Του ιδίου αγίου από τον ίδιο λόγο στο «Αυτός λοιπόν που τώρα εσύ τον καταφρονείς, κάποτε ήταν πάνω από εσένα. Αυτός που τώρα είναι άνθρωπος, ήταν και απλός (ασύνθετος)· αυτό που ήταν παρέμεινε και αυτό που δεν ήταν το προσέλαβε. Στην αρχή υπήρχε χωρίς αιτία (ποια πράγματι αιτία υπάρχει του Θεού;), ύστερα όμως έγινε άνθρωπος για κάποιο λόγο, και ο λόγος αυτός ήταν να σωθείς εσύ ο υβριστής, που γι' αυτό περιφρονείς τη θεότητα, που καταδέχθηκε δηλαδή τη σωματική σου παχύτητα, αφού ήρθε σε συνάφεια με τη σάρκα μέσω του νού κι αφού έγινε ο άνθρωπος ο κάτω Θεός, επειδή αναμίχθηκε με το Θεό και έγινε ένας, αφού νίκησε το ανώτερο, για να γίνω τόσο θεός, όσο εκείνος έγινε άνθρωπος».
Αυτός, λέει, που τώρα καταφρονείται από εσένα, ήταν κάποτε πριν από εσένα· προϋπήρχε δηλαδή από όλους τους αιώνες και ήταν από τον εαυτό του πέρα από όλη τη φύση, αν και τώρα για χάρη σου περιήλθε κάτω και από τα δύο. Αυτός που τώρα είναι άνθρωπος, ήταν ασύνθετος, απλός στη φύση και στην υπόσταση, επειδή ήταν Θεός μόνο, γυμνός από σώμα και όσα ανήκουν στο σώμα, αν και βέβαια τώρα με την πρόσληψη της σάρκας που έχει ψυχή νοερή έγινε αυτό που δεν ήταν, σύνθετος δηλαδή στην υπόσταση, παραμένοντας όμως εκείνο που ήταν, απλός δηλαδή στη φύση, για να σώσει εσένα τον άνθρωπο. Αυτή υπήρξε η μοναδική αιτία της σαρκικής γέννησής του, η σωτηρία της φύσης, της οποίας, αφού φόρεσε σαν ένα υλικό πάχος την παθητότητα, ήρθε διά μέσου του νού σε συνάφεια με τη σάρκα, και έγινε άνθρωπος ο κάτω Θεός, λαμβάνοντας για χάρη όλων μας όλα τα δικά μας στοιχεία, εκτός από την αμαρτία, το σώμα, την ψυχή, το νού, από όσα πέρασε ο θάνατος, κι έγινε το κοινό όλων αυτών, ο άνθρωπος, Θεός ορατός χάρη στη νόηση.
Αυτός λοιπόν χωρίς τροπή κατ' εξουσίαν ο Λόγος, αφού κενώθηκε στης δικής μας φύσης την παθητότητα κι αφού με τη σάρκωσή του μπήκε αληθινά κάτω από την εξουσία της φυσικής αίσθησης, ονομάσθηκε Θεός ορατός και Θεός κάτω, και με την από τη φύση της παθητή σάρκα φανέρωσε την υπεράπειρη δύναμή του, επειδή πρόδηλα η σάρκα συναναμίχθηκε με το Θεό κι έγινε ένας, αφού νίκησε το ανώτερο, που τη θέωσε εξουσιαστικά εξαιτίας της υποστατικής ταυτότητας ο Λόγος που την προσέλαβε. Και έγινε ένας, όχι ένα, μας είπε ο δάσκαλος, για να δείξει ότι και στην ταυτότητα ακόμα της μιάς υπόστασης παρέμεινε ασύγχυτη η φυσική ετερότητα των δύο φύσεων που ενώθηκαν, εφόσον το ένα δηλώνει την υπόσταση και το άλλο τη φύση. Γιατί το «για να γίνω τόσο θεός, όσο εκείνος έγινε άνθρωπος», δεν μπορώ να το πω εγώ, που έχω ρυπωθεί από την αμαρτία και δείχνω τέλεια αδιαφορία για την αληθινή ζωή, αλλ᾽ είναι στόχος δικός σας, που με την τέλεια απολαβή της φύσης αναγνωρίζεστε από τη χάρη μόνο και που μέλλετε ν' αναδειχθείτε τόσο πολύ από τη δύναμή της, όσο ο από τη φύση του Θεός με τη σάρκωσή του μετέβαλε τη δική μας αδυναμία, θέτοντας, όπως αυτός γνωρίζει, αντίρροπο της κένωσής του τη θέωση εκείνων που σώζονται με τη χάρη, που θα γίνουν ολόκληροι θεοειδείς και θα περιλάβουν ακέραιο το Θεό και μόνο αυτόν. Γιατί αυτό είναι η τελείωση προς την οποία σπεύδουν όσοι πίστεψαν ότι αληθινά θα εκπληρωθεί αυτή η επαγγελία.
Το πρωτότυπο κείμενο
Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ αὐτοῦ λόγου εἰς τό· "Οὗτος γάρ ὁ νῦν σοι καταφρονούμενος ἦν ὅτε καί ὑπέρ σέ ἦν· ὁ νῦν ἄνθρωπος καί ἀσύνθετος ἦν· (1040) ὁ μέν ἦν, διέμεινεν, ὁ δέ οὐκ ἦν, προσέλαβεν· ἐν ἀρχῇ ἦν ἀναιτίως (τίς γάρ αἰτία Θεοῦ;) · ἀλλά καί ὕστερον γέγονε δι᾿ αἰτίαν· ἡ δέ ἦν τό σέ σωθῆναι τόν ὑβριστήν, ὅς διά τοῦτο περιφρονεῖς θεότητα ὅτι τήν σήν παχύτητα κατεδέξατο, διά μέσου νούς ὁμιλήσας σαρκί καί γενόμενος ἄνθρωπος ὁ κάτω Θεός, ἐπειδή συνακεκράθη Θεῷ καί γέγονεν εἷς, τοῦ κρείττονος ἐκνικήσαντος, ἵνα γένωμαι τοσοῦτον Θεός ὅσον ἐκεῖνος ἄνθρωπος."
Οὗτος γάρ ὁ νῦν σοι καταφρονούμενος, φησίν, ἦν ὅτε καί ὑπέρ σέ ἦν, παντός αἰῶνος δηλονότι καί πάσης δι᾿ ἑαυτόν ὑπάρχων ἐπέκεινα φύσεως, κἄν ὑπ᾿ ἄμφω νῦν διά σέ γεγένηται θέλων. Ὁ νῦν ἄνθρωπος καί ἀσύνθετος ἦν, τήν τε φύσιν ἁπλοῦς καί τήν ὑπόστασιν, ἅτε δή μόνον Θεός, γυμνός σώματος καί τῶν ὅσα σώματος, κἄν νῦν προσλήψει σαρκός ψυχήν ἐχούσης νοεράν, ὅπερ οὐκ ἦν γέγονε, τήν ὑπόστασιν σύνθετος, διαμείνας ὅπερ ἦν, τήν φύσιν ἁπλοῦς, ἵνα σέ σώσῃ τόν ἄνθρωπον. Ταύτην γάρ τῆς σαρκικῆς αὐτοῦ μόνην αἰτίαν ἔσχε γεννήσεως, τήν σωτηρίαν τῆς φύσεως, ἧς ὑπελθών, καθάπερ τι πᾶχος, τό παθητόν διά μέσου νοός ὡμίλησε σαρκί, γενόμενος ἄνθρωπος ὁ κάτω Θεός, πάντα ὑπέρ πάντων γενόμενος ὅσα ἡμεῖς, πλήν τῆς ἁμαρτίας, σῶμα, ψυχή, νοῦς, δι᾿ ὅσων ὁ θάνατος, τό κοινόν ἐκ τούτων, ἄνθρωπος, Θεός ὁρώμενος διά τό νοούμενον.
Αὐτός οὖν δίχα τροπῆς κυρίως πρός τό καθ᾿ ἡμᾶς φύσει παθητόν κενωθείς ὁ Λόγος, καί ὑπό τήν φυσικήν ἀληθῶς διά σαρκώσεως γενόμενος αἴσθησιν, Θεός ὁρατός καί κάτω Θεός προσηγορεύθη, διά σαρκός φύσει παθητῆς τήν ὑπεράπειρον ἐμφανῆ ποιησάμενος δύναμιν, ἐπειδή συνανεκράθη Θεῷ προδήλως ἡ σάρξ καί γέγονεν εἷς, τοῦ κρείττονος ἐκνικήσαντος, ὑποστατικῇ ταυτότητι κυρίως αὐτήν τοῦ προσλαβόντος Λόγου θεώσαντος. Εἷς δέ γέγονεν, ἀλλ᾿ οὐχ ἕν, ὁ διδάσκαλος εἶπεν, δεικνύς ὅτι κἄν τῇ ταυτότητι τῆς μιᾶς ὑποστάσεως μεμένηκεν ἡ φυσική τῶν ἡνωμένων ἑτερότης ἀσύγχυτος· εἴπερ τό μέν ὑποστάσεως, τό δέ φύσεως ὑπάρχει δηλωτικόν. Τό γάρ, "Ἵνα γένωμαι τοσοῦτον θεός ὅσον ἐκεῖνος ἄνθρωπος," οὐκ ἐμόν λέγειν, τοῦ ῥυπωθέντος τῇ ἁμαρτίᾳ καί τελείως τῆς ὄντως οὔσης ἀνορεκτοῦντος ζωῆς, ἀλλ᾿ ὑμῶν, τῶν ἀπολήψει τελείᾳ τῆς φύσεως ἐκ μόνης γνωριζομένων τῆς χάριτος, καί μελλόντων ἐκ τῆς κατ᾿ αὐτήν τοσοῦτον διαδειχθῆναι δυνάμεως ὅσον ὁ φύσει Θεός τῆς ἡμῶν σαρκωθείς ἀσθενείας μετείληφεν, ἀντιμετρουμένης, ὡς οἶδεν αὐτός, τῇ αὐτοῦ κενώσει, τῆς τῶν χάριτι σωζομένων θεώσεως, ὅλων θεοειδῶν καί ὅλου Θεοῦ χωρητικῶν, καί μόνου γενησομένων. Τοῦτο γάρ ἡ τελείωσις πρός ἥν σπεύδουσιν οἱ ταύτην ἀληθῶς ἔσεσθαι τήν ἐπαγγελίαν πιστεύσαντες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου