Ἀδελφὲ Μακρυγιάννη,
Σοῦ μιλάω σὰν σὲ ζωντανὸ φίλο καὶ ἀδελφὸ ἐν Χριστῷ. Γιατί πιστεύω πὼς ζεῖς στὸν κόρφο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἔλεγες. Τώρα, βέβαια, τὰ ἔμαθες ὅλα. Ὅταν ἤσουνα ἐδῶ, χάρη στὴν πίστη καὶ τὴ χριστιανικὴ ζωή σου, ἐγνώριζες ἐλάχιστα. Τώρα βλέπεις τὴν ἀνθρώπινη ματαιότητα καὶ τὸ σκοτάδι τοῦ κόσμου μὲ τέλεια γνώση. Καὶ κατανοεῖς πλήρως, τί σημαίνει ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ: «ὅλος ὁ κόσμος κεῖται ἐν τῷ πονηρῷ». Βλέπεις ὅτι τὸ σατανικὸν ἔρεβος ἔχει κατακαλύψει τὰ πάντα καὶ μονάχα ὅσοι μὲ συνέπεια πιστεύουν καὶ ζοῦν ἐν Χριστῷ κατορθώνουν σὲ κάποιο μέτρο νὰ φωτίζωνται ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ.
Ὑπῆρξες πιστὸς Ὀρθόδοξος, στὸ βαθμὸ ποὺ προσδιόριζαν διάφοροι παράγοντες: φυσικὴ καταβολή, ἀνατροφή, περιβάλλον, παιδεία, συνθῆκες, προαίρεση. Καὶ ἀναδείχτηκες ἀληθινὸς δοῦλος τοῦ Θεοῦ, τέκνο πιστό τῆς Ἐκκλησίας, παραδοσιακὸς Ἕλληνας. Σὲ ἐγνώρισα πρὶν τρεῖς μῆνες. Καὶ θαύμασα τὴν εὐσέβειά σου, τὴν πίστη σου, τὴν εὐθύτητά σου, τὴ γνώση σου, τὴν ἐντιμότητά σου, τὴ σωφροσύνη σου, τὴν ἀγάπη σου στὸν Θεὸν καὶ τὸν πλησίον, τὴ λεβεντιά σου, τὴν αὐτοθυσία σου, τὴν ἐπιμονή σου στὶς προσευχές, τὴν ὑπομονή σου στοὺς τρομεροὺς πειρασμούς σου, τὴν εὐχαριστία σου στὸν Κύριον κατὰ τὸ παρατεταμένο μαρτύριο τῶν ἀθεράπευτων τραυμάτων σου, τῶν ἀνοικτῶν σου πληγῶν.
Καὶ πῆρα ἀπόφαση νὰ σὲ προβάλω γιὰ ὑπόδειγμα ἑλληνορθόδοξου βίου. Ὅλα σ’ ἐσένα ἦταν διαφορετικά, ἤσουνα τὸ κάτι ἄλλο. Ὁ Θεὸς ποὺ προγνωρίζει προαιωνίως τὰ πάντα, φαίνεται ὅτι ἔρριξε βλέμμα ἱλαρὸ στὴν ὕπαρξή σου, γιατί προεῖδε τὴν ἀγαθὴ πρόθεσή σου. Καὶ οἰκονόμησε τὰ πάντα γιὰ τὴ ζωή σου μὲ τὴν θεϊκὴν εὔνοιά του.
Ἡ γέννησή σου μοιάζει μὲ μύθο. Ἡ διάσωσή σου, ὑστέρα ἀπὸ τὴν ἐγκατάλειψή σου μέσα στὸ δάσος, θυμίζει ἑλληνικὴ μυθολογία ἢ βιβλικὸν ἀνάγνωσμα. Ἡ οἰκειότης σου καὶ ἡ ἁπλοϊκὴ φιλία σου μὲ τὸν Πρόδρομο τοῦ Χριστοῦ, στὴν ἡλικία τῶν δεκατεσσάρων χρόνων σου, δὲν εἶναι συνηθισμένο φαινόμενο. Ἡ ἀγάπη σου στ’ ἅρματα καὶ ὁ πρώιμος πόθος γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς πατρίδας σου καὶ γιὰ χάρη τῆς θρησκείας σου, ἔδειξαν τὴν καθαρότητα καὶ τὴ λεβεντιὰ τῆς ψυχῆς σου. Δὲν πνίγηκες μέσα στὴ νάρκη τῆς καθημερινότητος. Ἀλλὰ μὲ ἄγρυπνη συνείδηση, μέσα στὰ πατριωτικὰ ὁράματά σου καὶ στὸ θρησκευτικὸ καὶ Ὀρθόδοξο ἦθος σου, ζοῦσες μὲ τὴ νοσταλγία τῆς ἐλεύθερης, τῆς δίκαιης, τῆς ἠθικῆς καὶ θρησκευτικῆς Ἑλλάδας.
Ἤσουνα κάτι παραπάνω ἀπὸ τὴ μετριότητα, γεννήθηκες εὐφυὴς καὶ μὲ ψυχῆ ἐλεύθερη ἀπὸ κληρονομικὰ συμπλέγματα, γιατί ἡ μάννα σου ἦταν χριστιανὴ καὶ σὲ γαλούχησε μία τετραετία σὰν θρεφτάρι. Καὶ οἱ μετάνοιές σου, ποὺ τὶς ἀσκοῦσες σ’ ὅλο τὸ βίο σου, σὰν σύμβολον ἐπαφῆς σου μὲ τὸν Θεὸν καὶ τοὺς Ἁγίους του καὶ οἱ ἀδιάλειπτες προσευχές σου καὶ ὁ καθαρός σου βίος, ὅλα αὐτὰ σὲ κρατοῦσαν σὲ μία αἴσθηση ἐλευθερίας καὶ φωτισμοῦ τῆς ψυχῆς σου. Καὶ σταδιακὰ ὡρίμαζε μέσα σου ἡ αὐτοσυνειδησία τοῦ ἐθνικοῦ χρέους σου καὶ γιγαντώνονταν ἡ θέλησή σου νὰ ὑπηρέτησης καὶ τὴν πατρίδα καὶ τὴν Ὀρθοδοξία. Καὶ πρὶν ἀκόμα δοθῆ τὸ ἐγερτήριο μήνυμα, προετοιμαζόσουνα γιὰ τὸν ἀγῶνα, ὕστερα ἀπὸ τὴ μύησή σου στὸ «μυστήριον» τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας. Καὶ ἀπόκτησες, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ φίλου σου Ἁγίου, χιλιάδες γρόσια γιὰ τὸν κοινὸν ἀγῶνα σὰν συνετὸς οἰκονόμος.
Ἀδελφὲ Μακρυγιάννη,
Σὲ φαντάζομαι λεβεντόκορμο, ψηλό, ἀρρενωπὸ νέο, ναρκιασιζόμενο νεανικὰ γιὰ τὸ κάλλος τοῦ σώματος, τῆς λεβεντιᾶς καὶ τὰ ἀσημένια ἅρματά σου, νὰ διαβαίνεις μὲ ἑλληνικὴν ἔπαρση, ὀνειροπαρμένον, φλογισμένον ἀπὸ τὰ ὁράματα τῆς ἑλληνικῆς σου καταγωγῆς καὶ τῶν αἱματηρῶν ἀγώνων γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση. Ἀλλὰ σὲ φαντάζομαι καὶ σεμνὸ καὶ σώφρονα καὶ στοχαστικὸ καὶ ἐνάρετο καὶ θεοσεβῆ χριστιανό, ποὺ πίστευεν, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ βοηθήση τοὺς ξυπόλυτους καὶ πειναλέους καὶ γυμνοὺς νὰ ἀνακτήσουν τὴν ἐλευθερία τους, ἀλλὰ γιὰ νὰ γίνουν, ὅπως ἤθελες, τίμιοι ἄνθρωποι, ἠθικοί, δίκαιοι, Ὀρθόδοξοι.
Καὶ στὰ εἰκοσιπέντε χρόνια σου πῆρες τὸ βάπτισμα τοῦ πυρός. Καὶ σ’ ἔπιασαν οἱ ἐχθροὶ καὶ σὲ καταβασάνισαν ἑβδομήντα ἡμέρες γιὰ νὰ μαρτυρήσης τὸ «μυστικό». Καὶ σὲ πῆραν τελικὰ νὰ σὲ κρεμάσουν, ἀλλὰ ὁ Θεὸς γύρισε τὰ μυαλὰ τῶν βαρβάρων, γιατί σὲ χρειαζότανε, σὰν «συνεργό», στὸ μεγάλο ἔργο τῆς λυτρώσεως τοῦ λαοῦ του καὶ τῆς διδασκαλίας του ἀπὸ ἐσένα. Γιατί συνετέλεσες ἀποφασιστικὰ στὴν ἔκβαση τῶν μαχῶν, ἀλλὰ καὶ δίδασκες μὲ τὸ ἦθος σου τὸ λαμπερὸ καὶ μὲ τὸν καθαρὸ καὶ σώφρονα λόγο σου. Οἱ μαρτυρίες καὶ συμμαρτυρίες γιὰ τὴν ἠθικὴν ἀκεραιότητά σου, γιὰ τὴ λεβεντιά σου καὶ τοὺς ἡρωισμούς σου στὶς μάχες εἶναι ἄφθονες ἀπὸ δικούς μας καὶ ξένους, θαυμάστηκες καὶ ὑψώθηκες στὴ συνείδηση τοῦ τότε κόσμου, σὰν σύμβολον ὑψηλῆς στρατηγικῆς συνέσεως καὶ εὐφυΐας, ἀλλὰ καὶ σὰν παράδειγμα σπανίου ἡρωισμοῦ καὶ Ὀρθοδόξου ἤθους.
