Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2024

ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΩΠΟΥ- ΚΑΤΑ ΖΗΖΙΟΥΛΑ ΚΑΙ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

                                  

Πέρασαν τόσα χρόνια πλέον απο τότε που άρχισε η Ελληνική γιγαντομαχία περί του προσώπου και ακόμη κανένας Έλληνας δέν έχει ξεκαθαρισμένο το τοπίο (Ίσως δέν θέλει, ίσως είναι προτιμότερο το έτοιμο)Κανένας Έλληνας δέν μπορεί ακόμη να συνδυάσει αυτή την νεοφανή οντολογία με την αλλαγή που επέφερε στην Δυτική «θεολογία» η αντικατάσταση του ΕΙΝΑΙ με την ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ και την ΑΥΤΟΣΥΝΕΙΔΗΣΙΑΔύο προσωπικότητες της θεολογίας παλεύουν ακόμη για να επιβάλλουν ο ένας την ανθρωπολογία του και ο άλλος την Εκκλησιολογία του. Παρότι ο ένας με την ευχαριστιακή Εκκλησιολογία του συνθέτει και τις ιδέες του αντιπάλου του, αυτό το σφιχταγκάλιασμα Ζηζιούλα και Γιανναρά, κατέστη τελικώς μοιραίο και για τους ίδιους, διότι οδήγησε την Ορθοδοξία στον παπισμό και έκανε και αυτούς τους ίδιους τους προφήτες της ελευθερίας ΠΑΠΟΔΟΥΛΟΥΣ.Ο Γιανναράς έγραψε πρώτος περί προσώπου και ανάγκασε τον Ζηζιούλα να γράψει εναντίον του το διάσημο κείμενο του «Απο το προσωπείο στο πρόσωπο».

Εάν, όπως παρατηρεί ο Bonhoeffer (Μπονόφερ), η κλασσική οντολογία κατανοεί το ΕΙΝΑΙ, σαν τελείως ανεξάρτητο απο τη σκέψη και την αντιθέτει σε αυτό, και εάν ο ιδεαλισμός μεταφέρει το υπερβατικό ΕΙΝΑΙ στο εσωτερικό της σκέψης, η υπερβατική φιλοσοφία κατανοεί το ΕΙΝΑΙ σε «σχεση» με την υπερβατικότητα.

Αντιπρόσωπος αυτής της υπερβατικής φιλοσοφίας είναι ο Γιανναράς ο οποίος με αυτόν τον τρόπο όρισε την σύναξη του λαού του Θεού.

Ο Ζηζιούλας πραγματοποίησε μια μεγαλειώδη σύνθεση, η οποία ανάγκασε τον ίδιο τον Γιανναρά να τον αναγνωρίσει σαν συνεχιστή του Παλαμά! Ίσως αυτή την αναγνώριση πληρώνει ακριβά η Ορθόδοξη Εκκλησία και παραδίδεται αμαχητί στον πάπα.

 Τί έκανε λοιπόν; 

Στην ευχαριστιακή του Εκκλησιολογία, πήρε το ανεξάρτητο και της σκέψης και του ΕΙΝΑΙ, της κλασσικής οντολογίας, σαν θέσεις, ονόμασε υπερβατικό ΕΙΝΑΙ το έσχατο και υιοθέτησε και τον ιδεαλισμό ορίζοντας την σύναξη του λαού σαν σχέση προσώπων, σαν σχέσεις αγάπης. 

 Παρουσίασε μια νέα θεολογία, έφτιαξε μια νέα Εκκλησία, αλλά σαν σοφός του κόσμου τούτου, έβαλε όλο αυτό το νέο κρασί στα παλιά βαρέλια του παπισμού και πρόσθεσε στην ιστορία του πνεύματος μια τρύπα στο νερό.

Για να αρχίσουμε τελειώνοντας αυτήν την πρώτη επαφή, ας επισημάνουμε πώς οντολογικό ερώτημα και οντολογία καθώς και μεταφυσική δέν υπάρχουν μέσα στα πλαίσια της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας.


