Γεννήθηκε στό χωριό Μηλιά Αμμοχώστου τό έτος 1901. Ή πίστη καί ή αγάπη του πρός τό Θεό ήταν μεγάλη.
Ό ασκητικότατος τρόπος τής ζωής του καί τά προφητικά του λόγια τόν έκαναν νά μοιάζει μέ τρελό. Σχολείο δέν πήγε καί γιά μεγάλο μέρος τής ζωής του δέν ήξερε νά διαβάζει. Αρχικά δεν αγωνιζόταν πνευματικά καί ζούσε μια συνηθισμένη κοσμική ζωή μέχρι που μια ασήμαντη αφορμή έγινε αιτία νά φωτιστεί ή ψυχή του καί νά γεμίσει από Θείο πόθο γιά τόν Κύριο μας καί γιά κάθε πνευματική αρετή. Όταν έγινε περίπου 40 χρονών από Θείο ζήλο ξεκίνησε νά περιεργάζεται καί νά μελετά δειλά-δειλά τά ιερά βιβλία τής εκκλησίας καί σύντομα έμαθε νά διαβάζει. Στό επάγγελμα ήταν γεωκτηνοτρόφος ενώ αργότερα ασχολήθηκε μέ πολλές διαφορετικές εργασίες όπως κτίστης, καλλικάς κα.
Παντρεύτηκε μία ήσυχη γυναίκα από τή Μηλιά, τήν Αννεζού καί μαζί της απέκτησε έξι παιδιά, πέντε γιούς καί μία κόρη. Τό 1945, είχε πάει γιά προσκύνημα στους Αγίους Τόπους εξ΄ ού καί πήρε τήν ονομασία Χατζής. Όταν πλέον είχε παντρέψει τά τρία από τά έξι του παιδιά, από Θείο πόθο, πήγε αρχικά στή Μονή τού Αποστόλου Βαρνάβα κοντά στό Βαρώσι καί αργότερα στή Μονή Σταυροβουνίου γιά νά γίνει μοναχός. Οί ηγούμενοι των Μοναστηριών όμως αρνήθηκαν νά τόν δεχθούν λόγω του ότι ήταν παντρεμένος καί είχε παιδιά ελεύθερα. Ή ζωή του ήταν ασκητική με συνεχή νηστεία και προσευχή. Δεν έτρωγε παρά μόνο λίγα χόρτα και ψωμί την ημέρα ευχαριστώντας το Θεό.
Τη Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκεύη απείχε απο κάθε τροφή αλλά και πόση. Μαγειρεμένα φαγητά δεν έτρωγε, ούτε καν λάδι. Προτιμούσε να τρώει φρούτα. Έκανε αυστηρότατη νηστεία, παρόλο που ο ύπνος του ήταν ελάχιστος και η δουλειά πολλή. Τις δυσκολίες στη ζωή του δεν τις λάμβανε υπ’ όψη και έλεγε: “ο Χριστός τόσα βάσανα πέρασε για μας και εμείς θα παραπονιόμαστε;” Μεταλάμβανε πολύ τακτικά το σώμα και το αίμα του Χριστού. Θεωρούσε τον εαυτό του αμαρτωλό και το φρόνημα του ήταν πάντα ταπεινό. Του άρεσε πολύ να δίνει ελεημοσύνη και πολύ τακτικά βοηθούσε όποιον είχε ανάγκη στα χωράφια χωρίς ποτέ να πάρει χρήματα. Μάλιστα, μετά το τέλος της εργασίας μάζευε όλους και διάβαζαν το “απόδειπνο”.
Στο σπίτι κοιμόταν στο πάτωμα και σ’ αυτούς που τον επισκέπτονταν έπλενε τα χέρια. Η προσευχή ήταν το κύριο του έργο. Ο παππούλης τις νύκτες αγρυπνούσε προσευχόμενος ενώ ο ύπνος του ήταν λίγος. Αμέτρητες, διηγούνται τα παιδιά του, ήταν οι φορές που τον είχαν δει ή ακούσει να κλαίει καθώς προσευχόταν. Πολύ συχνά καθώς έφευγε από την εκκλησία πήγαινε σε σπίτια συγχωριανών του ή σε σπίτια γειτωνικών χωριών και τους μιλούσε με ζήλο για το Χριστό. Παράδειγμα μεγάλο γι’ αυτά που έλεγε ήταν ο ίδιος του ο εαυτός. Η εξωτερική του εμφάνιση ήταν πάντα λιτή και ποτέ δεν είχε να επιδείξει κάτι το υλικό. Καθημερινά μετέβαινε στις εκκλησίες του χωριού καθώς και άλλες εκκλησίες της περιοχής και βοηθούσε τους ιερείς στην τέλεση των ιερών τους καθηκόντων, και φρόντιζε για την ευπρέπεια του οίκου του Κυρίου μας. Για τη πολλή του αγάπη προς το Θεό αξιώθηκε από τον Κύριο να έχει το προορατικό χάρισμα.
Προείπε για την Τουρκική κατοχή πολλά χρόνια πριν γίνει, συνέτιζε τους συγχωριανούς και συνανθρώπους του αποκαλύπτοντας τους πολλά κακά που θα συνέβαιναν, είχε προσωπική εμπειρία του Ακτίστου Φωτός, με την δακρύβρεκτη προσευχή του αποσοβήθηκαν δεινά και τέλως προείπε για το θάνατο του για τον οποίο προετοιμάστηκε με απόλυτη νηστεία για δεκαπέντε ολόκληρες μέρες.
Αξιώθηκε επίσης να υποστεί πολλούς χλευασμούς για την αγάπη του Χριστού καθώς και την «ρετσινιά του τρελλού» γι’Αυτόν.
Ο παππούς Χατζηφλουρέντζος κοιμήθηκε ειρηνικά στην αγκαλιά της Παναγίας μας στη Μονή της Παναγίας της Αυγασίδας την 10η Οκτωμβρίου 1969 αφού μετάλαβε τό σώμα καί τό αίμα τού Κυρίου μας μετά από τό Άγιο ευχέλαιο.
Τήν ευχή του νά έχουμε.