Ἀλλὰ ἦλθεν ὁ ἐπάρατος διχασμός, ὁ ἐμφύλιος πόλεμος, ἡ ἀρρώστια αὐτὴ τοῦ ἑλληνισμοῦ καὶ βρέθηκες στὶς τάξεις τῆς νομίμου κυβερνήσεως. Καὶ ἔπληξες τοὺς ἀδελφούς σου ἐν ὀνόματι τοῦ νόμου. Καὶ ὅπως λέγει ὁ Βλαχογιάννης, «ὁ Μακρυγιάννης ἦτο ἀγαθὸς τὸν χαρακτήρα, ἀλλὰ δὲν εἶχε τὴν χείρα ἐπιεικῆ. Δὲν ἐγνώριζεν ἁβρὰ κτυπήματα. Μνησίκακος ἢ μοχθηρὸς δὲν ὑπῆρξε». Ἀλλὰ ἔπληξες, ἔστω καὶ ἀθέλητα καὶ οἱ ἐχθροί σου μνησικακοῦσαν. Κι αὐτὸ ἴσως εἶναι τὸ σκιερό σου σημεῖον. Ἀλλὰ ἐγὼ φρονῶ, ὅτι, ἀφοῦ ἡ πίστη σου, ὁ φόβος σου καὶ ἡ ἀγάπη σου στὸν Θεὸν καὶ τὸν πλησίον ἦταν κυρίαρχες ἐνέργειες στὴν ψυχή σου, ἀσφαλῶς λυπόσουνα γιὰ τὸ ἄχαρο καθῆκον τῆς ἐπιβολῆς τοῦ νόμου, ποὺ ἔφθασες στὸ σημεῖον νὰ γράφης, «δὲν ἤξερε κανεὶς τί νὰ κάμη… Ἤμουν ἄμαθος ἀπὸ τέτοια». Ὀρθότατα, λοιπόν, ὁ Βλαχογιάννης ὑπεραμύνεται, στὴν εἰσαγωγή του, τῆς καθαρότητος τῶν προθέσεών σου καὶ τῆς ἀθωότητάς σου. Χάρη στὸν ἀκέραιο χαρακτήρα σου, πού σοῦ σμίλεψεν ἡ ὀρθόδοξη ζωή σου, ὅπου καὶ ἂν βρέθηκες, ὑπῆρξες ὠφέλιμος γιὰ τὴν πατρίδα καὶ τὴ θρησκεία. Στὰ κόμματα, μὲ τὶς ἄφευκτες φθορὲς τῶν συνειδήσεων, σὰν σοφὸς δὲν ἐνσωματώθηκες, ἀλλὰ πάντα, σὰν συνείδηση ἐλεύθερη καὶ βαθειά, ἀσκοῦσες τὴν εὐεργετική σου ἐπίδραση ὑπὲρ τῆς πατρίδος καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας. Κι ὅταν διεψεύθησαν τὰ ὄνειρά σου ἀπὸ τὸν πρῶτο μετακλητὸ βασιληὰ καὶ εἶδες τὴν ζημία τῆς πατρίδος καὶ τὴν θρησκευτικὴν ἀλλοίωση τοῦ λαοῦ, μὲ τὴν καταστροφὴ τῶν μοναστηριῶν, δὲν ἐδίστασες νὰ συνωμοτήσης, γιὰ νὰ ἐπιτύχης τὴν ἀναστολὴ τῆς καταστροφῆς.