Ας ξεκινήσουμε όμως με τις ακροβασίες του Γιανναρά. Τις σχετικές με το πρόσωπο. Στο δεύτερο τεύχος του βιβλίου του «σχεδίασμα εισαγωγής στη φιλοσοφία» εκθέτει με τον πληρέστερο τρόπο τις απόψεις του περί προσώπου, παρότι δέν έχει πάψει να τις εκλεπτύνει και να τις διευρύνει μέχρι σήμερα. Το περίεργο με τις περιπτώσεις του Ζηζιούλα και του Γιανναρά είναι ότι διαλύουν παράλληλα και ταυτόχρονα με την Πατερική θεολογία και την αρχαία Ελληνική φιλοσοφία. Στηριγμένοι και οι δυό τους στις άπειρες πλέον μελέτες των παν/μίων της Δύσεως δέν θεώρησαν αναγκαίο να εξετάσουν περαιτέρω τις πηγές. 
Έτσι πχ. στη σελίδα 57 του εν λόγω βιβλίου διαβάζουμε: «Έτσι για τους Έλληνες η αναφορά στην πρώτη αρχή ή αιτία του Είναι, δηλ. στην αλήθεια του Θεού, προκύπτει ώς λογική αναγκαιότητα απο την παρατήρηση και προσπάθεια ερμηνείας του κόσμου». Αυτό όμως ισχύει μόνο για τους προσωκρατικούς λεγόμενους Έλληνες. Διότι ο Σωκράτης άλλαξε τα πάντα. Και έτσι δέν μπορεί να διακρίνει το βασικότερο όλων, πώς όταν οι Έλληνες ομιλούν για αλήθεια και για Θεό, δέν ομιλούν για τον αληθινό Θεό τον αποκαλυφθέντα με την ενανθρώπιση, αλλά για το κατ’εικόνα και το καθ’ομοίωσιν. Όπως και όλοι οι φιλόσοφοι εξάλλουΚαι δέν μπορεί να διακρίνει επίσης πώς ούτε το κατ’εικόνα και το καθ’ομοίωσιν είναι ο Θεός. Στο κατ’εικόνα στηρίζεται αποκλειστικά και μόνον η Λατρεία, η γνωστή μας λατρεία του Εκκλησιασμού μας. Διότι ο Θεός των φιλοσόφων είναι ο εαυτός του ανθρώπου, όπως το ονομάζουν και οι ίδιοι, η ανθρώπινη φύσις. Ο Θεός των φιλοσόφων είναι ο άνθρωπος, η ψυχή τού ανθρώπου, και ο άνθρωπος αποκαλύπτεται επίσης στην Π.Δ μέσω των προφητών. Καί ο άνθρωπος έχει ανάγκη τήν ανακάλυψή του διότι βρίσκεται σέ πτώση.

Συνεχίζει ο κ.Γιανναράς : «ενώ ο θεός της Ιουδαιοχριστιανικής παράδοσης αντιπροσωπεύει μια συγκεκριμένη ιστορική παρέμβαση και πράξη, αποκαλύπτεται μέσα στην ιστορία με τον τρόπο που παρεμβαίνει στη ζωή μας και γίνεται γνωστό ένα πρόσωπο. Καλεί ο Θεός τον Αβραάμ και διαλέγεται μαζί του «ενώπιος ενωπίω, ώς ει τις λαλήσαι πρός τον εαυτού φίλον» (Εξοδ. 33, 11). Η γνώση της ύπαρξης τού Θεού είναι το γεγονός τής προσωπικής σχέσης μαζί Του. Ο Θεός τής Ιουδαιοχριστιανικής παράδοσης είναι ο Θεός τής ιστορικής αποκάλυψης και τής προσωπικής σχέσης. «Ο Θεός των Πατέρων ημών».

