αλλά στα σοκάκια. Όχι στην πολιτεία της διαφήμισης, αλλά στο ψιθύρισμα της ψυχής. Γι’ αυτό και ο Άγιος Ελισσαίος έγινε ο τόπος των αφανών, το κρησφύγετο της καρδιάς, η μικρή Σιών των προσευχών που δεν έχουν όνομα.
Εκεί έψαλλε ο Παπαδιαμάντης όχι σαν συγγραφέας, αλλά σαν διάκονος του ήχου, εκεί έψελνε ο Μωραϊτίδης όχι σαν λαογράφος, αλλά σαν ταπεινός παρηγορητής, εκεί έψελνε κι ο πατέρας του Δημήτρη Μητρόπουλου ο Ιωάννης*, εκεί λειτουργούσε ο Πλανάς όχι σαν ιερέας του επισημοτάτου, αλλά σαν ποιμένας του προσευχόμενου κόσμου. Και σήμερα, όταν οι περισσότεροι περνούν χωρίς να κοιτάξουν, ο Παπαδιαμαντικός Σύλλογος τελεί ακόμη λειτουργίες, σαν μυστική επιστροφή στο σώμα της παράδοσης, στο σώμα που δεν ανήκει στην παράδοση του κράτους, αλλά στην παράδοση της χάρης.
Ο Ελισσαίος του Παπαδιαμάντη δεν είναι ούτε ο Προφήτης της εξουσίας ούτε της νίκης, είναι ο προφήτης της επιμονής, της συνέχειας, του ήσυχου βλέμματος, είναι το αντίδοτο στον κατακερματισμό του σύγχρονου ανθρώπου, στον εκκλησιαστικό μιμητισμό και την εκκοσμικευμένη θεατρικότητα του τελετουργικού. Το μικρό εκκλησάκι δεν προσκαλεί να το φωτογραφήσεις. Σε καλεί να μπεις, να καθίσεις, και να ξεχαστείς. Σαν να έμεινε εκεί για εκείνους που δεν αντέχουν πλέον να βλέπουν. Που μόνο να προσμένουν μπορούν.
Και κάπως έτσι, ενώ οι γύρω κατεβαίνουν την οδό Αδριανού για να ψωνίσουν σάνδαλα και μαγνητάκια, ένας γέροντας ψάλλει ήσυχα τον Απόστολο. Και κάποιος ανάβει κερί για εκείνον που δεν ήρθε ακόμη. Και κάποιος άλλος θυμάται τον πατέρα του, που πήγαινε στον Προφ. Ελισσαίο να ξεκουράσει την καρδιά του. Κι έτσι ο χρόνος δεν προχωρά, ξαναγίνεται ναός.
Αυτός είναι ο αληθινός τόπος της παράδοσης: εκεί όπου το μυστικό διατηρείται όχι επειδή αποκρύπτεται, αλλά επειδή υπερβαίνει την ορατότητα. Σήμερα, αν θυμηθούμε τον Ελισσαίο, είναι για να θυμηθούμε ότι υπάρχει ακόμη στην Αθήνα χώρος για το άδηλο, το ήσυχο, το αναπολόγητα άγιο. Χωρίς πρόσβαση για κάμερες. Αλλά με πλήρη πρόσβαση στην καρδιά.
Προσκυνητής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου