Η Μονή Καισαριανής, κτισμένη τον 11ο αιώνα, είναι αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου - Συνδέεται με ιστορικά πρόσωπα όπως ο Μιχαήλ Χωνιάτης, ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ’, ο Μωάμεθ ο Πορθητής και ο Ιωάννης Μπενιζέλος
Η Μονή Καισαριανής, κτισμένη τον 11ο αιώνα, είναι αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου - Συνδέεται με ιστορικά πρόσωπα όπως ο Μιχαήλ Χωνιάτης, ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ’, ο Μωάμεθ ο Πορθητής και ο Ιωάννης Μπενιζέλος
Η Ιερά Μονή Καισαριανής, ένας από τους ωραιότερος βυζαντινούς ναούς της Αθήνας, βρίσκεται χωμένη στην καταπράσινη κοιλάδα στη δυτική πλαγιά του Υμηττού, στον ομώνυμο Δήμο.
Από την αρχαιότητα φημιζόταν για τις πηγές και το μέλι της, αλλά και για τα λατρευτικά και πνευματικά κέντρα της. Ιδρύθηκε στα τέλη του 11ου ή στις αρχές του 12ου αιώνα στη θέση ενός αρχαιότερου κτίσματος. Η Μονή ήταν από την ίδρυσή της σταυροπηγιακή, δηλαδή υπαγόταν απευθείας στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως γεγονός που της έδινε πολλά προνόμια και έτσι παρέμεινε, εκτός από μικρά διαστήματα, μέχρι τον 18ο αιώνα οπότε προσαρτήθηκε στην Μητρόπολη Αθηνών.
Στη διάρκεια της μακραίωνης λειτουργίας της γνώρισε μεγάλη άνθιση. Η ενασχόληση των μοναχών με την καλλιέργεια των ελαιοδένδρων και τη μελισσουργία διασφάλιζε την οικονομική της ευμάρεια.
Παράλληλα, υπήρξε σημαντικό πνευματικό κέντρο και η βιβλιοθήκη της διέθετε μεγάλο αριθμό χειρογράφων.
Η Μονή έφτασε στο απόγειο της ακμής της γύρω στον 17ο αιώνα, προσελκύοντας και φιλοξενώντας πνευματικούς και καλλιεργημένους ανθρώπους της εποχής, με γνωστούς λόγιους και διδασκάλους των Σχολών της Αθήνας, να έχουν διατελέσει ηγούμενοι.
Όμως, από τον 18ο αιώνα άρχισε να μπαίνει σε μία φθίνουσα τροχιά, λόγω υπέρογκων χρεών από κακοδιαχείριση των ηγουμένων, με αποτέλεσμα να χάσει την αυτονομία της και το 1790 να προσαρτηθεί οριστικά στην Μητρόπολη, καταφέρνοντας όμως έτσι να σώσει την περιουσία της από τον τύραννο Χασεκή, ο οποίος την εποφθαλμιούσε.
Και μπορεί να γλίτωσε από την αρπακτική μανία του Τούρκου, αλλά όχι απ' αυτήν των ομόθρησκων, οι οποίοι την λεηλάτησαν, πούλησαν σπάνια βιβλία και χειρόγραφα σε περιηγητές και το μοναστήρι κατάντησε στάβλος για άλογα και αγελάδες.
Το 1822 η βιβλιοθήκη της μεταφέρθηκε, για μεγαλύτερη προστασία, στην Ακρόπολη, αλλά κατά τη διάρκεια της πολιορκίας από τους Τούρκους καταστράφηκε ολοσχερώς. Λέγεται δε ότι οι αγωνιστές κατέστρεψαν τα πολύτιμα χειρόγραφα για να φτιάξουν φυσίγγια, μια και αντιμετώπιζαν μεγάλη έλλειψη χαρτιού.
Η λειτουργία της διακόπηκε οριστικά το 1833, όταν διαλύθηκαν σε όλη την επικράτεια από τους Αντιβασιλείς του Όθωνα όσα ανδρικά μοναστήρια είχαν λιγότερους από έξι μοναχούς.
Όσον αφορά την προέλευση του ονόματός της, υπάρχουν αρκετές εκδοχές αρχίζοντας από τον Παυσανία που αφηγείται πως ο Πελασγός βασιλιάς Κελεός αφιέρωσε την κόρη του Σαισάρια στη λατρεία της θεάς Δήμητρας και η περιοχή που φιλοξενούσε το ιερό ονομάστηκε Σαισαριανή. Μία άλλη υποστηρίζει ότι η ονομασία προέρχεται από τον ιδρυτή της Καισάριο ή τους Καίσαρες, Χριστόφορο και Νικηφόρο, που είχαν εξοριστεί στην Αθήνα από την αυτοκράτειρα Ειρήνη την Αθηναία. Υπάρχει μία ακόμη, σύμφωνα με την οποία το όνομα οφείλεται σε εικόνα της Θεοτόκου από την Καισαρεία.
Η ονομασία Καισαριανή εμφανίζεται για πρώτη φορά σε επιστολή που έστειλε, στις αρχές του 13ου αιώνα ο αυτοεξόριστος στην Κέα Μητροπολίτης Αθηνών, Μιχαήλ Χωνιάτης, προς τον ηγούμενο της μονής.