«Μια τέτοια γνώση που συναρτάται με την εμπειρία τής προσωπικής σχέσης, δέν δυσκολεύεται να αναγνωρίσει την αλήθεια του Θεού και σε μια ακόμη ιστορική του παρέμβαση «εν σαρκί», να αποδεχθεί ότι ο Θεός αποκαλύπτεται και ώς συγκεκριμένο ιστορικό πρόσωπο, ώς Ιησούς απο Ναζαρέτ, σε ακριβείς συντεταγμένες χώρου και χρόνου».

Μα δέν Τον Σταυρώσαμε; Δέν τον πρόδωσαν όλοι οι μαθητές του παρόλη την προσωπική σχέση; Δέν έγιναν μόνο οι Έλληνες Χριστιανοί; Ένα άλλο περίεργο στην φιλοσοφία του προσώπου είναι πώς όπως ακριβώς αγνοεί την Σωκρατική φιλοσοφία, αγνοεί και την Κ.Δ. Διότι δέν ενδιαφέρεται για τον αληθινό Θεό και για τον αληθινό άνθρωπο αλλά μόνον για τον ιστορικό Θεό και τον ιστορικό άνθρωπο. Ας προσέξουμε τις τεράστιες διαφορές. Οι οποίες φαίνονται ακόμη καλύτερα σε ένα κείμενο του Α Καλόμοιρου. 
«Μία απο τις βασικότερες αιτίες της σύγχυσης που υπάρχει στην Χριστιανική ανθρωπολογία προέρχεται απο το γεγονός ότι ο ορθολογισμός μας έχει αμαυρώσει την οντολογική διάκριση ανάμεσα στην ουσία και την υπόσταση. Τη φύση και το πρόσωπο. Το πρόσωπο δέν είναι φύση. Ο Θεός είναι μία φύση σε τρία πρόσωπα. Η φύση του Θεού είναι κοινή στα τρία πρόσωπα. Το κάθε ένα όμως πρόσωπο είναι μοναδικό. Το γεγονός ότι ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο «Κατ’εικόνα Θεού» συνεπάγεται ότι και στον άνθρωπο όπως και στον Θεό, υπάρχει η ίδια διάκριση φύσεως και προσώπων. [εδώ ταυτίζεται πλέον η διάκριση με την διαφορά].[ΣΤΗΝ ΕΝΑΝΘΡΩΠΙΣΗ ΤΟΥ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΤΙ ΕΝΩΣΕ;ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, Ή ΦΥΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΦΥΣΗ Ή ΠΡΟΣΩΠΟ; ΚΑΙ Η ΥΠΟΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΝΟΥΣΙΟΣ; ΕΧΟΥΜΕ ΕΝΩΣΗ ΤΡΙΩΝ ΟΥΣΙΩΝ;]

«Τί είναι τό πρόσωπό μας κι από πού τό έχουμε; Είναι τό αποτύπωμα τής σφραγίδας επάνω στήν χωμάτινη φύση μας [παρότι ο Χρυσόστομος διδάσκει πώς ο Κύριος πήρε χούν εκ τής γής, δηλ ό.τι πολυτιμότερο διαθέτει η γή] τό σχέδιο πού αποτυπώνεται επάνω στή χωμάτινη φύση είναι η εικόνα τού Θεού. Τό άγγιγμα τής θείας σφραγίδας επάνω στή χωμάτινη φύση είναι η σάρκωση τού Θεού –Λόγου [Καί η Θεοτόκος; Τήν ξεχάσαμε; Χωμάτινη καί η Θεοτόκος;]. Τά θεία χαρακτηριστικά τού Είναι μας δέν προέρχονται από τήν χωμάτινη φύση μας [παρότι ο άνθρωπος είναι χειροποίητος], αλλά από τήν εικόνα τού Θεού πού τυπώθηκε πάνω σ’αυτή τή φύση. Τά χαρακτηριστικά αυτά είναι η ελευθερία, ο λόγος, η αθανασία, η δεκτικότης τής ενέργειας τού Αγίου Πνεύματος(;;;;), η δυνατότητα τής δημιουργίας καί άλλα παρόμοια. Δέν είναι χαρακτηριστικά φύσεως αλλά χαρακτηριστικά προσώπου.

