Τρίτη 13 Απριλίου 2021

Μέτοχοι του αιωνίου Πάσχα

Στη μνήμη των δολοφονηθέντων αδελφών της Μονής Όπτινα, το Πάσχα του 1993
.

Ρ.Αμπράμοτσκιν. Οι Νεομάρτυρες της Όπτινα  

Ρ.Αμπράμοτσκιν. Οι Νεομάρτυρες της Όπτινα Όταν μου ζήτησαν να γράψω για τους αδελφούς που δολοφονήθηκαν στην Ιερά Μονή Όπτινα Πούστιν από ένα σατανιστή, το Πάσχα, στις 18 Απριλίου του 1993, αρχικά ένιωσα αμηχανία. Μέχρι τις 18 Απρίλη – ημέρα μνήμης – έμενε μια εβδομάδα. Αν και διακονώ στην Όπτινα για πέντε χρόνια και γνωρίζω πολλούς που εγκαταβιώνουν στη Μονή, φαινόταν αδύνατο να προλάβω, μέσα σε μια βδομάδα, να συζητήσω με τους πατέρες της Όπτινα της πρώτης σειράς, που ως πνευματικοί της Μονής είναι επιβαρυμένοι με πάρα πολλές μέριμνες.

Πέρασαν δυο μέρες, τρείς μέρες, κι εγώ δεν είχα καταφέρει ακόμα να μιλήσω με κάποιον από τους πατέρες που ήξεραν τους μοναχούς που δολοφονήθηκαν το Πάσχα. Κάποιοι μου είχαν υποσχεθεί ότι θα μου αφηγηθούν ορισμένα πράγματα αλλά αυτό μπορούσε να γίνει αργότερα, μετά τη νηστεία, επειδή ήταν πολύ απασχολημένοι. Κάποιος μου αρνήθηκε επειδή είχε διηγηθεί ό, τι ήξερε σχετικά και ότι αυτή η διήγηση έχει συμπεριληφθεί στο πολύ γνωστό βιβλίο «Ματωμένο Πάσχα» της Νίνας Πάβλοβα…

Κάθε μέρα, πριν ξεκινήσω το διακόνημα, επιδιώκω να προσκυνώ τα λείψανα των γερόντων της Όπτινα και να επισκέπτομαι τους αδελφούς που δολοφονήθηκαν – τον Ιερομόναχο Βασίλειο, τον μοναχό Τροφίμ και μοναχό Θεράποντα. Και να που σήμερα, όταν μπήκα στο παρεκκλήσι της Ανάστασης του Χριστού όπου είναι ενταφιασμένοι οι δολοφονηθέντες, τους ζήτησα:

«Πατέρες αγαπητοί! Με συγχωρείτε που τολμώ να ζητήσω τη βοήθειά σας! Νιώθω ξεκάθαρα την αναξιότητά μου, αλλά θα ήθελα τόσο πολύ να σας μνημονεύσουμε, να τιμήσουμε τη μνήμη σας και να σας προσκυνήσουμε και πάλι… Αν είναι δυνατόν, βοηθήστε με, παρακαλώ!»

Αυτοί που συχνάζουν στην Όπτινα, ξέρουν από εμπειρία πόσο γρήγορα ανταποκρίνονται ο πατέρας Βασίλειος, ο πατέρας Τρόφιμος και ο πατέρας Θεράπων. Πόσο νοιάζονται ώστε να μην φεύγει κανένας από τη Μονή χωρίς παρηγοριά. Όσα θα διηγηθώ στη συνέχεια μπορούν να προστεθούν ως μια ακόμα σελίδα στο βιβλίο με τις πρεσβείες των δολοφονηθέντων αδελφών για όσους απευθύνονται σε αυτούς.

Την ίδια μέρα, μάλιστα, κατέγραψα τις μαρτυρίες τριών ατόμων από τις αναμνήσεις τους για τους τρείς αδελφούς.

***

Οι μοναχοί Τρόφιμος και Θεράπων 

 Οι μοναχοί Τρόφιμος και Θεράπων 

 Ο Ιερομόναχος Ρομανός, που τότε ήταν ένας απλός προσκυνητής της Όπτινα, ήταν φοιτητής πανεπιστημίου του Ροστόβ. Όταν άρχισε να σκέφτεται να γίνει μοναχός, στην εκκλησία τον συμβούλεψαν να συναντήσει στην Όπτινα τον πατέρα Θεράποντα, ο οποίος και αυτός εκκλησιαζόταν στον καθεδρικό ναό του Ροστόβ, πριν αναχωρήσει για το μοναστήρι. Ο πατήρ Ρομανός αναθυμάται:

– Είχα μιλήσει με τον μοναχό Θεράποντα δύο φορές. Φαινόταν ότι είναι πολύ συγκεντρωμένος. Στραμμένος στα μέσα του. Ασχολούταν ενεργά με την νοερά προσευχή. Και αυτό φαίνεται αμέσως. Πώς φαίνεται; Από τη συγκέντρωση… Νιώθεις, όταν ο άνθρωπος συγκεντρώνεται έντονα στην ευχή, όταν προσπαθεί να στέκεται ενώπιον του Θεού… Κόβει τους λογισμούς και φυλάει τη σιωπή… Εξωτερική και εσωτερική.

Ξέρω ανθρώπους οι οποίοι κρατάνε την ευχή του Ιησού. Στην Μονή Όπτινα και υπήρχαν και τώρα, βεβαίως, υπάρχουν πολλοί αδελφοί που προσπαθούν να κρατάνε την προσευχή, όμως κανένας από αυτούς δεν είχε τόση εσωτερική συγκέντρωση, όση ο πατήρ Θεράπων.

Είχα αυτήν την ανάγκη της εσωτερικής διεργασίας κι έψαχνα τέτοιους ανθρώπους. Ο πατήρ Θεράπων ήταν άνθρωπος της εσωτερικής διεργασίας. Πόσο προχώρησε στην προσευχή, το ξέρει μόνο ο Θεός. Αλλά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι βρισκόταν σε αυτή τη διεργασία.

Εκείνη τη χρονιά, τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, πήγα στη Μονή Όπτινα και, όταν συζήτησα με τον πατέρα Θεράποντα, τον ρώτησα για το θέμα που με απασχολούσε. Δε μου είπε κάτι ο ίδιος, αλλά με έστειλε στον γέροντα Ηλία. Και ο γέροντας με ευλόγησε να μείνω στην Όπτινα για ένα χρόνο και με συμβούλεψε να σπουδάσω σε ιερατική σχολή.

Σκεφτόμουν. Μετά τη δολοφονία, όμως, ένιωσα μια τέτοια πνευματική ανάταση! Ξέρεις, όταν υποφέρουν για την Ορθοδοξία, αυτό εμπνέει πολύ! Καταλαβαίνεις ότι άλλοι πλήρωσαν με τη ζωή τους, και εσύ δεν έχεις κάνει τίποτα…

Να, σου τα διηγήθηκα. Τα μοιράστηκα μαζί σου. Αλλά τώρα, με συγχωρείς, πρέπει να πάω να τελέσω μνημόσυνο.

***

Και μετά από λίγα λεπτά, μου μίλησε ο μεγαλόσχημος Ιερομόναχος Σεραφείμ, που το 1993 ήταν Ιερομόναχος Μιχαήλ:

Ο πατήρ Μιχαήλ στο παρεκκλήσι των νεομαρτύρων 

 Ο πατήρ Μιχαήλ στο παρεκκλήσι των νεομαρτύρων

– Ο πατήρ Βασίλειος, ο πατήρ Τρόφιμος, ο πατήρ Θεράπων είναι οι άνθρωποι που ασκήτευαν, έψαχναν τον Θεό και ωρίμασαν για την αιώνια ζωή. Ο πατήρ Βασίλειος ήταν πολύ εξέχουσα προσωπικότητα. Ο Κύριος του είχε δώσει το πολύ ισχυρό χάρισμα του κηρύγματος, του λόγου. Και τι πνευματικά ποιήματα που έγραφε! Ευχέτης. Είχε τέτοια χάρη… Προχωρούσε μπροστά από όλους!

Ο πατήρ Θεράπων προσευχόταν. Γι’ αυτό σιωπούσε. Επειδή προσευχόταν. Όταν προσεύχεσαι, δεν έχεις χρόνο για μάταιες συζητήσεις… Το ημερολόγιό του τελείωνε με τα λόγια του Αγίου Ισαάκ του Σύρου: «Η σιωπή είναι το μυστήριο του μέλλοντος αιώνος». Ήταν άνθρωπος μεγάλης δύναμης, φυσικής και πνευματικής. Κάθε νύχτα σηκωνόταν και έκανε τον κανόνα με τις πεντακόσιες μετάνοιες. Τη νύχτα, κλέβοντας χρόνο από τον ύπνο. Τις πεντακόσιες μετάνοιες τη νύχτα τις κάνουν πολύ λίγοι… Έβαζε στο πάτωμα το μπουφάν του για να μην ακούγεται ο θόρυβος από τις μετάνοιες…

Ο μοναχός Τρόφιμος  

Ο μοναχός Τρόφιμος 

 Ο μοναχός Τρόφιμος πάντα τους βοηθούσε όλους. Παλικάρι. Δούλευε σε αλιευτική τράτα... Μπορούσε να κουβαλάει πολλά και βαριά κουτιά με το ένα χέρι μόνο. Συνέχεια έκανε αγαθοεργίες. Άνθρωπος του Θεού.

Και οι τρείς δολοφονήθηκαν πολύ ύπουλα – στην πλάτη.

Πολλοί προαισθάνονταν ότι θα συνέβαινε κάτι το τρομακτικό. Μετά τον όρθρο του Πάσχα στον Ιερό Ναό των Εισοδίων, πήγαινα στη σκήτη για να ετοιμαστώ για τη μεσαία Θεία Λειτουργία. Ακολουθούσα, ως συνήθως, το δρομάκι προς τη σκήτη, ήταν σκοτάδι, λίγο πριν την αυγή, και ξαφνικά ένιωσα τρόμο. Με είχε κυριέψει τόσο έντονα! Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα νιώσει τέτοιο τρόμο! Ο πατήρ Μελχισεδέκ διηγούταν μετά ότι ένιωθε τρομερή θλίψη.

Πριν από αυτό, δίπλα στο ναό, ξαφνικά είχαν εμφανιστεί μπροστά μου τρία άτομα, με δερμάτινα μπουφάν. Έρχονταν ακριβώς πάνω μου και είχαν βλέμματα γεμάτα με τόση κακία που αμέσως σκέφτηκα: «Δολοφόνοι!» Αν και δεν ήξερα τίποτα ακόμα για τη μετέπειτα δολοφονία. Εκεί γίνονταν γυρίσματα για τη Μονή Όπτινα. Και εκείνη τη στιγμή τσαφ και μια ισχυρή ακτίνα φωτός. Και αυτοί οι τρείς τα έχασαν, γύρισαν πίσω και εξαφανίστηκαν στο σκοτάδι. Τώρα σκέφτομαι ότι και εγώ θα μπορούσα να είχα σκοτωθεί. Αλλά δεν ήμουν έτοιμος τότε και ο Κύριος δεν το επέτρεψε.

Αυτοί, όμως, ήταν έτοιμοι. Είχαν τη σφραγίδα του Θεού πάνω τους. Ο Κύριος πήρε τους καλύτερους από μας. Όταν, ύστερα, τους έφεραν, κείτονταν λες και ήταν ζωντανοί, χωρίς ένδειξη ακαμψίας και στα πρόσωπά τους έβλεπες ειρήνη και ηρεμία. Μερικές φορές λένε: «Σκότωσαν τους πρώτους που συνάντησαν…». Όχι. Ήταν οι εκλεκτοί του Θεού. Το να πεθάνεις για τον Χριστό είναι τιμή που πρέπει να την αξιωθεί κανείς.

Συγγνώμη, όμως, τώρα είναι ώρα για την Ύψωση της Παναγίας. Να σε βοηθήσει ο Θεός!

***

Μετά το διακόνημα, εκείνη την ημέρα, έπρεπε να πάω στο ταχυδρομείο. Μπαίνω και βλέπω ότι στο ταχυδρομείο έχει μεγάλη ουρά. Καύσωνα, αποπνικτική ατμόσφαιρα. Δε φτάνει αυτό, έχω μπροστά μου μια ηλικιωμένη γυναίκα, πολυλογού… Κουρασμένη όπως είμαι, της απαντάω τεμπέλικα. Μετά, όμως, ακούω αυτά που λέει και καταλαβαίνω ότι αυτή η συνάντηση δεν είναι τυχαία. Και μου διηγείται τη θαυμαστή βοήθεια των δολοφονηθέντων αδελφών! Να τι μου είπε η Γκαλίνα Ντμίτριεβνα, κάτοικος του Κοζέλσκ:

– Είναι ζόρι να στέκεσαι εδώ, καύσωνας… Ε, τι να κάνουμε… Εσύ, κορούλα μου, μάλλον, εργάζεσαι στη Μονή Όπτινα; Πώς το κατάλαβα; Ε, εσείς από την Όπτινα φαίνεστε: τώρα οι νέοι δε φοράνε και συχνά μακριές φούστες και μαντήλια… Παλαιά πήγαινα συχνά στο μοναστήρι… Ναι… Τώρα πηγαίνω σπάνια, παλαιότερα πήγαινα πιο συχνά… Γιατί σπάνια; Εσύ πόσο νομίζεις ότι είμαι; Όοοοχι, όχι εβδομήντα. Είμαι ογδόντα χρονών! Οπότε δυσκολεύομαι πλέον… Πηγαίνω στον πλησιέστερο ναό. Με τον άνδρα μου. Τρία χρόνια πριν παντρεύτηκα! Μπορεί να σου φανεί αστείο ότι παντρεύτηκα σε τέτοια ηλικία… Όμως, άκου πρώτα…

Είχα πολλές θλίψεις στη ζωή. Μεγάλωσα με μητριά. Δε με αγαπούσε. Με χτυπούσε πολύ. Μετά παντρεύτηκα κι ο άντρας άρχισε να πίνει. Και αυτός με χτυπούσε. Μετά, τα παιδιά μεγάλωσαν, πήγαν σε διάφορους τόπους, ο άντρας πέθανε. Και έμεινα τελείως μόνη. Είχα πολύ μεγάλη θλίψη – μοναξιά…

Και να, που κάπου τρία χρόνια πριν, είχα πάει στην Όπτινα. Βλέπω: οι άνθρωποι εκεί να έχουν περικυκλώσει τον πατέρα Ηλία. Τον ξέρεις τον γέροντα Ηλία; Πλησίασα κι εγώ αθόρυβα. Και αυτός ξαφνικά γυρνάει προς το μέρος μου και με ρωτάει: «Πώς είστε, μητερούλα;». Ένιωσα αμήχανα και απαντάω: «Να, είμαι γριά αλλά θέλω να ζήσω ακόμα…» Χαμογελάει αυτός και ρωτάει: «Είκοσι χρόνια φτάνουν;». Τότε μόλις είχα συμπληρώσει εβδομήντα επτά. Εγώ του λέω: «Τότε, παππούλη, είκοσι τρία, για να φτάσω ακριβώς τα εκατό!». Ο γέροντας χαμογέλασε. Είχα θλίψη αλλά από το χαμόγελό του αμέσως ένιωσα καλύτερα στην ψυχή.

Το Πάσχα στην Ιερά Μονή Όπτινα Πούστιν, το 1990. Στο κέντρο είναι ο πατήρ Βασίλειος, δεξιά ο πατήρ Ηλίας. Φωτογραφία: Optina.ru  

Το Πάσχα στην Ιερά Μονή Όπτινα Πούστιν, το 1990. Στο κέντρο είναι ο πατήρ Βασίλειος, δεξιά ο πατήρ Ηλίας.

Πήγα στο παρεκκλήσι στους δολοφονηθέντες αδελφούς. Βλέπω ότι μια κοπέλα κρύβει ένα σημείωμα πίσω από το σταυρό. Τη ρωτάω: «Τι κάνετε;» Αυτή ένιωσε αμήχανα αλλά απάντησε: «Να, ζητάω βοήθεια από τους πατέρες… Βοηθάνε… Ο Κύριος τους ακούει…». Και βγήκε από το παρεκκλήσι.

Σκέφτηκα για λίγο και αποφάσισα να γράψω κι εγώ σημείωμα. Φωναχτά τους είπα: «Πατέρες μας αγαπητοί, αγαπημένοι! Να, τώρα που δεν είναι κανείς στο παρεκκλήσι θα σας πω… Τόσο δυσκολεύομαι μόνη μου, τόση μοναξιά νιώθω! Βοηθήστε με, παρακαλώ! Ξέρετε, η ζωή μου δεν ήταν γλυκιά. Και πέρασε τόσο γρήγορα! Μπορεί να ζήσω ακόμα, μπορεί και είκοσι χρόνια… Μόνο που είναι πολύ δύσκολο να είμαι μόνη… Και το σπιτάκι μου ήθελα να πουλήσω. Δεν πουλιέται με τίποτα… Έχει καιρό… Βοηθήστε με, παρακαλώ, αν γίνεται…»

Αυτά είπα, αλλά στο σημείωμα έγραψα μόνο: «Νιώθω πολύ μοναξιά. Η δούλη του Θεού Γκαλίνα».

Και τι νομίζεις, αγαπητή μου κόρη! Δεν πέρασε μια βδομάδα που πούλησα πολύ καλά το σπιτάκι μου! Και την ίδια βδομάδα γνώρισα τον παππού μου! Που; Στο ναό! Ο παππούς μου, ξέρεις, τι καλός που είναι! Γεώργιος! Προς τιμή του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου! Πολύ πιστός και καλός άνθρωπος. Βετεράνος πολέμου…

Και τόσο καλά αρχίσαμε να ζούμε μαζί του που τώρα δε θέλω και να πεθάνω… Να, τρία χρόνια ζούμε… Εγώ είμαι 80 και αυτός 86. Μπορεί, κάποιος να νομίζει ότι σε αυτή την ηλικία δε χρειάζεται σύντροφος ζωής… Μόνο που εμείς είμαστε τόσο ευτυχισμένοι μαζί! Μετά τη μοναξιά που είχα, είναι τόση παρηγοριά για μένα! Το πρωί σηκώνεται ο Γιώργης μου και (εγώ ξεχνάω συχνά, αλλά αυτός ποτέ) πάντα βάζει το αγίασμα να πιεί ο ίδιος και μου φέρνει και εμένα, όπως και κομμάτι αντίδωρο. Στην εκκλησία, στις ιερές ακολουθίες πάντα πηγαίνουμε μαζί. Κάνουμε βόλτες μαζί, απολαμβάνουμε τη φύση… Μερικές φορές σηκώνεται τη νύχτα, και εγώ ξυπνάω, βλέπω: ο παππούς μου στέκεται μπροστά στις εικόνες και προσεύχεται σιγά-σιγά… Και έτσι ζούμε, πολύ ειρηνικά, πολύ φιλικά. Ο πατήρ Βασίλειος, ο πατήρ Τρόφιμος και ο πατήρ Θεράπων με φρόντισαν!

Πλησιάζει η σειρά μου… Βλέπεις πόσα σου είπα…

***

Το παρεκκλήσι στον τάφο των νεομαρτύρων  

Το παρεκκλήσι στον τάφο των νεομαρτύρων

Αυτές ήταν οι τρείς αφηγήσεις που άκουσα. Και θα ήθελα να τελειώσω με ένα ποίημα του πατέρα Βασιλείου για το θάνατο του ιερομόναχου Ραφαήλ. Το ποίημα λες και ήταν γραμμένο για τον ίδιο και για τους μοναχούς Τρόφιμο και Θεράποντα:

Θα είχα βρει τις λέξεις τις βαριές
Για τη ζωή, για του τάφου το κρύο,
Κι ο λόγος μου θα’ ταν τόσο πικρός,
Που ούτε τα μισά δε θα’ χα πει.

Αλλά θα’ θελα να κλάψω στη σιωπή
Και να βγω με μάτια φωτεινά στον κόσμο.
Όποιος σαν αστραπή πέρασε στη γη
Με φως ενεδύθη στα ουράνια

Πάτερ Βασίλειε, πάτερ Τρόφιμε, πάτερ Θεράποντα, πρεσβεύσατε υπέρ ημών των αμαρτωλών!

Όλγα Ροζνιόβα
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα



 

Δεν υπάρχουν σχόλια: