Και βγήκε ο «ντελάλης» στις γειτονιές του χωριού και φώναζε.
Ο πολυχρονεμένος μας «πασάς» ψάχνει «βασιλιά».
Οι ενδιαφερόμενοι να μαζευτούν στο καφενείο να αποφασίσουν ποιόν θέλουν για να γίνει ο «βασιλιάς».
Στο άκουσμα αυτής της ανακοίνωσης άρχισαν να συρρέουν στον καφενέ όλοι οι χωρικοί.
Οχλαγωγία επικράτησε φοβερή.
Εγώ είμαι ο κατάλληλος φώναξε ο φούρναρης.
Εγώ είμαι ο καταλληλότερος βροντοφώναξε ο τσομπάνης.
Δεν με βλέπετε, εγώ πρέπει να γίνω «βασιλιάς» είπε με στόμφο ο καφετζής, κι άρχισε να βγάζει λόγο.
Τότε μπήκε στο καφενείο ο «βεζίρης» συνοδευόμενος από τον ραφτάκο.
Λοιπόν τους λέει, έχω φέρει μαζί μου τον ράφτη να πάρει τα μέτρα για την στολή του «βασιλιά καρνάβαλου», αποφασίσατε ποιος θέλει να γίνει «βασιλιάς»;.
«Κόκαλο οι θαμώνες»
Ο «Επαγγελματίας μισθοφόρος βολευτής» δεν έχει ιδεολογία, είναι «υπάλληλος» δέσμιος του ατομικού του συμφέροντος, και ως εκ τούτου δεν διστάζει να ξεπουλήσει τα πάντα για το χρήμα και την «καρέκλα».
Ενώ ο «έντιμος ενεργός πολίτης» είναι ιδεολόγος, αδέσμευτος, ελεύθερος, ανιδιοτελής, αλτρουιστής με γνώμονα το δίκαιο και το εθνικό συμφέρον.
Και σκέφτηκε ο «ηλίθιος». Ωχ πάλι εγώ θα βγάλω το φίδι από την τρύπα.
Και σκέφτηκε ο «εξυπνάκιας». Σιγά μην βγάλω εγώ το φίδι από την τρύπα.
Και σκέφτηκε ο «ηλίθιος». Εγώ θα σώσω τον κόσμο.
Και σκέφτηκε ο «εξυπνάκιας». Σιγά μην σώσω εγώ τον κόσμο.
Και σκέφτηκε ο «ηλίθιος». Πως μου προέκυψε πάλι αυτή η αγγαρεία.
Και σκέφτηκε ο «εξυπνάκιας». Το επεδίωξα και το πέτυχα επιτέλους.
Και σκέφτηκε ο «ηλίθιος». Ευκαιρία να βοηθήσω.
Και σκέφτηκε ο «εξυπνάκιας». Ευκαιρία να κονομήσω.
Και εκοιμήθει ο «ηλίθιος» και στο μνήμα του φύτρωσαν ραδίκια.
Και απέθανε και ετάφη ο «εξυπνάκιας» και στον τάφο του φύτρωσαν ραδίκια.
Έλα μωρέ τι τα σκαλίζεις σου λέει ο άλλος, εσύ θα σώσεις τον κόσμο; Σ’ αυτόν τον κόσμο, «ότι φας κι ότι πιείς».
Μα του λέω εγώ, σε αυτόν τον κόσμο, πόσο να «φας πόσο να πιείς, πόσο να κατουρήσεις»;
Να, ο φίλος μου ο Γιώργος, έφαγε, έφαγε, έφαγε, μέχρι που έσκασε. Θεός σχωρέστον καλό παιδί ήταν δεν λέω, πάει κι αυτός.
Τι σου είναι ο άνθρωπος; Έτσι λέμε ως συνήθως όταν μαθαίνουμε το δυσάρεστο, ή παρευρισκόμαστε σε κηδείες.
Από μέσα μας όμως έχουμε μια κρυφή χαρά. Δεν ήμουν εγώ, ήταν ο άλλος.
Έτσι νομίζουμε εμείς οι άφρονες, πως εμάς δεν μας αγγίζει ο θάνατος, αυτά είναι για τους άλλους.
Και θα ζήσουμε ευτυχισμένοι…….
Και θα περάσουμε τέλεια…….
Και η «κατσίκα του γείτονα»……
Και «καθελών μου τας αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω…..»
Η άλλη ζωή; ποια άλλη ζωή; μου έλεγε ο φίλος μου ο Νίκος.
Έεεε του έλεγα, ας αφήσουμε αυτή την κουβέντα δεν βγάζει πουθενά, αργά ή γρήγορα θα μας λυθούν οι απορίες.
Πάει κι αυτός, τώρα δεν ρωτάει, δεν έχει απορίες, του λύθηκαν.