Τό πρόσωπο είναι ό,τι απομένει από τόν άνθρωπο μετά θάνατον [δηλ. επαναλαμβάνουμε μέ άλλο όνομα τήν αθανασία τής ψυχής], ό,τι τόν συνδέει μέ τήν καινούρια φύση πού θά αποκτήσει μέ τήν Ανάσταση, αυτό πού γεφυρώνει τό παληό σώμα τής φθοράς μέ τό καινούριο τής αφθαρσίας [Καί το βάπτισμα; Περιττό; Η μετάνοια; Περιττή; Η πτώση; Ψεύτικη; Μήπως διαπραγματευόμαστε μιά σωτηρία χωρίς τόν Κύριο; Πιό συγκεκριμένα μήπως οραματιζόμαστε μέσα στήν εκκλησία μιά λύτρωση από τό σώμα-τάφο;]

Ο άνθρωπος είναι απο τη φύση του χώμα της γής. Έχει το πρόσωπο επειδή ο Θεός τον θέλησε κατ’εικόνα του και έγινε άνθρωπος για αυτόν. Επάνω σε αυτό το πρόσωπο ενεφύσησε ο Θεός πνοή ζωής, την χάρη του Αγίου Πνεύματος και έγινε ο άνθρωπος ψυχή ζώσα»[ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΠΕΣΑΜΕ ΕΞΩ;]. [Με αυτήν την ψυχή ζώσα δέν έπεσε ο άνθρωπος; Με το κατ’εικόνα και το καθ’ομοίωσιν δέν αισθάνεται σαν Θεός; ΔΕΝ ΕΠΕΣΕ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ;]

Όπως βλέπουμε δέν υπάρχει η Κ.Δ. Ο Κύριος στην υπόστασή του ένωσε δύο φύσεις, δέν ένωσε τον άνθρωπο με τον Θεό πρόσωπο με πρόσωπο. Δέν ολοκλήρωσε τη σχέση που είχε ξεκινήσει στην Π.Δ. Δέν αποκατέστησε το αρχαίο κάλλος. ΕΙΠΕ: ΙΔΟΥ ΚΑΙΝΑ ΠΟΙΩ ΠΑΝΤΑ. Εκανε μία νέα δημιουργία. Ολοκλήρωσε τον νόμο. Και όπως ξέρουμε απο την διδασκαλία του Απ. Παύλου ο νόμος μας δόθηκε για να μάθουμε την ύπαρξη της αμαρτίας. Διότι ο άνθρωπος δέν γνωρίζει πώς αμαρτάνει. Ακριβώς όπως με την ενσάρκωση ο άνθρωπος έμαθε την υπερηφάνεια, την αόρατη εωσφορική ρίζα της αμαρτίας. Διότι ο άνθρωπος δέν μπορεί να γνωρίσει την υπερηφάνεια παρα μόνον στην εν Χριστώ Ζωή.

Όλος ο σκοπός αυτής της "Ορθοδοξίας" τελικώς είναι να καταργήσει την πτώση χάριν της αξιοπρέπειας του ανθρώπου. ΠΟΤΕ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΣΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΔΕΝ ΜΑΣ ΕΙΠΕ ΠΩΣ ΘΑ ΣΩΘΟΥΜΕ ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΣΧΕΣΗ ΜΑΖΙ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟ ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΟ. Εκτός και άν γράφουμε νέο ευαγγέλιο. Αντιθέτως επαναλαμβάνει συνεχώς: παράτησε τα όλα και ακολούθησε με. Δέν είπε και πάμε παρέαΠαράτησε και τα καλά του προσώπου και ακολούθησε με. Στην Π.Δ. μόνον τα οπίσθια του Θεού μπόρεσαν να δούν οι προφήτες. Και στην Κ.Δ πάλι βλέπουμε το φώς του Κυρίου όχι τον Κύριο πρόσωπο με πρόσωπο. Ο Άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος μας λέει ότι αχνά μέσα στο φώς διακρίνεται το πρόσωπο του Κυρίου. Αυτό το φώς είναι το φώς που προηγείται του Κυρίου, όπως προηγείται η ημέρα της ανατολής του ηλίου. Ακόμη και στην Κ.Δ λοιπόν βλέπουμε τα «έμπροσθεν» του Κυρίου. 

Δυστυχώς όλες αυτές οι διδασκαλίες είναι σχολαστικές και συγκεντρωμένες στο έργο του Ακινάτη και έχουν όλες καταρριφθή απο το έργο του Αγγελικούδη.

Τελειώνοντας με αυτά τα λίγα θα θέλαμε να θυμήσουμε στον κ.Γιανναρά και στους οπαδούς του, την αρχή του Πλατωνικού διαλόγου ΛΑΧΗΣ. Ή περί ανδρείας, μαιευτικός. «υπάρχουν, αλήθεια, μερικοί άνθρωποι που περιγελούν τα θεάματα που σου δείξαμε Σωκράτη, που όμως άν κανείς τους συμβουλευτεί, δέν θα έλεγαν εκείνα που έχουν στο νού τους. Προσπαθώντας να εικάσουν τη γνώμη εκείνου που τους συμβουλεύεται λέγουν άλλα, αντίθετα με ό,τι σκέπτονται».

ΜΑΤΑΙΩΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ: ΜΟΡΦΗΝ ΔΟΥΛΟΥ ΛΑΒΩΝ.


Συνεχίζοντας λοιπόν την ανάγνωση του  Γιανναρά, τον παρακολουθούμε να ερευνά την Αγία Τριάδα. Διαχωρίζει αμέσως την διαφορά της κατανοήσεώς της από Ανατολή και Δύση και συγκεντρώνεται στο θέμα της ουσίας. Θέμα καθαρά φιλοσοφικό και αιρετικό, καθώς το πρόβλημα της ουσίας στον Θεό τροφοδότησε σχεδόν όλες τις Χριστολογικές αιρέσεις. Και απουσιάζει δυστυχώς ολοκληρωτικά, το κυρίαρχο πρόβλημα που κατέληξε στο σχίσμα και στην δημιουργία του δυτικού πολιτισμού.

Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΤΡΙΑΔΟΣ.
  Η Δύση φιλοσόφησε νομίζοντας πώς θεολογεί, βασισμένη αποκλειστικά και μόνον στην αποκάλυψη της Τριάδος, όπως δόθηκε στην ενσάρκωση του Κυρίου. Η οικονομική Τριάδα περιέχει το εκούσιο, την ελευθερία, την θέληση του Πατρός, την αγάπη του Θεού και Πατρός. Την «ετερότητα» των προσώπων της Αγίας Τριάδος.

Και με απίστευτη μεγαλοπρέπεια ο κύριος Γιανναράς τα μεταφέρει στην θεολογική Τριάδα, τολμώντας να ψελλίσει πώς ο Πατήρ με την θέληση του απο Αγάπη γεννά τον Υιό και εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα. Επαναλαμβάνοντας το μοιραίο λάθος του Αυγουστίνου. Ο οποίος απέρριψε τον όρο υπόσταση ώς απόλυτο, προτιμώντας τον όρο Πρόσωπο διότι μπορούσε ο όρος αυτός να ευνοήσει την έννοια των σχέσεων των προσώπων της Αγίας Τριάδος. Σχέσεις οι οποίες είχαν αποκαλυφθεί στην οικονομία.

Αυτή η ιδιαιτερότης να σκεφτεί το δόγμα ή την αλήθεια της Εκκλησίας, βγάζοντας συμπεράσματα από τις αιρέσεις των πρώτων αιώνων, τον οδήγησε έξω από την Ορθοδοξία. Φυσικά στη μοναδική αίρεση η οποία έχει ντυθεί το ιστορικό ένδυμα της αληθείας, στον παπισμό.

Στην σελίδα 73 του βιβλίου που προαναφέραμε, απογειώνεται κυριολεκτικά σαν καθαρόαιμο Puer aeternus. «Οι υποστάσεις έχουν κοινό λόγο ουσίας και απόλυτα διάφορο τρόπο υπάρξεως. Η απόλυτη ετερότητα με την οποία το πρόσωπο υποστασιάζει (κάνει υπόσταση) την ουσία του, ΑΥΤΗ συνιστά το είναι και το ταυτίζει με την υπαρκτική ελευθερία από κάθε ουσιαστική δέσμευση, λογική εξάρτηση και φυσικό προκαθορισμό».

Η θεολογία των Πατέρων όμως δέν μίλησε ποτέ για απόλυτη ετερότητα των προσώπων. Για κοινά και ακοινώνητα μίλησε, για ετερότητα ποτέ. Για να σωθεί δέ ο κ.Γιανναράς λόγω της ετερότητος από την τριθεϊα, χρησιμοποιεί σαν απο μηχανής Θεό την υποτιμημένη ουσία. Λέει, δέν είναι τρείς Θεοί διότι έχουν κοινή ουσία.

Και όμως εμείς ακούμε διαρκώς στην Εκκλησία : Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, η αγάπη του Θεού και Πατρός και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος. Ακόμη λοιπόν και άν καταλαβαίνουμε σαν ετερότητες την χάρη και την αγάπη, τί σόι ετερότης είναι η Κοινωνία; Αυτή ακριβώς η κοινωνία δέν μας βοηθά να δούμε καθαρά πώς είναι κοινό το έργο της Αγίας Τριάδος; Πώς τα πρόσωπα ή οι υποστάσεις δέν είναι ετερότητες αλλά η κίνηση του Θεού; Μια κίνηση η οποία πηγάζει από τον Πατέρα αλλά δέν απομακρύνεται από Αυτόν λόγω της κοινωνίας του Αγίου Πνεύματος; Πώς η κοινωνία «εμποδίζει» το πρόσωπο του Υιού να γίνει ετερότης; Πώς εμείς οι άνθρωποι επινοήσαμε μια μαθηματική γλώσσα, κατά την απομάκρυνση μας από τον Θεό, η οποία στηρίζεται στο ένα και στο δύο; Και δέν μπορούμε πλέον να καταλάβουμε την γλώσσα του Θεού η οποία στηρίζεται στο ένα και στο τρία, παρά μόνον με την βοήθεια του ιδίου του Θεού; Πώς το ένα και τα πολλά, ο ένας και οι πολλοί, δέν αντιστοιχούν στην Αγία Τριάδα; Πώς δέν υπάρχει στην Αγία Τριάδα ο διχασμός, η διαίρεση, ούκ ένι Έλλην ή Ιουδαίος, άνδρας ή γυναίκα; Πώς δέν πρέπει να υπερβούμε οποιαδήποτε φύση για να γίνουμε Χριστιανοί; Παρά μόνον για να γίνουμε ευγενείς;

Και όταν ο  άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, έγραψε εναντίον του Βαρλαάμ: «Ούν γάρ έκ της ουσίας ο ών, αλλ έκ του όντος η ουσία» εννοούσε ότι ο Θεός δέν είναι άγνωστος, υπερούσιος, όπως ισχυριζόταν ο Βαρλαάμ, ούτε μπορείς να τον γνωρίσεις απο την ουσία του κτίσματος, όπως προσπάθησε ο Αυγουστίνος, παρα μόνον από την δική του αποκάλυψη και ότι εννοούσε επιπλέον πώς και αποκαλυμένος παραμένει Μυστικός και Άρρητος.

ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΔΟΓΜΑΤΙΖΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΑ ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.


Διότι καταλήγουμε στην ανθρωπολογία ή στην οντολογία, στην γνώση του είναι.
Διότι οι Πατέρες δέν έρριχναν τους Μαργαρίτες στους κύνες.
πηγή