Αὐτοσχέδιες καρδιακὲς προσευχὲς
γιὰ ἀξιοποίηση τοῦ χρόνου τῆς ζωῆς
*Χριστέ μου,
συνέτιζέ με νὰ ἀξιοποιῶ τὸ χρόνο τῆς ζωῆς μου κατὰ τὸν πιὸ ἐποικοδομητικὸ τρόπο καὶ κάνε κάθε στιγμὴ τοῦ χρόνου νὰ μὲ εὑρίσκει προσευχόμενο ἢ κατὰ Θεὸν ἐργαζόμενο, ἐπιδιώκοντας τὸν ἁγιασμόν μου.
* Χριστέ μου,
κύλησε καὶ ἡ σημερινὴ ἡμέρα δίχως νὰ δώσω ἀνάπαυσιν στοὺς κροτάφους μου. Ἔχω, ὅμως, μιὰ ἐσωτερικὴ γαλήνη ποὺ μὲ ἀναπαύει. Ἡ συναίσθηση ὅτι προσέφερα λίγο ἀπὸ τὸν χρόνο μου στὴν ὑπηρεσία τοῦ πλησίον μοῦ δίνει φτερά. Ἄσχετα ἂν ἐσωτερικὰ πολλὲς φορὲς παλεύω ἀκούοντας τὸν πονηρὸ νὰ μοῦ λέει ὅτι εἶμαι κορόϊδο ποὺ ἐξυπηρετῶ τοὺς ἄλλους. Ἡ δύναμη τῆς προσφορᾶς καὶ ἡ ἀγάπη Σου μὲ ἐνισχύουν καὶ νικῶ τὸν πονηρό. Βοήθησέ με, Κύριε, μέχρι τέλους νὰ ὑπηρετῶ πρόθυμα τὸν πλησίον· νὰ ἀποτελεῖ ἡ πράξη μου αὐτὴ τὸ ἀντιστάθμισμα στὴν κακία τῆς ἡμέρας.
* Χριστέ μου,
δῶσε μου ἀκόμη μιὰ εὐκαιρία σωτηρίας. Δῶσε μου χρόνο μετανοίας, ποὺ νὰ ἀρχίζει ἀπ’ αὐτὴ τὴν στιγμή.
Μὲ σπλαγχνίσθηκες κι’ ὅμως ἐγὼ παραμένω σκληρόκαρδος!
Μὲ κάλεσες κοντά Σου κι’, ὅμως, ἐγὼ ἀρνοῦμαι τὴν πρόσκλησή Σου!
Μοῦ ἔδειξες τὸ φῶς κι’, ὅμως, ἐγὼ προτιμῶ τὸ σκοτάδι!
Μοῦ δίδαξες τὴν καταλαγὴ κι’, ὅμως, ἐγὼ συνεχῶς παραμένω στὴν ἔχθρα!
Μὲ ἔθρεψες μὲ τὸ μάννα τῆς καλωσύνης κι’, ὅμως, ἐγὼ τρέφομαι μὲ τὰ ξυλοκέρατα τῆς κακίας!
Μοῦ ἄνοιξες τὴν πύλη τῆς μετανοίας κι’, ὅμως, ἐγὼ ἀρνοῦμαι νὰ τὴν περάσω!
Μὲ δρόσισες μὲ τὴν ἁγιαστική σου χάρη κι’, ὅμως, ἐγὼ κατακαίομαι στὸ καμίνι τῆς ἐμπάθειας τοὺς πλησίον μου!
Μὲ διακόνησες καὶ μὲ ὑπηρέτησες μὲ ἀγάπη κι’, ὅμως, ἐγὼ ἀποφεύγω νὰ διακονῶ τοὺς γύρω μου παραβλέποντας τὰ καθημερινά τους προβλήματα!
Τὸ χέρι Σου τὸ Ἅγιο, Κύριέ μου, ἂς μοῦ ἀλλάξει τὸν δρόμο τῆς καθημερινότητος, γιὰ νὰ πλησιάσω καὶ νὰ νοιώσω τὴν ζωηφόρο ἀνάσσα Σου, τὴν ἀνάσσα τῆς ἐσωτερικῆς γαλήνης καὶ ἀτέλεστης εὐφροσύνης!
*Χριστέ μου,
δυνάμωνέ μας, νὰ γυμναζόμαστε καθημερινὰ στὴν εὐσέβεια, ἀφοῦ αὐτὴ κατὰ τὸν ἀπόστολόν Σου «πρὸς πάντα ὠφέλιμός ἐστιν» (Α΄ Τιμ. δ΄ 8) καὶ νὰ διατρέχουμε ὅλο τὸν χρόνο τῆς ζωῆς μας «σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς» (Τι. β΄ 12), δηλαδή, ἐγκρατευόμενοι, ἐφαρμόζοντας δικαιοσύνη σὲ ὅλους τοὺς γύρω μας καὶ ἀσκούμενοι στὸν φόβο Σου καὶ στὴν ἀπόλυτη τήρηση τῶν ἐντολῶν Σου. Ἀνάδειξε κάθε ἕνα ἀπὸ μᾶς «ζηλωτὴν καλῶν ἔργων» (Τι. β΄ 14) Ἐσὺ πάλι, Κύριε, ποὺ μέσῳ τοῦ οὐρανοβάμονος Παύλου μᾶς φωνάζεις: «ζηλοῦτε τὰ χαρίσματα τὰ κρείττονα» (Α΄ Κορ. ιβ΄ 31), «ζηλοῦτε τὰ πνευματικά» (Α΄ Κορ. ιδ΄ 1).
Προφύλαξέ μας ἀπὸ φθόνους, φιλονικίες καὶ διαιρέσεις, ἀπὸ πάθη ποὺ κυριεύουν τοὺς σαρκικοὺς ἀνθρώπους καὶ ὄχι τοὺς ἀναγεννημένους ἀπὸ τὴν χάρη Σου, τοὺς πνευματικούς. Βοήθησέ μας, νὰ σφραγίζουμε τὴν ζωή μας μὲ ὁμόνοια καὶ ἀγάπη, μὲ ὁμοφροσύνη σὰν ἕνα σῶμα καὶ μία ψυχή, ὑπερασπίζοντες τὸ μεγαλύτερο ἀγαθό, τὴν ἑνότητα, γιὰ τὸ ὁποῖο προσευχήθηκες στὸν Θεὸ Πατέρα Σου μὲ ἀγωνία στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, τὸ βράδυ τῆς προδοσίας Σου: «Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί Σου, ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς» (Ἰω. ιζ΄ 11).
*Χριστέ μου,
εἶμαι σίγουρος ὅτι:
* ὅποιον ἐπισκέπτεται ἀσθενεῖς καὶ ἀνήμπορους, τὸν ἐπισκέπτεται ἡ χάρη Σου·
* ὅποιου ἀφιερώνει χρόνο στὴν θεραπεία τῶν ἀναγκῶν ἐμπερίστατων καὶ ἀρρώστων, τοῦ ἀφιερώνεις ζωὴ τὴν αἰώνιο·
* ὅποιου σκύβει στὸ κρεββάτι τοῦ πόνου μὲ συμπόνοια, σκύβεις καὶ Σὺ πρόθυμα ν’ ἀκούσεις τὶς προσευχές του·
* ὅποιον ἀναλώνεται ἀγόγγυστα στὴν ὑπηρεσία τῶν βαρυαλγούντων, θὰ τὸν δικαιώσεις τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως·
* ὅποιος συντρέχει στὶς ἀνάγκες τῶν γονιῶν του, πολὺ μισθὸν λαμβάνει ἀπὸ Σένα. Ὅποιος μάλιστα συντρέχει στὶς ἀνάγκες ξένων στεφανοῦται·
* ὅποιου ξενυχτάει δίπλα στὴν κλίνη τοῦ πόνου καὶ τῆς ὀδύνης, τοῦ ἀνατέλλεις χαρᾶς ἀνέσπερη ἡμέρα.
*Χριστέ μου,
δὲν θέλω τὸν χρόνο τῆς ζωῆς μου, τὸν γεμάτο σκύβαλα ἁμαρτίας, ἀπραξίας καὶ ἀδιαφορίας, νὰ τὸν πάρει τὸ ἀπορριμματοφόρο τοῦ θανάτου καὶ νὰ τὸν πετάξει στὴ χωματερὴ τῆς λησμοσύνης καὶ τῆς κολάσεως. Ἀξίωνέ με νὰ τὸν ἀξιοποιῶ κατάλληλα, σύμφωνα μὲ τὸ ἅγιο θέλημά Σου, γιὰ νὰ τὸν παραλάβει ἅρμα Ἀγγέλων καὶ νὰ τὸν φέρει γεμάτο πετράδια πολύτιμα προσφορᾶς καὶ ἀγάπης στὸν θρόνο τῆς μεγαλωσύνης Σου, στὴν πολιτεία τῶν Ἁγίων Σου.
Προσευχὴ ἐγρηγόρσεως.
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Νῦν, ψυχή μου, ἀνάνηψον, ὅτι ἔρχεται
ἡ τελευτὴ τῆς ζωῆς σου
τῆς ἐπιγείου ταχὺ
καὶ τὸν λύχνον ὑπαντήσεως εὐπρέπισον
τοῦ Ψυχοσώστου Ἰησοῦ,
ἵνα μὴ θορυβηθῇς
ἐν ὥρᾳ φρικτῇ θανάτου
καὶ μείνῃς ἔξω νυμφῶνος
τοῦ οὐρανίου, ὦ ταλαίπωρος.
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν Συνάναρχον Λόγον.
Τὰς αἰσθήσεις μου τήρει ἀεί, Θεάνθρωπε,
ἐν διαρκεῖ ἐγρηγόρσει,
ἵνα ψυχῆς διαυγῆ
τὸ ἱμάτιον τηρήσω ὁ οἰκέτης Σου,
ἐκ στιγμιαίου μολυσμοῦ
τῶν ὀμμάτων, τῶν χειρῶν,
τῶν ὤτων καὶ τῶν χειλέων,
χρόνον πολὺν ἀπαιτοῦντος
πρὸς ἀποῤῥύπανσιν καὶ λεύκανσιν.
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου