Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα κορίτσι που το έλεγαν Ιωάννα. Είχε δύο μεγαλύτερους αδελφούς, τον Νάσο και τον Μίλτο και μια γιαγιά, την γιαγιά Αμαλία.
Η Ιωάννα δεν ήταν ένα συνηθισμένο κορίτσι. Ήταν ένα κορίτσι με δυσλεξία. Όταν διάβαζε στην τάξη, οι συμμαθητές της δυσανασχετούσαν, όταν έγραφε ορθογραφία, οι λέξεις χόρευαν στη γραμμή, μπλέκονταν μεταξύ τους και την έβαζαν σε μπελάδες.
«Πάλι «Β», Γιαννάκο;» της έλεγε λυπημένα ο Μίλτος. Κι εκείνη κατέβαζε το κεφάλι γιατί ο Μίλτος τη βοηθούσε, διάβαζε μαζί της, της έλεγε την ορθογραφία κι εκείνη ήθελε να τον βγάζει ασπροπρόσωπο. Ο Νάσος τότε, την έπαιρνε αγκαλιά, την σβούριζε στον αέρα και της έλεγε ψιθυριστά στο αυτί «Την επόμενη φορά, γλυκιά μου. Την επόμενη φορά».
Την αγαπούσαν τα αδέλφια της και την καμάρωναν. Βλέπεις, εκτός από δυσλεξία, η Ιωάννα είχε και ταλέντο. Στα χέρια. Σαν έπαιρνε η γιαγιά τη σύνταξή της και ψώνιζαν αλεύρι και βούτυρο και σιμιγδάλι και τρούφες και αμύγδαλα, η Ιωάννα δημιουργούσε. Έφτιαχνε του κόσμου τα γλυκά, τόσο νόστιμα που η γιαγιά τής έδινε την ευχή της κάθε φορά που δοκίμαζε ένα καινούργιο γλυκό. Και πόσο όμορφα τα στόλιζε!
«Τα κεντάει τα γλυκά της η Ιωάννα!» έλεγε και γελούσε ολόκληρη η γιαγιά Αμαλία.
Μέχρι που μια μέρα, η κυρία Ολυμπία, η δασκάλα της, κάλεσε τα αδέλφια της στο σχολείο. Πήγαν με μισή καρδιά τα αγόρια. Ήξεραν ότι το στερνοπούλι δεν τα κατάφερνε. Ήξεραν ότι θα τους έκανε παράπονα η δασκάλα. Κι ας προσπαθούσαν τόσο πολύ να τη βοηθήσουν κι ας τη διάβαζαν ως αργά, ακόμη κι όταν ήταν κουρασμένοι από τις δουλειές τους.
Γι’ αυτό, όταν η κυρία Ολυμπία τους είπε ότι η Ιωάννα είναι ένα ταλαντούχο παιδί, με εντυπωσιακή αντίληψη για την ηλικία της και ότι, αν ήθελαν, μπορούσε να τους συστήσει μια δασκάλα που θα τη βοηθήσει με το ζήτημα της δυσλεξίας, ξαφνιάστηκαν. Και χαμογέλασαν, ξαλαφρωμένοι και περήφανοι.
Έτσι, η κυρία Αγγελική – όνομα και πράγμα, άγγελος σωστός – άρχισε να τους επισκέπτεται καθημερινά.
Είχε ένα πλεκτό μόνιμα στα χέρια της η κυρία Αγγελική. Καθόταν δίπλα στην Ιωάννα και έπλεκε και έλεγε, έδειχνε τα γράμματα με τις βελόνες της κι όταν μικρή μαθήτρια έγραφε μια λέξη σωστά, χάιδευε το πλεκτό της ευχαριστημένη. Και κάπως έτσι, πλέκοντας και λέγοντας και γράφοντας, η Ιωάννα άρχισε να ξεμπλέκει τις λέξεις και να αγαπά το πλέξιμο.
Τα αγόρια ανησυχούσαν που έβλεπαν δασκάλα και μαθήτρια να συζητούν και να πλέκουν μαζί, να δοκιμάζουν νέες συνταγές και να στολίζουν τα γλυκά της Ιωάννας. Τι σόι μάθημα ήταν αυτό; Έβλεπαν όμως, την μικρή να αστράφτει από χαρά και δεν μιλούσαν.
Ώσπου, μια μέρα η Ιωάννα δήλωσε πως θέλει να μάθει πλέξιμο σωστά, όπως είπε, με βελόνες δικές της και με κούκλες μαλλί. Κι ήρθαν οι βελόνες και τα μαλλιά κι άρχισε η μικρή μαθήτρια να πλέκει, ακανόνιστα και αμήχανα στην αρχή, μέχρι που τον πήρε τον αέρα και άρχισε τα δικά της κόλπα. Τώρα η Ιωάννα μπορούσε να πλέκει όλη την αλφαβήτα με τη σειρά, κεφαλαία και μικρά γράμματα, τελείες και κόμματα, παρενθέσεις και θαυμαστικά. Κι όταν η κυρία Αγγελική πρότεινε να πλέξουν με τη ζύμη μιας πάστα φλώρα, η Ιωάννα ενθουσιάστηκε τόσο πολύ που την ξόδεψε όλη σε γράμματα και σημεία στίξης, ξεχνώντας το γλυκό και τη γιαγιά Αμαλία, που περίμενε να δοκιμάσει!
Το τέλος της σχολικής χρονιάς βρήκε την Ιωάννα απορροφημένη με την… πλεκτική – ζαχαροπλαστική, τα αγόρια περήφανα για την εξέλιξή της και τη γιαγιά Αμαλία, χμ, δύο τρία κιλά ελαφρύτερη! Η κυρία Αγγελική δήλωσε πως η δουλειά της είχε τελειώσει, η Ιωάννα δεν τη χρειαζόταν πια και πως είχε έρθει η ώρα να ξεκουραστεί, για να μπορέσει τον Σεπτέμβρη να βοηθήσει κάποιον άλλο μαθητή. Φίλησε γλυκά την Ιωάννα, χαιρέτησε συγκινημένη τη γιαγιά και τα αγόρια και έφυγε.
Η Ιωάννα μεγάλωσε, τελείωσε το σχολείο, σπούδασε ζαχαροπλαστική και έφτιαξε ένα δικό της ζαχαροπλαστείο.
Παραδόξως, το σπίτι της δεν ήταν γεμάτο γλυκά. Όπου και αν κοίταζε όποιος έμπαινε στο λιλά σπιτάκι με τον ολάνθιστο κήπο, έβλεπε γράμματα, τελείες και παύλες, ερωτηματικά και αγκύλες. Όλα πλεγμένα με αγάπη και μαεστρία. Κι όταν μεγάλωσε λίγο ακόμη, η Ιωάννα άρχισε να πλέκει και λέξεις, να τις βάζει στη σειρά, να τις κάνει ιστορίες και αργότερα, βιβλία ολάκερα!
Μερικά από αυτά περιείχαν συνταγές για τα πιο γευστικά γλυκά του κόσμου, αυτά που είναι φτιαγμένα με αγάπη.
Βαΐα Ελίζα Τσαυλίδου
3 σχόλια:
..... Μερικά από αυτά περιείχαν συνταγές για τα πιο γευστικά γλυκά του κόσμου, αυτά που είναι φτιαγμένα με αγάπη.
... Και μερικά από τα άλλα τα πιο πολλά ήταν παραμύθια, από τη ζωή του αγρού των παιδιών και της θάλασσας, που έλεγε για αλλά παιδάκια που είχαν στέρηση νοητική, ομως η καλή Αγγελική στο πλευρό τους έτρεχε πολύ, και τους μάθαινε να πλέκουν ξανά τις λέξεις με τις πλέξεις, και γίνονταν τα παιδιά καλά και εμείς καλύτερα που μάθαμε την αξία της ενσυναίσθησης. Γιατί μέσα από την αγάπη μαθαίνεις και άλλες αρετές που χωρίς αυτές δεν μοιάζουν στη ζωή οι αγάπες ζωντανές...
Και είπε και η Ιωάννα αλλά πολλά, μιλούσε για τις θάλασσες της ζωής που αλλά παιδιά στέκονταν μακρυά από γονείς, μεγάλη η έλλειψη ετούτη έλεγε η Ιωάννα, και άρχιζε κάθε φορά να ψάχνει έξω από την αυλή, τα παιδάκια με έλλειμμα στοργής, και τα έβρισκε η Ιωάννα και κάθονταν μαζί τους, και περνούσε τις μέρες καί τις νύχτες πλέκοντας στοργή, και έφτιαχνε παλάτια και έφτιαχνε Πολιτείες από εκείνες τις ονειρεμένες που ζούσαν στα παραμύθια με βασιλοπούλες και βασιλόπουλα, λαμπρά παλικάρια που είχαν αγάπη για όλους και ο κόσμος τους αγαπούσε κσι τους αναζητούσε να τους αποδίδει τιμές και σεβασμό. Και σαν έχτισε όλη τη γη με την αγαθή αγάπη της την πολύ, την έντυσε καί με την στοργή, αυτοκρατορική ήταν αυτή η αρετή, και το έμαθαν όλοι, οι πολλοί, και ήρθαν στην Ιωάννα και την έχρισαν Βασίλισσα, γιατί της άξιζε ετούτη η χρυσή στιγμή.
Και ήρθε και ένας Βασιλιάς, από μέρη μακρινά κσι την ζήτησε να γίνει η Βασίλισσα της καρδιάς του, και τον δέχτηκε η Ιωάννα με τιμές και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα που γνωρίσαμε την Ιωάννα, και μας γέννησε έμπνευση της ζωής, και μάθαμε από αυτή την ιστορία πως ο άνθρωπος της αρετής και της ενσυναίσθησης, βασιλιάς κσι βασίλισσα γίνεται, μία ουσία η πεμπτουσία για έναν αιώνιο βασιλικό παράδεισο..
.
... ὄμορφο... (καὶ καλῶς... καὶ λίαν)
ὅμως, μὲ τὴ δυσλεξία,
καὶ... τὰ τόσα ἄλλα φροῦτα ποὺ γεμίσαν πιὰ τὰ περιβόλια μας,
ἀς ἔχουμε ἕνα μικρό καλάθι, πάντα εὔκαιρο...
κι ἂν τὰ παιγνίδια μὲ τὴν γλῶσσα μας,
τὰ πνεύματά της καὶ τοὺς τονισμοὺς
μὲ τοὺς ρυθμοὺς της καὶ τοὺς δεκαπεντασύλλαβους
καὶ τὰ ἀστόχαστα μαγερικά
μαθητευόμενων μάγων,
ποὺ βλέπουνε τὰ πάντα, μέσα ἀπὸ τοὺς παραμορφωτικούς φακούς μιᾶς ἰδεολογίας...
δὲν κοπάσουνε καὶ δὲν καταλαγιάσουν...
(νισάφι πιά)
ὁ ἑλληνισμός θὰ πάει καὶ θὰ κουτσαίνει...
φοβούμενος
μὴν γίνει Ρωμηοσύνη... !
...
Θεσπέσιο, Θαλασσινέ, όμορφα πλεγμένο με γήινα και ουράνια γλυκά!
Δημοσίευση σχολίου