Πέμπτη 15 Αυγούστου 2024

Καλή Παναγιά! Αν θέλουμε να ξαναγίνουμε παιδιά, να γίνουμε μόνο δικά της - Μόνο η Παναγία μπορεί να ομορφύνει πάλι την ασχήμια της ζωής μας

 Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.


Καλή Παναγιά!

Με την ευλογία της λατρευτής μας μητέρας Παναγίας, να γιορτάσουμε σήμερα την Κοίμησή της.

Ξέρετε, η ελληνορθόδοξη παράδοση είναι ένας ζωντανός οργανισμός που εξελίσσεται και τελειοποιείται όπως ορίζει η αγιοπνευματική συνείδηση των μελών της Εκκλησίας. Και αυτή η ευχή, το «καλή Παναγιά» αγκαλιάστηκε από τη συντριπτική πλειοψηφία των ορθοδόξων.

Γιατί τι άλλο παρά παρηγοριά και αγαλλίαση να προκαλεί η επίκληση της Παναγίας σε μια ευχή; Κι όμως αρκετοί ενοχλούνται από αυτές τις δύο λέξεις και τις χλευάζουν, προφανώς γιατί ενοχλείται πρώτα απ’ όλα ο Αντικείμενος που φρίττει στο άκουσμα της Παναγίας και δεν θέλει να φυτευτεί στη λαϊκή συνείδηση μια τέτοια ευχή.

Καλή Παναγιά σημαίνει, με το καλό να γιορτάσουμε την εορτή της Παναγίας.

Καλή Παναγιά σημαίνει, να είμαι εγώ καλός και πνευματικά έτοιμος για να σταθώ μπροστά στο Θεομητορικό μεγαλείο. Να σταθώ άξιος μπροστά στην πιο αγιασμένη κόρη που γέννησε το ανθρώπινο γένος, σ’ εκείνη που έκανε το φεγγάρι υποπόδιό της, όπως έγραψε ο λυρικότατος Φώτης Κόντογλου.

Καλή Παναγιά σημαίνει καλό στάδιο ως τον δεκαπενταύγουστο, καλή εγρήγορση, καλή εγκράτεια, καλή παραμυθία, καλή ελπίδα, καλή φώτιση, καλό δρόμο για τη σωτηρία.

Καλή Παναγιά σημαίνει καλή αντάμωση νοητή εκεί δίπλα στην κλίνη που ξάπλωσε το πανάγιο σώμα της Θεοτόκου, εκεί που συγκεντρώθηκαν οι Απόστολοι από τα πέρατα της οικουμένης για να θρηνήσουν τη μητέρα του Θεού μας, εκεί που η αρχόντισσα των Ουρανών ετάφη, εκεί που την ανέστησε ο Χριστός μετά από τρεις ημέρες, κι εκεί που έγινε το άφατο θαύμα της Μετάστασης της.

Φέρνω στο μυαλό όλες τις εικόνες της Παναγίας που έχω προσκυνήσει μέσα στα χρόνια σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Φρουροί ακοίμητοι σε κάθε τόπο και εσχατιά. Και όσο και να διαφέρουν οι τεχνοτροπίες τους, όλες συνθέτουν το ίδιο ιλαρό βλέμμα στοργικής μητρότητας που ημερεύει τις φουρτούνες που κουβαλούμε μέσα μας. Όλες έχουν μια ζωντάνια που σε πλημμυρίζει δέος. Έναν ηλεκτρισμό ήμερο και εξαγνιστικό. Συστέλλεσαι μπροστά στη θωριά της, σαν άτακτο παιδί που σαστίζει με την ατέλευτη συγχώρεση της μάνας. Κάθε ψυχή ορφανεμένη από τον κόσμο, βρίσκει το αποκούμπι της σε αυτό το υπέρκαλο πρόσωπο που σιγοφωτίζει το καντήλι.

Δύο σταθμοί κυριαρχούν στη ζωή του χριστιανού: κινούμαστε από το «Χαίρε Κεχαριτωμένη» στο «σπεύσον, απολλύμεθα», πότε χαιρετούμε τη μάνα μας και πότε ζητούμε το χέρι της να μας σηκώσει από το βάσανο, τον πόνο, τη δοκιμασία. Καλομαθημένοι στην άπειρη αγάπη της και απορούντες πώς γίνεται να έχουμε τόσο εύσπλαχνη μάνα. Είμαστε πνευματικά νήπια κι εκείνη είναι πάντα εκεί για να μας κατευθύνει τα πρώτα βήματα. Πέφτουμε και ξανασηκωνόμαστε. Μας πιάνει το γινάτι των παθών. Συχνά μας πιάνει και γαϊδουριά. Αναισθησία. Αδιαφορία. Κι εκείνη στέκει πάντα αγρυπνώντας πότε θα γυρίσει ο Άσωτος υιός και η Άσωτη κόρη. Παρακαλεί και κάμπτει την οργή του Δεσπότη Χριστού.

Σε μια ζωή ξεθωριασμένη και γκρίζα, η Παναγία είναι η μόνη που συγκρατεί ακέραια την πρότερη αίσθηση της πλάσης. Την αληθινή ευλογημένη ζωή, όπως την προίκισε ο Θεός πριν την καταστρέψουμε. Όσο και αν τα δαιμονοκίνητα ανθρωπάρια έχουν βαλθεί να διαλύσουν όλη την ομορφιά του ελληνικού καλοκαιριού, ο Δεκαπενταύγουστος στέκει πάντα ακλόνητος σαν βράχος στερεωμένος σε όρος ευλογίας. Μοσχομυριστός και θεοσκέπαστος, λιασμένος στο φως της ορθόδοξης Ελλάδας. Καθρεφτίζοντας όλες τις αντανακλάσεις της αιωνιότητας.

Ακούγοντας τη λειτουργιά σε μια ξύλινη ταπεινή καρέκλα, σε ένα πεζούλι που σε χαϊδεύει το μελτέμι, σε ένα σκαλοπάτι νησιώτικο ασβεστωμένο ή στη δροσερή σκιά ενός πλατάνου, η Χάρη της Παναγίας ζωντανεύει κάθε χρόνο τον καμβά των παιδικών μας αναμνήσεων. Γιατί όσο και να μεγαλώσουμε, στα μάτια της Παναγίας μας παραμένουμε πάντα παιδιά. Άτακτα ή φρόνιμα, μας αγαπάει το ίδιο.

Βασανίζονται οι άνθρωποι για να γίνουν πάλι παιδιά, να αντιστρέψουν το γήρας, να πολεμήσουν τον χρόνο, να κρύψουν τη φθορά, να κοροϊδέψουν τον θάνατο, να χαλάνε περιουσίες για να παγώσουν τα ρολόγια. Και δεν σκέφτονται οι δύστυχοι ότι ο αληθινός τρόπος για να ξανανιώσεις παιδί, είναι απλά να στραφείς στη μάνα σου και μάνα όλου του κόσμου, στην Παναγία.

Εκεί η ξεγνοιασιά, εκεί η ασφάλεια, εκεί η θαλπωρή, εκεί το χάδι το μητρικό, εκεί η αιωνιότητα και η αθανασία. Όλα τα άλλα είναι ψευτοπαρηγοριά στον άρρωστο. Είναι ορφάνια που την περιγελούν τα μπιχλιμπίδια.

Για δείτε τους μοναχούς που αφήνουν πίσω οικογένεια και κόσμο, πώς στο βλέμμα τους είναι σαν μικρά παιδιά γιατί αφήνονται στην αγκαλιά της Παναγίας. Η αγνότητα, το κέφι τους, η χαρά τους, τα άδολα πειράγματά τους, όλα δείχνουν ανθρώπους χορτασμένους από αγάπη μάνας, και ας άφησαν πίσω τον θησαυρό της κατά σάρκα μητέρας.

Να ένα μυστικό αιώνιας νιότης στην καρδιά, που δεν είναι μυστικό γιατί μας τα φανέρωσε όλα τα ωφέλιμα ο Θεός. Να ένας τρόπος να φυλάξουμε τα μαγαρισμένα καλοκαίρια μας. Η Παναγία μας, όπου προχωρά μπροστά, πίσω της αφήνει αύρα αιωνιότητας και αναλλοίωτου κάλλους. Ομορφαίνει την κτίση. Μετατρέπει την ασχήμια της εποχής μας, σε περίλαμπρα κοσμήματα στιγμών που ξεπροβάλλουν στην καθημερινότητα. Ζωντανεύει μέσα μας το δώρο της παιδικότητας, που στην πραγματικότητα δεν το καταστρέφει ο χρόνος, αλλά η φθοροποιός δράση των παθών.

Η Παναγία ομορφαίνει τη ζωή μας. Η Παναγία είναι πηγή της χαράς στη ζωή μας. Αν είναι να γίνουμε παιδιά, να γίνουμε μόνο δικά της.

 Ελευθέριος Ανδρώνης

sportime.

2 σχόλια:

Άγνωστος είπε...

Άγιος Παΐσιος: – Γέροντα, γιατί η Παναγία άλλοτε µου δίνει αµέσως αυτό που της ζητώ και άλλοτε όχι;

– Η Παναγία, όποτε έχουµε ανάγκη, απαντά αµέσως στην προσευχή µας, όποτε δεν έχουµε, µας αφήνει, για να αποκτήσουµε λίγη παλληκαριά.

Όταν ήµουν στην Μονή Φιλοθέου, µια φορά, αµέσως µετά την αγρυπνία της Παναγίας µε έστειλε ένας Προϊστάμενος να πάω ένα γράµµα στην Μονή Ιβήρων.

Ύστερα έπρεπε να πάω κάτω στον αρσανά της µονής και να περιµένω ένα γεροντάκι που θα ερχόταν µε το καραβάκι, για να το συνοδεύσω στο µοναστήρι µας – απόσταση µιαµιση ώρα µε τα πόδια.
Ήµουν από νηστεία και από αγρυπνία.
Τότε την νηστεία του Δεκαπενταυγούστου την χώριζα στα δύο µέχρι της Μεταµορφώσεως δεν έτρωγα τίποτε, την ηµέρα της Μεταµορφώσεως έτρωγα, και µετά µέχρι της Παναγίας πάλι δεν έτρωγα τίποτε.
Έφυγα λοιπόν αµέσως µετά την αγρυπνία και ούτε σκέφθηκα να πάρω µαζί µου λίγο παξιµάδι. Έφθασα στην Μονή Ιβήρων, έδωσα το γράµµα και κατέβηκα στον αρσανά, για να περιµένω το καραβάκι. Θα ερχόταν κατά τις τέσσερις το απόγευµα, αλλά αργούσε να έρθη.

Άρχισα εν τω µεταξύ να ζαλίζωµαι.
Πιό πέρα είχε µια στοίβα από κορµούς δένδρων, σαν τηλεγραφόξυλα, και είπα µε τον λογισµο µου: «Ας πάω να καθήσω εκεί που είναι λίγο απόµερα, για να µη µε δη κανείς και αρχίση να µε ρωτάη τι έπαθα».
Όταν κάθησα, µου πέρασε ο λογισµός να κάνω κοµποσχοίνι στην Παναγία να µου οικονοµήση κάτι.
Αλλά αµέσως αντέδρασα στον λογισµο και είπα: «Ταλαίπωρε, για τέτοια τιποτένια πραγµατα θα ενοχλής την Παναγία;».

Τότε βλέπω µπροστά µου έναν Μοναχό. Κρατούσε ένα στρογγυλό ψωµι, δύο σύκα και ένα µεγάλο τσαµπι σταφύλι. «Πάρε αυτά, µου είπε, εις δόξαν της Κυρίας Θεοτόκου», και χάθηκε.
Ε, τότε διαλύθηκα µε έπιασαν τα κλάµατα, ούτε ήθελα να φάω πιά… Πα, πα! Τι Μάνα είναι Αυτή! Να φροντίζη και για τις µικρότερες λεπτοµέρειες! Ξέρεις τι θα πη αυτό!

ἐμπεσῶν εἰς λάκκον τις είπε...

... δεκαπενταύγουστος
κάπως μεταλλαγμένος...

χρόνια τώρα...

γιά όσους αφεθήκαμε και επιτρέψαμε, κι αλλάχτηκαν τα μέσα μας
κι αφήσαμε να γίνουν σαν τα... γύρω μας,
τα αλλαγμένα
και παραλλαγμένα,
εξομοιωμένα με κείνον τον παγκόσμιο παλμό,

που γκρέμισε ό,τι αναχώματα φιλοκαλίας υπήρχανε ακόμη στό λαό μας ζωντανά,
όπως τα περιγράφει φιλότιμα
καί με πόνο ψυχής ο κυρ Φώτης Κοντογλου...

και καταλήξαμε σ' ετούτον τον παγκόσμιο χυλό

σ' έναν ρυρθμό αγχωτικό... που μάς χορεύει στο ταψί χωρίς προφάσεις πιά...

και χωρίς να κρατά
ούτε καν τα ελάχιστα προσχήματα...

αφού το ξερει πώς... μάς έχει(;)

τού χεριού του...

...