Αλλοίμονο σε αυτούς που μένουν, λέμε ως συνήθως.
Ποιους εννοείς δηλαδή ρωτάω εγώ ο περίεργος;
Αυτούς; εμάς; εσάς;
Που μένουν; που μένουμε; για πόσο ακόμη;
Ε, να, αυτά λέω, ξεχνάμε πάρα πολύ εύκολα, και γι αυτό κάνουμε αυτά που δεν πρέπει να κάνουμε, και δεν κάνουμε αυτά που πρέπει να κάνουμε.
Σκεπτόμενος όμως το «φαινόμενο της πεταλούδας» και από τη θετική του πλευρά, συλλογίζομαι πόσες αλυσιδωτές αντιδράσεις μπορεί να προκαλέσει μια μικρή πράξη καλοσύνης; και μια θετική μαρτυρία;
Η υστεροφημία ήταν μια σημαντική λέξη για τους προγόνους μας, κι ο απόλυτος σκοπός ζωής των αρχαίων Ελλήνων.
Μια λέξη που αναφέρεται στη μετά θάνατον «ιστορική αναφορά» του ατόμου, η οποία αποκτάται μετά κόπου και μόχθου και πρωτίστως ελέω έντιμου και αξιόλογου βίου, ο οποίος κρίνεται από την ιστορία και το κοινωνικό σύνολο.
Μια λέξη για την οποία πάσχιζε κάθε δημόσιο πρόσωπο που σεβόταν τον εαυτό του και φρόντιζε ούτως ώστε τα λόγια του να συνάδουν με τα έργα του και να χαρακτηρίζεται από τιμιότητα, ανθρωπιά, αλτρουισμό και ανιδιοτελή προσφορά.
Μια φορά λοιπόν κι έναν καιρό; υπάρχει ένα «αεροδρόμιο» “terminal” όπου στην «αίθουσα αναμονής» άνθρωποι πολλοί περιμένουν την ονομαστική αναγγελία της «αναχώρησης της πτήσης τους».
Άλλοι κάθονται στις καρέκλες, άλλοι κάθονται στο πάτωμα, άλλοι είναι όρθιοι, κι άλλοι «κολλημένοι» στις πολυθρόνες της αίθουσας των επισήμων.
Οι περισσότεροι είναι απασχολημένοι με την προσωρινή παρουσία τους στην «αίθουσα αναμονής» αυτή του «αεροδρομίου», και ξεχνούν την «συμπεριφορά τους» και κυρίως τον «προορισμό της πτήσης τους», εκτός βέβαια από αυτούς που ακούν ξαφνικά το όνομά τους κι αμέσως «αναχωρούν για την επιβίβαση».
Στην «αίθουσα» αυτή λοιπόν, με το περίεργο όνομα Γη, επικρατεί μια άτυπη διαδικασία «συμπεριφοράς» κάτι σαν συνεχή πρόχειρα διαγωνίσματα, όπου οι περισσότεροι και ειδικά οι προνομιούχοι της αίθουσας VIP (very important persons) αγνοούν επιδεικτικά θεωρώντας πως η «αναμονή» θα διαρκέσει για πάντα.
Η διαδικασία της «συμπεριφοράς» είναι συνεχής, και οι κρυφές κάμερες του “Big Brother” καταγράφουν συνεχώς τον καθένα από τους μελλοντικούς ταξιδιώτες ξεχωριστά, και καταχωρούν στο «ατομικό βιβλίο τους τον ισολογισμό» δηλαδή αριστερά πχ του βιβλίου είναι η στήλη με τα αρνητικά και δεξιά πχ του βιβλίου είναι η στήλη με τα θετικά της «συμπεριφοράς» τους.
Ο «ισολογισμός» αυτός των πεπραγμένων της «συμπεριφοράς» του κάθε «μελλοντικού επιβάτη», τελειώνει με την «αναχώρηση της πτήσης» και τα αποτελέσματα αυτά τα αναρτούν οι ιστορικοί στον «τοίχο της αίθουσας αναμονής» ως «υστεροφημία» και το «ενθάδε κείται» κάτω από τον γενικό τίτλο «έργα και ημέρες»
Το σπουδαιότερο όμως όλων είναι πως, από το αποτέλεσμα του «ισολογισμού» κρίνεται και ο «προορισμός της πτήσης» από το και «καλήν απολογίαν» δηλαδή του «ενός εκάστου μελλοντικού επιβάτη» της «αίθουσας αναμονής αυτού του αεροδρομίου».
Κι αυτό είναι πολύ περισσότερο σημαντικό κι από την «υστεροφημία» νομίζω;
Χμμμμμμμ, αυτάααααα κι επ΄εδώ παν κι άλλοι!!!
Dr. Νικόλαος Βρούσγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου