«Ο Γέροντας, (ο όσιος Σωφρόνιος ο Αθωνίτης, του Έσσεξ), ήταν άνθρωπος που δεν ταξίδευε και πάντοτε ζούσε στο σπιτάκι του, ίσως ένα από τα πιο φτωχά σπίτια στην Αγγλία. Δεν ταξίδευε και πάνω στην πόρτα του υπνοδωματίου του έγραψε: «Waiting room», «Αίθουσα αναμονής». Δηλαδή ζούσε σαν έγκλειστος περιμένοντας την ημέρα της συναντήσεώς του με τον Χριστό. Γι’ αυτό και ονόμασε το κελί του «Αίθουσα αναμονής», «Waiting room». Και μάλιστα όταν έφτασε προς το γήρας και αισθανόταν ότι κοντεύει η έξοδός του, ανέβηκε στο κρεβάτι, διότι παλιά κοιμότανε κατά διαστήματα λίγο σε μία πολυθρόνα» (Γέρων Ζαχαρίας, Πνευματικός της Ι. Μονής Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας).
Ο Γέρων Ζαχαρίας , ο επί δεκαετίες υποτακτικός του μεγάλου συγχρόνου οσίου Σωφρονίου του Αθωνίτου και εκφραστής της θεολογίας του και του πλούτου των πνευματικών εμπειριών του, αναφέρεται στο παραπάνω απόσπασμα λόγου του για τον πνευματικό βίο του οσίου σε κάτι που φανερώνει εν σμικρώ το ήθος του Γέροντά του. Πρόκειται για μία «λεπτομέρεια» θα έλεγε κανείς, άγνωστη στους περισσοτέρους, που όμως και μόνον αυτή αρκεί – «εξ όνυχος τον λέοντα;» δεν λένε; - για να «οσφρανθεί» ένας πιστός την οδό που περιπατούσε ο μέγας Γέρων, την οδό στην πραγματικότητα όλων των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, των αγίων Αποστόλων του Κυρίου, την οδό του ίδιου τελικώς του αρχηγού της πίστεώς μας Ιησού Χριστού. Και τι «οσφραίνεται» ο πιστός; Τον ίδιο τον Κύριο ασφαλώς – ένα «μίμημα Χριστού» ήταν και ο άγιος Σωφρόνιος όπως και οι άλλοι άγιοι της Εκκλησίας μας – αλλά και τις προϋποθέσεις που υπάρχουν για την ακολουθία Εκείνου.
Κι αυτό θα πει, ειρήσθω εν παρόδω, ότι κανείς δεν μπορεί να είναι χριστιανός κατά το δοκούν, να «ορίζει» έτσι τον εαυτό του γιατί έτσι το νομίζει, να δημιουργεί μία «καρικατούρα» χριστιανού με βάση όχι τι ο ίδιος ο Κύριος καθόρισε αλλά τι τα πάθη του και οι εμπαθείς κλίσεις της καρδιάς του καθορίζουν. Αυτό μάλιστα δεν είναι το χαρακτηριστικό της εποχής μας, της εποχής του «δικαιωματισμού» όπως λέγεται, κατά το οποίο ο καθένας μπορεί, γιατί έχει το «δικαίωμα», να ταυτοποιεί τον εαυτό του ή τα πράγματα γύρω του όχι με βάση την αντικειμενική εικόνα που υφίσταται διαχρονικά, την κοινά από όλους αποδεκτή, αλλά με βάση τους δικούς του (δαιμονικούς;) λογισμούς, έστω και τους πιο εξωφρενικούς; «Είναι έτσι, γιατί έτσι εγώ νομίζω» δηλαδή, αποτελεί το «σλόγκαν» της σύγχρονης μετα-νεωτερικής εποχής, στην οποία τα πάντα αλλοιώνονται και καταλύονται από εκείνους που θέλουν να είναι οι θιασώτες της, - χωρίς βεβαίως να υπάρχει ο παραμικρός προβληματισμός τους ότι ίσως τα πράγματα δεν κινούνται τόσο «αθώα» όσο φαίνονται, γιατί υπάρχουν δυνάμεις που τα οδηγούν προς την κατεύθυνση που εξυπηρετούνται τα δικά τους σκοτεινά συμφέροντα.
Λοιπόν, στη ζωή του αγίου Σωφρονίου, και ειδικά στη «λεπτομέρεια» του εγκλεισμού του στην «αίθουσα αναμονής» του, διαπιστώνουμε και τις προϋποθέσεις να είναι κανείς χριστιανός. Ο ίδιος ο Κύριος το απεκάλυψε: «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώνει καθημερινά τον σταυρό του και ας με ακολουθεί». Κι αλλού ο όρος που έθεσε για την εν αγάπη σχέση του ακολούθου Του με Εκείνον ήταν η τήρηση των αγίων Του εντολών. «Εάν με αγαπάτε, τηρήστε τις εντολές μου», και μάλιστα την εντολή της αγάπης που φανερώνει τη χριστιανικότητά της όχι βεβαίως απέναντι στον καλοπροαίρετα ιστάμενο απέναντί μας, αλλά στον εχθρό και τον αντίπαλό μας – κάτι που ούτε κατά διάνοια γίνεται αποδεκτό από τον κοσμικά σκεπτόμενο άνθρωπο. Ο άγιος Σωφρόνιος ήταν από εκείνους τους εν επιγνώσει πιστούς που είχε κατανοήσει ότι «ο κόσμος όλος κείται εν τω πονηρώ», γι’ αυτό η χριστιανική πορεία συνιστά «βίαν φύσεως διηνεκή».
Οπότε, και «δεν ταξίδευε», σημειώνει ο Γέρων Ζαχαρίας. Όχι με την έννοια ότι δεν μετακινείτο στη ζωή του – ο άγιος έφυγε από τη Ρωσία μετά τις σπουδές του, πήγε στη Γαλλία, βρέθηκε στο άγιον Όρος, μετακινήθηκε μέσα σ’ Αυτό, κατέφυγε και πάλι στη Γαλλία, για να καταλήξει οριστικά στην Αγγλία – αλλά με την έννοια ότι η κάθε μετακίνησή του είχε χαρακτήρα πνευματικό, δηλαδή αναζητούσε τον τόπο όπου οι όροι της συνάντησής του με τον Κύριο θα είναι οι προσφορότεροι για τον ίδιο. Κι όταν εύρισκε αυτό που ποθούσε η καρδιά του, εκεί και παρέμενε, με αποκορύφωση τον εγκλεισμό του στο κελί του μοναστηριού του στο Έσσεξ της Αγγλίας. Κι είναι ευνόητο ότι οι μετακινήσεις του αυτές δεν ήταν «ταξίδια», όπως τα χαρακτηρίζουμε σήμερα, γιατί τέτοια ταξίδια κάνει κανείς προς αναψυχή του, προς διασκέδασή του, προς ανακάλυψη νέων τόπων και άλλων μορφών ζωής, προς υπέρβαση ίσως, όταν μπορεί, της ακηδίας του και της βαριεστημάρας της ζωής του.
Το ίδιο, και ο εγκλεισμός του οσίου στο κελί του, μέχρι και την οσιακή κοίμησή του: ερμηνεύεται από ό,τι είχε γράψει στη θύρα του: «Αίθουσα αναμονής». Παρέμενε δηλαδή έγκλειστος, γιατί περίμενε. Και τι περίμενε; Την ημέρα της συναντήσεώς του με τον Κύριο. Και μας αφήνει να καταλάβουμε η στάση του αυτή το ποια ένταση πνευματική κυριαρχούσε στην ύπαρξή του. Εκείνος που τόνιζε ευκαίρως ακαίρως την ένταση του πνευματικού αγώνα που πρέπει να υφίσταται σε κάθε χριστιανό, ιδίως τον καλόγερο, ο ίδιος τη ζούσε στο ανώτερο δυνατό. Πού να βρει κανείς στον όσιο το όποιο σημάδι της ακηδίας και της ανίας; Η καρδιά του ήταν φλογισμένη από τον μεγάλο έρωτα προς τον Κύριό του Ιησού Χριστό, Εκείνον διαρκώς ανέμενε προσδοκώντας Τον είτε με τον θάνατό του είτε με τη Δευτέρα Του Παρουσία, γι’ αυτό και το βαθύ αίσθημα της μετανοίας τον διακατείχε έως εσχάτου της καρδιάς του, παίρνοντας τη μορφή και των δακρύων αλλά και της έμπονης προσευχής για όλους τους συνανθρώπους του και για όλη την κτίση – μία συνέχεια του μεγάλου οσίου Γέροντά του Σιλουανού. Ό,τι σημειώνει ο απόστολος Πέτρος (Β΄ καθ. Επιστολή) ότι ο Κύριος παρατείνει κάθε ημέρα τον ερχομό Του για δεύτερη φορά, γιατί «δεν θέλει να χαθούν έστω και κάποιοι από τους ανθρώπους, αλλά να έχουν όλοι ακόμη ένα περιθώριο μετανοίας» - που σημαίνει ότι η κάθε ημέρα αποτελεί και μία «παράταση» ως παραχώρηση επιπλέον χρόνου για απόκτηση και βίωση της μετανοίας – αυτό και ζούσε ο μέγας Σωφρόνιος. Την κάθε ημέρα του τη ζούσε ως την τελευταία του, θυμίζοντας τον μεγάλο επίσης άγιο της Εκκλησίας Αντώνιο, ο οποίος ακριβώς στοιχώντας κι αυτός στον ευαγγελικό λόγο έλεγε ότι «αν δεν θεωρήσουμε την κάθε ημέρα ως την τελευταία μας δεν μπορούμε να φτάσουμε στην αγιότητα».
Από την άποψη αυτή ο όσιος Σωφρόνιος συνιστά και έναν μεγάλο προφήτη της εποχής μας. Αυτό που χαρακτηρίζει διαχρονικά την Ορθόδοξη Εκκλησία, να προεκτείνει δηλαδή εν τω χρόνω τον αρχηγό της Ιησού Χριστό «σημαίνοντάς Τον με τα μυστήρια» και κηρύσσοντάς Τον «εσταυρωμένον και αναστάντα» - αυτή είναι η προφητική παρουσία της Εκκλησίας σε κάθε τόπο και χρόνο – αυτό ακριβώς ζούσε και κήρυσσε και ο άγιος. Η ασκητική του διαγωγή σε όλα τα χρόνια της ζωής του, η εγρήγορσή του ως επιβεβαίωση της εντολής του Κυρίου «γίνεσθε έτοιμοι γιατί δεν ξέρετε την ώρα που ο Υιός του ανθρώπου έρχεται», η αέναη προσευχή του τον προβάλλουν ως υπόδειγμα πίστεως και τον καθιστούν παράκλητο για όλους εμάς τους περιλειπομένους. Ίσως αυτό που εκείνος έγραψε στη θύρα του δωματίου του «Αίθουσα αναμονής», θα πρέπει να μας συνοδεύει στις περισσότερες εκδηλώσεις της καθημερινότητάς μας, αφού και ο κόσμος που βρισκόμαστε «αίθουσα αναμονής» είναι στην πραγματικότητα. Διότι «παράγει το σχήμα του κόσμου τούτου» και «ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν».