«Σε ποια εφημερίδα είστε;», με ρωτά όταν τον πλησιάζω μετά το κήρυγμα που απηύθυνε προς τους προσκυνητές.
«Στη Ροδιακή», του απαντώ.
«Λουλουδάκη! Κρητικοπούλα;»,
«Όχι, Ροδίτισσα»...
«Ρώτα με ό,τι θέλεις. Έλα από αυτήν εδώ την πλευρά, ακούω καλύτερα...».
Ήταν αμέσως μετά τη Θεία Λειτουργία της Κυριακής που τέλεσε ο ηγούμενος της Μονής, Νεκτάριος Πόκκιας.
Ο γέροντας Αμφιλόχιος, στα 85 του χρόνια σήμερα δέχεται για πρώτη φορά
να μιλήσει δημοσίως, για τον ίδιο, την οικογένειά του στη Λάρδο, την
απόφασή του να γίνει ιερομόναχος, τη χειροτονία του ως δεσπότη και την
εξομολόγηση.
Όταν το 1989 ανέλαβε την ηγουμενία της Μονής ως Αρχιμανδρίτης - πριν χειροτονηθεί Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας- συνέβαλε στον εξωραϊσμό της, στην ανέγερση νέων τμημάτων, στην εξασφάλιση της υδροδότησης, του ηλεκτρικού και στη διάνοιξη του δρόμου.
Σήμερα, πλήθος προσκυνητών απολαμβάνει τη ζεστή και εγκάρδια φιλοξενία της Μονής, χαίρεται την ηρεμία του τόπου και την προστασία του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, στον οποίο είναι αφιερωμένη.
Πάντα στο Θεό θέλατε να αφιερωθείτε; Πάντα αυτό θέλατε να κάνετε;
Από μικρό παιδί. Είχα την κλίση. Είχα κληρονομικότητα. Ο πατέρας μου
ήταν ψάλτης, ο παππούς του πατέρα μου, ήταν παπάς. Ο πατέρας μου ήταν
ιεροψάλτης στη Λάρδο, γεωργός, και ο πρώτος πρόεδρος μετά την
απελευθέρωση της Δωδεκανήσου. Ο Γεώργιος Τσούκος.
Το δικό σας κοσμικό όνομα ποιο είναι;
Διαμαντής Τσούκος, από τη μάμμη μου, τη Διαμάντα. Έξι παιδιά στην
οικογένεια, εγώ ο πέμπτος στη σειρά. Από μικρός ήθελα να γίνω παπάς.
Έμαθα να ψάλω πριν μάθω να μιλώ. Μετά πήγα στην Πατμιάδα, κι εκεί
γνώρισα τον Άγιο γέροντα Αμφιλόχιο. Εκεί γνώρισα το δρόμο του
μοναχισμού. Για εμένα, μετά, οικογένειά μου ήταν όλοι. Κι εσύ.
Φοιτήσατε στη Σχολή της Χάλκης, στην Κωνσταντινούπολη!
Το Αμφιλόχιος μου το έδωσε ο σχολάρχης της Χάλκης, ο δεσπότης που με
χειροτόνησε τιμώντας τον γέροντα Αμφιλόχιο, της Πάτμου. Έγινα καθηγητής
στην Πατμιάδα, μετά πήγα στην Αφρική για τεσσεράμισι χρόνια. Το 1989
επέστρεψα στη Ρόδο και τότε ο δεσπότης ο Απόστολος που έβλεπε την
εγκατάλειψη στο Θάρρι, μου ζήτησε να έρθω να βοηθήσω. Έτσι, διορίστηκα
ιεροκήρυκας, έγινα ηγούμενος εδώ στη Μονή Θάρρι και οργανώσαμε σιγά-σιγά
το Μοναστήρι. Στην αρχή δεν είχε ρεύμα, δεν είχε τουαλέτες, ούτε δρόμο
για να έρθει κόσμος.
Τώρα είστε χαρούμενος βλέποντας αυτή την εξέλιξη;
Έχω ικανοποίηση, χαίρομαι διότι συνέβαλα κι εγώ.
Έρχονται προσκυνητές στη Μονή, όχι μόνο τις Κυριακές, αλλά και κάθε μέρα!
Συνέχεια.
Τι σας λένε σήμερα οι άνθρωποι; Τι σας εξομολογούνται;
Εξομολογούνται τα προβλήματά τους.
Ποια είναι συνήθως;
Οικογενειακά.
Είναι χαρούμενοι οι άνθρωποι σήμερα ή είναι στεναχωρημένοι;
Οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν το μεγάλο φορτίο που έπεσε πάνω τους, το
φορτίο αυτής της νέας εποχής. Της απότομης ανόδου της υλικής ζωής. Αυτό
δημιούργησε και κινδύνους πνευματικούς διότι έφαγαν, χόρτασαν και
ξέχασαν το Θεό. Το δε θύμα είναι η νεολαία, η οποία δεν φταίει σε
τίποτα.
Έρχονται όμως οι νέοι στην εκκλησία! Το βλέπετε κι εσείς αυτό;
Όχι τόσο πολύ. Να, βλέπεις εδώ, πόσοι είναι οι νέοι; Οι Ροδίτες, οι
Δωδεκανήσιοι γενικώς είναι καλοί άνθρωποι. Έχουν μία καλοσύνη, μία
ευγένεια, είναι υλικό πολύ καλό αν το δουλέψει κανείς για να βγάλει ό,τι
καλό θέλει. Είναι εύπλαστη ζύμη. Εχάρηκα. Να σε ξαναδούμε μέσα στα
Χριστούγεννα.
Τον άφησα να πάρει το πρωινό του. Οι προσκυνητές περίμεναν να τους δώσει την ευλογία του, κι εκείνος συνομιλούσε μαζί τους, κι αναγνώριζε όσους έχουν πυκνές επισκέψεις. Θα έφευγε στη συνέχεια για τη Λάρδο. Εκεί μένει πια, στο χωριό του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου