
Προς ωφέλειάν μας
Μακάρι,
Θεέ μου νά ΄ταν παιδική αφέλεια κι η βεβαιότητά μας όχι τόσο τρομερή,
σαν συμπεραίνουμε με αλχημεία ιερή για την δική μας πως σταυρώθηκες
ωφέλεια και φθάνουμε στην πιο φθηνή ιδιοτέλεια.
Το πεφταστέρι
Λαμπρό
αστέρι χύθηκε στον ουρανό. Χρυσάφι έλιωσε σ’ αυλάκι φωτεινό κι ήρθε να
πέσει μέσα στο ποτήρι. Άστραψε τώρα σε καντήλι ταπεινό κι οι άγιες
εικόνες έχουν πανηγύρι. Όραση Και είδαμε τις δώδεκα πέτρες να γίνονται
πολύτιμοι λίθοι στους πυλώνες της άνω Ιερουσαλήμ.
Κυβεία
Στην
αποκυλισμένη πέτρα του άδειου τάφου Σου παίξαμε ζάρια την απιστία μας.
Δοκιμασία Στης καρδιάς την πέτρα ο πόνος ακονίζει τα πιο κοφτερά του
μαχαίρια. Συντεταγμένες Στίς συντεταγμένες του τυφλού τον πόνο πλάτος
μήκος την υπομονή την πίστη βάθος φως το ύψος, καγώ εώρακα τον κύριον.
Των Ψυχών
Ανάψαμε
τα κεριά στα κόλλυβα κι ο ιερέας τ’ όνομά σου μνημονεύει. Εμείς από δώ,
εσύ από κει όριο που κανείς δεν υπερβαίνει. Καλά το δικό μας δάκρυ τα
κεριά γιατί δακρύζουν; -Εγώ εδώ, εσείς από κει αλλά το γεφύρι της αγάπης
είναι αμφίδρομο και το διαβαίνω κάθε φορά που με καλείτε, μόνο που δεν
μπορείτε να με δείτε. Γι’ αυτό δακρύζει η φλόγα στα κεριά.
Φόβος
Κλειδιά, λουκέτα μηχανισμοί ασφαλείας. Από που μπήκε ο φόβος;
Μόχθος
Έβαλες το σταυρό Σου μοχλό, της καρδιάς να σηκώσεις την πέτρα.
Ο λόγος
Σκυλί ο λόγος δάγκωσε τη σιωπή και του ΄σπασαν τα δόντια.
Η πέρδικα
Άκουσα στο μέσα βουνό την τουφεκιά, τη φωνή της πέρδικας, και ξαναέζησα το θάνατο της μάνας.
Απαρχές
Έκλεισα μέσα στο μαντήλι γλυκούς καρπούς τα όνειρά μου
Στα
΄στειλα χαιρετίσματά μου . Μόλις που τ’ άγγιξες στα χείλη και μου
παρήγγειλες, κυρά μου, πως είναι άγουρη ακόμη η καρδιά μου.