Κάθε γλώσσα ἂς ψάλλει· κάθε γλώσσα ἂς δοξολογήσει παιδὶ-Θεόν, σαράντα ἡμερῶν καὶ προαιώνιο· παιδὶ μικρὸ καὶ ἡλικιωμένο· παιδὶ πού θηλάζει, καὶ δημιουργὸ τῶν ὅλων. Βλέπω βρέφος, καὶ ἀναγνωρίζω τὸν Θεό μου· βρέφος πού θηλάζει καὶ διατρέφει τὸν κόσμο· βρέφος πού κλαίει, καὶ χαρίζει στὸν κόσμο ζωὴ καὶ χαρὰ· βρέφος πού σπαργανώνεται, καὶ μὲ λυτρώνει ἀπὸ τὰ σπάργανα τῆς ἁμαρτίας· βρέφος στὴν ἀγκαλιά τῆς μητέρας, μὲ σάρκα πραγματικὰ μέ συνεχή παρουσία πάνω στὴ γῆ, καὶ ταυτόχρονα ὁ ἴδιος καὶ στοὺς κόλπους τοῦ Πατέρα, πραγματικὰ καὶ συνεχῶς στοὺς οὐρανούς.
Βλέπω βρέφος πού ἀπὸ τὴ Βηθλεὲμ μπαίνει στὴν Ἱερουσαλήμ, χωρὶς ὅμως νʼ ἀποχωρίζεται καθόλου ἀπὸ τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ. Βλέπω βρέφος πού προσφέρει σύμφωνα μὲ τὸν νόμο στὸ ναὸ θυσία πάνω στὴ γῆ, ἀλλά καὶ τὸ ἴδιο νὰ δέχεται τὶς εὐσεβεῖς θυσίες ὅλων στοὺς οὐρανούς. Τὸν Ἴδιο νὰ κρατιέται στὶς ἀγκάλες τοῦ γέροντα κατ’ οἰκονομίαν, καὶ τὸν Ἴδιο νὰ κάθεται σὲ θρόνους χερουβικούς, ὅπως ταιριάζει σὲ Θεό. Τὸν Ἴδιο νὰ προσφέρεται καὶ νὰ ἐξαγνίζεται, καὶ τὸν Ἴδιο νὰ ἐξαγνίζει καὶ νὰ καθαρίζει τὰ πάντα. Νὰ εἶναι ὁ ἴδιος τὸ δῶρο, καὶ ὁ ἴδιος ὁ ναός. Ὁ Ἴδιος ἀρχιερεύς, καὶ ὁ ἴδιος τὸ θυσιατήριο, ὁ ἴδιος τὸ ἱλαστήριο. Ὁ ἴδιος νὰ εἶναι αὐτὸς πού προσφέρει θυσὶα, καὶ ὁ ἴδιος νὰ προσφέρεται θυσία ὑπὲρ τοῦ κόσμου, καὶ ὁ ἴδιος νὰ προσκομίζει τὰ ξύλα τῆς ζωῆς καὶ τῆς γνώσεως. Νὰ εἶναι ὁ ἴδιος τὸ ἀρνί, καὶ ὁ Ἴδιος ἡ φωτιά. Ὁ ἴδιος νὰ εἶναι τὸ ὁλοκαύτωμα, καὶ ὁ ἴδιος ἡ μάχαιρα τοῦ Πνεύματος. Ὁ ἴδιος ὁ ποιμένας, καὶ ὁ ἴδιος τὸ ἀρνί. Ὁ ἴδιος νὰ εἶναι ὁ θύτης, καὶ ὁ ἴδιος τὸ θῦμα. Αὐτός Ἐκεῖνος πού προσφέρεται, καὶ ὁ Ἴδιος Ἐκεῖνος πού δέχεται τὴ θυσία. Αὐτός νὰ εἶναι ὁ νόμος καὶ ὁ Ἴδιος τώρα νὰ ὑποτάσσεται στὸν νόμο.
Αὐτός πού κρατάει ὅλη τὴ γῆ στὴ χούφτα του, χωράει στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ γέροντα, καὶ βαστάζεται, «αὐτός πού κρατεῖ τὰ πάντα μὲ τὸν παντοδύναμο λόγο του».
Ἂς ἀγάλλεται ὁ Ἀδάμ, λέγοντας μέσω τοῦ Συμεὼν στὸν Χριστὸ: «Τώρα ἀπόλυσε τὸν δοῦλο σου, Δέσποτα, ὅπως εἶπες, εἰρηνικά». Τώρα ἀπάλλαξέ με ἀπὸ τὰ αἰώνια δεσμὰ· τώρα γλύτωσέ με ἀπὸ τὴ φθορὰ· τώρα λύτρωσέ με ἀπὸ τὸ θάνατο· τώρα ἀπάλλαξέ με ἀπὸ τὴ λύπη, σὺ ὁ Υἱὸς καὶ Θεός μου, τὸν ὁποῖον στὸν ναὸ ὁ Συμεὼν ἀγκαλιάζοντάς τον καὶ κηρύττοντας τὸ μεγάλο μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας σʼ ὅλους τούς ἐθνικοὺς καὶ Ἰουδαίους, σκιρτᾶ καὶ ἀγάλλεται καὶ μὲ λαμπρὴ καὶ διαπεραστικὴ φωνὴ κραύγαζε γι’ αὐτόν λέγοντας· Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού ὑπάρχει, καὶ προϋπῆρχε, καὶ εἶναι διαρκῶς παρὼν στὸν Πατέρα, ὁμοούσιος, ὁμόδοξος, ὁμοδύναμος, ἰσοδύναμος, παντοδύναμος, ἄναρχος, ἄκτιστος, ἀναλλοὶωτος, ἀπερίγραπτος, ἀόρατος, ἀκατανόμαστος, ἀκατάληπτος, ἀψηλάφητος, ἀκατανόητος, ἄδηλος.
Αὐτὸς εἶναι τὸ ἀπαύγασμα τῆς δόξας τοῦ Πατέρα. Αὐτὸς εἶναι ἡ σφραγίδα τῆς συστάσεως τῶν πάντων. Αὐτός εἶναι τὸ φῶς τῶν φώτων, πού ἀνατέλλει ἀπὸ τοὺς κόλπους τοῦ Πατέρα. Αὐτός εἶναι ὁ Θεὸς τῶν θεῶν, καὶ Θεός πού ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὸν Θεό. Αὐτός εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, πού προέρχεται ἀπὸ τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ. Αὐτός εἶναι ὁ ποταμὸς τοῦ Θεοῦ, πού πηγάζει ἀπὸ τὴ θεία ἄβυσσο, ἀλλὰ δὲν ἀποχωρίζεται ἀπ’ αὐτήν. Αὐτός εἶναι ὁ θησαυρὸς τῆς ἀγαθότητας τοῦ Πατέρα καὶ τῆς αἰώνιας μακαριότητας. Αὐτός εἶναι, τὸ νερὸ τῆς ζωής, πού χαρίζει στὸν κόσμο ζωή. Αὐτός εἶναι ἡ ἄκτιστη ἀκτίνα, πού γεννήθηκε ἀπὸ τὸν ἥλιο, πού ὑπῆρχε πρὶν ἀπὸ τὸ φῶς, ἀλλά δὲν ἀποκόπτεται ἀπὸ αὐτόν. Αὐτός εἶναι ὁ Θεὸς−Λόγος, ὁ Ὁποῖος ἔφερε τὰ πάντα στὴν ὕπαρξη ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία μόνο μὲ τὸν λόγο του.
Αὐτό τὸ παιδὶ ὑμνοῦν οἱ ἄγγελοι· αὐτό προσκυνοῦν οἱ ἀρχάγγελο· αὐτό τρέμουν οἱ ἐξουσίες· αὐτό δοξάζουν οἱ οὐράνιες δυνάμεις· αὐτό ὑπηρετοῦν τὰ Χερουβίμ· αὐτό θεολογοῦν τὰ Σεραφίφ. Αὐτό ὑπηρέτει ὁ ἥλιος· αὐτό ὑπηρετεῖ λειτουργικὰ ἡ σελήνη· σ’ αὐτό ὑπακούουν τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως· σ’ αὐτό ὑποτάσσονται οἱ πηγές. Αὐτό τὸ παιδὶ μόλις τὸ εἶδαν οἱ πύλες τοῦ ἅδη συντρίφτηκαν, ἐνῶ οἱ πύλες οἱ οὐράνιες ἄνοιξαν, καὶ ὁ ἅδης βλέποντάς το τρόμαξε. Αὐτό τὸ παιδὶ κατάργησε τὸν θάνατο, τὸν διάβολο τὸν καταντρόπιασε· τὴν κατάρα τὴν κατάργησε, τὴ λύπη τὴν ἔπαυσε, τὸ φίδι τὸ συνέτριψε· τὸ μεσότοιχο τὸ γκρέμισε, τὸ πονηρὸ χειρόγραφο τῶν ἁμαρτιῶν τὸ ἔσχισε, τὴν ἁμαρτία τὴν πάτησε, τὴν πλάνη τὴν κατάργησε, τὴν κτίση τὴν ἀνάστησε. Αὐτό τὸ παιδὶ ἔσωσε τὸν Ἀδάμ, ἀνέπλασε τὴν Εὕα, προσκάλεσε τὰ ἔθνη, φώτισε τὸν κόσμο...