Καὶ παρασκεύασες τὴν τρίτη Σεπτεμβρίου καὶ ἐπέτυχες «νὰ δέσης τὸν βασιληὰ μὲ νόμους». Ἀλλὰ τὰ ἀνθρώπινα εἶναι ἀτελῆ καὶ τρεπτά. Οἱ παρανομίες, οἱ ἀδικίες συνεχίζονται κι ἐσὺ προσευχόσουνα καὶ ἔκλαιγες καὶ στοχαζόσουνα τὴν ἐκθρόνιση τοῦ Ὄθωνα. Ἀλλὰ οἱ παλατιανοί, ἀνήσυχοι, σὲ πρόλαβαν καὶ μὲ συκοφαντίες σὲ βασάνισαν, σὲ πόμπεψαν καὶ τέλος σὲ καταδίκασαν σὲ θάνατο. Καὶ δὲ σὲ σκότωσαν, ἀλλὰ σὲ ἀχρήστεψαν μέσα στὶς ἄθλιες φυλακές.
Ἀλλὰ νὰ ποὺ ὁ Θεός σοῦ χάρισε μεγάλες χαρὲς καὶ ἀνθρώπινες δόξες. Ὁ σπόρος ποὺ ἔσπειρες κάρπισε καὶ χωρὶς νὰ κουνηθῆς ἀπὸ τὸ κρεββάτι τῆς ὀδύνης σου, ἔγινεν ἡ ἐπιθυμία σου καὶ στὸ πρόσωπο τοῦ Ὄθωνα ἐδιώχτηκε ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα ὁ προτεσταντισμός. Καὶ ἔζησες ἡμέρες εὐφροσύνης. Ὁ καιρὸς περνοῦσε, τὰ τραύματά σου ἀνοιχτά, οἱ πόνοι ἀφόρητοι, οἱ προσευχές σου ἐντονώτερες, ὁ κλαυθμός σου ἕνας ὀλολυγμός, τὰ γηρατειά σου, μὲ τὸ σακατεμένο σῶμα σου καὶ τὴ βούληση τοῦ Θεοῦ, σὲ ἔφεραν στὸ τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς σου. Καὶ παρέδωσες τὸ πνεῦμα στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀγάπησες ἀπὸ τὴ νεότητά σου τὴν τρυφερή, τοῦ Θεοῦ, μὲ τὸν ὁποῖο συμμάχησες, σὲ φύλαξε καθαρὸν ἀπὸ τὸ μίασμα τοῦ κόσμου καὶ σὲ ἀνέδειξε «τάσι φαρφουρένιον ἀμόλυντο».
Καὶ ἄφησες στοὺς Ἕλληνες παράδειγμα γιὰ μίμηση, σὰν ἀτρόμητος πολεμιστής, σὰν συνετὸς πολιτικός, σὰν Ὀρθόδοξος Ἕλληνας, σὰν ὅσιος ἄνθρωπος καὶ σὰν μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅλα αὐτά, χάρη στὴν ἀταλάντευτη πίστη σου, χάρη στὶς ὀδύνες τῶν τραυμάτων σου καὶ χάρη στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ σὲ ἐνίσχυε σ’ ὅλο τὸν πολυκύμαντο βίο σου.
Αδελφέ Μακρυγιάννη,
Ὅταν, μετὰ τὴν ἔξωση τοῦ Ὄθωνα, oι Ἀθηναῖοι σὲ πῆραν θριαμβευτικὰ στὰ χέρια καὶ σὲ περιέφεραν μέσα στὴν Ἀθήνα, μίλησες στὸ λαὸ καὶ τοῦ συνέστησες ὁμόνοια, ἀγάπη καὶ τάξη. Τὸ ἴδιο ἐπανέλαβες μὲ εὐχαριστήριο γράμμα σου, ποὺ ἔλεγε μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ αὐτά: «Ἀγαπητὰ τέκνα τῆς Πατρίδος, ὁ πατριώτης σας Μακρυγιάννης σᾶς εἶπε καὶ σᾶς λέγει, ποὶα ἠμποροῦν νὰ μᾶς σώσουν, ἡ ἀγάπη μεταξύ μας, ἡ ἡσυχία καὶ καλῆ τάξις. Αὐτά, τέκνα τοῦ θεοῦ, τὰ ὁποία μὲ ὑποσχέθητε ὅτι θὰ τηρήσητε, τὰ εἶδα ἐμπράκτως ἀπὸ τὰ ἀγαθά σας αἰσθήματα… Σᾶς εὐχαριστῶ κι ἐγὼ ὁ ἐλάχιστος πατριώτης σας Μακρυγιάννης καὶ σᾶς μένω πολὺ ὑπόχρεως καὶ παρακαλῶ τὸν Θεὸν νύκτα καὶ ἡμέραν μὲ δάκρυα νὰ σᾶς προφύλαξη ἀπὸ πᾶν κακὸν καὶ νὰ σᾶς εὐλογήση. Ἔχετε τὴν εὐλογίαν τοῦ Θεοῦ, διότι ἀλήθεια εἶναι ὁ Θεὸς καὶ τὴν ἀλήθειαν ὑποστηρίζετε». Λοιπόν, αὐτὰ τὰ ἴδια λόγια σου, τὶς πατρικές σου συστάσεις, μαζὶ μὲ ὅλη τὴν ἄλλη διδασκαλία σου, ποὺ κάνεις στὰ «Ἀπομνημονεύματα» καὶ στὰ «Ὁράματα καὶ τὶς ἀφηγήσεις θαυμάτων», τὰ παραδίδω στὸν Ἑλληνικὸ λαὸ σὰν πατρική σου διαθήκη. Γιατί ὑπῆρξες ἀληθινὸς πατέρας καὶ δάσκαλος τοῦ Γένους. Καὶ σὲ παρακαλοῦμε, τώρα ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ εἶσαι κοντὰ στὸν Θεὸν καὶ στὰ ἄπειρα πλήθη τῶν Ἁγίων του, μὴ παύσης νὰ προσεύχεσαι καὶ γιὰ τὴν πατρίδα σου, ποὺ περνάει τὴν μεγαλύτερη Ἱστορικὴ κρίση νὰ ἀφελληνισθῆ, νὰ χάση τὴν ἐθνική της ταυτότητα, μὲ τὴν ἐκτόπιση τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπὸ τὴ ζωή της.
Ἤδη «τὸ μυστήριον τῆς ἀνομίας ἐνεργεῖται», μὲ τὴ μεθοδικὴ ἐκδίωξη τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν αἱματοβαμένη Ἑλλάδα, συγκεκαλυμμένα τώρα, στὸ φανερὸν ἀργότερα μὲ τὴν διακηρυσσόμενη ἐπιβολὴ τῆς Μαρξιστικῆς θρησκείας. Κι ἐσὺ γνωρίζεις, τί σημαίνει Ἑλλάδα, χωρὶς Χριστὸ καὶ χωρὶς χριστιανικὴ ἠθικὴ καὶ θεία πνευματικότητα, ποὺ μονάχα ἡ ἅγια Ὀρθοδοξία μᾶς χαρίζει. Καὶ πολλὲς φορὲς διακήρυξες, ὅτι «ἔθνη χωρὶς θρησκεία καὶ ἠθικὴν εἶναι παληόψαθες τῶν ἐθνῶν». Συμπτώματα σήψεως, ἀθεΐας καὶ ἐκτεταμένου δαιμονισμοῦ, γίνονται ὅλο καὶ πιὸ προκλητικὰ μὲ μεθόδους, ποὺ τεχνολογεῖ ἡ συντεταγμένη πολιτεία, ἕνας ἑσμὸς ἄθεων ποὺ ἐπεστράτευσεν ὁ σατανάς, γιὰ νὰ προκαλέση τὴν μεγαλύτερη ἐθνικὴ τραγωδία, ποὺ ἐγνώρισεν ὁ Ἑλληνισμός. Ὅπως ἐσύ, ἔτσι κι ἐγὼ δὲν πολιτικολογῶ, οὔτε σὲ κόμματα ἀνήκω. Ὅπως ἐσύ, ἔτσι κι ἐγὼ παρακολουθῶ τὴν πορεία τοῦ Ἔθνους κι ἀνησυχῶ, βλέποντας ὅτι ὄργανα τοῦ σατανᾶ μεθοδεύουν τὴν ἀπογύμνωση τοῦ λαοῦ ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία του. Προσεύχου, ἡρωικὲ Στρατηγέ, νὰ μᾶς λυτρώση ὁ Θεὸς ἀπὸ τὰ δεινά, πού μᾶς περιμένουν. Εἶναι ἀληθινὴ τραγωδία νὰ ἀνταλλάσση κανεὶς τὸν Χριστόν, τὴν αἰώνια ζωή, τὴ θέωσή του, μὲ τοὺς δαίμονες καὶ τὴν αἰώνια κόλαση, στὴν ὁποία ὁδηγεῖ ἡ ἀθεΐα, ἀφοῦ «ἂν δὲν ὑπάρχη Θεός, ὅλα ἐπιτρέπονται». Ὁ Θεὸς σῶζοι τὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα.