Άγιος Νικόλαος Αχρίδος
Α΄ΜΕΡΟΣ
Το ευαγγέλιο της Κυριακής των Μυροφόρων αναφέρεται στη φροντίδα που έδειξαν για το θάνατο του Αθάνατου οι γυναίκες εκείνες που η διδασκαλία του Χριστού τους έδωσε ζωή.
Τότε «ελθών Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, ευσχήμων βουλευτής, ως και αυτός ην προσδεχόμενος την βασιλείαν του Θεού, τολμήσας εισήλθεν προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού» (Μάρκ. ιε΄ 43). Υπήρχε κι άλλος ένας μεγάλος άνδρας που είχε έρθει από την Αριμαθαία στο όρος Εφραίμ. Αυτός ήταν ο προφήτης Σαμουήλ. Ο Ιωσήφ αναφέρεται κι από τους τέσσερις ευαγγελιστές, κυρίως σε όσα σχετίζονται με την ταφή του Κυρίου Ιησού. Ο Ιωάννης τον αποκαλεί κρυφό μαθητή του Ιησού (ιθ’ 38). Ο Λουκάς τον ονομάζει άνδρα «αγαθό και δίκαιο» (κγ’ 50), ο Ματθαίος πλούσιο (κζ’ 57). Ο ευαγγελιστής δεν ονομάζει πλούσιο τον Ιωσήφ από ματαιότητα, για να δείξει πως ο Κύριος ανάμεσα στους μαθητές Του είχε και πλούσιους, αλλά για να καταλάβουμε πως μπορούσε εκείνος να πάρει το σώμα του Ιησού από τον Πιλάτο. Ένας φτωχός και άσημος άνθρωπος δε θα ήταν δυνατό να πλησιάσει τον Πιλάτο, εκπρόσωπο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Ο Ιωσήφ ήταν πλούσιος ψυχικά. Είχε φόβο Θεού κι ανέμενε κι αυτός τη βασιλεία του Θεού. Εκτός όμως από τα ιδιαίτερα πνευματικά του χαρίσματα, ο Ιωσήφ ήταν και πλούσιος, άνθρωπος επιρροής. Ο Μάρκος κι ο Λουκάς τον ονομάζουν βουλευτή. Ήταν κι αυτός, όπως κι ο Νικόδημος, ένας από τους πρεσβύτερους του λαού. Όπως κι ο Νικόδημος επίσης, ήταν κι αυτός θαυμαστής και κρυφός μαθητής του Χριστού. Μπορεί οι δύο αυτοί άνδρες να ήταν κρυφοί οπαδοί της διδασκαλίας του Χριστού, ήταν έτοιμοι όμως να εκτεθούν στον κίνδυνο και να σταθούν κοντά Του. Ο Νικόδημος κάποτε ρώτησε κατά πρόσωπο τους πικρόχολους Ιουδαίους άρχοντες, όταν αναζητούσαν να σκοτώσουν τον Χριστό: «Μη ο νόμος ημών κρίνει τον άνθρωπον, εάν μη ακούση παρ’ αυτού πρότερον και γνω τί ποιεί;» (Iωάν. ζ’ 51).
Ο από Αριμαθαίας Ιωσήφ μπήκε σε μεγαλύτερο κίνδυνο όταν αποφάσισε να πάρει το σώμα του Κυρίου, την ώρα που οι στενοί μαθητές Του είχαν διασκορπιστεί, γιατί οι Ιουδαίοι λύκοι που δολοφόνησαν τον ποιμένα, ήταν έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να επιπέσουν και στο ποίμνιο. Το ότι αυτό που έκανε ο Ιωσήφ ήταν επικίνδυνο, το επισημαίνει ο ευαγγελιστής με τη λέξη «τολμήσας». Ήθελε τότε κάτι παραπάνω από θάρρος. Ήθελε τόλμη το να παρουσιαστεί στον αντιπρόσωπο του Καίσαρα και να ζητήσει το σώμα του σταυρωμένου «κακούργου». Ο Ιωσήφ όμως, με τη μεγαλοσύνη της ψυχής του, απέβαλε το φόβο του κι απόδειξε πως ήταν πραγματικός μαθητής του Ιησού Χριστού.
«Ο δε Πιλάτος εθαύμασεν ει ήδη τέθνηκε, και προσκαλεσάμενος τον κεντυρίωνα επηρώτησεν αυτόν ει πάλαι απέθανε· και γνούς από του κεντυρίωνος εδωρήσατο το σώμα τω Ιωσήφ» (Μάρκ. ιε’ 44-45). Ο Πιλάτος ήταν καχύποπτος και επιφυλακτικός. Ήταν από τους κυβερνήτες που ασκούν την εξουσία τους με βία, όπως με βία την είχε αποσπάσει από άλλους. Δεν μπορούσε να πιστέψει ούτε λέξη ακόμα κι από ευγενείς ανθρώπους, όπως ο Ιωσήφ. Ίσως δυσκολευόταν πραγματικά να πιστέψει πως Εκείνος, που μόλις το προηγούμενο βράδυ είχε καταδικάσει σε σταυρικό θάνατο, είχε ήδη παραδώσει την τελευταία του πνοή στο σταυρό. Ο Πιλάτος αποδείχτηκε πως ήταν ένας γνήσιος αντιπρόσωπος της ρωμαϊκής τυπολατρείας. Ήταν πολύ πιο πρόθυμος να πιστέψει τον κεντυρίωνα, που τον είχε επιφορτίσει με το καθήκον να φρουρήσει το Γολγοθά, παρά έναν εξέχοντα πρεσβύτερο του λαού. Μόνο όταν ο κεντυρίων επιβεβαίωσε «επίσημα» την αναφορά του Ιωσήφ, θέλησε ο Πιλάτος να ικανοποιήσει το αίτημά του.
«Και αγοράσας σινδόνα και καθελών αυτόν ενείλησε τη σινδόνι και κατέθηκεν αυτόν εν μνημείω, ο ην λελατομημένον εκ πέτρας, και προσεκύλισε λίθον επί την θύραν του μνημείου» (Μάρκ. ιε’ 46-47). Άλλος ευαγγελιστής λέει πως αυτός ο τάφος ήταν του Ιωσήφ· «και εθηκεν αυτόν εν τω καινώ αυτού μνημείω» (Ματθ. κζ’ 60) – «εν ω ουδείς ανθρώπων ετέθη» (Ιωάν. ιθ’ 41). Όταν σταυρώνουμε το νου μας για τον κόσμο και τον ενταφιάζουμε σε μια αναγεννημένη καρδιά, σαν σε τάφο, τότε ο νους μας θα αναζωογονηθεί και θ’ αναγεννηθεί ολόκληρος ο εσωτερικός μας άνθρωπος.
Ένας νέος τάφος, σφραγισμένος. Μια μεγάλη πέτρα στην είσοδο του τάφου κι ένας φύλακας να φρουρεί μπροστά στον τάφο. Τί σημαίνουν όλ’ αυτά; Όλα τους ήταν προληπτικά μέτρα, παρμένα με τη σοφία της πρόνοιας του Θεού. Έτσι, μ’ αυτόν τον τρόπο, θα σφραγίζονταν κι όλα τα στόματα εκείνων που θα τολμούσαν να ισχυριστούν πως ο Χριστός είτε δεν πέθανε είτε δεν αναστήθηκε είτε ότι έκλεψαν το σώμα Του. Αν ο Ιωσήφ δεν είχε ζητήσει το σώμα Του από τον Πιλάτο· αν ο κεντυρίων δεν είχε δώσει επίσημη διαβεβαίωση για το θάνατο του Χριστού· αν το σώμα δεν είχε ενταφιαστεί και σφραγιστεί με την παρουσία φίλων και εχθρών του Χριστού, ίσως να ισχυρίζονταν πολλοί πως ο Χριστός δεν είχε πεθάνει πραγματικά, αλλά είχε πέσει σε κώμα και μετά ανέκτησε τις αισθήσεις του. Κάτι τέτοιο υποστήριξαν τελευταία ο Σλαϊερμάχερ και κάποιοι προτεστάντες. Αν ο τάφος δεν είχε σφραγιστεί μ’ έναν ογκόλιθο κι αν δεν τον φύλαγαν φρουροί, ίσως παραδέχονταν πως ο Χριστός πέθανε κι ενταφιάστηκε, αλλά οι μαθητές του έκλεψαν το σώμα του από τον τάφο. Αν δεν ήταν καινούργιος ο τάφος, ίσως να υποστήριζαν πως δεν ήταν ο Χριστός αυτός που αναστήθηκε αλλά κάποιος άλλος νεκρός, που είχε ταφεί εκεί παλιότερα. Έτσι όλα τα προληπτικά μέτρα που πήραν οι Ιουδαίοι για να πνίξουν την αλήθεια, με την πρόνοια του Θεού βοήθησαν για να την καταδείξουν.
Ο Ιωσήφ πήρε το σώμα του Ιησού, «ενετύλιξεν αυτό σινδόνι καθαρά» (Ματθ. κζ’ 59) και το απόθεσε στον τάφο. Αν θέλουμε ν’ αναστηθεί μέσα μας ο Κύριος, πρέπει να τον διατηρούμε μέσα στο καθαρό και αγνό σώμα μας. Το καθαρό σεντόνι υποδηλώνει το καθαρό σώμα. Το σώμα που έχουν μολύνει οι κακίες και τα πάθη δεν είναι κατάλληλος τόπος για ν’ αναστηθεί εκ νεκρών και να ζήσει ο Κύριος.
Ο ευαγγελιστής Ιωάννης συμπληρώνει την εικόνα που δίνουν οι άλλοι ευαγγελιστές, λέγοντας πως στην ταφή του Χριστού ήρθε και ο Νικόδημος «φέρων μίγμα σμύρνης και αλόης ως λίτρας εκατόν, έλαβον ουν το σώμα του Ιησού και έδησαν αυτό εν οθονίοις μετά των αρωμάτων, καθώς έθος εστί τοις Ιουδαίοις ενταφιάζειν» (Ιωάν. ιθ’ 39-40).
Ευλογημένοι άνθρωποι! Πήραν το πανάγιο σώμα του Ιησού με τόλμη, στοργή και αγάπη και το απέθεσαν στο μνημείο. Τί υπέροχο παράδειγμα είναι αυτό σε όλους εκείνους που αγαπούν τον Κύριο! Και τί φοβερό κατηγορητήριο για τους ιερείς και τους λαϊκούς που ντρέπονται τον κόσμο και πλησιάζουν το άγιο ποτήριο απρόσεκτα, αδιάφορα και χωρίς αγάπη, για να κοινωνήσουν τα ζωοποιά τίμια δώρα, το πάντιμο σώμα και το αίμα του αναστημένου Κυρίου!
Ο Ιωσήφ κι ο Νικόδημος δεν ήταν μόνο φίλοι του Χριστού, που διαπίστωσαν με τα μάτια τους πως ο Ιησούς πέθανε κι ενταφιάστηκε. Η μέριμνα για το νεκρό Κύριο ήταν πράξη αγάπης για τον αγαπημένο τους Φίλο και Διδάσκαλο, αλλά και ανθρωπιστικό καθήκον προς Εκείνον που είχε υποφέρει για χάρη της δικαιοσύνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου