Ο πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Ρωμανίδης (2 Μαρτίου 1927 - 1 Νοεμβρίου 2001) Ρωμαίος θεολόγος καππαδοκικής καταγωγής. Ήταν απόφοιτος του Ελληνικού Κολεγίου Μπρούκλαϊν, Μασαχουσέτης, της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Γέηλ, Διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ (School of Arts and Sciences). Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου στην Θεσσαλονίκη και Επισκέπτης Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού του Πανεπιστημίου Μπαλαμάντ, του Λιβάνου από το 1970. Σπούδασε ακόμη στο Ρωσικό Σεμινάριο του Αγίου Βλαδίμηρου της Νέας Υόρκης, στο επίσης Ρωσικό Ινστιτούτο Αγίου Σεργίου στο Παρίσι και στο Μόναχο της Γερμανίας. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος το 1951 και έκτοτε διακόνησε ως εφημέριος σε διάφορες ενορίες των ΗΠΑ. Μεταξύ των ετών 1958 και 1965 υπηρέτησε ως καθηγητής στη Θεολογική Σχολή Τιμίου Σταυρού, παραιτήθηκε όμως το 1965, διαμαρτυρόμενος για την απομάκρυνση του π. Γεωργίου Φλορόφσκι από την Σχολή. Η εκλογή του για την Έδρα της Δογματικής στην Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης έγινε στις 12 Ιουνίου 1968, αλλά δεν διορίστηκε, γιατί κατηγορούνταν ως κομμουνιστής. Τελικά ο διορισμός του έγινε το 1970. Το 1984, για προσωπικούς λόγους παραιτήθηκε με πλήρη σύνταξη. Απεβίωσε την 1 Νοεμβρίου 2001, αφήνοντας πίσω του πλούσιο θεολογικό και ιστορικό έργο. Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης υποστήριζε την σχέση Θεολογίας και αγιοπνευματικής εμπειρίας και τους σταθμούς της πνευματικής πορείας των Αγίων: κάθαρσις - φωτισμός - θέωσις, ως προϋπόθεση των Οικουμενικών Συνόδων και της αυθεντικής αποδοχής των, κάτι που θεωρούσε ότι έχει χαθεί στη Δύση, αλλά και στη δυτικίζουσα, κατά τη γνώμη του, σημερινή Ορθόδοξη θεολογική σκέψη. Η στροφή αυτή στην πατερικότητα, ως εκκλησιαστική γνησιότητα, συνέχισε και συνεπλήρωσε την ανάλογη κίνηση του π. Γεωργίου Φλορόφσκι, την πορεία του οποίου ακολούθησε στον οικουμενικό Διάλογο, θεωρούμενος και αυτός συχνά ενοχλητικός και όχι εύκολος συνομιλητής.