Ο λουτρώνας
Πρόκειται για τρίκογχο κτήριο, που περίκλειε εντός του μια φυσική πηγή. Κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας ο λουτρώνας μετράπη σε ελαιοτριβείο, εξ ού και τα μαρμάρινα ελαιοπιεστήρια και οι πίθοι που διασώζονται στο εσωτερικό του έως σήμερα.
Κελλιά Μοναχών
Τα κελλιά των μοναχών μαζί με τον πύργο του Μπενιζέλου καταλαμβάνουν σχεδόν ολόκληρη τη νότια πλευρά της Ιεράς Μονής. Η διώροφη πτέρυγα με τα κελλιά των μοναχών, στεγάζει έξι πανομοιότυπα καμαροσκέπαστα δωματιάκια σε κάθε όροφο, με τις κολώνες, που στηρίζουν τις καμάρες του συγκροτήματος, να προέρχονται κατά τα φαινόμενα από την παλαιοβασιλική του Λόφου των Ταξιαρχών.
Αντίθετα
ο πύργος του Μπενιζέλου είναι τριώροφος με ορθογώνια κάτοψη. Το ισόγειο
και ο πρώτος όροφος στεγάζονται με ημικυλινδρικούς θόλους, ενώ μια
δίρριχτη στέγη καλύπτει ολόκληρο τον πύργο.
Αγιογραφίες
Η παλαιότερη τοιχογραφία βρισκόταν στην εξωτερική πλευρά του τοίχου του καθολικού ο οποίος βρίσκεται τώρα στο ξωκλήσσι του Αγίου Αντωνίου. Απεικονίζει τη Θεοτόκο, στραμμένη προς τα αριστερά σε στάση προσευχής. Οι σαρωτικές πινελιές δείχνουν προς την «αγροτική» τεχνική του 14ου αιώνα.
Ο ναός και ο νάρθηκας του είναι διακοσμημένοι με τοιχογραφίες, που χρονολογούνται από την Οθωμανική περίοδο. Η εύπορη οικογένεια Μπενιζέλου επιδότησε τις τοιχογραφίες, οι οποίες σχεδιάστηκαν το 1682 από τον Ιωάννη Ύπατο, από την Πελοπόννησο, σύμφωνα με επιγραφή στο δυτικό τοίχο. Στο τρούλο απεικονίζεται ο Παντοκράτορας. Στη δίκλιτη ροζέτα, απεικονίζονται: η Ετοιμασία του Θρόνου, η Παρθένος, ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, οι άγγελοι και μια σύνθετη τοιχογραφία στην οποία απεικονίζονται οι Τέσσερις Ευαγγελιστές. Στο φεγγίτη του παρεκκλησίου, απεικονίζεται η Πλατυτέρα ενθρονισμένη, με τους αγγέλους στα πλαϊνά της.
Αν και οι τοιχογραφίες ξεχωρίζουν μεταξύ τους από κάποια πρωτοπορία στο σχεδιασμό τους, παρ' αυτά παραμένουν πρωτότυπες για τις τοιχογραφίες του 16ου αιώνα που βρέθηκαν στο Άγιον Όρος. Κατά τον 17ο αιώνα, οι τοιχογραφίες έγιναν πιο ευρέως γνωστές σε τεχνοτροπία και τεχνική.
Η «Tρύπια εκκλησία» στη σπηλιά
Συνεχίζοντας
τον περίπατο στις πλαγιές του Υμηττού θα συναντήσουμε την «Tρύπια
εκκλησία», έτσι συνήθως αποκαλούν το ξωκλήσι της Ανάληψης. Βρίσκεται
λίγο πιο πάνω από το Μοναστήρι της Καισαριανής, μέσα στο κατάφυτο δάσος
του Υμηττού, και είναι ένα καλά «κρυμμένο» στολίδι που όμοιό του δεν
υπάρχει σε όλη την Αθήνα
Η «Tρύπια εκκλησία» βρίσκεται μέσα σε μια σπηλιά και η είσοδος της είναι μεγάλη και ανοιχτή.
Αυτή η μικρή στοά μέσα στο δάσος είχε ιδιαίτερη σημασία αφού στο ιερό της κατέληγε και ανέβλυζε νερό προερχόμενο από ένα υδραγωγείο, που βρισκόταν πιο ψηλά. Αυτό το νερό οι κάτοικοι, το έλεγαν «αγιασμένο νερό».
Στο
διήγημα «Το Θαύμα της Καισαριανής» του σπουδαίου Αλέξανδρου
Παπαδιαμάντη υπάρχει αναφορά στο συγκεκριμένο εκκλησάκι αλλά και στην
λαϊκή παράδοση γίνεται λόγος για το αγιασμένο και θαυματουργό νερό.
Ο Παπαδιαμάντης αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Ήταν μια σπηλιά ωραία, στον βράχο τον θεόρατο, με χρώμα σταχτερό, που έσταζε δροσιές ολόγυρα. Μοσχοβολούσε ο τόπος από θυμάρια, σχοίνους και αγριοδυόσμους. Κόσμος ένα πλήθος, γυναίκες ένα σωρό, άντρες πολλοί και παιδιά ένα μελίσσι, άλλοι ορθοί, άλλοι καθισμένοι, μερικοί άρρωστοι από διάφορες ασθένειες, μισεροί και σακατεμένοι, βρίσκονταν εκεί και έκαναν το σταυρό τους. Το νερό ήταν δροσερό, γλυκό νερό, αγίασμα. Είχε μια μοσχοβολιά, που δεν ξαναέγινε…»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου