Ως παιδιά, καθώς τρώγαμε το ψωμί μας όχι και τόσο προσεκτικά, ακούγαμε συχνά την προτροπή «μην κάνετε ψίχες» ή την παρατήρηση «γεμίσατε τον τόπο ψίχες». Θυμάμαι επίσης και τις κουβέντες των μεγάλων μετά από κάποια κηδεία για τις ψυχές των πεθαμένων. Ψίχες λοιπόν και ψυχές. Τις λέξεις διαφοροποιεί ο τόνος και η ορθογραφία του φθόγγου (i). Βέβαια, στην ονομαστική ενικού (η ψίχα και η ψυχή) η διάκριση είναι ευκρινής.
Η ψίχα είναι το μαλακό εσωτερικό του ψημένου ψωμιού και διαφέρει από την κόρα. Στη φράση όμως «να φάω μια ψίχα φαΐ και να ξαπλώσω», που έλεγαν οι μεγάλοι σαν γύριζαν κουρασμένοι από το χωράφι, ψίχα σήμαινε το λίγο. Κάτι το ελάχιστο, απότριμμα άρτου, είναι η ψίχα, συνώνυμη με τα ψίχαλα, τα ψίχουλα, τα ψιχαλάκια και τα ψιχία. Για ψιχία της τραπέζης ακούμε στην περικοπή του Ευαγγελίου, όπου η Χαναναία, μια πονεμένη μάνα, ζητάει με πίστη από τον Χριστό τη θεραπεία της κόρης της, και ακούει το «οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις»· δεν είναι καλό να παίρνει κανείς το ψωμί από τα παιδιά του και να το δίνει στα σκυλάκια, της είπε ο Χριστός, για να φανερωθεί στη συνέχεια η μεγάλη της πίστη. Και εκείνη πολύ ταπεινά του αποκρίθηκε πως και τα σκυλάκια τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους· «Ναί, κύριε, καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν». Συγκλονιστική όντως η απάντησή της! Και ακολουθεί το «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις· γενηθήτω σοι ὡς θέλεις» (Ματ. 15,26-28). Ευτελή τα ψιχία της τραπέζης, αλλά μεγαλη ψυχή η Χαναναία!
Ψίχα όμως έχουν και τα καρύδια και τα αμύγδαλα· γνωστή η καρυδόψιχα και η αμυγδαλόψιχα. Από την ίδια ρίζα η ψιχάλα, οι ψιχάλες της βροχής και το ψιχαλίζει, ρίχνει λεπτή βροχή. Σητίζει, λέει ο λαός στα μέρη μας, όταν η ψιχάλα είναι τόσο λεπτή, όσο το αλεύρι που πέφτει από τη σήτα, την κρησάρα.
Η ψυχή πάλι είναι «το ένα από τα δύο βασικά στοιχεία που συνθέτουν την ανθρώπινη φύση: Ο άνθρωπος αποτελείται από σώμα και ψυχή […]» (Τριανταφυλλίδη, Λεξικό της κοινής Νεοελληνικής), που είναι το άυλο στοιχείο της ανθρώπινης υπάρξεως και πιστεύεται από αρχαιοτάτων χρόνων πως είναι αθάνατη. Απασχόλησε φιλοσόφους και θεολόγους, όμως το παρόν κείμενο περιορίζεται μόνο σε όσα η γλώσσα μάς παραδίδει ως εμπειρία ή πείρα, χωρίς βέβαια να τα εξαντλεί.
Εν πρώτοις, η ψυχή συνδέεται με το σώμα τόσο στενά, ώστε, όταν ξεψυχήσει ο άνθρωπος, το σώμα κείτεται άψυχο, χωρίς ζωή, χωρίς πνοή, χωρίς ανάσα. Ζωή, πνοή, ανάσα σήμαινε αρχικά η λέξη ψυχή, που παράγεται από το αρχαίο ρήμα ψύχω (πνέω, φυσώ). Ως εκπνοή έχουν ζήσει τον θάνατο όσοι παραβρέθηκαν κοντά σε κάποιον που ψυχορραγούσε· «οἶον ἀγῶνα ἔχει ἡ ψυχή, χωριζομένη ἐκ τοῦ σώματος!», ακούμε στην Εξόδιο Ακολουθία. Μεγάλη η επιθανάτιος αγωνία, γι’ αυτό σε ώρες μεγάλης αγωνίας ακούγεται: «Έφθασε με την ψυχή στο στόμα». Αγωνία στο αποκορύφωμά της και φόβο εκφράζει και το «πήγε η ψυχή μου στην Kούλουρη. Την ώρα του θανάτου βγαίνει η ψυχή από το σώμα, αλλά μεταφορικά, μου βγήκε η ψυχή, σημαίνει κουράστηκα πολύ, ενώ όταν κάποιος μας βγάζει την ψυχή, ο ψυχοβγάλτης, μας ταλαιπωρεί. Ταλαιπωρία δηλώνει και το του μαύρισε την ψυχή.
«Πρώτα βγαίνει η ψυχή και ύστερα το χούι», το ελάττωμα, μαρτυρεί η λαϊκή πείρα· δύσκολο είναι πράγματι το ξερίζωμα ενός πάθους. Χωρίς δυσκολία όμως, αδίστακτα, διαπράττει το κακό για το συμφέρον του όποιος πουλάει και την ψυχή του στον διάβολο. Αλλά «μάτι λαίμαργο, ψυχή χαμένη», αποφαίνεται η λαϊκή σοφία. Αντίθετα, όποιος δίνει με την ψυχή του ή δίνει και την ψυχή του για κάτι, ενεργεί ανιδιοτελώς. Με όσα λοιπόν κάνει ο άνθρωπος σώζει ή χάνει την ψυχή του σύμφωνα με την πίστη μας. Σε περιπτώσεις μάλιστα μεγάλης αδικίας ή κακίας ακούγεται: «Τι ψυχή θα παραδώσει;». Αυτό απασχολεί ιδιαίτερα την ώρα του θανάτου, και η ευχή «ο Θεός να αναπαύσει την ψυχή του» ηχεί παρήγορη στην απώλεια αγαπητού προσώπου. Για την ψυχή του πατέρα, των παιδιών, της μάνας μπορεί να κάνει κάποιος ελεημοσύνη! «Για την ψυχή των αποθαμένων σας», λένε κάποιοι απλώνοντας το χέρι για βοήθεια και ακουμπάνε σε σημείο ευαίσθητο.
Ευρύ το νοηματικό πεδίο της ψυχής. Ενίοτε ταυτίζεται με την έννοια άνθρωπος. Δεν υπήρχε ψυχή ή δεν συναντήσαμε ψυχή, λέμε όταν ο δρόμος είναι έρημος. Η μάνα που μεγαλώνει πέντε ψυχές, μεγαλώνει πέντε παιδιά. Κάποτε πάλι ρωτάμε για γνωστό που χάσαμε τα ίχνη του: Πού βρίσκεται αυτή η ψυχή; Γίνεται λόγος και για αδελφή ψυχή, όταν η ομοιότητα χαρακτήρος δύο ανθρώπων είναι μεγάλη ή τους δένει δυνατή φιλία· «Ο Μέγας Βασίλειος και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ήταν σαν μια ψυχή σε δύο σώματα».
Η ψυχή σχετίζεται με τη βαθύτερη υπόσταση τού ανθρώπου, το βαθύτερο είναι, όπως φαίνεται στις φράσεις, πιάσθηκε η ψυχή μου, δεν το βαστάει η ψυχή μου, τον πόνεσε η ψυχή μου. Συνδέεται με την εσωτερική κατάσταση, τον συναισθηματικό και ηθικό κόσμο, την κοινωνική υπόσταση και συμπεριφορά του ανθρώπου. Εκ βάθους ψυχής ευχόμαστε, αλλά ποιος μπορεί να γνωρίζει τα βάθη της υπάρξεώς μας; Ο Θεός κι η ψυχή του, λέγεται για κάτι που γνωρίζει μόνο ο άνθρωπος που το έκανε, και φυσικά ο Παντογνώστης Θεός. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου! Ούτε ο ίδιος τη γνωρίζει καλά· δύσκολη η παραδοχή των παθών της ψυχής· χρειάζεται ταπείνωση η αυτογνωσία. Εν βρασμώ ψυχής γίνονται και εγκλήματα. Γίνεται επίσης λόγος για ψυχαγωγία, που αποβλέπει στην πνευματική καλλιέργεια και ανύψωση του ανθρώπου, η οποία σαφώς και διαφέρει από τη διασκέδαση, με την οποία ο άνθρωπος σκορπάει τις έγνοιες που τον βαραίνουν.
Σε κάποιες περιπτώσεις η ψυχή είναι συνώνυμο της καρδιάς: Έχει καλή, αγνή, καθαρή ή σκληρή ψυχή κάποιος. Κάποτε ευχόμαστε από την ψυχή μας ή χαιρόμαστε με την ψυχή μας. Άλλοτε ταυτίζεται με τη συνείδηση: Να μην τό ‘χω βάρος στην ψυχή μου, λέμε. Ενίοτε αισθητοποιεί τη ζωντάνια που έχει κάποιος και κινητοποιεί ένα σύνολο: Είναι η ψυχή της παρέας, της ομάδας, του αγώνα… Βέβαια, με το όλοι έχουν ψυχή, υπογραμμίζεται η ισότητα των ανθρώπων, αλλά με το και αυτός έχει ψυχή επισημαίνεται ότι δεν επιτρέπεται να αδικηθεί κάποιος. Η ψυχή δηλώνει και το θάρρος, το σθένος. Το θάρρος και η τόλμη τονίζεται, επί παραδείγματι, στη φράση, στους αγώνες για την ελευθερία οι Έλληνες πολέμησαν με ψυχή.
Όντας κάτι πολύτιμο η ψυχή, καθότι συνδέεται άρρηκτα με τη ζωή, χρησιμοποιείται συχνά, για να εκφράσει τρυφερότητα· ψυχή μου, προσφωνεί η μάνα το παιδάκι της· είναι ψυχούλα λέμε για τον καλοκάγαθο, και ψυχάρα χαρακτηρίζεται ο μεγαλόψυχος, ο γενναιόψυχος. Σε σύγκριση με την ψυχή τα πάντα έχουν μικρότερη αξία. Ε, τι θα μας κάνει; Ψυχή θα πάρει; Άλλοτε χρησιμοποιείται να δηλωθεί η ευτέλεια αντικειμένου: Ψυχή έχει; ή τι ψυχή έχει ένα ευρώ;
Στενά συνδέεται η ψυχή με το σώμα. Όταν κάποιος βοηθήσει με όλες του τις δυνάμεις, λέγεται ότι βοήθησε ψυχῇ τε καί σώματι. Αλληλοεξαρτώμενα εισέτι είναι η υγεία του σώματος και της ψυχής· «Ἀσθενεῖ τό σῶμα, ἀσθενεῖ μου καί ἡ ψυχή», ακούμε σε τροπάριο της Εκκλησίας. Ασθενεί και αυτή όπως το σώμα, και για τη θεραπεία της αναπτύχθηκαν οι επιστήμες της Ψυχολογίας και της Ψυχιατρικής, που ασχολούνται με την συμπεριφορά του ανθρώπου. Ανατόμοι σπουδαίοι της ψυχής είναι οι πατέρες της Εκκλησίας.
Όντως, η ψυχή είναι ό,τι πολυτιμότερο έχομε· δώρο μεγάλο! Το επισημαίνει και η Αγία Γραφή· «Τί γὰρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ζημιωθῇ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; » (Ματθ. 16, 26 ) Πράγματι, δεν υπάρχει αντάλλαγμα για την ψυχή. Τη δύναμή της και τη σημασία της τονίζει και ο εθνικός μας ποιητής: (Διονυσίου Σολωμού, Η Ελληνίδα Μητέρα )
Χαρές και πλούτη να χαθούν, και τα βασίλεια, κι όλα,
τίποτε δεν είναι, αν στητή μέν’ η ψυχή κι ολόρθη.
Επομένως, «η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα», όπως λέει και το λαϊκό τραγούδι. Γι’ αυτό η Εκκλησία μας εύχεται «τά καλά καί συμφέροντα ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν», και δύο Σάββατα τον χρόνο, τα ψυχοσάββατα, αφιερώνει για τη μνημόνευση και ανάπαυση των κεκοιμημένων.
Την ψυχή μας βέβαια την κερδίζομε με την υπομονή μας. Ο Χριστός, ο Κύριος και Θεός μας, που θυσιάσθηκε για μας, μας προτρέπει· «ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν» (Λουκ. 1,19). Η υπομονή είναι πραγματικά μεγάλη αρετή και αναγκαία. «Μεγάλο πράμα η υπομονή! /Αχ! Μας την έπεμψε ο Θεός κλει θησαυρούς κ’ εκείνη» (Διονύσιος Σολωμός, Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Σχεδίασμα Β΄, vii) γράφει ο Σολωμός. Δὲν ἔχει ἡ ἁπαλὴ ψυχὴ βραχώδη πάθη/ καὶ πάντα λέει τὸ τραγούδι τῆς ὑπομονῆς (Νίκος Καρούζος, Διάλογος Πρώτος ), γράφει ο ποιητής Ν. Καρούζος. Ασφαλώς στις μέρες μας αναγκαία είναι και η ομοψυχία.
Κοντολογίς, με αφορμή δύο λέξεις ακουμπήσαμε τη λαϊκή σοφία, τον πολιτισμό μας, το βαθύτερο είναι μας, το πιστεύω μας και τις σχέσεις μας με τους άλλους. Πόσο σε ξαφνιάζει τούτη η γλώσσα. Πώς ξυπνάει το ενδιαφέρον και σε βάζει να ψάχνεις το γιατί και να γνωρίζεις γλωσσικές οικογένειες, μικρές ή μεγάλες, να πλαταίνεις τον νοητικό σου ορίζοντα και να βαθαίνεις τη σκέψη σου! Το λεξιλόγιο συμπορεύεται με τη σκέψη. «Tα όρια της γλώσσας είναι τα όρια του κόσμου» κατά τον Wittgenstein.
της Ευαγγελίας Γ. Μπίτου, φιλολόγου
2 σχόλια:
Αν τα όρια της γλώσσας είναι τα όρια τού κόσμου,
τα όρια της ψίχας ξεπερνούν το απέραντο σύμπαν,
εφόσον οι ψίχες που συμβολίζουν τις ψυχές στην Αγία Προσκομιδή στο Άγιο Θυσιαστήριο,
μετουσιώνονται στο Δεσποτικό Σώμα Ιησού Χριστού.
... ὑπάρχει καὶ ὁ ψυχικός ἄνθρωπος...
σὲ ἀντιδιαστολή μὲ τὸν πνευματικό ἄνθρωπο...
ποὺ σημαίνει πὼς χωρὶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο
ἡ ψυχή μας γίνεται σκέτη... σάρκα... !
Δημοσίευση σχολίου